Υπόθεση
Ο Άλκης, γιος του αρχιτέκτονα Kώστα Δαιδάλου, είναι ένα παιδί αφοσιωμένο στον κόσμο των υπολογιστών και των ηλεκτρονικών παιχνιδιών. Ζει μια άνετη ζωή μαζί με τον πατέρα του, ενώ η μητέρα του έχει εξαφανιστεί πριν χρόνια. Μια μέρα ωστόσο εξαφανίζεται και η αγαπημένη του αδελφή, η Ελένη. Επικοινωνώντας μαζί του ηλεκτρονικά, ένα κορίτσι ισχυρίζεται ότι μπορεί να τον βοηθήσει να βρει την αδελφή του και του προτείνει μια συμφωνία. Εκείνος δέχεται και μπλέκει σ' ένα ασυνήθιστο κι επικίνδυνο παιχνίδι με περίεργους κανόνες. Η αναζήτηση θα τον οδηγήσει σε μία περιπέτεια μέσα από την οποία θα καταλάβει ότι η πραγματική ζωή δεν είναι οι υπολογιστές αλλά οι αληθινοί άνθρωποι, που σκέφτονται, αναπνέουν, αισθάνονται…
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Καστανιώτης
Συγγραφέας: Αλέξης Σταμάτης
Εικονογράφηση: Denis Lhomme
ISBN: 978-960-03-4820-0
Έτος 1ης Έκδοσης: 2008
Τάξεις: Ε’, Στ’
Κριτική
Ο συγγραφέας έχει ήδη φανατικούς αναγνώστες στη λογοτεχνία ενηλίκων, ωστόσο σε αυτή την αστυνομική περιπέτεια του τύπου «κυνήγι θησαυρού», τα πολλά ετερόκλητα στοιχεία (απαγωγές, μυθολογία, χακεράδες, ξιφομαχίες) που μπλέκονται στο σενάριο, φοβάμαι ότι τελικά δεν οδηγούν σε κάτι περισσότερο από μια απλώς συμπαθητική ιστορία.
Ο συγγραφέας έχει ήδη φανατικούς αναγνώστες στη λογοτεχνία ενηλίκων, ωστόσο σε αυτή την αστυνομική περιπέτεια του τύπου «κυνήγι θησαυρού», τα πολλά ετερόκλητα στοιχεία (απαγωγές, μυθολογία, χακεράδες, ξιφομαχίες) που μπλέκονται στο σενάριο, φοβάμαι ότι τελικά δεν οδηγούν σε κάτι περισσότερο από μια απλώς συμπαθητική ιστορία.
Οι μαθητές δεν θα συναντήσουν δυσκολίες στην κατανόηση του κειμένου και τα κεφάλαια είναι αρκετά μικρά (γύρω στις 6 σελίδες) για τις ηλικίες στις οποίες απευθύνεται το βιβλίο, ενώ υπάρχουν ολοσέλιδες ασπρόμαυρες ζωγραφιές σε κάθε κεφάλαιο που αποδίδουν τα πρόσωπα και κάποια χαρακτηριστική σκηνή από την πλοκή.
Το βιβλίο προτείνεται σε αγόρια Ε’ και Στ’ τάξης που ενδιαφέρονται για αστυνομικά μυστήρια, θα πρέπει ωστόσο να τονίσουμε ότι το ύφος γραφής είναι ιδιαίτερο και με μία «μεγαλίστικη» αύρα, που προφανώς κάποιοι θα συμπαθήσουν και κάποιοι άλλοι όχι.
Παρότι το κεντρικό μήνυμα της ιστορίας απευθύνεται σε παιδιά που ασχολούνται διαρκώς με τους υπολογιστές -χάνοντας τη ζωή από τα χέρια τους, διατηρώ τις επιφυλάξεις μου για το αν το συγκεκριμένο κείμενο έχει τη δύναμη να τραβήξει την προσοχή των μαθητών από την οθόνη στο βιβλίο, ώστε να έχει αποτέλεσμα. Ωστόσο το ίδιο το δίδαγμα με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο: «Ζήσε στο τώρα και βοήθησε όσους βρίσκονται κοντά σου».
Το βιβλίο βασίζεται στο μυθιστόρημα του συγγραφέα «Οδός Θησέως» και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ως θεατρικό έργο στο Αρσάκειο του Ψυχικού. Κάποια θεατρικά στοιχεία μοιάζει να έχουν επιβιώσει (όπως ο διάλογος των τριών κοριτσιών στο απόσπασμα που ακολουθεί) και προσωπικά θεωρώ ότι ξενίζουν λίγο μέσα στο κείμενο. Περισσότερο όμως προβληματικός, είναι κατά τη γνώμη μου ο μη ρεαλιστικός τρόπος που αποδίδεται η γλώσσα των εφήβων: επιτηδευμένος λόγος, με «μοντέρνες» εκφράσεις να φυτρώνουν εδώ και κει, και όχι σπάνια εμποτισμένος με διδάγματα, στα οποία καταλήγουν οι νέοι «σαν καλά παιδιά». Καμία σχέση δηλαδή με τους διαλόγους που ακούμε στα προαύλια και στον δρόμο.
Κατά τα άλλα, ο συγγραφέας ξαναδιηγείται την ιστορία του Θησέα και του Μινώταυρου, φωτίζοντάς την από μια σύγχρονη οπτική, όπου ο «Μινώταυρος» έχει γίνει σκέτος «Ρος», ο μίτος έχει γίνει πομποδέκτης και η Αριάδνη πρωταθλήτρια στο μπάσκετ με καρότσι. Κάπου εκεί μέσα συνωστίζονται παραμυθιακά στοιχεία (η μαγική έκφραση «φτου φτου φτου» ανοίγει τον βράχο μιας σπηλιάς) σκηνές βγαλμένες θαρρεί κανείς από την Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων (μια οικογένεια με δούκισσες, κόμισσες και το σύμβολο της Πίστεως προσαρμοσμένο σε μακαρόνια), ένας γραφικός χάκερ («Χτυπάω στο σκοτάδι της οθόνης. Γι’ αυτό με λένε και Νυχτερίδα!»), συμβουλές του τύπου Paulo Coelho («Φοβάται, αλλά τελικά μόνο άμα ξεπεράσει κανείς το φόβο του αλλάζει τα πράγματα») και ένα φινάλε που αρχικά μυρίζει Dungeons & Dragons και Guillermo del Toro, αλλά τελικά αποδεικνύεται μάλλον space (ξιφομαχίες και κρυογενικοί θάλαμοι).
Προσωπικά μου έμεινε μια απορία: αφού καλλιεργείται ο σεβασμός προς τη διαφορετικότητα, με την Αριάδνη να κατευθύνει τον ήρωα από το αναπηρικό της καροτσάκι, γιατί πρέπει ο ρωτακισμός του πατέρα να θεραπεύεται στο τέλος;
Αξίες - Θέματα
Ανθρωπισμός, Αγάπη, Τεχνολογία, Διαφορετικότητα
Ανθρωπισμός, Αγάπη, Τεχνολογία, Διαφορετικότητα
Απόσπασμα
Έχουν περάσει τρεις μέρες. Η Ελένη είναι άφαντη. Την ψάχνουν παντού, αλλά μοιάζει σαν να την κατάπιε η γη! Ο Άλκης είναι ξαπλωμένος στον καναπέ, δείχνει πολύ στεναχωρημένος. Δεν μπορεί να το πιστέψει πως η κατάρα χτύπησε για δεύτερη φορά την οικογένειά του. Έχει μάθει τόσο καιρό να ζει χωρίς τη μάνα του, χωρίς όμως κανείς ποτέ να του έχει δώσει μια πειστική εξήγηση γιατί χάθηκε. Ίσως γι’ αυτό το έχει ρίξει τόσο πολύ στους υπολογιστές. Ίσως να του λείπει πολύ περισσότερο απ’ όσο φανταζόταν… Όσο είχε την Ελένη, τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα, αλλά τώρα…
Έχουν περάσει τρεις μέρες. Η Ελένη είναι άφαντη. Την ψάχνουν παντού, αλλά μοιάζει σαν να την κατάπιε η γη! Ο Άλκης είναι ξαπλωμένος στον καναπέ, δείχνει πολύ στεναχωρημένος. Δεν μπορεί να το πιστέψει πως η κατάρα χτύπησε για δεύτερη φορά την οικογένειά του. Έχει μάθει τόσο καιρό να ζει χωρίς τη μάνα του, χωρίς όμως κανείς ποτέ να του έχει δώσει μια πειστική εξήγηση γιατί χάθηκε. Ίσως γι’ αυτό το έχει ρίξει τόσο πολύ στους υπολογιστές. Ίσως να του λείπει πολύ περισσότερο απ’ όσο φανταζόταν… Όσο είχε την Ελένη, τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα, αλλά τώρα…
Γύρω από τον Άλκη είναι καθισμένα τρία κορίτσια. Είναι οι συμμαθήτριές του: η Λουκία, η Πόλυ και η Βίκυ. Ο Άλκης είναι πολύ αγαπητός στο σχολείο του. Πρώτος μαθητής, φασαριόζος και δυναμικός. Πρώτη φορά όμως οι φίλες του τον βλέπουν έτσι χάλια. Προσπαθούν να τον παρηγορήσουν. Η μια του χαϊδεύει τα μαλλιά, η άλλη του φτιάχνει προτοκαλάδα και η Τρίτη του ‘χει φέρει την αγαπημένη του σοκολάτα.
Η Λουκία τον πλησιάζει:
«Ήταν τόσο καλή η Ελενίτσα… Τόσο όμορφη… Και η καλύτερη μαθήτρια στο σχολείο… Το ξέρεις ότι με εμπιστευόταν εμένα η Ελένη; Μου ‘χε πει όλα της τα μυστικά. Κι είχε πολλά μυστικά… Κι εγώ φυσικά δεν έχω πει τίποτα».
«Ναι, Λουκία μου, γι’ αυτό τα ξέρει όλο το σχολείο τώρα», σχολιάζει η Πόλυ, που τη ζηλεύει.
«Μιλάς εσύ, Πόλυ; Εσύ που αντέγραφες απ’ την Ελένη σε κάθε διαγώνισμα;» λέει η Βίκυ, που ζηλεύει την Πόλυ.
«Βίκυ! Τι λες, απλώς δανειζόμουν καμιά φράση… Ε, τόσο έξυπνη που ήταν περίσσευε και μυαλό για εμάς τις χαζούλες! Αφού ξέρετε ότι δεν τα μπορώ τα μαθήματα… Έχει τόσα σίριαλ η τηλεόραση, πού να προλάβω…» δικαιολογείται η Πόλυ.
«Βέβαια, όλη μέρα η Πόλυ μπροστά στο χαζοκούτι. Και μιλάει κι από πάνω, που ό,τι φορούσε η Ελένη το έβαζε εκείνη την άλλη μέρα…» λέει η Λουκία, που ζηλεύει και την Πόλυ και τη Βίκυ.
«Είσαστε κι οι δύο ζηλιάρες. Εγώ είχα την καλύτερη σχέση με την Ελένη. Το ξέρετε ότι ερχόταν σπίτι μου και ζωγραφίζαμε; Είχαμε φτιάξει κι έναν πίνακα μαζί για ένα διαγωνισμό», λέει η Πόλυ, που προσπαθεί να βγάλει την ουρά της απ’ έξω.
Η Βίκυ όμως δεν την αφήνει έτσι:
«Εσύ καμιά μολυβιά θα ‘χες βάλει. Φαντάζομαι πως όλον η Ελένη θα τον έφτιαξε…»
«Ελάτε τώρα, η Ελενίτσα έχει εξαφανιστεί. Η δασκάλα χτες έλεγε ότι τέτοιο παιδί δεν έχει ξαναπεράσει απ’ το σχολείο», λέει η Λουκία.
«Ε, ναι, αλλά ήταν και λίγο νευρικιά… Κάποτε μου είχε σκίσει ένα τετράδιο», πετάει την μπηχτή της η Βίκυ, που πιο πολύ απ’ όλες ζηλεύει την Ελένη.
«Εκεί που είχες ζωγραφίσει τις καρδούλες για τον…» λέει η Λουκία, που κι αυτή πιο πολύ την Ελένη ζηλεύει.
«Ποια μιλάει… Να μην πω για τη φωτογραφία που έχεις στο δωμάτιό σου με κάποιον γνωστό μας…» της απαντάει εκνευρισμένη η Βίκυ και δείχνει τον Άλκη, που τόση ώρα δεν ασχολείται με καμιά τους.
«Σσσστ! Άμα συνεχίσεις, θα πω και για το γράμμα που ετοίμαζε η Πόλυ για τον…» λέει η Λουκία και δείχνει κι αυτή τον Άλκη.
«Αφήστε τα αυτά, κορίτσια, ο Άλκης είναι πολύ στεναχωρημένος…» λέει η Πόλυ, που αυτή να δείτε πόσο τη ζηλεύει την Ελένη.
Τόση ώρα ο Άλκης ούτε που τις ακούει. Το μυαλό του είναι αλλού. Οι τρεις κοπέλες σκύβουν από πάνω του:
«Πρέπει να το πάρεις απόφαση πια, Άλκη» - η Λουκία.
«Μη μένεις άλλο μέσα…» - η Βίκυ.
«Να ξανάρθεις στο σχολείο…» - η Πόλυ.
«Η ζωή συνεχίζεται, βρε Άλκη…» - η Λουκία.
«Δεν υπάρχει μόνο η Ελένη…» - η Βίκυ.
«Υπάρχουμε κι εμείς…» - η Πόλυ.
Ε, πια ο Άλκης γίνεται έξαλλος. Πετάγεται από τον καναπέ φωνάζοντας:
«Φύγετε, φύγετε! Ωραίες φίλες είσαστε εσείς. Ούτε στο νυχάκι της δε φτάνετε!» Και τις διώχνει κακήν κακώς.
1 σχόλιο:
Πολυ ενδιαφερουσα αναλυση. Κρατω τις ενστασεις σας. Πρωτο βιβλιο για παιδια και.. μαθαινω. Καλο Πασχα και να στε καλα:)
Δημοσίευση σχολίου
διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...