Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

Ο Φώτης και ο Αϊ-Βασίλης των Φώτων

Υπόθεση
Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν και ο μικρός Φώτης παρατηρεί γύρω του πολλές αλλαγές σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια: στο σπίτι οι γονείς του κουβεντιάζουν ψιθυριστά σαν κάτι να του κρύβουν, η αίθουσα αναμονής στο οφθαλμιατρείο μοιάζει παραμελημένη, ενώ η μαμά του δεν σταματάει πια στον δρόμο για να χαζέψουν τις στολισμένες βιτρίνες! Μαθαίνει τελικά πως "οι καιροί είναι δύσκολοι" και επίσης πως η θέση του μπαμπά στη δουλειά κινδυνεύει. Ο Φώτης αποφασίζει τότε, για να μην επιβαρύνει τον οικογενειακό προϋπολογισμό, να στείλει τη λίστα με τα δώρα που θέλει απευθείας στον Άγιο Βασίλη.

Όταν φτάνει η Πρωτοχρονιά, μια δυσάρεστη έκπληξη περιμένει τους ανθρώπους: ο ήλιος αρνείται να ανατείλει! Αιτία γι' αυτό, η βαριά κατάθλιψη στην οποία έχει πέσει ο Αϊ-Βασίλης! Ένα κλιμάκιο ψυχολόγων στέλνεται στον Βόρειο Πόλο για να διερευνήσει την κατάσταση του Αγίου και διαπιστώνει ότι έχει στεναχωρηθεί ανεπανόρθωτα από την απληστία των σύγχρονων παιδιών... Τα νέα γεμίζουν με τύψεις τον Φώτη και τον φίλο του Πετράκη, κι έτσι αποφασίζουν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, διοργανώνοντας μια παγκόσμια συνέλευση παιδιών! 

Σ'αυτή αποφασίζεται τα παιδιά να μην ζητάνε πλέον παιχνίδια από τον Άγιο, αλλά φαγητό, νερό και σπίτι για όλους... ειρήνη, νοσοκομεία, φάρμακα, σχολεία και μια ζεστή αγκαλιά για κάθε παιδί. Μάλιστα, τα παιδιά αρχίζουν να στέλνουν κούτες με βοήθεια στον Άγιο, ώστε να τις μοιράσει σε όσους έχουν ανάγκη. Θα καταφέρουν άραγε να γιατρέψουν τον Άγιο Βασίλη και να φέρουν πίσω στον κόσμο το φως και την αγάπη;

  
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Ελισάβετ Κουκουμάκα
Εικονογράφηση: Γιώργος Σγουρός
ISBN: 978-960-496-433-8
Έτος 1ης Έκδοσης: 2011
Σελίδες: 72
Τιμή: περίπου 6 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά: εδώ
Τάξεις: Γ', Δ'

Διαβάστε ένα απόσπασμα που προσφέρει ο εκδοτικός οίκος εδώ

Κριτική
Διδακτική πρωτοχρονιάτικη ιστορία που με χιούμορ και ευαισθησία μας μεταφέρει ένα μήνυμα υπέρ της παγκόσμιας συμφιλίωσης και κατά της ανισότητας. Χρησιμοποιώντας πρωτοπρόσωπη αφήγηση για να αποδώσει την οπτική του μικρού Φώτη και με γλώσσα καθημερινή, που ωστόσο παραπέμπει σε αρκετά μεγαλύτερο μαθητή, η συγγραφέας και εκπαιδευτικός "παντρεύει" αρκετά στοιχεία: Αρχικά την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας, μ' έναν θλιμμένο, απογοητευμένο και αγχωμένο Άγιο Βασίλη που έχει χρεοκοπήσει, αδυνατώντας να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των παιδιών. Στη συνέχεια, μέσα από το τέχνασμα μιας παγκόσμιας συνέλευσης, βρίσκει την ευκαιρία να μας μιλήσει για το πώς η αδικία στον πλανήτη μας μπορεί να καταπολεμηθεί, αν οι επόμενες γενιές ευαισθητοποιηθούν πάνω στο πρόβλημα και αναλάβουν δράση. Ίσως και να στέλνει με τον τρόπο αυτό ένα έμμεσο μήνυμα στους νεαρούς αναγνώστες της χώρας μας: σε σχέση με άλλα παιδιά στον κόσμο, διαθέτουν (ακόμα) ένα αρκετά υψηλό βιοτικό επίπεδο και θα μπορούσαν να προσφέρουν αντί να απαιτούν. Παρά το μέγεθός της (κοντά στις 6.000 λέξεις) η ιστορία δεν χωρίζεται σε κεφάλαια, η σελιδοποίηση ωστόσο έρχεται με μεγάλα τυπογραφικά και διάστιχο που επιτρέπει ξεκούραστη ανάγνωση. Η εικονογράφηση είναι παρούσα, με περίπου 5 ολοσέλιδες ζωγραφιές, εμβόλιμα στο κείμενο σχέδια και χαριτωμένα διακοσμητικά στα περιθώρια ορισμένων σελίδων. Θα προτείναμε το βιβλίο περισσότερο σε μαθητές των μεσαίων τάξεων του δημοτικού, αλλά και σε μεγαλύτερα παιδιά που αναζητούν ένα ευχάριστο κείμενο για τις γιορτές.

  • Απλή γλώσσα
  • Ωφέλιμα μηνύματα

Αξίες - Θέματα
Χριστούγεννα, Κρίση, Ανισότητα, Περιβάλλον, Συνεργασία, Δραστηριοποίηση, Υπευθυνότητα

Εικονογράφηση
Με παρουσία στα περισσότερα δισέλιδα, αποδίδει με απλές, καθαρές γραμμές τους κεντρικούς χαρακτήρες της ιστορίας και κάποιες από τις βασικές της σκηνές, αλληλεπιδρώντας διακριτικά με το κείμενο, αλλά περιοριζόμενη ουσιαστικά σε δευτερεύοντα ρόλο. 

Απόσπασμα
Από καιρό πριν, όλα έδειχναν πως τα φετινά Χριστούγεννα δε θα είναι όπως παλιά. Το είχα καταλάβει εδώ και καιρό μελετώντας προσεχτικά όλα μου τα δεδομένα. Γιατί, όπως συχνά λέει ο μπαμπάς μου, που είναι μαθηματικός: «Παρατήρηση, εξεύρεση και μελέτη δεδομένων, εξαγωγή συμπεράσματος».

Ωραία τα λένε οι μεγάλοι! Συχνά πυκνά, όταν είναι να πουν καμιά μεγάλη σοφία, για να καταπλήξουν τα πλήθη, παίρνουν ύφος προβληματισμένο, κοιτούν κάπου στο υπερπέραν και με λόγο σοβαρό και σκεπτικό πετάνε κάτι αρχαίες εξυπνάδες. Και σαν να μην έφτανε αυτό, πρέπει όλοι εμείς, είτε καταλάβαμε είτε όχι, να κουνήσουμε καταφατικά το κεφάλι με φανερή έκπληξη σαν να λέμε: «Ναι, βρε παιδί μου, πού το κατάλαβες; Ακριβώς αυτό ήθελα να πω κι εγώ!»

Εδώ και ένα χρόνο, λοιπόν, παρατηρούσα με μεγάλο ενδιαφέρον ένα σωρό αλλαγές μέσα στο σπίτι μας. Η μαμά συχνά κουβέντιαζε χαμηλόφωνα με τον μπαμπά ή την κουμπάρα της, κρυφά από εμένα, στην κουζίνα. Μάλιστα, όταν πλησίαζα, δήθεν τυχαία, για να κρυφακούσω, δεν καταλάβαινα και πολλά. Μόνο κάτι δύσκολες λέξεις έπιανα, από αυτές που λένε οι μεγάλοι. Και μόλις αντιλαμβανόταν η μαμά το μάλλον αδιάκριτο βλέμμα μου, συνήθιζε να λέει τρυφερά: «Φώτη, αγάπη μου, γιατί δεν πας να δεις μήπως ξύπνησε η μπέμπα;» Και να πω ότι ξύπνησε ποτέ και δεν την πήραμε χαμπάρι; Τρεις μήνες τώρα που είναι στο σπίτι μας, όταν ξυπνάει, την ακούει μέχρι και η φουρνάρισσα στη γωνία!

Τον προηγούμενο μήνα κατεβήκαμε με τη μαμά στην πόλη, για να πάμε στον οφθαλμίατρο. Ο οφθαλμίατρός μου, ο κύριος Βρασίδας, είναι ένας κύριος πολύ συμπαθητικός. Είναι κοντός, μα δεν τον λες με τίποτα μικροκαμωμένο! Έχει μια μεγάλη, ολοστρόγγυλη κοιλίτσα και όλο γελάει δυνατά. Μάλιστα, φοράει και γυαλιά! Όπως τ’ ακούσατε: φοράει γυαλιά! Αν είσαι ολόκληρος οφθαλμίατρος και δεν μπορείς να γιατρέψεις τα ίδια σου τα μάτια, τι να τις κάνεις τις σπουδές και τα πτυχία;

Για να μη μακρηγορώ, όμως, με τις αμέτρητες παρατηρήσεις μου και την ατελείωτη συλλογή δεδομένων, θα σας πω την πιο συγκλονιστική μου ανακάλυψη των φετινών Χριστουγέννων. Εσείς μπορεί να τη θεωρήσετε ένα τυχαίο γεγονός. Μαζί, όμως, με όλα τ’ άλλα μέρη της έρευνάς μου, για μένα ήταν η αρχή της καταστροφής!

Το ιατρείο του κυρίου Βρασίδα δε φημίζεται για το καλό του γούστο και την κομψότητά του. Εκεί μέσα υπάρχουν ένα σωρό αταίριαστα πράγματα, μάλλον συνέπεια πολλών διαφορετικών μετακομίσεων και ανακαινίσεων. Πράγματα φίλων και συγγενών, που όλοι λυπούνται να πετάξουν, γιατί κάποτε τους κόστισαν μια περιουσία. Ειδικά τέτοιες μέρες, τέλη δηλαδή Δεκεμβρίου, όποτε κάνουμε το λάθος και πηγαίνουμε, το μετανιώνουμε πικρά. Από άκρη σ’ άκρη, τόσο το σαλόνι αναμονής, όσο και ο χώρος όπου εξετάζομαι, γεμίζουν με κάθε λογής χριστουγεννιάτικο στολίδι. Τα χρώματα των στολιδιών πολλά και διάφορα: κόκκινα, κίτρινα, πράσινα, βεραμάν, ρουά, χαλκοκόκκινα, μπορντορόδινα και ό,τι άλλο βάζει ανθρώπου νους.

Το πιο βασανιστικό, όμως, είναι τα εκατοντάδες παρδαλά λαμπάκια σε όλο το χώρο, που αναβοσβήνουν με κάθε πιθανό ρυθμό και με κάνουν αν βλέπω αστράκια σε όλο το δρόμο μέχρι το σπίτι. Σκέτο μαρτύριο! Αφού, και υγιής να είσαι, με αυτά αποκτάς σίγουρα μυωπία, αστιγματισμό, στραβισμό, μη σου πω και πρεσβυωπία! Αν ο κύριος Βρασίδας δεν ήταν τόσο ευγενικός και γελαστός, θα έλεγα πως όλα αυτά είναι μέρος ενός σατανικού σχεδίου, για να έχει πάντα πελάτες με όλων των ειδών τα προβλήματα στα μάτια.

Φέτος, όμως, όλα ήταν διαφορετικά. Στο σαλόνι αναμονής δεν είχε πολύ κόσμο, ούτε πολλά μωρά να τσιρίζουν διαρκώς ώσπου να έρθει η σειρά τους. Όμως, το πιο σημαντικό και τόσο ανακουφιστικό για τα καημένα τα ματάκια μου ήταν πως δεν υπήρχαν ούτε τα μισά στολίδια. Και από τα λαμπάκια, τα μισά είχαν καεί και δεν είχαν αντικατασταθεί. Τρομερό! Ποτέ δεν περίμενα ένα τέτοιο ήρεμο περιβάλλον σε αυτό το ιατρείο!

Η γραμματέας, η δεσποινίς Σούλα, με τα ολόλευκα δόντια και το μονίμως κατακόκκινο κραγιόν, έλειπε. Και, όπως κατάλαβα από την ακαταστασία και τη σκόνη στο γραφείο της, είχε να έρθει καιρό. Κρίμα, και ήταν τόσο αστεία και διασκεδαστική!

Ωστόσο, συχνά η συμπεριφορά της με προβλημάτιζε και πάντα την παρατηρούσα καλά καλά, μήπως και καταλάβω τι είναι αυτό που μας κρύβει. Ήταν κοντή, με λεπτά πόδια και τσιριχτή φωνή. Με τα μαλλιά της έκρυβε πάντα προσεχτικά τα αυτιά της. Μας κερνούσε συνέχεια κουραμπιέδες και μελομακάρονα, ό,τι εποχή και να πηγαίναμε. Μια φορά, μάλιστα, θα ορκιζόμουν πως την είδα να κρύβει κάτω από το γραφείο της κάτι κόκκινα παπούτσια με κουδουνάκια, σαν αυτά των ξωτικών.

Αυτές οι παρατηρήσεις μου, μαζί με άλλες, με έκαναν να πιστεύω πως πράγματι ήταν ξωτικό. Ναι, ένα από τα ξωτικά του Άγιου Βασίλη. Είναι γνωστό, εξάλλου, πως ο Άγιος Βασίλης, για να μάθει ποια παιδιά είναι καλά όλο το χρόνο, στέλνει συχνά τα ξωτικά για να μας παρακολουθούν.
Σχόλια
Ο Φώτης θέλει να ειδοποιήσει τα παιδιά όλου του κόσμου για να έρθουν στην παγκόσμια συνάντηση. Έτσι, επικοινωνεί με γνωστούς του στο εξωτερικό, οι φίλοι του γεμίζουν τον τόπο αφίσες, ενώ ο Ντίνος βγάζει ανακοίνωση σε όλες τις παιδικές ιστοσελίδες του κόσμου. Στη συνέχεια, για να μετακινηθούν όλοι οι σύνεδροι στην Ελλάδα, οι αεροπορικές εταιρίες, τα τρένα, τα πλοία και τα λεωφορεία προσφέρουν δωρεάν εισιτήρια στα παιδιά που ταξιδεύουν, οι αλυσίδες εστιατορίων ετοιμάζουν δωρεάν γεύματα, ενώ τα ξενοδοχεία διαθέτουν δωρεάν τα δωμάτιά τους! 

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη γενναιοδωρία των επιχειρηματικών κολοσσών, μια και πρόκειται για παραμύθι· αναρωτιέμαι ωστόσο, μήπως θα ήταν πιο απλό, ρεαλιστικό και ωφέλιμο η παγκόσμια αυτή συνέλευση να πραγματοποιηθεί στον κυβερνοχώρο. 

Απλό, αφού για την πραγματοποίηση μιας τηλεδιάσκεψης, αρκεί πλέον το πάτημα ενός κουμπιού. Ρεαλιστικό, αφού η μαγεία του διαδικτύου έχει αποδειχθεί ότι λειτουργεί, σε αντίθεση με τα φιλάνθρωπα αισθήματα των πολυεθνικών εταιριών, τα οποία εμφανίζονται πλέον μόνο στις χριστουγεννιάτικες ιστορίες. Και ωφέλιμο, επειδή θα παρουσίαζε στα παιδιά έναν τρόπο, τον οποίον όντως μπορούν να υιοθετήσουν για να επικοινωνήσουν με συνομηλίκους τους και να οργανώσουν κοινές δράσεις, στα πλαίσια της κουλτούρας του «παγκόσμιου πολίτη». Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ζούμε στον αιώνα της τεχνολογίας!
αν όλα τα παιδιά της γης... (πηγή)
Όπως είχαμε δει να συμβαίνει και στο Ένα τσαμπί σταφύλι, έτσι κι εδώ, τα παιδιά ενώνουν τα χέρια μέσα στο συμβολικά πυκνό σκοτάδι του παρόντος, για να στείλουν μηνύματα προς τους μεγάλους και να προετοιμάσουν ένα φωτεινότερο αύριο. Με σαφήνεια και μια υποψία διδακτισμού, σε τρία σημεία του κειμένου εκφράζεται η ανάγκη να ξεπεραστούν οι επιφανειακές (αλλά και οι πολιτισμικές, αξιακές, ιδεολογικές, κ.) διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους, ώστε να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε και να  συνεργαστούμε. Συγκεκριμένα διαβάζουμε (σ.48) ότι όλοι είμαστε ίδιοι, αν και εξωτερικά φαινόμαστε τόσο διαφορετικοί· λίγο αργότερα πως (σ.50) Όλοι ήμασταν τόσο διαφορετικοί στην εμφάνιση, αλλά τόσο όμοιοι στο μυαλό, στην ψυχή και την καρδιά, ενώ στο τέλος ότι (σ.60) Όσο διαφορετικές κι αν είναι οι πατρίδες μας, οι θρησκείες μας, οι γλώσσες που μιλάμε, άλλο τόσο ίδιες είναι οι καρδιές μας...
Χρήση στην τάξη
Το κείμενο μας δίνει μια πολύ ωραία ιδέα για τις φετινές γιορτές. Αντί να ανταλλάξουμε μεταξύ μας δώρα και παιχνίδια που γρήγορα θα ξεχαστούν, θα μπορούσαμε να συγκεντρώσουμε με την τάξη μας τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης για να τα δωρίσουμε σε ανθρώπους που υποφέρουν. Άστεγοι, άνεργοι και μετανάστες, είναι ευκαιρία να νιώσουν φέτος λίγη ανθρώπινη ζεστασιά!
Τα χρήματα που συγκεντρώσαμε πέρσι, έγιναν τρόφιμα για τα Παιδικά Χωριά SOS. Δραστηριότητες σαν αυτή,
πέρα από τη συνεισφορά τους στο σύνολο, ενισχύουν την αυτοεκτίμηση των μαθητών και τη διάθεση προσφοράς
Μπορεί στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου να μη συναντάμε κάποιο παράρτημα, όμως το κενό αναπληρώνει μια ανάρτηση στην οποία ο εκδοτικός οίκος περιλαμβάνει μια απλοποιημένη θεατρική διασκευή του έργου όπως και έξι δραστηριότητες βασισμένες στο βιβλίο. Ανάμεσα σε αυτές συναντάμε ερωτήσεις Σωστό ή Λάθος, μια άσκηση δημιουργικής γραφής, το παρακάτω κρυπτόλεξο και άλλα ενδιαφέροντα. Καλή διασκέδαση!



Share/Bookmark

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

Ο Βόρακας, ο Κόρακας και η Σονάτα της Φανής

Υπόθεση
Στη γκρίζα πολιτεία όπου τα αγαθά είναι πια λιγοστά, ένας θρύλος μιλάει για τον μαυροντυμένο Βόρακα: έναν άνθρωπο - φάντασμα του παλιού του εαυτού, που ζει σ' ένα στοιχειωμένο πλοίο και γνωρίζει την ιστορία της Φανής. Θέλοντας να την ακούσει, ένα μικρό αγόρι με μεγάλη περιέργεια, ξεκινάει συντροφιά μ' ένα αηδόνι να τον συναντήσει.  Όταν το δειλινό φτάνει στο παλιό λιμάνι, ένας κόρακας εμφανίζεται και προαναγγέλλει τον κύριό του, που μ' αντάλλαγμα ένα μισοφαγωμένο κουλούρι, διηγείται την λυπητερή του ιστορία. 

Ο τόπος τους ήταν πριν από καιρό ένα μέρος φωτεινό και ανθισμένο, όμως ο Βόρακας με την απληστία του το κατέστρεψε: Πρώτα έκοψε όλα τα δέντρα για να κατασκευάσει πλοία, σπίτια και μαγαζιά. Στη συνέχεια, έχτισε ένα εργοστάσιο που πέταγε τα απόβλητά του στο λιμάνι· κι όλα αυτά χωρίς να αποδίδει τίποτα στην πολιτεία, χωρίς να τηρεί τους νόμους ή να επιδεικνύει σωφροσύνη για το μέλλον. Η φωνή της μικρής Φανής αποδείχθηκε πολύ αδύναμη για να τον αποτρέψει. Μέχρι που η νεράιδα έφυγε από κοντά του, αφήνοντας τον ίδιο και την πολιτεία να μαραζώσουν, ντυμένοι στα γκρίζα. Καθώς ολοκληρώνει τη διήγησή του, ο Βόρακας αποκαλύπτει στο αγόρι πως για να επιστρέψει η αρμονία ανάμεσα στους ανθρώπους και τη φύση, η λύση κρύβεται σε μια λέξη μέσα στα κλαδιά του τελευταίου ασπρόδεντρου. Θα καταφέρουν άραγε τα παιδιά να τη διαβάσουν και να λύσουν τα μάγια;

Χαρακτηριστικά 
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Γεωργία Γαλανοπούλου
Εικονογράφηση: Βαγγέλης Παυλίδης
ISBN: 978-960-16-5089-0
Έτος 1ης Έκδοσης: 2015
Σελίδες: 40
Τιμή: περίπου 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Δ', Ε', Στ'
Διαβάστε ένα απόσπασμα από τις πρώτες σελίδες εδώ
άλλες κριτικές για το βιβλίο θα βρείτε εδώ και εδώ

Ευχαριστούμε τη συγγραφέα για τη δωρεά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη μας!

Κριτική
Έμμετρο αλληγορικό παραμύθι για την άμετρη εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο, που με απληστία κατασπαταλά τους πόρους της και ζημιώνει το περιβάλλον χωρίς να αποδίδει τίποτα στην "πολιτεία". Με ευαισθησία και λογοτεχνική γλώσσα, που σε έναν βαθμό ίσως δυσκολέψει τους μικρότερους μαθητές, η συγγραφέας μας χαρίζει μια ιστορία ιδιαίτερης αισθητικής, η οποία καταφέρνει κάτι δύσκολο: να γεφυρώσει το μαγικό πνεύμα των λαϊκών θρύλων του παρελθόντος με πολλά σύγχρονα περιβαλλοντικά και ηθικά προβλήματα. Το ποιητικό στοιχείο υπερισχύει του πεζού και επιτρέπει στο κείμενο να ρέει -και να διαβάζεται εύκολα-, ενώ ταυτόχρονα η προσεγμένη σελιδοποίηση και η εξαιρετική δουλειά στην εικονογράφηση, ολοκληρώνουν την πραγματικά άρτια έκδοση. Προτείνουμε το βιβλίο περισσότερο σε μαθητές των μεσαίων και μεγάλων τάξεων του Δημοτικού ή σε παιδιά που η αναγνωστική τους εμπειρία θα τα βοηθήσει να ξεδιπλώσουν όλες τις πτυχές της ιστορίας και να αποκωδικοποιήσουν τα μηνύματά της.

  • Καλογραμμένη ιστορία
  • Ιδιαίτεροι χαρακτήρες και αισθητική
  • Εξαιρετική εικονογράφηση
  • Προσεγμένη έκδοση
  • Ωφέλιμα μηνύματα

Αξίες - Θέματα
Περιβάλλον, Φαντασία, Αειφορία, Μύθοι

Εικονογράφηση
Το κείμενο είναι γεμάτο εικόνες που ο Βαγγέλης Παυλίδης μετασχηματίζει σε εξαιρετικά σχέδια, πλημμυρίζοντας τις σελίδες του βιβλίου. Το απειλητικό ύφος του Βόρακα, ο καλοδουλεμένος Κόρακας και το στοιχειωμένο καράβι, εντυπωσίασαν ιδιαίτερα τα παιδιά της τάξης μας και τα προκάλεσαν να διαβάσουν την ιστορία. 

Απόσπασμα
Στην άκρη της πόλης,
εκεί που η θάλασσα με τη στεριά
άλλοτε αντάλλαζαν φιλιά,
εκεί που τ' ασπρόδεντρο το μαραμένο
μονάχο στέκεται και λυπημένο,
κάποτε ζούσε η Φανή,
η διάφανη, η φωτεινή.
Μάλιστα, λένε κάποιοι μεγάλοι
πως πλάι στο ασπρόδεντρο
σ' ένα παλιό τσουκάλι
ακόμα και σήμερα μπορείς να δεις
αυτό που ήταν άλλοτε το σπίτι της Φανής.

Να ξέρει άραγε να πει κανείς
την ιστορία της Φανής;
Πώς χάθηκε απ' τη φύση
κι αν πάλι θα γυρίσει;
Ο Βόρακας ξέρει! Ίσως μιλήσει...

Να το καράβι του!
Σαν φάντασμα στέκει φοβερό
σ' άδειο λιμάνι, δίχως νερό.
Κι έτσι που γέρνει ρημαγμένο
λένε πως είναι στοιχειωμένο!

Πρωί το Βόρακα δε θα τον δεις.
Βαθιά κοιμάται ολημερίς.
Μπορεί μονάχα να τον συναντήσεις
- σαν σου βαστά και αν τολμήσεις-
μια από τις νύχτες που βγαίνει σεργιάνι
στο δίχως θάλασσα λιμάνι.
Και τότε, ίσως καταφέρεις,
αν κάποιο αντάλλαγμα προσφέρεις
να μάθεις γιατί χάθηκε η Φανή.

Έτσι έλεγε εκείνος ο θρύλος ο παλιός, ο χιλιοειπωμένος. Τα παιδιά της γκρίζας πολιτείας τον γνώριζαν καλά, τον είχαν στο μυαλό τους χαραγμένο. Κι έτρεμε το φυλλοκάρδι τους κάθε φορά που αγνάντευαν πέρα μακριά το στοιχειωμένο το καράβι. Απ' όλα όμως τα παιδιά, ένα μικρό αγόρι ήταν περίεργο πολύ

«Θα πάω!» λέει μια μέρα. «Θα μάθω γιατί χάθηκε η Φανή!» «Και δε φοβάσαι;» το ρωτούν τα άλλα παιδιά της γκρίζας πολιτείας. «Φοβάμαι» λέει. «Και λοιπόν; Το φόβο θα νικήσω. Κι αν μάθω κάποιο μυστικό, γρήγορα θα γυρίσω».

Σχόλια
Μια και οι γιορτές πλησιάζουν, θα μπορούσαμε να συσχετίσουμε τον Βόρακα με το πνεύμα των μελλοντικών Χριστουγέννων, που μεταφέρει στους νέους ένα μήνυμα για το πού θα οδηγηθεί ο πλανήτης σε περίπτωση που εξακολουθήσουμε να ενεργούμε χωρίς σωφροσύνη. Αν δεν θέλουμε ο κόσμος μας να καταλήξει σαν την γκρίζα πολιτεία, τότε θα πρέπει να ξαναθυμηθούμε τη λέξη που κρύβεται στο ασπρόδεντρο. Με γνώμονα τον σεβασμό, να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με τη φύση, τους νόμους, αλλά και τον ίδιο μας τον εαυτό. Μόνο αν συνειδητοποιήσουμε άμεσα ότι η απληστία και η νοοτροπία All you can eat δεν έχουν θέση στη σύγχρονη εποχή, όπου η γη έχει φτάσει στα όριά της, μπορεί κάτι να αλλάξει. Αλλιώς, όπως οι επιστήμονες προειδοποιούν, θα πρέπει να επιλέξουμε τον δρόμο της φυγής και να αναζητήσουμε νέο -προσωρινό- σπίτι για την ανθρωπότητα. Μέχρι πότε όμως μπορεί να συμβαίνει αυτό; Μήπως ο εναλλακτικός (αλλά και ανηφορικός) δρόμος της αειφορίας, της συνετής διαχείρισης των πόρων και της αυτοσυγκράτησης, είναι τελικά προτιμότερος τόσο για τον πλανήτη όσο και για το ανθρώπινο πνεύμα;
Χρήση στην τάξη
Στην τάξη μας αναζητήσαμε έναν δημιουργικό τρόπο για να αναπαραστήσουμε τους διαλόγους του βιβλίου: κατασκευάσαμε έναν μικρό Κόρακα και ένα παιδί από πηλό, μια Φανή από βαμμένο βαμβάκι, ενώ με λίγο χαρτόνι και πλαστελίνη το ξύλινο μανεκέν που χρησιμοποιούμε στη ζωγραφική μεταλλάχθηκε σε Βόρακα... με μουστάκι! Τέλος, κάνοντας πράξη την -φιλική προς το περιβάλλον- πρακτική της επαναχρησιμοποίησης των υλικών, μετατρέψαμε το δέντρο της ζωής που είχαμε κατασκευάσει για προηγούμενη ανάρτηση, σε ασπρόδεντρο του σεβασμού!

Share/Bookmark

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

Ιστορίες από έναν κόσμο που δεν καταστράφηκε

Υπόθεση
Συλλογή πέντε ιστοριών με τις εξής υποθέσεις:

Ηλιοστάλαχτη Όπως ήταν συμφωνημένο, στα 12 της χρόνια η πριγκίπισσα Ηλιοστάλαχτη δίνεται σ' έναν δράκο που την παίρνει μακριά. Μόνο έτσι θα σωθεί η χώρα της από το βαθύ σκοτάδι.

Η πόλη με τα χίλια χρώματα Στο κέντρο της πανάρχαιας πόλης των δράκων, έλαμπε το όμορφο διαμάντι τους. Οι άπληστοι άνθρωποι θέλησαν να το κάνουν δικό τους, γι' αυτό οι δράκοι το έθαψαν στη γη και έπειτα ανέβηκαν ψηλά στις στέγες και πέτρωσαν. Τα χρόνια πέρασαν, και πάνω σε αυτή την πόλη, οι άνθρωποι έχτισαν την δική τους. 

Το δέντρο της ζωής Στα πέρατα του κόσμου έλεγαν πως βρίσκεται ένα δέντρο μαγικό, που χαρίζει αθανασία. Οι άνθρωποι το έψαξαν αλλά καθώς δεν το βρήκαν, το θεώρησαν μύθο. Αυτό όμως υπάρχει και δεν είναι άλλο από το κάθε δέντρο που γεννήθηκε στη γη.

Το μυστικό του καθρέφτη Σε μια πολιτεία που η ομορφιά είχε μεγάλη σημασία, μια βροχερή μέρα θόλωσαν όλοι οι καθρέφτες! Ο κατοπτροποιός που τους εξέτασε, δεν αποκάλυψε στους ανθρώπους τι φταίει. Θα χρειαστεί ο σοφότερος της πολιτείας να σκεφτεί μέρες και νύχτες, μέχρι να ανακαλύψει το μυστικό που θα τους κάνει και πάλι αστραφτερούς.

Οι πέτρινοι Γίγαντες Οι γίγαντες, ανυπόμονοι να επισκεφθούν τη γη, παρακούν τον βασιλιά Ουρανό και την πρώτη μέρα της άνοιξης πηδούν από το φουρφουριστό τους σύννεφο στο έδαφος. Μόλις όμως ακουμπούν στο χώμα, πετρώνουν και γίνονται βουνά. Από τότε, κάθε αρχή της άνοιξης, ποτάμια κυλούν από τα μάτια τους και ένας νέος χρόνος ξεκινά!

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Ελένη Μπακογεώργου
Εικονογράφηση: Ίρις Σαμαρτζή
ISBN: 978-960-16-5194-1
Έτος 1ης Έκδοσης: 2014
Σελίδες: 40
Τιμή: περίπου 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Γ', Δ', Ε'

Ευχαριστούμε τη συγγραφέα για τη δωρεά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!

Κριτική
Συλλογή πέντε αλληγορικών παραμυθιών με αναφορές σε στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού. Με ήπια λογοτεχνικότητα και με λόγο λιτό και περιεκτικό, η φίλη και συγγραφέας Ελένη Μπακογεώργου, καταφέρνει στη δεύτερη εκδοτική της προσπάθεια να μας ταξιδέψει σε πέντε κόσμους έξω από τα συνηθισμένα. Με το ένα τους πόδι στον μύθο και το άλλο στην πραγματικότητα, οι νικημένοι της ήρωες -μέσα από τα παθήματά τους- μας μεταφέρουν ασυνήθιστα μηνύματα, όπως το ότι η ζωή συνεχίζεται, πως τίποτα δεν πάει χαμένο, ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, κ.ά. Οι ερμηνείες που επιδέχεται κάθε διήγημα είναι ωστόσο πολλαπλές, ενώ η εξαγωγή τους κάθε άλλο παρά εύκολα γίνεται· αν το δούμε από τη θετική του πλευρά, αυτό σημαίνει ότι το βιβλίο μπορεί να προσφέρει πλούσια τροφή για σκέψη σε μια τάξη που αγαπά τον προβληματισμό. Η καλή δουλειά που έχει γίνει στην έκδοση είναι εμφανής σε πολλούς τομείς, όμως την παράσταση κλέβει η πανταχού παρούσα εικονογράφηση: Γεμάτη έμπνευση, αγκαλιάζει το έργο με τα γήινα χρώματά της και ακολουθεί υποδειγματικά το πνεύμα του κειμένου, προσδίδοντας σε κάθε επεισόδιο ξεχωριστή αισθητική. Ολοκληρώνοντας, να αναφέρουμε ότι παρότι η έκταση των ιστοριών είναι περιορισμένη (μεταξύ 3 και 9 σελίδων η καθεμιά), η απουσία αίσιου τέλους (happy end) σε ορισμένες από αυτές και το γεγονός ότι κάποιοι μύθοι μας αφήνουν υπόπικρη επίγευση, σημαίνει ότι μάλλον θα τους απολαύσουν περισσότερο μαθητές των μεσαίων ή μεγαλύτερων τάξεων του Δημοτικού... όπως και όσοι αναγνώστες δεν φοβούνται να σκέφτονται και να αμφιβάλλουν!

  • Δημιουργική φαντασία
  • Ποιοτική έκδοση
  • Εξαιρετική εικονογράφηση
 
  • Απουσία εύκολων λύσεων και ευτυχών καταλήξεων

Αξίες - Θέματα
Φαντασία, Περιβάλλον, Μύθοι - Παραμύθι, Αλτρουισμός

Εικονογράφηση
Πλούσια, καλοδουλεμένη εικονογράφηση, συνεργάζεται αρμονικά με το κείμενο και το αναδεικνύει, προσδίδοντας ξεχωριστή αισθητική σε κάθε μία από τις πέντε ιστορίες.
Απόσπασμα
Λένε πως πέρα μακριά, στα πέρατα του κόσμου, εκεί που τα ποτάμια χύνουν τα νερά τους στην απέραντη θάλασσα, στέκεται ακόμη όρθιο το πρώτο δέντρο που φύτρωσε ποτέ. Το δέντρο της ζωής.

Με τα μάτια του δεν το ‘χει δει κανείς. Μα λένε πως ο κορμός του είναι φτιαγμένος από ασήμι κι οι καρποί του είναι πολύχρωμα πετράδια. Και πως τα φύλλα του δεν πέφτουν, μα γίνονται πεταλούδες και φτερουγίζουν μακριά.

Λένε πως στη σκιά αυτού του δέντρου ξαποσταίνουν ξωτικά. Πως απ’ τη σάρκα του γεννιούνται οι νεράιδες. Γύρω του οι μάγισσες πως στήνουνε χορό.

Λένε πως είναι ένα δέντρο διαφορετικό απ’ όλα τ’ άλλα. Πως άλλο σαν κι αυτό δεν ξαναγίνεται ποτέ. Ο χρόνος δεν το αγγίζει. Οι εποχές περνάνε χωρίς ν’ αφήνουν πάνω του ίχνη.

Και λένε κι άλλα.
Ότι το δέντρο αυτό θα ζει για πάντα.
Ότι, αν κανείς γευτεί έναν καρπό του,
αν έστω αγγίξει ένα φύλλο, θα του δοθεί
η χάρη του κι εκείνου. να ζει για πάντα
να ‘ναι για πάντα δυνατός.

Κι έπειτα λένε πως πολλοί το ψάξανε το δέντρο.
Θέλησαν να γευτούνε τους χυμούς του. να πιάσουν τ’ άπιαστο.
ζώστηκαν το σπαθί και την αστραφτερή τους πανοπλία
Και πως ξεκίνησαν για μέρη μακρινά για να το βρουν.
Ότι ταξίδεψαν μέχρι τα πέρατα του κόσμου, μα τέτοιο δέντρο δε βρήκαν πουθενά.

Οπότε λένε ότι το δέντρο της ζωής είναι ένας μύθος να τον πιστεύουνε μονάχα τα παιδιά. Πως δεν υπάρχει, πως δε φύτρωσε ποτέ, πως είναι ψέμα.

Μα εγώ σου λέω πως υπάρχει τέτοιο δέντρο. Και πως δεν είναι ένα, μα πολλά. Δε ζει στα πέρατα του κόσμου, μα κάπου εδώ κοντά. Είναι η ασημιά ελιά που σκαρφαλώνεις στα κλαριά της. Είναι η μικρούλα λεμονιά στην άκρη της αυλής. Είναι το πεύκο που στέκεται στην ακροθαλασσιά και το έλατο επάνω στο βουνό.

Είναι το κάθε δέντρο που γεννήθηκε ή πρόκειται να γεννηθεί στον κόσμο τούτο.
Αυτό είναι το δέντρο της ζωής.

Αυτό.
Σχόλιο 
Όπως αναφέρουμε και πιο πάνω, οι περισσότερες από τις ιστορίες φαίνεται να αντλούν έμπνευση από θέματα της λαϊκής παράδοσης και της μυθολογίας. Για παράδειγμα, η θυσία της Ηλιοστάλαχτης παραπέμπει άμεσα σε κείνη της Ιφιγένειας (ή την αυτοθυσία του Κόδρου, αφού η περίπτωση αφορά τη σωτηρία της πολιτείας) αλλά και στον πιο πρόσφατο θρύλο της Γερακίνας, που δόθηκε νύφη στο πνεύμα του νερού για να σώσει το χωριό της από την ξηρασία. Αντίστοιχα, το δέντρο της ζωής (τρίτη ιστορία) είναι ένα μαγικό αντικείμενο που συναντάμε σχεδόν σε κάθε θρησκεία. Στην δική μας λαϊκή παράδοση θα το βρούμε να στολίζει ζωγραφιές, υφαντά, πόρπες, αλλά και στολές, όπως εκείνη της Κυρα-Φροσύνης στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Οι δε γίγαντες της τελευταίας ιστορίας που πετρώνουν μόλις πατούν στο έδαφος, πέρα από τη σαφή τους συγγένεια με εκείνους των νορδικών μύθων (υπάρχει λόγος που το Stonehenge καλείται και Giant's Dance) μας θυμίζουν την μινωική παράδοση που θέλει τον Δία να πέτρωσε και να έδωσε τη μορφή του στο όρος Γιούχτας.
Το όρος Γιούχτας κρύβει σύμφωνα με μια παράδοση το πετρωμένο πρόσωπο του Δία (πηγή)
Χρήση στην τάξη
Στην τάξη μας, χρησιμοποιήσαμε απλές χαρτοσακούλες από μανάβικο (και λίγο γκοφρέ χαρτί για τα φύλλα) για να κατασκευάσουμε τα δικά μας δέντρα της ζωής! Αναλυτικά βήματα για το πώς θα μετατρέψετε και σεις μια χαρτοσακούλα σε δέντρο, μπορείτε να βρείτε εδώ, ενώ όσοι προτιμούν να ακολουθήσουν τις οδηγίες μέσω βίντεο, μπορούν να συνδεθούν εδώ. Καλή διασκέδαση!

Share/Bookmark

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Ευτυχώς, ο μπαμπάς έφερε το γάλα

Υπόθεση
Η μαμά λείπει σε συνέδριο και ο μπαμπάς έχει αναλάβει τις δουλειές του νοικοκυριού. Όταν πηγαίνει να φέρει το γάλα για το πρωινό, αργεί πάρα πολύ να γυρίσει σπίτι... τόσο, που μόλις επιστρέφει, τα παιδιά ζητούν να τους δικαιολογηθεί, κι εκείνος σκαρφίζεται μια θεότρελη ιστορία:

Πρώτα τον απήγαγαν οι εξωγήινοι, μετά την γλίτωσε από τους Πειρατές της Καραϊβικής, έπειτα ανέβηκε σ' ένα αερόστατο με πιλότο έναν στεγόσαυρο - επιστήμονα και ταξίδεψε χίλια χρόνια πίσω, σ' ένα ηφαιστειογενές νησί γεμάτο ιθαγενείς που ήθελαν να τον θυσιάσουν. Σειρά είχε το πέρασμα από τη χώρα των αιμοβόρων βγουικολάκων από την οποία και πάλι απέδρασε, για να φτάσει στη δεύτερη και τελική αναμέτρηση με τους εξωγήινους!

Τα παιδιά του αρνούνται φυσικά να τον πιστέψουν, όμως εκείνος ακουμπάει στο τραπέζι της κουζίνας ένα μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο...
  
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Παπαδόπουλος
Συγγραφέας: Neil Gaiman
Μετάφραση: Φίλιππος Μανδηλαράς
Εικονογράφηση: Skottie Young (αμερικανική έκδοση) Chris Riddell (βρετανική έκδοση)
Τίτλος πρωτοτύπου: Fortunately, the milk
ISBN: 978-960-569-257-5
Έτος 1ης Έκδοσης: 2013 (στα ελληνικά 2014)
Σελίδες: 128
Τιμή: περίπου 7 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Στ', Γυμνάσιο
Παρουσίαση του βιβλίου από τον συγγραφέα εδώ  (στα αγγλικά)
Ο συγγραφέας εξηγεί το κίνητρο που τον έκανε να γράψει το βιβλίο εδώ (στα αγγλικά)
Διαβάστε τις 3 πρώτες σελίδες της ιστορίας εδώ

Κριτική 
Θεοπάλαβη περιπέτεια φαντασίας γεμάτη χιούμορ, υπερβολές και πρωτότυπους χαρακτήρες. Η απόδοση στα ελληνικά μεταφέρει με ζωντάνια το πνευματώδες ύφος του συγγραφέα και δημιουργεί ένα κείμενο απολαυστικό, τουλάχιστον για τους εμπειρότερους αναγνώστες. Σε ένα-δύο σημεία συναντάμε αγγλισμούς (σ.41 την έφαγε με το κέλυφος και τα πάντα) ή ασάφειες (σ.62 -τα γαλάζια αστέρια- είναι στη μόδα σήμερα. Τα γαλάζια αστέρια είναι πολύ ξεπερασμένα πια) που όμως δεν επηρεάζουν τη γενική εικόνα. Η πλοκή χωρίζεται σε επτά άτιτλες ενότητες μετρίου μεγέθους (5-17 σελίδων), που διαβάζονται πολύ ευχάριστα καθώς βρίθουν από δράση και ανατροπές. Στο να μην κουραστεί ο αναγνώστης συμβάλει και το πάγωμα της διήγησης του μπαμπά-πρωταγωνιστή (σε τέσσερα σημεία) από τα παιδιά του, που εκφράζοντας τις απορίες και τις ενστάσεις τους, μας επαναφέρουν για λίγο στο παρόν. Το στήσιμο του κειμένου είναι εξαιρετικό, με την εικονογράφηση να αλληλεπιδρά και να δένει μαζί του πολύ φυσικά,  συνδιαμορφώνοντας ένα άρτιο τελικό αποτέλεσμα. Τα ασταμάτητα χωροχρονικά πηγαινέλα, η λεπτή υποβόσκουσα ειρωνεία και η κατά σημεία σκόπιμα περίπλοκη σύνταξη, μας οδηγούν ωστόσο στο να προτείνουμε το βιβλίο περισσότερο σε παιδιά γυμνασίου ή ώριμους αναγνώστες των τελευταίων τάξεων του Δημοτικού.

  • Φαντασία, δημιουργικότητα και χιούμορ
  • Στήσιμο κειμένου και εικονογράφηση

Αξίες - Θέματα
Χιούμορ, Ταξίδια, Επιστήμες, Φαντασία, Χρόνος

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όταν τους δυο χρονο-ταξιδιώτες συλλαμβάνουν οι ιθαγενείς!

Εικονογράφηση
Πανταχού παρούσα, αλληλεπιδρά με το κείμενο και δένει εξαιρετικά μαζί του, σε βαθμό που να απορεί κανείς πώς θα έμοιαζε το βιβλίο αν κάποιος άλλος εικονογράφος είχε αναλάβει το δημιουργικό μέρος. Η απορία αυτή λύνεται ωστόσο εύκολα: αρκεί να προμηθευτεί κανείς την βρετανική έκδοση του βιβλίου, στην οποία την εικονογράφηση επιμελήθηκε ο Chris Riddell. 

Απόσπασμα 
«Θα ήθελες να πατήσεις το κουμπί;» είπε ο δόκτορας Στεγ.

Πάτησα το κόκκινο κουμπί. Ακούστηκε ένας θόρυβος σαν να σου ξεβούλωναν τα αυτιά, κάμποσα χρόνια φτερούγισαν και βρέθηκαν να πλέω στο καλάθι του αερόστατου πάνω από τη διασταύρωση της οδού Μάρσαλ με τη Φλέτσερ. Έβλεπα το σπίτι μας από ψηλά! Έβλεπα τα ποδήλατα στον πίσω κήπο. Έβλεπα ακόμα και το σπιτάκι των κουνελιών.

«Φτάσαμε!» είπα και χτύπησα φιλικά τις πελώριες φολίδες στην πλάτη του δόκτορα Στεγ.

«Χάρηκα πάρα πολύ που σε είχα σύντροφο στο ταξ… αααα» είπε ο δόκτορας, γιατί ξαφνικά ακούστηκε ένα γνώριμο θμμμθμμμ και, πριν προλάβω να πατήσω το κόκκινο κουμπί, βρεθήκαμε όλοι, μαζί και το αερόστατο, στο τεράστιο μεταλλικό κατάστρωμα ενός ιπτάμενου δίσκου, ενώ κάμποσοι πολύ ξινοί και γλιτσεροί πράσινοι τύποι μας κοιτούσαν με πάρα πολλά μάτια. Και δεν έδειχναν καθόλου χαρούμενοι.

«Χα χα!» είπαν κάμποσοι γλιτσεροί ταυτόχρονα. «Νόμιζες πως μας είχες ξεφύγει, ε; Έκανες λάθος! Τώρα πρέπει να μας παραδώσεις τον πλανήτη σου για να τον ανακαινίσουμε. Για αρχή, θα βγάλουμε όλα τα δέντρα και θα βάλουμε πλαστικά φλαμίγκο».

«Γιατί;»
«Μας αρέσουν τα πλαστικά φλαμίγκο. Πιστεύουμε πως είναι η πιο υψηλή τέχνη που έχει ποτέ επιτύχει ο πλανήτης Γη. Και δεν κάνουν τόσα σκουπίδια όσα τα δέντρα.»

«Επίσης, θα αντικαταστήσουμε τα σύννεφα με αρωματικά κεριά.»

«Και τα αρωματικά κεριά μας αρέσουν» εξήγησε ένα μεγάλο πράσινο γλιτσερό άτομο, που έμοιαζε να είναι φτιαγμένο από μύξα.

«Μας αρέσουν και τα διακοσμητικά πιάτα!» είπε ένα άλλο πλάσμα. «Θα βάλουμε ένα διακοσμητικό πιάτο στη θέση του φεγγαριού».

«Ένα πολύ ΜΕΓΑΛΟ διακοσμητικό πιάτο, που θα απεικονίζει διάσημα μνημεία του πλανήτη».  

«Και μετά θα αντικαταστήσουμε όλα τα διάσημα μνημεία του πλανήτη με διακοσμητικά πιάτα που θα έχουν πάνω την εικόνα του κάθε μνημείου. Έτσι, ο πύργος του Άιφελ θα αντικατασταθεί με ένα μεγάλο πιάτο που θα έχει τον πύργο του Άιγελ πάνω.

Και η Αυστραλία θα αντικατασταθεί από ένα πραγματικά πολύ πελώριο πιάτο που θα έχει πάνω τον χάρτη της Αυστραλίας».

«Επίσης, όλα τα βουνά θα τα αντικαταστήσουμε με μαξιλάρια του καναπέ» είπε το μικρότερο και γλιτσερότερο πλάσμα απ΄ όλα εκεί πέρα, με τη γουργουριστή φωνή του γεμάτη θρίαμβο.

«Έχουμε μάθει πολλά από την προηγούμενη συνάντησή μας» είπαν κάποιοι γλιτσεροί που ήταν κολλημένοι σ’ έναν τοίχο. «Αν κοιτάξεις εκεί, θα δεις πως η πόρτα που βγάζει στο χωροχρονικό συνεχές, και που τη χρησιμοποίησες για να μας ξεφύγεις την περασμένη φορά, τώρα είναι κλειδωμένη».

Πράγματα ήταν κλειδωμένη. Είχε πάνω ένα τεράστιο λουκέτο και μια επιγραφή που έλεγε ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ με απειλητικά κόκκινα γράμματα. Επίσης υπήρχαν αλυσίδες γύρω του και μια ταινία που έγραφε ΜΗΝ ΠΕΡΝΑΤΕ καθώς και ένα χειρόγραφο σημείωμα που έλεγε
Για την εξυπηρέτησή σας, χρησιμοποιήστε μια άλλη πόρτα.
Η ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΗΤΑΝ ΑΔΥΝΑΤΗ.

«Επίσης, έχουμε εξουδετερώσει τη Χρονομηχανή σας».

Κοίταξα τον δόκτορα. Τα φολιδωτά πίσω πτερύγιά του είχαν πέσει και η ουρά του ήταν - καλά, δε θα πω ακριβώς ανάμεσα στα σκέλια του, γιατί οι στεγόσαυροι δεν είναι σαν τα σκυλιά, αλλά αν ήταν, τότε σίγουρα θα ήταν ανάμεσα στα σκέλια του.

«Παρακολουθούμε τις κινήσεις σας στον χώρο και τον χρόνο» είπε ένας μεγάλος γλιτσερός εξωγήινος μπροστά από μια κονσόλα με οθόνη.

«Τώρα κοιτάξτε τι θα συμβεί όταν πατήσω αυτό το γκρούντελντορφερ» είπε ένας άλλος που έσταζε γλίτσα. Ήταν μισοκολλημένος στον τοίχο πλάι σ’ ένα μεγάλο μαύρο γυαλιστερό κουμπί.

«Κουμπί λέγεται» είπα.

«Βλακείες. Το ονομάσαμε έτσι προς τιμήν της θείας μας, της Νέσι Γκρούντελντορφερ» είπαν οι γλιτσεροί. Αυτός που έσταζε πιο πολύ απ’ όλους πάτησε το μαύρο κουμπί στον μεταλλικό τοίχο με κάτι που μπορεί να ήταν δάχτυλο, αλλά έμοιαζε περισσότερο με τεντωμένη μύξα.

Ακούστηκε ένα Κρρρικ. Και ύστερα ένα Φφφφζζζζ.

Και γύρω μας, όλο νεύρα και τσατίλα, εμφανίστηκαν κάμποσοι πειρατές, μερικοί απ’ τους ανθρώπους της ζούγκλας με τα μαύρα μαλλιά, ένας πολύ θυμωμένος ηφαιστειακός θεός, μια μεγάλη γυάλα γεμάτη πιράνχας και αρκετοί βγουικόλακες.
Σχόλια 
Η ιστορία του Gaiman μοιάζει κατά βάση ψυχαγωγική, χωρίς ιδιαίτερα διδάγματα και προβληματισμούς. Ωστόσο, το περίεργο ταξίδι του ήρωά του, που στους μεγαλύτερους θυμίζει το Γυρίστε τον γαλαξία με ωτοστόπ, δεν γράφτηκε απλώς για να μας διασκεδάσει, παρωδώντας τα ταξίδια στον χρόνο. Όπως ο ίδιος ο συγγραφέας αποκαλύπτει, κίνητρό του αποτέλεσε το ότι οι μπαμπάδες δεν απολαμβάνουν το μερίδιο που τους αναλογεί στην λογοτεχνία και γι' αυτό αποφάσισε να τους ανεβάσει λίγο την αυτοπεποίθηση. Σύμφωνα με άλλες πηγές, στη συγγραφή τον οδήγησαν οι τύψεις που τον κυνηγούσαν μετά από κάποια παλαιότερα κείμενά του που μιλούσαν για αδιάφορους πατεράδες (π.χ. Η μέρα που αντάλλαξα τον μπαμπά μου για δύο χρυσόψαρα). Ένιωσε λοιπόν ότι έπρεπε να στηρίξει το γένος των μπαμπάδων και να αποδείξει πόσο σημαντικά και ηρωικά πράγματα κάνουν καθημερινά, συμβάλλοντας στις ανάγκες του σπιτιού.
Στην ελληνική αγορά κυκλοφορεί μεταφρασμένη η αμερικανική έκδοση του βιβλίου, ενώ υπάρχει και μια βρετανική με διαφορετική εικονογράφηση, μεγαλύτερα τυπογραφικά, περισσότερες σελίδες (166 αντί για 128) και ένα πτυσσόμενο τετρασέλιδο με έγχρωμες ζωγραφιές. Μια εμπεριστατωμένη σύγκριση των δύο εκδόσεων θα βρείτε εδώ. Όπως φαίνεται και από την παρακάτω εικόνα που αντλήσαμε από τον εν λόγω σύνδεσμο, η απόδοση των χαρακτήρων και του περιβάλλοντος από τον Chris Riddell (βρετανική έκδοση) είναι πιο ρεαλιστική και κοντά στο κείμενο, ενώ η άποψη του Skottie Young (αμερικάνικη έκδοση) είναι πιο καρτουνίστικη. Η γραμματοσειρά που επιλέχθηκε για την ελληνική έκδοση θυμίζει κείμενο γραμμένο στο χέρι και δένει έτσι άριστα με την πιο παιχνιδιάρικη απόδοση του Αμερικάνου κομίστα. 

Το αστείο σύμφωνα με μια ανάρτηση του συγγραφέα, είναι ότι ο Αμερικάνος καλλιτέχνης σκιτσάρει το γάλα σε μπουκάλι (ενώ στις ΗΠΑ το γάλα σπάνια κυκλοφορεί σε μπουκάλια) και αντίστοιχα ο Βρετανός το τοποθετεί σε χάρτινο κουτί (τη στιγμή που στη Βρετανία το γάλα διανέμεται ακόμα σε μπουκάλια). Περισσότερα για την ιστορία των μπουκαλιών γάλακτος μπορείτε να διαβάσετε εδώ ενώ το πόσο περήφανοι είναι οι Βρετανοί για τους υπαλλήλους που το παραδίδουν πόρτα-πόρτα, φαίνεται από άρθρα σαν αυτό.
Σύγκριση της εικονογράφησης στην βρετανική και την αμερικανική έκδοση (πηγή)
Χρήση στην τάξη
Στο μάθημα των εικαστικών θα μπορούσαμε να ασχοληθούμε με ζωγραφική πάνω σε μπουκάλια γάλακτος (πλαστικά ή γυάλινα), να αποδώσουμε τον κόσμο όπως θα τον άλλαζαν οι εξωγήινοι (αφού διαβάσουμε το απόσπασμα στις σελ. 86-89) χρησιμοποιώντας πλαστικά πιάτα ή να επικεντρωθούμε σε κατασκευές με αερόστατα, ανάλογα με τις προτιμήσεις των μαθητών. Στη δική μας τάξη επιλέξαμε το τελευταίο και τα αποτελέσματα (όπως φαίνεται και στις παρακάτω εικόνες) ήταν αρκετά χαριτωμένα.
Στο μάθημα της Γλώσσας, θα μπορούσαμε να ζητήσουμε από τους μαθητές μας να σκεφτούν έναν τίτλο για κάθε ένα από τα 7 κεφάλαια του βιβλίου (χωρίζοντάς τους σε ομάδες ώστε να μη χρειαστεί να διαβάσουν ολόκληρο το κείμενο), ή να αξιοποιήσουμε αυτή την έτοιμη δραστηριότητα δημιουργικής γραφής (με οδηγίες στα αγγλικά), που μας καλεί να επινοήσουμε τη δική μας ιστορία - δικαιολογία που καθυστερήσαμε στα ψώνια και στη συνέχεια να την εικονογραφήσουμε. Καλή διασκέδαση!

Share/Bookmark

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Τα σκυλιά του Αγίου Βερνάρδου

Υπόθεση
Μια ομάδα Βρετανών κομάντος ανατινάζει ένα εργοστάσιο των ναζί στις ιταλικές Άλπεις και κλέβει πολύτιμα πυραυλικά σχέδια των Γερμανών. Στη συνέχεια, ο οδηγός Τζακ Λίμψον, αναλαμβάνει να τους φυγαδεύσει στην Ελβετία επιλέγοντας μια επικίνδυνη διαδρομή. Μια χιονοστιβάδα ωστόσο τους αποδεκατίζει και σώζονται χάρη στην επέμβαση ενός καλόγερου από το μοναστήρι του Αγίου Βερνάρδου. Όσο αναρρώνουν στη μονή, ο ηγούμενος τους ξεναγεί και τους διηγείται την ιστορία του σωτήρα τους, μοναχού Πιερ και του ειδικά εκπαιδευμένου σκύλου του Μπάρι, που τους ανακάλυψε μέσα στα χιόνια.

Πριν περάσει πολύς καιρός, μια ομάδα Γερμανών αλπινιστών που αναζητά τους σαμποτέρ, χτυπάει την πόρτα του μοναστηριού. Θα καταφέρουν άραγε οι αντίπαλοι να συνεννοηθούν πολιτισμένα ώστε να αποφευχθεί η αιματοχυσία στον ιερό χώρο, ή είναι η σύγκρουση μοιραία;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Γαλάτεια Γρηγοριάδου - Σουρέλη
Εικονογράφηση: Liz Fainberg
ISBN: 978-960-293-921-4
Έτος 1ης Έκδοσης: 1995
Σελίδες: 174
Τιμή: 7 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις:

Κριτική
Συγκινητικό μυθιστόρημα που συνδυάζει στοιχεία πολεμικού δράματος και ζωοφιλικής περιπέτειας. Με όμορφη γλώσσα αλλά στήσιμο κειμένου που δεν βοηθάει ιδιαίτερα στην κατανόηση (σκηνές αλλάζουν έπειτα από ένα απλό κενό, κάτι που μπορεί να μπερδέψει τους αναγνώστες), η συγγραφέας μας διηγείται μια ιστορία βγαλμένη από τον Β' παγκόσμιο πόλεμο και επιχειρεί να αναδείξει αξίες όπως η ειρήνη, η αγάπη προς τον συνάνθρωπο αλλά και προς τους σκύλους. Η πλοκή κινείται σε δύο άξονες: Στον πρώτο παρατηρούμε την σύγκρουση των Βρετανών με τους Γερμανούς στρατιώτες, ενώ στον δεύτερο -που καταλαμβάνει τις σελίδες 44-109 -σχεδόν το 1/3 του βιβλίου- και ίσως κερδίζει τις εντυπώσεις) ενημερωνόμαστε για τις συνθήκες εκπαίδευσης των σκύλων Αγ. Βερνάρδου, μέσα από σύντομες ιστορίες του Μπάρι και του δόκιμου μοναχού Πιερ. Το κείμενο δεν χωρίζεται σε κεφάλαια, παρότι αυτό θα εξυπηρετούσε στο ευκολότερο διάβασμά του από τους λιγότερο έμπειρους. Αυτοί θα πρέπει επίσης να δείξουν υπομονή, καθώς η κυρίως δράση συγκεντρώνεται ουσιαστικά στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου. Εμείς το προτείνουμε περισσότερο σε μαθητές της Στ' Δημοτικού και του Γυμνασίου, που μπορούν να αντιληφθούν το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, να εκτιμήσουν την ψυχολογική σύγκρουση των αντιπάλων χαρακτήρων και που δεν θα ενοχληθούν από τις σκηνές βίας.

  • Ενδιαφέρουσες ιστορίες με ανθρώπους και ζώα
  • Προβολή ανθρωπιστικών αξιών

  • Απουσία συμπληρωματικού υλικού, χαρτών, κτλ.
  • "Κοιλιά" στην κυρίως πλοκή

Αξίες - Θέματα
Ειρήνη, Γενναιότητα, Ζωοφιλία, Θρησκευτική πίστη, 28 Οκτωβρίου.

Εικονογράφηση
Ασπρόμαυρη και δουλεμένη με πενάκι, η εικονογράφηση δεν μοιάζει να αναδεικνύει όσο θα μπορούσε το θέμα και δύσκολα θα συγκινήσει τους σύγχρονους μαθητές.

Απόσπασμα
Δεν ήξεραν πως τόσο γρήγορα τα γυμνάσματα για δήθεν χαμένους οδοιπόρους θα έπαυαν να είναι απλή εκπαίδευση. Πολύ γρήγορα χρειάστηκαν τα σκυλιά να παλέψουν και να σώσουν ανθρώπους.

Είχαν δεν είχαν ακόμα αναλάβει απ’ την περιπέτειά τους ο αδελφός Πιερ και ο Μπάρι, όταν ο καιρός, έτσι στα καλά καθούμενα, πήρε το χειρότερο. Το ραδιόφωνο μίλησε για «πρωτοφανή κακοκαιρία» -μια κακοκαιρία που εκατό χρόνια είχε να πλήξει την Ευρώπη – και έδωσε το δελτίο θυέλλης.

Από το τηλέφωνο, πριν ακόμα κοπεί και απομονωθούν οι καλόγεροι, ο ηγούμενος πήρε και την προσωπική συμβουλή του αστυνόμου της κοντινής πόλης να λάβουν μέτρα έκτακτης ανάγκης.

Με σύστημα, χωρίς πανικό, οι καλόγεροι οργάνωσαν την άμυνά τους στο κακό, που ώρα την ώρα θα χτυπούσε την περιοχή. Τα ζώα ασφαλίστηκαν, οι υδραυλικές εγκαταστάσεις ελέγχθηκαν, οι στέγες καθαρίστηκαν, οι αποθήκες με τα τρόφιμα εξετάστηκαν σχολαστικά, ειδικά τσεκαρίστηκε το απόθεμα ασφάλειας φαρμάκων. Ο μοναχός – γιατρός επέβλεπε προσεχτικά στην επιθεώρηση του κινητού χειρουργείου και την άψογη λειτουργία του μόνιμου. Οι βάρδιες στους πύργους του μοναστηριού διπλασιάστηκαν. Τα μπουκάλια με το κονιάκ γεμίστηκαν από τα τεράστια βαρέλια που φυλάγονταν στο κελάρι, και έτοιμα περίμεναν να δεθούν στις κοιλιές των σκυλιών. Και οι κουβέρτες, καλοδιπλωμένα μπογαλάκια, η μια πάνω στην άλλη, έτοιμες να δεθούν στην κοιλιά του κάθε σκύλου. Οι συνοδοί τους κοιμούνταν ντυμένοι. Έτοιμοι να ξεχυθούν έξω, στην άσπρη κόλαση, να δώσουν μάχη για τη σωτηρία κάποιου ανθρώπου που θα κινδύνευε. Όλα ήταν έτοιμα να δεχτούν την τρομερή επίθεση της κακοκαιρίας, που δεν άργησε να φτάσει στις Άλπεις.

Ξαφνικά, ο ουρανός έγινε μουντός. Μουντός, με κάτι περίεργες κόκκινες ανταύγειες. Η φύση κράτησε την αναπνοή της. Τα ζώα είχαν ειδοποιηθεί από το ένστικτό τους και είχαν λουφάξει. Για λίγο, μια απειλητική σιγή έπεσε πάνω στα χιονισμένα βουνά. Κι έπειτα ξέσπασε το κακό. Μούγκρισαν οι Άλπεις, κι αυτό το μουγκρητό γέμισε τις κοιλάδες, διπλασιάστηκε, τριπλασιάστηκε απ’ την ηχώ μια φοβερή κραυγή απόγνωσης, που έφτασε μέχρι το μοναστήρι. Τρεμούλιασε το πέτρινο τεράστιο οικοδόμημα, τα φώτα χαμήλωσαν, ξανάναψαν και τελικά έσβησαν. Έτοιμες ήταν οι γεννήτριες και δώσανε φως στο μοναστήρι.

Τη δεύτερη μέρα, όταν το κακό, αντί να υποχωρήσει, γιγαντώθηκε, οι βάρδιες είδαν τις φωτοβολίδες. Δεν ήταν μια ούτε δυο. Πάνω από τρεις υπολογίσανε οι παρατηρητές. Άρα η ομάδα που κινδύνευε ήταν μεγάλη, πολυπρόσωπη.

- Θα χρησιμοποιηθούν και τα σκυλιά που εκπαιδεύονται τώρα, αποφάσισε ο ηγούμενος.

Ο αδελφός Αντώνιος είχε αντιρρήσεις. Άλλο ασκήσεις σε ομαλές περιπτώσεις κι άλλο να ζητάς από ένα σκυλί χωρίς πείρα να τα βγάλει πέρα σε τόσο σοβαρές στιγμές.

- Φοβάμαι να το ρισκάρω, εξήγησε βιαστικά στον ηγούμενο. Και το σκυλί μπορεί να κινδυνέψει, αλλά και ο εκπαιδευτής του. Μπορεί σκυλί και μοναχός να χαθούν.

- Είναι μεγάλη η ομάδα των ανθρώπων. Πρέπει να βοηθήσει όλη η μονάδα των μοναχών με όλα τα σκυλιά, δεν άλλαξε γνώμη ο ηγούμενος. Μόνο μην αργούμε. Κάθε δευτερόλεπτο φέρνει με σιγουριά τους αδερφούς μας προς το θάνατο.

Άλλο δεν μπορούσε να επιμείνει ο αδελφός Αντώνιος.

- Ευλόγησον, είπε και έφυγε τρεχάτος να δώσει διαταγές.

Έβαλε ο αδελφός Πιερ στον Μπάρι την κουβέρτα και το κονιάκ.

- Μπάρι, του ψιθύρισε, τα θυμάσαι όλα όσα σου ‘μαθα;

Το σκυλί γρύλισε. Ναι, τίποτα δεν ξέχναγε.
Τελείωσε το δέσιμο του κονιάκ και της κουβέρτας στην κοιλιά του ζωντανού ο αδελφός Πιερ και επιθεώρησε για τελευταία φορά τα πετσιά. Ήταν εντάξει. Έβαλε τα δικά του πλατιά παπούτσια και ετοιμάστηκε να βγει στην αυλή, εκεί που μαζεύονταν και οι άλλοι.

Φοβήθηκε ξαφνικά. Ξανακοίταξε το σκύλο του. Όπως τον είδε, μεγαλόσωμο, γεροφτιαγμένο, ένιωσε μια σιγουριά, πήρε μια βαθιά αναπνοή.

- Μπάρι, καλή τύχη να ‘χουμε κι οι δυο μας, του ψιθύρισε και του φίλησε το υγρό μουσούδι.

Κι ο Μπάρι, σοβαρά, έβγαλε τη γλώσσα του και τρυφερά του φίλησε το μάγουλο.

Κρατούσαν σφιχτά τις λάμπες θυέλλης απ’ το χέρι, τη χοντρή αλυσίδα με το σκύλο απ’ την άλλη. Και βγήκαν όλοι μαζί από το μοναστήρι.

Απ’ το φοβερό αέρα που τους υποδέχτηκε, δεν άκουσαν καν τη βαριά πόρτα που έκλεισε πίσω τους. Μπρος, θολές φιγούρες τα τεράστια βουνά. Το χιόνι γινόταν κρύσταλλο μόλις τους άγγιζε. Στην αρχή, πήγαιναν όλοι μαζί, μα τα σκυλιά κάποια στιγμή τινάχτηκαν μπροστά και τους παρέσυραν σ’ ένα ξέφρενο κατηφόρισμα.

Βρέθηκε μόνος με τον Μπάρι. Το σκυλί τραβούσε νευρικά με τόση δύναμη την αλυσίδα του, που κόντεψε να του βγάλει το χέρι απ’ τον ώμο. Δεν έβλεπε τίποτα, κάθε βήμα γινόταν απίθανα επικίνδυνο και κουραστικό. Πού πήγαιναν, Θεέ μου;

Μέρα ήταν; Νύχτα ήταν; Δεν ήξερε πια. Είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου. Είχε πάψει να ψάχνει το έδαφος, αν ήταν στέρεο. Με τα παπούτσια, που είχαν μεγάλη επιφάνεια, πατούσε γερά στο χιόνι, προσπαθώντας να αντισταθεί στον αγέρα που πάλευε να τον ρίξει κάτω. Και προχωρούσαν. Τώρα το σκυλί έγινε πιο νευρικό. Κάποια στιγμή στάθηκε αναποφάσιστο, οσμίστηκε μια δυο φορές κι έπειτα ρίχτηκε προς την πλαγιά. Δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς και ο αδελφός Πιερ, τυφλωμένος απ’ το χιόνι, που του έγδερνε το πρόσωπο, το ακολούθησε. Κατάλαβε το τράνταγμα της αλυσίδας να γίνεται επιτακτικό. Τέτοιο δυνατό τράνταγμα, που τον πέταξε κάτω. Βρέθηκε χωμένος σε μια εσοχή, κι έτσι σώθηκε.

Η χιονοστιβάδα, ακολουθώντας το δρόμο της με βοή, πέρασε ακριβώς από πλάι του. Το έδαφος τρεμούλιασε, έπαψε να ‘ναι σταθερό, ήταν έτοιμο να σκιστεί στα δύο.

Περίμενε φοβισμένος, άκουσε το θόρυβο της χιονοστιβάδας που, παρασύροντας κι άλλους όγκους χιονιού, έπεφτε με τρομαχτική βοή στο χάος. Έκατσε ακίνητος λίγη ώρα, με μισοχαμένες από τον τρόμο τις αισθήσεις του. Κάποια στιγμή συνήλθε.  Σηκώθηκε με κόπο. Πού ήταν ο Μπάρι; Τον έπιασε τρόμος. Αν έχανε τον Μπάρι, ελάχιστες ελπίδες είχε να σωθεί κι αυτός. Η αλυσίδα του ‘χε φύγει απ’ τα χέρια καθώς έπεφτε. Έψαξε στα τυφλά να τη βρει. Και αγκάλιασε το ζεστό κορμί του Μπάρι.

Ο Μπάρι ανυπόμονα περίμενε να βρει το αφεντικό του την αλυσίδα. Κι όταν σιγουρεύτηκε πως έγινε αυτό, βγάζοντας ένα δυνατό ουρλιαχτό, ξεκίνησε με καινούρια ορμή. Κάποια στιγμή ένας όγκος χιονιού τους έκοψε το δρόμο. Ο Πιερ δεν τον είχε αντιληφθεί και σκόνταψε απάνω του. Εκεί στάθηκε ο Μπάρι. Με ένα ακόμα ουρλιαχτό, άρχισε σαν παλαβός να σκάβει με τα τέσσερα πόδια του. Ο αδελφός Πιερ έβγαλε με μεγάλο κόπο ένα μικρό φτυάρι που είχε στον κόρφο του. Προσπάθησε να βοηθήσει τον Μπάρι, να του κάνει πιο εύκολη τη σκληρή δουλειά. Σκεφτόταν πως θα του ‘τρωγε πολλή ώρα αυτό το σκάψιμο κι όποιος ήταν εκεί παραχωμένος θα πέθαινε απ’ αυτή την αργοπορία. Για ώρα ανάγκης είχε το μικρό πιστόλι με τη φωτοβολίδα. Το έβγαλε και με μεγάλη προσπάθεια έριξε σήμα. Οι άλλοι μοναχοί δε θ’ αργούσαν να ‘ρθουν για βοήθεια. Κι όμως άργησαν.

Η ομάδα οδοιπόρων είχαν παραθαφτεί απ’ τη χιονοστιβάδα σε μεγάλη ακτίνα. Κι έτσι πάλευαν υπεράνθρωπα οι άλλοι καλόγεροι να ξεθάψουν αυτούς που τα δικά τους σκυλιά είχαν εντοπίσει.

Ο Μπάρι δεν είχε ξανακάνει αυτή την άσκηση σε τόσο βάθος.
Έσκαβε, έσκαβε απελπισμένα, πολλές στιγμές θύμωνε, άλλες δίβουλα στεκόταν, από φόβο μήπως έκανε λάθος, κι έπειτα με περισσότερο πείσμα προχωρούσε στην τρύπα που ‘χε καταφέρει να ανοίξει στο χιονισμένο σκληρό όγκο.

Κι όταν σε βάθος δύο μέτρων βρήκε αυτό που γύρευε, το λιποθυμισμένο άνθρωπο, τότε έβγαλε μια κραυγή, που ήταν όμως κραυγή νίκης. Ο αδελφός Πιερ έστειλε άλλο σινιάλο – άλλο χρώμα φωτοβολίδας- πως βρήκε οδοιπόρο, κι αμέσως άρχισε να στάζει στα παγωμένα χείλια του άγνωστου κονιάκ.

Ο οδοιπόρος σάλεψε, άρχισε να συνέρχεται. Τότε φτάσαν κι άλλοι μοναχοί. Δε θα μπορούσε να πει πώς ακριβώς έγινε. Ίσως επειδή πρώτη φορά λάβαινε μέρος σε ομάδα διάσωσης, ίσως γιατί η χαρά και η υπερηφάνεια τον συνεπήραν, μια και πέτυχε αυτή η πρώτη του έξοδος, ίσως γιατί ήταν αποκαμωμένος απ’ το τρέξιμο και το σκάψιμο, ίσως γιατί δεν είχε πείρα, ξέχασε τον Μπάρι.

Σιγουρεύτηκε πως ο τραυματισμένος δέθηκε γερά στο έλκηθρο κι ανάπνεε. Έτσι ακολούθησε τους άλλους μοναχούς, που κουβαλούσαν και τους υπόλοιπους οδοιπόρους. Ίσως, καθώς άκουγε τα άλλα σκυλιά να αλυχτούν, να πίστεψε πως μαζί τους ήταν και ο Μπάρι. Δεν ξέρει τι έφταιξε και, όσο γινότανε πιο γρήγορα, πήρε μαζί με τους υπόλοιπους το δρόμο για το μοναστήρι. Ο γυρισμός του φάνηκε πιο εύκολος, ο αγέρας τους έσπρωχνε από πίσω, ήταν πολλοί μαζί, δεν το κατάλαβε πώς έφτασε στο μοναστήρι.

Άνοιξε η βαριά εξώπορτα, οι νοσοκόμοι-αδελφοί πήγαν τους χτυπημένους στο κτίσμα που ήτανε νοσοκομείο. Και μόνο τότε, σαν είδε τους καλόγερους να παίρνουν τα σκυλιά να παν να τα ταΐσουν, μονάχα τότε αναζήτησε τον Μπάρι.

Σφύριξε… Τίποτα.
- Μπάρι, ψιθύρισε. Μπάρι, φώναξε. Μπάρι, ούρλιαξε.

Μα το γνώριμο γρύλισμα δεν τα’ άκουσε. Δε χωρούσε καμιά αμφιβολία. Ο σκύλος είχε απομείνει στις χιονισμένες πλαγιές.

Δε δίστασε. Με έναν πήδο βρέθηκε στην εξώπορτα. Με τη φασαρία που επικρατούσε, κανείς δεν τον πήρε είδηση που την άνοιξε. Την έκλεισε πίσω του και, χωρίς να σκεφτεί, άρχισε να τρέχει μες στην χιονοθύελλα· ούτε τον αγέρα κατάλαβε, ούτε το χιόνι που τον μαστίγωνε. Ούτε πρόσεξε τον ουρανό, που είχε μπλαβιάσει και τον απειλούσε. Έβγαλε μια σφυρίχτρα και καλούσε τον Μπάρι μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής του. Δεν ξέρει ποιους αδιάβατους δρόμους πήρε. Δεν ξέρει καν αν κινδύνεψε σ’ αυτά τα μονοπάτια. Είχε ξεχάσει τον εαυτό του και μόνο τον Μπάρι σκεφτόταν. Η φαντασία του τον έβλεπε ξεπαγιασμένο, άψυχο, να πεθαίνει χωρίς κανείς να βρίσκεται κοντά του. Προσευχήθηκε: «Θεέ μου, ας βρω τον Μπάρι!».

- Μπάρι! Όλο το είναι του τον φώναξε. Ολόκληρος είχε γίνει μια κραυγή.

- Μπάρι!

Και τότε μέσα στα ουρλιαχτά του αγέρα, σαν να ‘κουσε ένα παραπονεμένο κλάμα. Καρδιοχτύπησε. Λες ν ‘ταν ιδέα του; Μήπως το φαντάστηκε; Κι από πού άκουσε το κλάμα; Ίδιο λαγωνικό τέντωσε τ’ αυτιά του. Και τότε καθαρά πια έφτασε ως αυτόν το ίδιο παραπονεμένο κλάμα. Σαν παλαβός, ο αδελφός Πιερ έτρεξε προς τα εκεί που ακούστηκε ο Μπάρι. Περισσότερο το ένστικτο τον οδήγησε σε κείνο το μέρος. Μα πού να ψάξει; Απελπισμένος έβλεπε την πλαγιά. Κάπου εκεί ψυχομαχούσε ο Μπάρι, αλλά πού;

Τότε ήταν που άκουσε καθαρά το κλάμα του σκυλιού. Πηδούσε τώρα, δεν έτρεχε. Έφτασε κι άρχισε να σκάβει σαν τρελός. Όταν ξέθαψε το σκύλο, όταν άγγιξε το αγαπημένο του κρομί, τότε στάθηκε να πάρει μια ανάσα. Έπειτα πήρε το κορμί του στα χέρια, αγκαλιά, και άρχισε το δύσκολο αγώνα της επιστροφής. Ο Μπάρι ήταν βαρύς, ήταν κι ο ίδιος πολύ κουρασμένος κι η θύελλα μαινόταν γύρω τους. Μα ο αδελφός προχωρούσε για το μοναστήρι, για τη σωτηρία. Ο Μπάρι ανάπνεε τώρα βαριά. Κι ο Μπάρι έζησε.

Στιγμή δεν έφυγε από πλάι του ο αδελφός Πιερ. Τα φάρμακα τα ανακάτευε στο ζεστό γάλα και τάιζε με μπιμπερό το εξαντλημένο σκυλί. Κι ο Μπάρι, μ’ όλη την αδυναμία του, προσπαθούσε να σαλέψει την ουρά του, να ξαναδεθεί, προσπαθούσε για τη ζωή. Κι αυτό, για να μη λυπήσει το αφεντικό του· γι’ αυτό περισσότερο…

- Αδελφέ, έκανες μεγάλη αμαρτία. Κινδύνεψες για να σώσεις το σκυλί σου.

Ο ηγούμενος, όρθιος, κατσάδιαζε τον αδελφό Πιερ.

- Από θαύμα γύρισες ζωντανός. Έβαλες και σε κίνδυνο κι άλλους αδελφούς, που βγήκαν να σε αναζητήσουν. Ναός του Θεού είναι ο άνθρωπος, Κι εσύ δεν τον λογάριασες αυτόν το ναό του Θεού.

Ο Πιέρ είχε σκύψει το κεφάλι κι άκουγε τα σκληρά λόγια του ηγούμενου. Έτσι όμως δεν έβλεπε τα μάτια του ηγούμενου, που τον κοιτούσαν όλο αγάπη και στοργή.

- Πήγαινε, αδελφέ, θα μείνεις αμίλητος πέντε μέρες και θα πεις την προσευχή της Παρθένου διακόσιες φορές.

- Ευλόγησον, γέροντα, ψέλλισε ο αδελφός Πιερ ταπεινά.

Όχι, δεν είχε δει πόσο καμάρι είχαν τα μάτια του ηγούμενου.
Το άσυλο του Αγ. Βερνάρδου, λίγα μέτρα βόρεια από τα ιταλικά σύνορα (κίτρινη γραμμή) όπως φαίνεται στο Google Earth
Σχόλιο
Η ιστορία του μοναστηριού του Αγίου Βερνάρδου όπως μας περιγράφεται στις σελίδες 44-45 είναι αληθινή, όπως αληθινές είναι και οι πληροφορίες για τον Μπάρι τον Σωτήρα (Barry der Menschenretter), που έζησε μεταξύ 1800-1814 και έσωσε από τον θάνατο πάνω από 40 ανθρώπους. Όπως αναφέρεται και στο βιβλίο, ο ηρωικός σκύλος αφού πέθανε βαλσαμώθηκε και από τότε εκτίθεται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βέρνης. Ένα μνημείο στήθηκε προς τιμήν του στο κοιμητήριο ζώων του Παρισιού το 1900, ενώ το πιο εύρωστο κουτάβι που γεννιέται στο μοναστήρι, παίρνει ακόμα το όνομά του. Το 2004 συστήθηκε στην Ελβετία Ίδρυμα Barry du Grand Saint Bernard (στην ιστοσελίδα του οποίου πωλούνται σχετικά βιβλία, ημερολόγια, κτλ.), με στόχο την διατήρηση της συγκεκριμένης ράτσας. Ο γενναίος σκύλος έχει εμπνεύσει ποιητές και πεζογράφους, ενώ με θέμα τη ζωή του έχουν γυριστεί και κινηματογραφικές ταινίες. Περισσότερες λεπτομέρειες μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Παρότι οι ναζί είναι σαφέστατα οι "κακοί" του μυθιστορήματος, η συγγραφέας αποφεύγει να πέσει στην παγίδα της μονομέρειας και δημιουργεί για τον κάθε Γερμανό, ένα ξεχωριστό ψυχολογικό προφίλ. Ο συνταγματάρχης Γιόχαν Γιούγκερς παρουσιάζεται ως ανθρωπιστής με αρχές (σ.22) που νιώθει ντροπή (σ.128) για τους φανατισμένους συστρατιώτες του και τελικά έρχεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση (σ.131) μαζί τους. Στο αντίθετο άκρο, ο Βολφ Σουλτς που το βλέμμα του είναι γεμάτο μίσος (σ.128) μιλάει εχθρικά, όλο κακία (σ.111) και χαχανίζει σαρκαστικά. Ο Καρλ Σελ πάλι, εμφανίζεται ως θύμα του ναζιστικού μηχανισμού, αφού από τρυφερός και ευαίσθητος, έγινε αλλιώτικος από τότε που οργανώθηκε στη χιτλερική νεολαία (σ.22). Παρόμοιες αντιθέσεις παρατηρούμε όμως και στην ομάδα των Βρετανών κομάντος.
κάπως έτσι μπορούμε να φανταστούμε τον Βολφ (πηγή)

Η φιλία του Μπάρι με μια γάτα, όπως περιγράφεται στις σελίδες 85-88, ίσως κάνει κάποιους να αναρωτηθούν αν κάτι τέτοιο είναι πιθανό να συμβεί στην πραγματικότητα. Η αλήθεια είναι πως όταν γάτες και σκύλοι μεγαλώνουν μαζί, δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα συμβίωσης. Και επειδή η Φύση πάντα μας εκπλήσσει, πρόσφατα εντοπίστηκε στη Φινλανδία μια ακόμα πιο περίεργη φιλία, ανάμεσα σε έναν λύκο και μια αρκούδα!
Χρήση στην τάξη
Στη σελίδα 90, διαβάζουμε την παρακάτω εξωτερική περιγραφή του Μπάρι. Μπορούν άραγε οι μαθητές μας να περιγράψουν με αντίστοιχο τρόπο ένα δικό τους, αγαπημένο ζώο;

Ο Μπάρι τώρα ήταν ένα εντυπωσιακό μεγαλόσωμο σκυλί με σωστές αναλογίες. Το κεφάλι του ήταν δυνατό, φαρδύ, με καμπυλωτό κρανίο και ρυτίδες στο μέτωπο. Τα μάτια του ήταν μεσαίου μεγέθους, σκούρα, με το κάτω βλέφαρο χαλαρό. Τ' αυτιά του, ούτε μεγάλα ούτε μικρά, πέφταν μαλακά κάτω. Η ουρά του ήταν χοντρή, μακριά, βαριά και σηκωνόταν μόνο όταν ήταν σε επιφυλακή. Ψηλός, περίπου 70 εκ. Το τρίχωμά του άσπρο με αποχρώσεις κοκκινωπές, είχε κηλίδες μεγάλες γκρι τιγρέ. Τα πόδια του και το φαρδύ του στήθος ήταν κάτασπρα· άσπρη ήταν και η περιοχή γύρω απ' τη μύτη του και η άκρη της ουράς του. Άσπρο είχε και στο μέτωπο, στο λαιμό και στο σβέρκο. Ποτέ το κόκκινο δεν μπερδευόταν με τ' άσπρο· ήταν καθορισμένες οι κηλίδες. Η τρίχα του πυκνή, σκληρή, καθιστή στο δέρμα, λεία...

Share/Bookmark