Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκφοβισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκφοβισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 14 Μαΐου 2015

Δόκτορ Πορδαλός (1): Η περίφημη πορδαλόσκονη

Υπόθεση
Ο 10χρονος Μπούλης, ένα αγόρι με καροτί μαλλιά, μικροσκοπικό μπόι και τεράστια αυτοπεποίθηση, μετακομίζει στην οδό Κανονιού στο Όσλο, λίγες μέρες πριν από την εθνική γιορτή της 17ης Μαΐου. Εκεί θα γνωρίσει νέους φίλους όπως τη Λίζα και τον τρελούτσικο επιστήμονα δόκτορα Πορδαλό, αλλά και τα ανάγωγα παιδοβούβαλα Τρουλς και Τριμ, που τρομοκρατούν οποιονδήποτε βρεθεί στον δρόμο τους. Στην εβδομάδα που θα ακολουθήσει, ο Μπούλης χωρίς να χάσει την αισιοδοξία του ούτε για ένα λεπτό, θα επιβιώσει από μια τρελή περιπέτεια μέσα στην οποία γίνεται πειραματόζωο, αστροναύτης, φωσφοριζέ λάμπα και θύμα εκφοβισμού, απορρίπτεται από μια φάλτσα σχολική μπάντα, κλείνεται σε φυλακές υψίστης ασφαλείας και καταπίνεται από ένα ανακόντα του Αμαζονίου! Τελικά, θα καταφέρει ευτυχώς να επιστρέψει στον επάνω κόσμο για το απαραίτητο happy end, σώζοντας μάλιστα και το κύρος του βασιλιά της Νορβηγίας! Πώς μπορεί να συνδέονται όλα αυτά με την περίφημη πορδαλόσκονη;
  
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Μεταίχμιο
Συγγραφέας: Jo Nesbo
Μετάφραση: Δέσπω Παπαγρηγοράκη
Εικονογράφηση: Per Dybvig
Τίτλος πρωτοτύπου: Doktor Proktors Prompepulver
ISBN: 978-960-501-913-6
Έτος 1ης Έκδοσης: 2007 (στα ελληνικά 2012)
Σελίδες: 246
Τιμή: περίπου 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Γυμνάσιο
Ακούστε μια ηχητική συνέντευξη που ο συγγραφέας δίνει σε παιδιά εδώ  (στα αγγλικά)
Ιστοσελίδα της ταινίας (περιλαμβάνει παιχνίδι "πιάσε τις σταγόνες που πέφτουν") εδώ

Κριτική
Μια υπερηχητικά ανορθόδοξη, γκροτέσκα περιπέτεια από τον αναγνωρισμένο συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων για ενηλίκους Jo Nesbø, που αποτελεί τον πρώτο τόμο σε μια σειρά ιστοριών με ήρωα τον δόκτορα Πορδαλό. Η μετάφραση είναι αρκετά καλή, μας μεταφέρει το κείμενο με σαφήνεια και ζωντάνια και επιτρέπει να το απολαύσουμε χωρίς προβλήματα ροής. Η πλοκή χωρίζεται σε 22 κεφάλαια μετρίου μεγέθους (4-18 σελίδες το καθένα, συνήθως γύρω στις 10) με κλιμακωτή δράση, που διατηρεί το ενδιαφέρον των αναγνωστών ακμαίο μέχρι το τέλος. Οι χαρακτήρες παρουσιάζουν τάσεις φυγής από τα στενά πλαίσια που συνήθως θέτει η παιδική λογοτεχνία ενώ ορισμένα σημεία στο κείμενο θα μπορούσαν να θεωρηθούν οριακά κατάλληλα για τους μικρότερους. Οι «περίεργες» σκηνές, η υποβόσκουσα κοινωνική κριτική και η έκταση του κειμένου, μας οδηγούν να το προτείνουμε κυρίως σε μαθητές γυμνασίου ή αρκετά ώριμους αναγνώστες Δημοτικού, που αγαπούν τις εξωφρενικές περιπέτειες, το "λερωμένο" χιούμορ και τους αντιήρωες.

  • Φαντασία και ιδιαίτερη πλοκή
  • Κοινωνική κριτική
  • Μηνύματα αισιοδοξίας μέσα από τη συμπεριφορά του ήρωα

  • Οι ανορθόδοξες προσεγγίσεις και το ιδιότυπο χιούμορ μπορεί να μεταφέρουν λάθος μηνύματα στα παιδιά

Αξίες - Θέματα
Χιούμορ, Ανισότητα, Εκφοβισμός, Τεχνολογία, Μουσική, Αισιοδοξία, Φιλία

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όταν ο Μπούλης κάνει τη θεαματική του επιστροφή στον πάνω κόσμο, ανατρέποντας σε λίγες παραγράφους όλα τα αρνητικά δεδομένα.

Εικονογράφηση
Σκληρή εικονογράφηση (κάποιοι μαθητές την χαρακτήρισαν με τη γνωστή παιδική ευθύτητα "απαίσια"), έγχρωμη αλλά όχι πολύχρωμη, σκιαγραφεί τους χαρακτήρες με αλλόκοτο τρόπο... Με δυο - τρία μικρά ή λίγο μεγαλύτερα σκίτσα σε κάθε κεφάλαιο, δηλώνει παρούσα και σίγουρα συμβάλει στη διαμόρφωση ενός κλίματος... διαφορετικού!
Απόσπασμα 
Ο σφιγκτήρας όφης Άννα Κόντα ξύπνησε απότομα. Είχε δει το ίδιο όνειρο που ονειρευόταν πάντα. Πως κολυμπούσε με τη φιδομάνα του στα υπέροχα ζεστά νερά του Αμαζόνιου, ανάμεσα σε πιράνχας, κροκόδειλους, δηλητηριώδη φίδια και άλλους καλούς φίλους, και ήταν ευτυχισμένος σαν ιπποπόταμος. Και πως μια νύχτα τον έπιασαν με ένα δίχτυ, τον έβγαλαν από το νερό και τον μετέφεραν σε μια παγωμένη χώρα, όπου κατέληξε σε ένα κατάστημα που πουλούσε κατοικίδια. Και πως μια μέρα, ένα χοντρό αγόρι είχε μπει στο κατάστημα με τον πατέρα του, ο οποίος είχε βάλει τις φωνές στον καταστηματάρχη και του είχε δείξει σημάδια από δάγκωμα στο παχουλό χέρι του γιου του. Ύστερα το αγόρι είχε ανακαλύψει το φίδι, το πρόσωπό του είχε φωτιστεί, είχε τραβήξει τον πατέρα του κοντά και του το είχε δείξει κραυγάζοντας: Άννα Κόντα! Έτσι τον αποκαλούσαν, παρόλο που το Άννα Κόντα ήταν κοριτσίστικο όνομα ενώ αυτός ήταν αγόρι! Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε!

Τον είχαν βάλει σε ένα κλουβί στο Χουβσέτερ και τον τάιζαν με κάτι ασπρουλιάρικα, γλοιώδη μπαλάκια που είχαν γεύση ψαριού, ενώ το αγόρι έχωνε κλαδιά στο κλουβί του και τον τσιγκλούσε. Και παρόλο που όλα αυτά είχαν γίνει πριν από τριάντα χρόνια, ο Άννα Κόντα ξυπνούσε συχνά από αυτό τον φριχτό εφιάλτη μουσκεμένος στον ιδρώτα, αν βέβαια τα φίδια ιδρώνουν. Και ύστερα αναστέναζε ανακουφισμένος, γιατί δε βρισκόταν πια στο διαμέρισμα στο Χουβσέτερ αλλά μέσα στους υπέροχα ζεστούς υπονόμους κάτω από το κέντρο του Όσλο.  Αυτό που είχε συμβεί ήταν πως ένα βράδυ το αγόρι είχε ξεχάσει να κλειδώσει το κλουβί και έτσι ο Άννα Κόντα δραπέτευσε μέσα από το ανοιχτό παράθυρο της κρεβατοκάμαρας και κατέβηκε από την υδρορροή στον δρόμο, όπου μετά από πολύ ψάξιμο και τις υστερικές φωνές κάνα δυο γυναικών βρήκε μια χαλαρή σχάρα σε ένα φρεάτιο αποχέτευσης και τρύπωσε στον υπόνομο. Την πρώτη του νύχτα στο Δημοτικό Αποχετευτικό Σύστημα του Όσλο είχε μείνει κουλουριασμένος και καταφοβισμένος σε μια γωνιά. Όμως γρήγορα του είχε περάσει ο φόβος. Μέχρι την άλλη μέρα είχε αρχίσει να κάνει αυτά που συνηθίζουν οι ανακόντα: να σφίγγει δυνατά διάφορα πράγματα και μετά να τα τρώει. Γιατί εκεί κάτω έβριθε από ράτους νορβέτζικους, νυχτερίδες και συνηθισμένους ποντικούς. Μπορεί να μην ήταν ακριβώς ο Αμαζόνιος, αλλά δεν ήταν και τόσο άσχημα. Μάλιστα, ακριβώς την επόμενη μέρα έπεσε πάνω σε έναν αληθινό μογγολικό αρουραίο των νερών.

Τώρα που ο Άννα Κόντα είχε γίνει τόσο μεγάλος, είχε αρχίσει να μη συσφίγγει το φαγητό του πρώτα αλλά να το καταβροχθίζει κατευθείαν, πράγμα πολύ πιο εύκολο. Και βέβαια θυμόταν τη μαμά του που του έλεγε πως δεν έδειχνε καλή ανατροφή όταν καταβρόχθιζε το φαγητό του χωρίς πρώτα να το συσφίγγει, αλλά εδώ κάτω δεν υπήρχε κανένας να τον δει. Γι’ αυτό ο Άννα Κόντα είχε καταβροχθίσει άσφιχτο εκείνο το μικροσκοπικό φωσφορίζον κομμάτι κρέας με τα καροτί μαλλιά. Τώρα όμως κάτι του έλεγε πως ίσως δεν ήταν και τόσο καλή ιδέα. Γιατί ο λόγος που είχε ξυπνήσει ήταν πως ένιωθε σαν να είχε γίνει μια έκρηξη κάπου μέσα του και πως ένα τεράστιο ρέψιμο είχε ξεκινήσει και ετοιμαζόταν να βγει έξω. Και ο Άννα Κόντα υποψιαζόταν πως το φαΐ του σχεδίαζε να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Γι’ αυτό έκλεισε σφιχτά το στόμα του καθώς ένιωθε το φιδίσιο κορμί του να φουσκώνει. Και να φουσκώνει. Ο Άννα Κόντα κράτησε το στόμα του πιο σφιχτά κλειστό. Το σώμα του άρχισε να μοιάζει με τεράστιο λουκάνικο φουσκωμένο σαν μπαλόνι και συνέχιζε να φουσκώνει. Όμως ο Άννα Κόντα δεν το έβαζε κάτω: ό,τι φαγώθηκε φαγώθηκε, σκεφτόταν. Είχε φουσκώσει τόσο πολύ πια που τα φιδίσια μαύρα λέπια του ζουλιόνταν πάνω στον αποχετευτικό αγωγό. Οι μασέλες του πονούσαν. Η κατάσταση είχε γίνει εκρηκτική και δεν άντεχε άλλο. Η πίεση από μέσα ήταν ανυπόφορη.

Δεν άντεχε άλλο…

Δεν άντεχε…

Δεν άντεξε!

Το στόμα του Άννα Κόντα άνοιξε διάπλατα από ένα ρέψιμο. Δε μιλάμε για συνηθισμένο ρέψιμο αλλά για ένα γιγάντιο μπουμπουνητό που έκανε όλο το νοτιοδυτικό Όσλο να σειστεί συθέμελα. Ακριβώς τότε, όπως όταν σταματάς να κρατάς σφιχτά κλειστό το στόμιο ενός μπαλονιού σε σχήμα λουκάνικου, ο Άννα Κόντα εξακοντίστηκε σαν πύραυλος προς τα πίσω, στους φιδωτούς υπονόμους του Όσλο. Βρουουουμ! Σαν μπάλα κανονιού που εκτοξεύεται από κανόνι. Η ταχύτητα αυξανόταν,  κι έτσι όταν ύστερα από μερικά νανοδευτερόλεπτα βγήκε από τους αγωγούς της αποχέτευσης κάτω από την αποβάθρα, συνέχισε την πορεία του μέσα στο φιόρδ σαν αεριωθούμενο με μεγάλη ταχύτητα, πριν κάνει στροφή και αρχίσει να ανεβαίνει προς τον ουρανό. Και ακριβώς όπως το μπαλόνι που έχει ξεφύγει, πήρε κάμποσες απότομες, απρόβλεπτες στροφές που συνοδεύονταν από το «πρρρ» που κάνει ο αέρας όταν βγαίνει από στενή δίοδο. Μέχρι που ξεφούσκωσε εντελώς και προσγειώθηκε σαν σκοροφαγωμένη λεοντή πάνω σε μια κουκουναριά, κάπου στη χερσόνησο Νέσοντεν.

Ο Μπούλης επέπλεε ανάσκελα στο νερό του υπονόμου σαν καφετιά κουτσουλιά, κοίταζε την οροφή και γελούσε. Το γέλιο του ηχούσε σε ολόκληρο το δίκτυο των υπονόμων. Ήταν ελεύθερος! Είχε εξακοντιστεί έξω από τα σαγόνια του ανακόντα σαν βλήμα, ένα λεπτό αφού κατάπιε την αστροναυτοπορδαλόσκονη. Ποιος θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι το να βρίσκεσαι μέσα σε έναν υπόνομο ήταν τόσο ανακουφιστικό!

Όμως πολύ γρήγορα το γέλιο του κόπηκε. Γιατί τα προβλήματά του δε φαίνονταν να έχουν λυθεί. Το φίδι γρήγορα θα έβρισκε τον δρόμο πίσω στον υπόνομο και πραγματικά με τίποτα δε θα ήθελε ο Μπούλης να είναι εκεί τη στιγμή της επιστροφής του. Αλλά πώς θα κατάφερνε να μην είναι εκεί;

Έπρεπε εξάπαντος να βγει αποκεί μέσα. Κοίταξε γύρω του. Πουθενά ταμπέλα «έξοδος». Μόνο ένα κασόνι χοροπηδούσε πάνω στο νερό μέσα στο μισοσκόταδο. Σκαρφάλωσε πάνω του και έκανε κουπί προς τα μέσα. Ή προς τα έξω. Ούτε ήξερε πού πήγαινε. Και αφού είχε κωπηλατήσει γύρω από διάφορες γωνίες και στροφές για είκοσι λεπτά, ακόμη δεν ήξερε πού βρισκόταν ή πώς θα έβρισκε κάποια έξοδο. Σταμάτησε να κωπηλατεί. Και καθώς καθόταν και άκουγε την ησυχία, του φάνηκε πως άκουσε έναν αμυδρό ήχο. Όχι, δεν του φάνηκε, ήταν πράγματι ένας ήχος. Όλο και δυνάμωνε. Τρομερός ήχος. Ήχος από έκρηξη, πτώση αεροπλάνου και χιονοστιβάδα μαζί. Ήχος που έφερνε ρίγη στη σπονδυλική σου στήλη και έκανε το κεφάλι σου να κουδουνίζει. Ο Μπούλης ήξερε πως αυτός ο ήχος μόνο ένα πράγμα μπορούσε να είναι: η μπάντα του σχολείου Ντόλγκεν.

Σχόλια
Το κείμενο είναι αναμφισβήτητα καλοδουλεμένο, όμως οι σύνθετες προτάσεις, η πυκνή γραφή και οι αρκετές πληροφορίες, ίσως φανούν απαιτητικά στους "απροπόνητους" αναγνώστες. Παρόλα αυτά, όποιος αποφασίσει να δώσει στην ιστορία του Μπούλη μια ευκαιρία, είναι πολύ πιθανόν με τη βοήθεια του (σκοτεινού) χιούμορ, της θεότρελης πλοκής και των κινηματογραφικών σκηνών, να καταφέρει να ανταπεξέλθει στην πρόκληση

Οι "δύσκολες" σκηνές είναι παρούσες, αλλά αριθμητικά περιορισμένες: Παρατηρούμε π.χ. στη σ.165 το ανακόντα να τρώει ή στη σ.70 τον μικρό Αττίλα να καταβροχθίζεται. Το θέμα ωστόσο δεν είναι στον αριθμό των σκηνών αλλά στο ότι κάποιες από αυτές είναι φορτισμένες λεκτικά και αφήνουν μια αίσθηση σκληρότητας που τελικά επηρεάζει ολόκληρο το έργο: Διαβάζουμε π.χ. στη σ.205 Ύστερα έσκυψε πάνω από το φρεάτιο, έφτυσε το ακάθαρτο νερό από το στόμα του και έσκουξε: "Φάε κουράδες, βρομοσκούληκο!" Αντίστοιχα, στην κλασική ρητορική απορία της δασκάλας "Τι λέτε εσείς οι δύο;" ο κεντρικός χαρακτήρας απαντάει με θράσος (σ.217) "Νομίζω πως οι γυναίκες πρέπει να κυβερνήσουν τον κόσμο, να εξολοθρέψουν τους άντρες, να καταψύξουν σπέρμα για να κάνουν παιδιά και να σκοτώνουν όλα τα αγόρια μόλις γεννιούνται". Ολοκληρώνοντας τα σχετικά με τη γλώσσα, να αναφέρουμε ότι η οπτική του μικρού παιδιού αποδίδεται -κλασικά και αρκετά επιτυχημένα- μέσα από την επανάληψη λέξεων, όπως στη σ.40 Χτες ήμουν μπροστά όταν εφευρέθηκε μία από τις μεγαλύτερες εφευρέσεις του κόσμου. Ο εφευρέτης λέγεται δόκτωρ Πορδαλός και εγώ επιλέχθηκα για βοηθός του. Την εφεύρεση την ονομάσαμε "πορδαλόσκονη", ενώ η μετάφραση δεν δημιουργεί προβλήματα στη ροή του κειμένου, παρότι σ' ένα σημείο προσωπικά με ξένισε η επιλογή της αιτιατικής (σ.218): Κάτι πολύ βαρύ και πολύ σκληρό και πολύ απίθανο έπεσε από τον ουρανό στα κεφάλια δύο από τους μουσικούς μας.

Ο συγγραφέας, σύμφωνα τουλάχιστον με τα όσα εξομολογείται σε ηχητική συνέντευξη, χαίρεται περισσότερο όταν γράφει βιβλία για παιδιά, παρά όταν γράφει για ενηλίκους. Αν η επιτυχία του στον κόσμο του παιδικού βιβλίου προκύψει αντίστοιχη με εκείνη στο αστυνομικό μυθιστόρημα, οι περιπέτειες του δόκτορα Πορδαλού, του Μπούλη και της Λίζας έχουν ακόμα μέλλον (προς το παρόν έχουν κυκλοφορήσει τέσσερις ιστορίες)... Σχετικά με τον καροτόμαλλο ήρωα, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι παρά τις διαρκείς ήττες δεν εκφράζει ματαίωση αλλά παραμένει αισιόδοξος. Αντίθετα μάλιστα από τον Γκρεγκ Χέφλι (από το ημερολόγιο ενός σπασίκλα) που έχει παρόμοια αντιμετώπιση από το περιβάλλον του, ο Νορβηγός έφηβος είναι εύστροφος, διαβασμένος και παρά το μικρό του μέγεθος, ιδιαίτερα θρασύς. Στα πλαίσια της κριτικής προς το σύστημα, ο συγγραφέας, χέρι χέρι με τον ήρωά του, κοροϊδεύει σε αρκετά σημεία την ετικέτα (ακόμα και ένα ανακόντα μπορεί να έχει καλούς τρόπους βλ. απόσπασμα) την ακρίβεια και κυριολεξία των Νορβηγών, ενώ δεν αφήνει έξω από το κάδρο τη στολή της Βασιλικής φρουράς σχολιάζοντας πως διαθέτει μια  "μεγάλη και γελοία φούντα" (σ.159) στο καπέλο.

Το υψηλό βιοτικό επίπεδο που συναντάμε στη Νορβηγία, βλέπουμε ότι δεν εμποδίζει την εκδήλωση φαινομένων σχολικού εκφοβισμού. Ο Τρουλς και ο Τριμ φαίνεται πως δεν έχουν πατρίδα και μπορούν να εμφανίζονται παντού και να ταλαιπωρούν τα παιδιά όλου του κόσμου. Το προαιώνιο ερώτημα παραμένει: πώς αντιμετωπίζουμε την επιθετικότητα στην πράξη; Στις Ιστορίες για δειλούς και θαρραλέους είδαμε πως "ένα μάθημα" μπορεί να βάλει τους νταήδες στη θέση τους. Έτσι και ο Μπούλης δοκιμάζει να εκδικηθεί τους δικούς του τυράννους, η πράξη του όμως οδηγεί (όπως συμβαίνει συνήθως και στον πραγματικό κόσμο) σε νέα εκδίκηση από την πλευρά τους (σ. 129). Τελικά, η τιμωρία έρχεται ουρανοκατέβατη (ή τέλος πάντων εκ των άνω), με τη μορφή μιας σχάρας υπονόμου που βρίσκει τους Τρουλς και Τριμ στο κεφάλι. Μπορούμε άραγε να βασιζόμαστε στον από μηχανής θεό;

Ολοκληρώνοντας, να αναφέρουμε ότι μέσα από το βιβλίο προβάλλεται η σοφία του κοσμογυρισμένου, αναδεικνύεται δηλαδή η εκπαιδευτική ωφέλεια που τα ταξίδια μπορούν να προσφέρουν, και αναγνωρίζονται έτσι κάποιες θετικές πλευρές στο να μετακομίζει κανείς συχνά (κάτι που συνήθως στα παιδικά βιβλία θεωρείται "κατάρα").
Χρήση στην τάξη
Μερικές ερωτήσεις που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να ξυπνήσουμε το ενδιαφέρον των μαθητών, σε περίπτωση που διαλέξουμε για την τάξη μια 3λεπτη παρουσίαση τύπου Bookslam:
α. τι διαφορά έχει η πορδαλόσκονη απ' την αστροναυτοπορδαλόσκονη;
β. ποιο είναι το αγαπημένο γλυκό του δόκτορα Πορδαλού;
γ. τι μπορεί να σου έρθει στο κεφάλι αν δεν είσαι καλό παιδί;
Σ' αυτά και σε άλλα εξίσου κρίσιμα ερωτήματα θα είναι σε θέση να απαντήσει όποιος αποφασίσει να διαβάσει το βιβλίο τούτο!

Για το μάθημα της Γλώσσας: Ο συγγραφέας στο ξεκίνημα του βιβλίου, μας κάνει μια μίνι περιήγηση στα σκηνικά όπου αργότερα θα διαδραματιστεί η πλοκή, ακολουθώντας τις πρωινές ακτίνες του ήλιου καθώς αυτές πέφτουν πάνω στην πόλη του Όσλο, σε μια λυρική περιγραφή που λειτουργεί ως γεωγραφική προοικονομία. Αν καλούσαμε τους μαθητές μας να ακολουθήσουν και εκείνοι τις πρωινές ακτίνες του ήλιου καθώς φωτίζουν τη γειτονιά τους... τι άραγε θα μας περιέγραφαν; 

(σ. 5-8) 
Ήταν Μάιος και ο Ήλιος, αφού πέρασε από την Ιαπωνία, τη Ρωσία και τη Σουηδία, ήρθε και στάθηκε πάνω από το Όσλο. (...) Έπιασε αμέσως δουλειά και άρχισε να λάμπει πάνω στο φρούριο Άκερσχους και στο κίτρινο μικρό παλάτι όπου ζούσε ένας βασιλιάς χωρίς μεγάλη βασιλική εξουσία. 
Φώτισε τα παλιά κανόνια που ήταν στραμμένα προς το φιόρδ του Όσλο, μπήκε από το παράθυρο του γραφείου του φρούραρχου και έφτασε μέχρι την πιο απομακρυσμένη από όλες τις πόρτες, αυτήν που οδηγούσε στην πιο φρικαλέα φυλακή της πόλης, το Μπουντρούμι του Ζόφου... (...) Ο ήλιος ανέβηκε λίγο ακόμα στον ουρανό και φώτισε τα μέλη μιας σχολικής μπάντας (...) Ο ήλιος ανέβηκε ακόμα ψηλότερα και φώτισε τις ξύλινες αποβάθρες στο φιόρδ του Όσλο, που είχε μόλις δέσει ένα καράβι από τη Σαγκάη της Κίνας. (...) Μάλιστα κάποιες ακτίνες του ήλιου πέρασαν ανάμεσα από τις σανίδες και έπεσαν σε έναν αγωγό αποχέτευσης (...) Μια ακτίνα βρήκε τον δρόμο, τρύπησε το σκοτάδι του αγωγού και φώτισε κάτι παράξενο εκεί μέσα (...) Τώρα ο ήλιος έφτασε σε έναν ήσυχο δρόμο που λεγόταν οδός Κανονιού. Κάποιες ακτίνες του φώτισαν ένα κόκκινο σπίτι...

Οι πιο τολμηροί συνάδελφοι που θεωρούν ότι η τάξη τους υπάρχει πιθανότητα να ανταποκριθεί χωρίς παρεξηγήσεις και παρατράγουδα, θα μπορούσαν να ασχοληθούν με κάποιες "ταμπού" λέξεις-κλειδιά του μυθιστορήματος όπως "πορδή". Ποια είναι η ετυμολογία της και πώς τη συναντάμε σε  ξένες γλώσσες; Οι μαθητές αναζητώντας επίθετα, ουσιαστικά, παράγωγα, συνώνυμα, εκφράσεις, κτλ. ώστε να κατασκευάσουν το δέντρο των ανακουφιστικών λέξεων, πιθανότατα θα διασκεδάσουν, αλλά ταυτόχρονα θα καταλάβουν πόσο ζωντανός οργανισμός είναι η γλώσσα. 

Αντίστοιχη τόλμη θα χρειαστεί και για να ασχοληθούμε με το ζήτημα στο μάθημα της Φυσικής, όπου μπορούμε να κάνουμε λόγο για τη μεταφορά των θερμών αερίων μαζών... ή μάλλον για το πώς θα καταφέρουμε να αποφύγουμε τη μεταφορά τους στους γύρω μας!
Υλικό στο βιβλίο υπάρχει και για τα μαθηματικά. Ειδικότερα, στις σελίδες 76-77 διαβάζουμε: «Το θέμα είναι» είπε ο Μπούλης «πως εφόσον υπάρχουν εξήντα δευτερόλεπτα σε ένα λεπτό και σαράντα πέντε λεπτά σε κάθε σχολική ώρα, δεν έχω χρόνο να απαντήσω στην ερώτησή σας γιατί σαράντα πέντε λεπτά επί εξήντα δευτερόλεπτα είναι δυο χιλιάδες εφτακόσια δευτερόλεπτα, πράγμα που σημαίνει πως το κουδούνι θα χτυπήσει ακριβώς...»
Πόσο ενδιαφέρον θα ήταν άραγε να μετρήσουμε με την τάξη μας τα δευτερόλεπτα όπως ο ήρωας που περιμένει να τελειώσει η ώρα; Μπορούμε να ξεκινήσουμε μετρώντας ηχηρά ώστε οι μαθητές να καταλάβουν τον ρυθμό με τον οποίο κυλάει ο χρόνος και στη συνέχεια να κρύψουμε το ρολόι του τοίχου και να εξετάσουμε ποιος μπορεί να μετρήσει από μέσα του με ακρίβεια χρόνο π.χ. 15-20 δευτερολέπτων.

Πόσο ακριβές είναι το ρολόι που υπάρχει
μέσα στο μυαλό των μαθητών μας; (πηγή)
Στα πλαίσια του μαθήματος της Γεωγραφίας, θα μπορούσαμε να κάνουμε μια παρουσίαση της Νορβηγίας και να αναζητήσουμε πληροφορίες για την εθνική γιορτή της 17ης Μαΐου. Τι συνέβη το 1814 ώστε οι κάτοικοι της χώρας να αρχίσουν να γιορτάζουν την syttende mai; Και γιατί αντί για εισαγόμενα τανκς και ξεχαρβαλωμένα οπλικά συστήματα, τους δρόμους των νορβηγικών πόλεων πλημμυρίζουν παιδιά με σημαίες;

από την παρέλαση της 17ης Μαΐου στο Όσλο (πηγή)
Στα εικαστικά μπορούμε να ζωγραφίσουμε τη σημαία της Νορβηγίας ή τον ήρωα με τα πορτοκαλί μαλλιά. Στο δικό μας σχολείο, πάντα με τη βοήθεια της κυρίας Άλκηστης, ασχοληθήκαμε με την κατασκευή μικρών ανακόντα, που στη συνέχεια τα αφήσαμε ήσυχα να πιούν λίγο "γάλα"!

Share/Bookmark

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

Ο κύριος Βρομύλος

Υπόθεση
Η 12χρονη Χλόη Κράμπ (Chloe Croombe) μεγαλώνει σε μια οικογένεια που την κάνει να νιώθει απαίσια. Η μητέρα της είναι πολύ αυστηρή και ενδιαφέρεται μόνο για την πολιτική της καριέρα, ο μπαμπάς της μοιάζει άβουλος και τρομοκρατημένος, ενώ η πολυάσχολη μικρή της αδελφή την υποτιμά διαρκώς με κακεντρεχή σχόλια. Η κατάσταση στο σχολείο δεν είναι καλύτερη, αφού μια συμμορία από συμμαθήτριες την έχει βάλει στο στόχαστρο και την κοροϊδεύει με κάθε ευκαιρία. Αναζητώντας κάποια διέξοδο, το κορίτσι αποφασίζει να παρακούσει τους συντηρητικούς κανόνες της μαμάς και να ανοιχτεί στον κύριο Βρομύλο, έναν άστεγο με συγκλονιστικά αποκρουστική μυρωδιά αλλά αριστοκρατικούς τρόπους. Η φιλία που θα ξεκινήσει ανάμεσα στη Χλόη και τον «πλάνητα» θα φωτίσει τη ζωή της και θα οδηγήσει σε ανατροπές, που δε θα αφήσουν όρθιο τίποτα!
  
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Ντέιβιντ Ουάλιαμς (David Walliams)
Μετάφραση: Πετρούλα Γαβριηλίδου
Εικονογράφηση: Κουέντιν Μπλέικ (Sir Quentin Blake)
Τίτλος πρωτοτύπου: Mr Stink
ISBN: 978-618-01-0210-9
Έτος 1ης Έκδοσης: 2009 (στα ελληνικά 2013)
Σελίδες: 203
Τιμή: περίπου 9 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Δ', Ε', Στ', Γυμνάσιο
Διαβάστε τις πρώτες 9 σελίδες της ιστορίας εδώ
Ακούστε ένα δραματοποιημένο απόσπασμα με τη φωνή του συγγραφέα εδώ
Ιστοσελίδα του βιβλίου (περιλαμβάνει παιχνίδι boules με σαπούνια μπάνιου!) εδώ
Ιστότοπος του εικονογράφου εδώ

Κριτική
Μια υπέροχη χιουμοριστική περιπέτεια με κοινωνικές προεκτάσεις, το πρώτο έργο του ταλαντούχου συγγραφέα, ηθοποιού, τηλεοπτικού αστέρα και ακτιβιστή Ουάλιαμς που κυκλοφορεί στη γλώσσα μας. Καλογραμμένη, αστεία αλλά και διδακτική, η ιστορία του καταφέρνει να μας κερδίσει από τις πρώτες σελίδες. Στη Βρετανία, μάλιστα, έχει σημειώσει τρομερή επιτυχία, ενώ ως τηλεταινία με τον συγγραφέα στον ρόλο του πρωθυπουργού, κέρδισε το BAFTA. Η επίσης βραβευμένη μετάφραση είναι πραγματικά καλή (ελάχιστες οι ατέλειες), αφήνει το κείμενο να ρέει και μας μεταφέρει χωρίς απώλειες τη φρεσκάδα της αγγλικής αφήγησης. Τα 26 κεφάλαια (με έκταση 5-10 σελίδες το καθένα) διαβάζονται ευχάριστα· πρόκειται για το είδος του βιβλίου που όταν ξεκινήσεις, δεν θέλεις να το αφήσεις από τα χέρια! Η εικονογράφηση του βετεράνου Κουέντιν Μπλέικ διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό τον χαρακτήρα του έργου και είναι παρούσα κάθε 3-4 σελίδες με εμβόλιμα σκίτσα, παρεμβατικά διαγράμματα και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί. Το προτείνουμε για τις μεγάλες τάξεις του Δημοτικού και το Γυμνάσιο, στους φίλους του Νταλ και σε όσους θέλουν μια πρώτη γνωριμία με τον «συνεχιστή» του.

  • Καλογραμμένη ιστορία που διαβάζεται μονορούφι
  • Δημιουργική σκέψη, χιούμορ
  • Προβολή αξιών όπως η φιλία, ο ανθρωπισμός και η αξιοπρέπεια
  • Πολύ καλή εικονογράφηση και στήσιμο κειμένου

Αξίες - Θέματα
Χιούμορ, Οικογένεια, Αξιοπρέπεια, Ανθρωπισμός, Ανισότητα, Εκφοβισμός, Πολιτική

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Η τραγική σκηνή όπου η μητέρα σε μια κρίση κακίας σκίζει την έκθεση της Χλόης, αλλά και η τηλεοπτική εκπομπή που μετατρέπει τον κύριο Βρομύλο σε πρόσωπο της ημέρας!

Εικονογράφηση
Οι ιδιαίτερες και γεμάτες συναισθηματισμό καρικατούρες του Μπλέικ, γίνονται ένα με την ιστορία και συμβάλλουν τόσο στη δημιουργία κλίματος, όσο και στην ολοκλήρωση των χαρακτήρων.
Απόσπασμα 
Η λαίδη και ο αλήτης ήταν ο τίτλος του άρθρου. Ο κύριος Αυστηρός είχε κρατήσει τον λόγο του και το θέμα του είχε γίνει πρωτοσέλιδο στην πιο μεγάλη εφημερίδα της χώρας. Μαζί με το κείμενο δημοσιευόταν και μια τεράστια φωτογραφία της μητέρας και του κυρίου Βρομύλου. Ο κύριος Βρομύλος χαμογελούσε πλατιά, επιδεικνύοντας τα μαυρισμένα δόντια του. Η μητέρα προσπαθούσε να χαμογελάσει, αλλά κρατούσε το στόμα κλειστό εξαιτίας της μυρωδιάς. Μόλις έφτασε η εφημερίδα μπροστά στην πόρτα τους, όλη η οικογένεια έτρεξε να την πάρει και την καταβρόχθισε με μανία. Η μητέρα ήταν διάσημη! Διάβασε φωναχτά το άρθρο με καμάρι.

Η κυρία Κραμπ μπορεί να μη μοιάζει με επαναστάτρια μέσα στο μπλε κοστούμι της και τις πέρλες της, αλλά μπορεί να μας κάνει να αλλάξουμε τον τρόπο που ζούμε τη ζωή μας. Είναι υποψήφια για τη βουλευτική θέση της περιοχής και, παρόλο που οι πολιτικές της θέσεις είναι σκληρές, η ίδια έκανε το εκπληκτικό βήμα να προσκαλέσει έναν άστεγο να μείνει με την οικογένειά της.

«Ήταν δική μου ιδέα», δήλωσε η κυρία Κραμπ (που προφέρεται Κρόοοοοοαμπ). «Στην αρχή η οικογένειά μου αντιδρούσε έντονα αλλά ένιωθα την ανάγκη να προσφέρω στέγη σε αυτό τον φτωχό, βρόμικο, ψωριάρη, ελεεινά δύσοσμο ζητιάνο και στο βδελυρό λαγωνικό του. Τους αγαπώ και τους δύο πολύ. Είναι μέλη της οικογένειάς μου τώρα. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς αυτούς. Μακάρι να ήταν κι άλλοι άνθρωποι τόσο καλοί σαν κι εμένα που είμαι μια σύγχρονη αγία, όπως λένε κάποιοι. Αν όλες οι οικογένειες της χώρας άφηναν από έναν άστεγο να μείνει μαζί τους, θα λυνόταν το πρόβλημα για πάντα. Α, και μην ξεχάσετε να με ψηφίσετε στις επερχόμενες εκλογές».

Είναι μεγαλοφυής ιδέα και μπορεί να δώσει στην κυρία Κραμπ ακόμα και θέση υποψηφιότητας για την πρωθυπουργία.

Ο Άστεγος, που είναι γνωστός με το όνομα «κύριος Βρομύλος», έκανε κι αυτός τη δική του δήλωση: «Μήπως θα μπορούσατε να μου δώσετε ακόμα ένα λουκάνικο;».
«Δεν ήταν δική σου ιδέα, μητέρα», είπε απότομα η Χλόη που παραήταν νευριασμένη για να κάνει απλώς μούτρα.

«Τρόπος του λέγειν, αγάπη μου…»

Η Χλόη την κοίταξε άγρια αλλά εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο.

«Ας το σηκώσει κάποιος. Λογικά για μένα είναι», δήλωσε η μητέρα με ύφος χιλίων καρδιναλίων.

Η Άναμπελ πήγε υπάκουα να σηκώσει το τηλέφωνο. «Οικία Κρόοοοαμπ. Ποιος ομιλεί παρακαλώ;» ρώτησε όπως ακριβώς την είχε ορμηνέψει η μητέρα. Η μητέρα είχε μάλιστα και ειδική φωνή για το τηλέφωνο, λίγο πιο ψηλομύτικη από την κανονική της.

«Ποιος είναι;» ρώτησε η μητέρα.

«Είναι ο πρωθυπουργός», απάντησε η Άναμπελ βάζοντας το χέρι της στο ακουστικό για να μην ακούγεται

«Ο πρωθυπουργός;» έκρωξε η μητέρα. Και εκτοξεύτηκε μέχρι το τηλέφωνο. «Ομιλείτε με την κυρία Κρόοοοαμπ!» είπε με μια απίστευτα γελοία φωνή, πιο ψηλομύτικη κι από την ψηλομύτικη που είχε για τα κανονικά τηλεφωνήματα. «Ναι, σας ευχαριστώ, κύριε πρωθυπουργέ. ήταν πολύ ωραίο το κομμάτι στην εφημερίδα, κύριε πρωθυπουργέ».

Της έτρεχαν τα σάλια πάλι. Ο μπαμπάς ύψωσε τα μάτια στο ταβάνι με απόγνωση.

«Θα χαρώ πολύ να εμφανιστώ στην Ώρα των ερωτήσεων, κύριε πρωθυπουργέ», συνέχισε η μητέρα. Μετά σιώπησε. Η Χλόη μπορούσε να ακούσει ένα μουρμουρητό από την άλλη άκρη της γραμμής και μετά σιωπή.

Η μητέρα έμεινε με το στόμα ανοιχτό. «Τι;» γρύλισε στο τηλέφωνο χάνοντας προς στιγμήν και την αυτοκυριαρχία της και την αξιοπρέπειά της.
Η Χλόη κοίταξε ερωτηματικά τον μπαμπά κι αυτός ανασήκωσε τους ώμους του.

«Τι εννοείτε, θέλετε να έρθει και ο άστεγος;» ρώτησε η μητέρα δύστροπα.

Ο μπαμπάς χαμογέλασε. Η Ώρα των ερωτήσεων ήταν ένα σοβαρό τηλεοπτικό πρόγραμμα με πολιτικές συζητήσεις. ήταν η μεγάλη ευκαιρία της μητέρας να λάμψει και προφανώς δεν ήθελε να της το χαλάσει ένας βρομιάρης γερο-αλήτης.

«Ναι», εξακολούθησε η μητέρα, «ξέρω ότι έτσι είναι πιο καλή η ιστορία, αλλά είναι ανάγκη να έρθει και αυτός; Βρομάει τρομερά!»

Ακολούθησε ακόμα μια μικρή παύση όσο μιλούσε ο πρωθυπουργός και το μουρμουρητό από την άλλη άκρη της γραμμής δυνάμωσε. Η Χλόη εντυπωσιάστηκε από τον συνομιλητή της μητέρας της. Όποιος μπορούσε να κάνει τη μητέρα να σταματήσει να μιλάει για λίγο, ήταν όντως ικανός να κυβερνήσει τη χώρα.

«Ναι, ναι, αν αυτό θέλετε, κύριε πρωθυπουργέ, τότε φυσικά αυτό θα γίνει, θα πάρω και τον κύριο Βρομύλο. Σας ευχαριστώ πολύ για το τηλεφώνημα. Παρεμπιπτόντως, κάνω πολύ ωραία, ζουμερή λεμονόπιτα. Αν ποτέ περάσετε από δω, θα χαρώ να σας προσφέρω κανέναν κομμάτι. Όχι; Καλά, χαίρετε… Γεια σας… Γεια σας…»

Έλεγξε μια τελευταία φορά ότι είχε πράγματι κλείσει. «Γεια σας».
Hugh Bonneville (Βρομύλος) και Nell Tiger Free (Χλόη) από την τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου (Πηγή)
Σχόλια
«Ο νέος Ρόαλντ Νταλ» γράφει ο Guardian στο εξώφυλλο. «Ο νέος Ρόαλντ Νταλ είναι εδώ», διαβάζουμε και από τους Times στο αφτί του οπισθόφυλλου. Τα σκίτσα του Κουέντιν Μπλέικ παραπέμπουν όσο πιο άμεσα γίνεται στα έργα του αείμνηστου φίλου και επί δεκαετίες συνεργάτη του. Ο τίτλος αλλά και το νεαρό κορίτσι με τον παράξενο συνοδό, αναμφίβολα κάτι μας θυμίζουν. Και ήδη από τις πρώτες αράδες, συναντάμε ένα σωρό στοιχεία από τη γραφή του Νταλ: η θεματική, η επιλογή των ηρώων, η χρήση υπερβολών και αντιθέσεων, το "λερωμένο" χιούμορ... κι όταν στην τρίτη σελίδα διαβάζουμε (σ.13) Τα γένια του ήταν γεμάτα με παλιά κομματάκια αυγών και λουκάνικων και τυριών που είχαν πέσει από το στόμα του χρόνια πριν, άλλο ένα καμπανάκι συνειρμών χτυπάει. Η ιδέα είναι δανεισμένη (λέγε με Έλγιν) από τους Βλακέντιους του Νταλ, όπου επίσης στην εισαγωγή (4η-5η σελίδα -σ.21) διαβάζουμε Και το αποτέλεσμα ήταν, αφού μάλιστα δεν πλενόταν ποτέ, κολλημένα στο μούσι του να φιγουράρουν αμέτρητα υπολείμματα από πρωινά, μεσημεριανά και βραδινά γεύματα. (...) θα βλέπατε ξεραμένα αβγά, σπανάκι, σάλτσα ντομάτα, κροκέτες ψαριού, κομματάκια από συκωτάκια πουλιών και πλήθος ακόμη από τα αηδιαστικά φαγητά που ο κύριος Βλακέντιος συνήθιζε να τρώει. Το μενού βέβαια αλλάζει, αλλά ο προβληματισμός παραμένει: τι ακριβώς συμβαίνει εδώ; Μήπως ο Ουάλιαμς κλείνει το μάτι στους φίλους του Νταλ, εμφυτεύοντας στο έργο του οικείες παραπομπές; Μήπως πίσω απ' αυτό βρίσκονται οι εκδότες, που σκοπό έχουν να δημιουργήσουν έναν πολυαναμενόμενο τεχνητό διάδοχο; Ή απλώς, ως θαυμαστής του Νταλ, ο συγγραφέας υιοθέτησε αυτά τα στοιχεία στη γραφή του με φυσικό τρόπο; Την αλήθεια δεν την ξέρουμε και μάλλον δεν χρειάζεται να την ψάξουμε περισσότερο, αφού τελικά το βιβλίο που διαβάσαμε ήταν πολύ ωραίο! Κρατάμε ωστόσο τους παραπάνω προβληματισμούς στο πίσω μέρος του κεφαλιού μας για το μέλλον.
ο παλιός Roald Dahl ποζάρει με τα σκυλάκια του (πηγή)
Η κοινωνική κριτική στην ιστορία του κυρίου Βρομύλου είναι έντονη. Πώς αντιμετωπίζει η κοινωνία τους αστέγους; Πόσο υποκριτής μπορεί να γίνει ένας πολιτικός για να πετύχει τους στόχους του; Μας θεωρούν οι έμποροι στ' αλήθεια τόσο χαζούς; Και πού επιτέλους σταματάει η εξουσία των ΜΜΕ; Αξιακά, ο συγγραφέας πραγματοποιεί επίθεση στους ιδιοτελείς και τους συμφεροντολόγους, που συγκρινόμενοι με τον άστεγο πρωταγωνιστή, αναδεικνύονται τελικά βρομύλοι πρωταθλητές. Σ' ένα επόμενο βέβαια επίπεδο, θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί «γιατί το σύστημα επιτρέπει σ' ένα παιδί του να το κατακρίνει;» Είναι και η ευαισθητοποίηση αυτή τελικά μέρος του παιχνιδιού;
ο νέος Ρόαλντ Νταλ ποζάρει με το βιβλίο του (πηγή)
Σε κάποια σημεία, η γλώσσα «ξεφεύγει» κάπως και μας δίνει φράσεις όπως (σ. 169) «ένα μικρό κορίτσι, έναν αλήτη βαμμένο σαν τραβεστί και τον σκύλο του» ή λίγο πιο πέρα (σ.173) «Κύριε πρωθυπουργέ... (...) δε μας χέζετε!» που ωστόσο είναι ελαφρύτερο από το Stick it up your fat bum του πρωτοτύπου και σίγουρα όχι καταστροφικό για μαθητές άνω των 9 ετών - ειδικά αν το στυλ του Νταλ τους εκφράζει και έχουν φτάσει ως εκείνη τη σελίδα του βιβλίου. Καλό είναι ωστόσο να το λάβουμε υπόψη μας, σε περίπτωση που προκύψουν σχετικές απορίες ή αργότερα ακούσουμε τέτοιες φράσεις να επαναλαμβάνονται από τα στόματα των παιδιών. Αντίστοιχα, ίσως θα χρειαζόταν να γίνει μια συζήτηση γύρω από τον χαρακτήρα της κυρίας Κραμπ (που δεν έχει την κράμπα μόνο το όνομα), ώστε οι μικροί αναγνώστες να μην βάλουν όλες τις αυστηρές μαμάδες «στο ίδιο καζάνι». Αν μάλιστα συνειδητοποιήσουμε ποια είναι τα χαρακτηριστικά που την κάνουν αντιπαθή και εντοπίσουμε αντίστοιχά τους στην δική μας προσωπικότητα, ίσως αξίζει να προσπαθήσουμε να ελέγξουμε κάποιες αρνητικές μας τάσεις (αυτοβελτίωση).
Με το παρόμοιο θέμα, «νεαρός φοιτητής του Harvard φιλοξενεί στην αυλή του άστεγο άνδρα, που του δίνει ένα μάθημα ζωής», υπάρχει για τους φίλους της 7ης τέχνης και αντίστοιχη χολιγουντιανή ταινία (With Honors, 1994) που επίσης συνδέεται με τα Χριστούγεννα: την εποχή όπου ανάμεσα σε γαλοπούλες, κουραμπιέδες και μελομακάρονα, θυμόμαστε και τους αναξιοπαθούντες. Το συγκινητικό happy end του βιβλίου, με τον κύριο Βρομύλο να φεύγει λέγοντας Η δουλειά μου εδώ, τελείωσε (σ.197), για να δώσει τη βοήθειά του στον επόμενο που θα τολμήσει να τον βάλει στη ζωή του, ίσως θυμίσει σε κάποιους το τέλος του Chocolat με την περιπλανώμενη μάγισσα. Και μια και φτάσαμε την κουβέντα στη σοκολάτα, να αναφέρουμε ότι στο βιβλίο η μικρή Χλόη αντιμετωπίζει πρόβλημα διατροφής (σ.55) το οποίο στην τηλεοπτική μεταφορά δεν παρουσιάζεται - ίσως για να κρατήσει την εικόνα της ηρωίδας γυαλιστερή και συμπαθή στο καλομαθημένο, ευρύ κοινό.
ο Joe Pesci στον ρόλο του άστεγου που φιλοξενεί ο Brendan Fraser
Χρήση στην τάξη
Εκτός από την κοινωνική κριτική, υπάρχουν στο βιβλίο και χρήσιμα μηνύματα για εκπαιδευτικούς και εκπαιδευόμενους. Η Χλόη μαθαίνει να αντιμετωπίζει τους φόβους της και να υπερασπίζεται τον εαυτό της αλλά και τους φίλους της απέναντι σε όσα την τρομοκρατούν. Ο ευγενικός άστεγος στέκεται δίπλα της και ενεργεί όπως ένας καλός δάσκαλος: την ενισχύει να εκφραστεί, την εμπνέει να του διαβάσει τις ιστορίες που έχει επινοήσει και τελικά της προτείνει να ανοίξει τα φτερά της και να γίνει συγγραφέας. Δεν την οδηγεί στον δρόμο που διαλέγει εκείνος, αλλά της επαναλαμβάνει "πρέπει να βρεις τι ευχαριστεί εσένα". Ίσως αποσπάσματα των διαλόγων αυτών στο παγκάκι του πάρκου, μας δώσουν αφορμή να μιλήσουμε για τα όνειρά μας στην τάξη.

Οι εκπαιδευτικοί μπορούν εδώ να βρουν ένα αρχείο zip με 8 δραστηριότητες (κυρίως δημιουργικής γραφής) που μεταφράζονται εύκολα από τα αγγλικά και να τις προσαρμόσουν στις ανάγκες της τάξης τους. Πώς θα σχεδίαζες το διαφημιστικό σου φυλλάδιο αν κατέβαινες για υποψήφιος σαν τη μητέρα της Χλόης; Αντίστοιχα, οι δάσκαλοι των Αγγλικών μπορούν εδώ με περίπου 15 λίρες να αγοράσουν ένα πακέτο δραστηριοτήτων εμπνευσμένων από το κείμενο.

Το βιβλίο μας δίνει φυσικά αφορμή να μιλήσουμε για τους αστέγους και τις ιστορίες τους. Ανθρώπους σαν κι εμάς που βρέθηκαν από τη μια μέρα στην άλλη στους πέντε δρόμους. Οι εκπαιδευτικοί της Αθήνας που επιθυμούν μια πιο βιωματική προσέγγιση, έχουν την ευκαιρία να περιηγηθούν στο κέντρο της πόλης μέσα από τις Αόρατες Διαδρομές - ξεναγήσεις από αστέγους, που διοργανώνονται από το περιοδικό Σχεδία (κάθε Σάββατο στις 11.00 - τηλ. 213 0231220).
Ξενάγηση από αστέγους (Πηγή)
Στην πράξη, μια καλή ιδέα θα ήταν να διοργανώσουμε χριστουγεννιάτικη αγορά με μεταχειρισμένα παιχνίδια, βιβλία και κατασκευές, ώστε να συγκεντρώσουμε λίγα χρήματα για ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη. Στο δικό μας σχολείο, στα πλαίσια του προγράμματος Πείνα στον Κόσμο, τα παιδιά της Στ' εισάκουσαν την έκκληση των παιδικών χωριών S.O.S και προσφέροντας (όλα) τα χρήματα που είχαν συγκεντρώσει στο περσινό μίνι - Bazaar, αγόρασαν τρόφιμα που παρέδωσαν στα γραφεία της περιοχής. Υπενθυμίζουμε ότι την ίδια στιγμή, υπάρχουν δήμοι στην πολιτισμένη Ευρώπη που τοποθετούν στα παγκάκια κάγκελα, ώστε να αποτρέψουν τους άστεγους από το να κοιμηθούν σε αυτά.
Για να κλείσουμε την ανάρτηση πιο ανάλαφρα, οι μικροί φίλοι της Χλόης και του Βρομύλου, μπορούν να συνδεθούν στην επίσημη ιστοσελίδα του βιβλίου και να παίξουν διάφορα παιχνίδια, ανάμεσά τους και κάτι σαν boules σε μπανιέρα, με αντίπαλο τη Δούκισσα!

Share/Bookmark

Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014

Ιστορίες για δειλούς και θαρραλέους

Υπόθεση
Ο Γιάννης σώζει τον φίλο του Ορέστη από τη συμμορία των «Αχώνευτων», που τον έχει στριμώξει σε μια γωνιά και τον κοροϊδεύει. Τον αποκαλούν «κοτούλα» επειδή του αρέσει το διάβασμα και τα γέλια-κακαρίσματά τους ακούγονται σε όλη τη γειτονιά. Το ίδιο βράδυ, ο παππούς και η γιαγιά συμβουλεύουν τον Γιάννη να μη δίνει σημασία σε λόγια του αέρα. Όμως εκείνος είναι αποφασισμένος να δώσει στη συμμορία ένα μάθημα. Πείθει τον παππού του να φέρει μερικές κότες από το χωριό και καταστρώνει ένα πονηρό σχέδιο... Λίγες μέρες αργότερα, ένα προκλητικό μήνυμα αρκεί για να μαζευτούν οι νταήδες στην μπλε αποθήκη πίσω από το σχολείο... και η επίθεση αρχίζει! Θα βάλουν άραγε οι Αχώνευτοι μυαλό;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Χρυσάνθη Τσιαμπαλή - Κελεπούρη
Εικονογράφηση: Νίκη Λεωνίδου
ISBN: 978-618-01-0140-9
Έτος 1ης Έκδοσης: 2013
Σελίδες: 48
Τιμή: περίπου 5 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Παρουσίαση από το ιστολόγιο της συγγραφέως εδώ
Τάξεις: Γ', Δ', Ε'

Ευχαριστούμε τη συγγραφέα για την προσφορά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!

Κριτική
Πολύ χαριτωμένη διδακτική περιπέτεια με θέμα τον σχολικό εκφοβισμό. Η εύληπτη γραφή και η σαφήνεια των μηνυμάτων επιτρέπουν στα παιδιά των μεσαίων τάξεων να απολαύσουν μια ιστορία για ένα θέμα που τους αφορά άμεσα. Η πλοκή κρατάει το ενδιαφέρον ζωντανό ως το τέλος και το γεγονός ότι το κείμενο δεν ξεπερνά τις 2000 λέξεις, επιτρέπει ακόμα και στους άπειρους αναγνώστες να το ολοκληρώσουν ξεκούραστα. Η ιστορία χωρίζεται σε δύο βασικά μέρη, που διηγούνται το ίδιο περιστατικό από διαφορετικές οπτικές, παραδίδοντας ένα εξαίσιο μάθημα ενσυναίσθησης. Η πολύχρωμη εικονογράφηση επικεντρώνεται στις μορφές και λειτουργεί πολύ βοηθητικά, ενώ σε κάποια σημεία "παίζει" και με το κείμενο. Στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου μάς περιμένουν χρήσιμες πληροφορίες και συμβουλές γύρω από το ζήτημα της σχολικής επιθετικότητας, από την ψυχολόγο Γιούλη Μιγγείρου. Το βιβλίο προτείνεται περισσότερο σε παιδιά των μεσαίων τάξεων του Δημοτικού, με τα αγόρια να έχουν περισσότερες πιθανότητες ταύτισης με τους πρωταγωνιστές Γιάννη και Ντίνο.

  • Απλή γλώσσα
  • Ενδιαφέρον θέμα και οπτική
  • Προσεγμένη παρουσίαση

  • Ο τρόπος που αντιμετωπίζεται η συμμορία των "κακών" μπορεί να δημιουργήσει στα παιδιά λανθασμένες εντυπώσεις

Αξίες - Θέματα
Εκφοβισμός (bullying), Φιλία, Οικογένεια, Βία, Φιλαναγνωσία

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όπου οι Αχώνευτοι μπαίνουν στον αχυρώνα και πέφτουν στην παγίδα του Γιάννη

Εικονογράφηση
Πολύχρωμη, με απλές γραμμές που παραπέμπουν σε παιδικό σχέδιο αλλά και ταυτόχρονα πλούσια, με ολοσέλιδες ζωγραφιές κάθε 3-4 σελίδες και παρουσία μικρότερων σκίτσων σχεδόν σε κάθε σελίδα κειμένου, ώστε να ξεκουράζονται τα μάτια και να γίνεται η ανάγνωση ευχάριστα.

Απόσπασμα
Βιβλία διαβάζουν τα κορίτσια! Τα αγόρια παίζουν ποδόσφαιρο, μπάσκετ και πόλεμο με ξύλα ή βάζουν κόντρες! Κατάλαβες, «κοτούλα»;

Οι Αχώνευτοι, μια ενοχλητική παρέα παιδιών, είχε και πάλι μεγάλα κέφια. Είχαν στριμώξει σε μια γωνία, στη γειτονιά κάτω από το σπίτι μου, τον Ορέστη, το συμμαθητή μου, ένα ήσυχο και καλόβουλο παιδί που του άρεσαν τα βιβλία και γι’ αυτό το κορόιδευαν. Εκείνος είχε σαστίσει. Τα μάτια του έκρυβαν θυμό και φόβο. Δε μιλούσε. Κουβέντα δεν έλεγε. Μονάχα τους άκουγε μαζεμένος σε μια γωνιά.

Δεν ήταν η πρώτη φορά. Το αγαπημένο χόμπι των Αχώνευτων –παρατσούκλι που τους είχαν δώσει τα άλλα παιδιά του σχολείου, μια και με τη συμπεριφορά τους κανείς δεν τους χώνευε – ήταν να ενοχλούν τα άλλα παιδιά. Αν τύχαινε μάλιστα κάποιος να έχει μια φανερή διαφορά από τους υπόλοιπους, την είχε βάψει. Είχε φακίδες; Τον φώναζαν «φακή». Ίσια, ατίθασα μαλλιά; «Αχινό»! Κατσαρά; «Σφουγγαρίστρα». Φορούσε γυαλιά; «Γκαβάδι». Είχε πεταχτά αυτιά; «Αυτάρα». Ήταν αδύνατος; «Καλαμάκι». Χοντρός; «Κεφτέ». Κοντός; «Τάπα». Ψηλός; «Λελέκι»… Για όλους υπήρχε το κατάλληλο κοροϊδευτικό όνομα. Ακόμα και το προτέρημα κάποιου το μετέτρεπαν σε μειονέκτημα και τον κορόιδευαν για αυτό!

Τα σχόλιά τους όμως δεν είχαν να κάνουν μόνο με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά αλλά και με τις συνήθειες και με τις ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού, κι αυτό εμένα με έκανε να θυμώνω ακόμα περισσότερο… «Ακούς εκεί “κοτούλα” επειδή του αρέσουν τα βιβλία! Κι εμένα μου αρέσουν τα βιβλία», σκεφτόμουν, «είμαι δηλαδή κι εγώ κοτούλα; Και γιατί το διάβασμα να έχει να κάνει με αγόρια και κορίτσια, με δειλούς και θαρραλέους;» Ο παππούς μου, που τίποτα δε φοβάται, σας το λέω, συνέχεια βιβλία διαβάζει…

Κατέβηκα κάτω και στάθηκα πίσω τους.
- Βιβλία διαβάζουν όσοι ξέρουν να διαβάσουν! φώναξα με θυμό και αμέσως στενοχωρήθηκα που γινόμουν σαν και αυτούς, όχι, γινόμουν χειρότερος, γιατί κορόιδευα κι εγώ με τη σειρά μου το γεγονός πως ήταν κακοί μαθητές. Τότε όμως είδα τα φοβισμένα μάτια του Ορέστη στη γωνία να με παρακαλούν να τον σώσω, οπότε άφησα στην άκρη τις τύψεις μου.

- Κι εσένα ποιος σου μίλησε; πετάχτηκε ο Ντίνος, ο πιο αχώνευτος από τους Αχώνευτους.

- Ο Ορέστης είναι φίλος μου, μαζί διαλέγουμε τα βιβλία, μαζί διαβάζουμε, και αφού είπες αυτόν «κοτούλα» είναι σαν να είπες κι εμένα.

- Ε τότε ναι, αφού διαβάζετε μαζί, είσαι κι εσύ κοτούλα! Μήπως μένετε και στο ίδιο κοτέτσι; συνέχισε με ειρωνεία και έπιασαν όλοι την κοιλιά τους από τα γέλια.

- Και γιατί είμαστε κοτούλες;

- Γιατί τα αγόρια δε διαβάζουν βιβλιαράκια! Κάνουν αντρικά πράγματα! Οι δειλοί σαν τις κοτούλες διαβάζουν, φώναξε στο τέλος και άρχισε να κακαρίζει δυνατά γελώντας κοροϊδευτικά: Κα κα κα κα κα καααα!

Αμέσως τον ακολούθησαν και οι φίλοι του και γέμισε τόσα κακαρίσματα η γειτονιά που οι γείτονες βγήκαν στα μπαλκόνια να δουν τι συμβαίνει!

Έριξα στους Αχώνευτους ένα άγριο βλέμμα, τράβηξα τον Ορέστη από το μπράτσο και τον οδήγησα στην είσοδο της πολυκατοικίας μας. Όταν ανεβήκαμε επάνω, ο Ορέστης με κομμένη φωνή μού είπε  δεκαπέντε ευχαριστώ.

- Με έσωσες, Γιάννη… δεν τους αντέχω. Και ίσως να έχουν δίκιο… ίσως να είμαι κοτούλα, γιατί πραγματικά τους φοβάμαι!

- Μην είσαι χαζός! Ποιον από αυτούς φοβάσαι; Μια παρέα κακομαθημένων παιδιών είναι που δεν έχουν τρόπους και που τους χρειάζεται ένα καλό μάθημα, είπα και η σκέψη μου αυτή μου άρεσε πολύ. Ένα μάθημα!

Το βράδυ ήρθαν στο σπίτι ο παππούς και η γιαγιά. Όταν έρχονται είμαι πάντα πολύ χαρούμενος, εκείνο το βράδυ όμως οι σκέψεις μου δε με άφηναν να είμαι όπως κάθε άλλη φορά. Το κατάλαβαν και με ρώτησαν τι έχω και αφού επέμειναν πολύ, τους είπα την ιστορία με τους Αχώνευτους.

- Και γι’ αυτό στενοχωριέσαι; απόρησε η γιαγιά και συνέχισε: Μην τους δίνεις σημασία, αγόρι μου! Εσύ να κάνει ό, τι σε ευχαριστεί! Άφησέ τους να λένε. Αέρας είναι τα λόγια και πετούν… αέρας είναι τα λόγια και χάνονται. Μη χαλάς την καρδιά σου για λόγια του αέρα, κατέληξε και με έσφιξε στην αγκαλιά της. Ύστερα έφυγε για το καθιστικό απ’ όπου τη φώναζε η μαμά.

Μείναμε μόνοι με τον παππού. «Η γιαγιά έχει δίκιο», σκεφτόμουν, «αέρας είναι τα λόγια και πετούν, μα γιατί πετούν συνεχώς γύρω από το κεφάλι μου και με κάνουν να τα σκέφτομαι; Γιατί με ενοχλούν όπως το χτύπημα στο γόνατο την προηγούμενη εβδομάδα;».

Σχόλιο
Όπως και νωρίτερα (2008) στο Μίλα μη φοβάσαι, συναντάμε και εδώ την πολύ ενδιαφέρουσα οπτική του νταή, χάρη στην οποία οι αναγνώστες μπορούν να αντιληφθούν ότι ο εκφοβιστής - θύτης είναι συνήθως και ο ίδιος θύμα του περιβάλλοντός του. Αυτό φυσικά δεν τον κάνει αυτόματα αθώο ή ανεύθυνο για τις επιλογές του, ίσως όμως θέτει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Ο νταής δεν είναι ούτε τέρας ούτε προνύμφη εγκληματία, αλλά ένα παραστρατημένο παιδί που χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση, υγιή πρότυπα και αγάπη.

Στην παρούσα ιστορία βέβαια, το ζήτημα οδηγείται άμεσα σε happy end και η μεταστροφή του αντιήρωα Ντίνου από ταραξία σε βιβλιοφάγο επέρχεται μέσα από μια μόλις εμπειρία. Περισσότερο ρεαλισμό από ένα διήγημα δύο χιλιάδων λέξεων ίσως θα ήταν άδικο να περιμένουμε, όμως στην πραγματική ζωή είναι κατανοητό πως παρόμοιες αλλαγές δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς υπομονή και κυρίως διαρκή και συντονισμένη προσπάθεια εκπαιδευτικών και οικογένειας. 

 

Στο κείμενο μπορεί κανείς να εντοπίσει δυο μάλλον αντικρουόμενες τάσεις που θεωρητικά είναι δύσκολο να συνδυαστούν κάτω από κοινό εξώφυλλο. Η πρώτη ανταποκρίνεται στην παράδοση του λαϊκού μύθου: απαιτεί για την κακή συμπεριφορά των Αχώνευτων μια τιμωρία που θα αποκαταστήσει το αίσθημα δικαίου. Η δεύτερη, πιο εξωπραγματική αλλά σύμφωνη με το σύγχρονο και "πολιτικά ορθό" πνεύμα, θέλει π.χ. τον Γιάννη να νιώθει τύψεις γι' αυτά που λέει, την ώρα που επιχειρεί να σώσει τον φίλο του: "Βιβλία διαβάζουν όσοι ξέρουν να διαβάσουν! φώναξα με θυμό και αμέσως στενοχωρήθηκα που γινόμουν σαν και αυτούς, όχι, γινόμουν χειρότερος, γιατί κορόιδευα κι εγώ με τη σειρά μου το γεγονός πως ήταν κακοί μαθητές". 

Αντίστοιχα συμβαίνουν και όταν παππούς και εγγονός απορρίπτουν μεν το ενδεχόμενο "καβγά" με τη συμμορία, συμφωνούν ωστόσο να δώσουν ένα "μάθημα" (που μοιάζει και λίγο με εκδίκηση) στους κακομαθημένους - εξυπνάκηδες, αξιοποιώντας τη συνδρομή του ζωικού βασιλείου. Προκρίνεται τελικά η βία ως μέσο αντιμετώπισης της βίας ή όχι; Εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι η χρήση της (ακόμα κι αν πρόκειται για μια μορφή βίας «έξυπνης», εξ αποστάσεως και δι' αντιπροσώπων) αποδίδει και οδηγεί στην λύση του προβλήματος. 

Για να είμαστε σίγουροι ότι τα παραπάνω δεν θα δημιουργήσουν λάθος εντυπώσεις στα παιδιά, ίσως θα ήταν χρήσιμο να συζητήσουμε στην τάξη για το αν άλλες (λιγότερο δυναμικές) παρεμβάσεις από τον Γιάννη θα μπορούσαν να έχουν αντίστοιχα θετικά αποτελέσματα. Θα ήταν άραγε δυνατό η οικογένεια και οι φίλοι του να καλέσουν τη συμμορία των Αχώνευτων για να μιλήσουν, χωρίς να έχει προηγηθεί η σκηνή πανικού και ταπείνωσης στην αποθήκη; Άλλωστε, μπορεί στο κείμενο να αποφεύγεται η αναφορά σε επικίνδυνα τσιμπήματα, η αντεκδίκηση όμως που ετοίμασαν παππούς και εγγονός, θα μπορούσε στην πραγματικότητα να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα ή (το πιθανότερο) ακόμα βιαιότερες αντιδράσεις από τους προσβεβλημένους νταήδες.

Η ιστορία ξεκινάει και τελειώνει με το θέμα της βιβλιοφιλίας, υπηρετώντας κάπως το σχήμα του κύκλου. Στις πρώτες σελίδες, ο Ορέστης στοχοποιείται από τη συμμορία επειδή του αρέσει να διαβάζει, χόμπι που δήθεν ταιριάζει μόνο σε δειλούς. Στο τέλος, μετά την περιπέτεια, οι  αναμορφωμένοι νταήδες στρέφονται και αυτοί στο διάβασμα, συμμετέχουν μάλιστα και στη Λέσχη Ανάγνωσης. Ο αρχηγός τους, Ντίνος (θυμίζοντας λίγο τον Γιούγκερμαν), ανακαλύπτει και εκείνος τη χαρά του διαβάσματος ξεκινώντας από τη σχολική εγκυκλοπαίδεια.
(Πηγή)
Προβληματισμοί για συζήτηση 
Τι θα πει δειλός; Και τι θαρραλέος; 
Με αφορμή τις μέρες Πολυτεχνείου, αντιγράφουμε από περσινό άρθρο της Μηχανής του Χρόνου μια επιστολή - έκκληση που έστειλε ο συνθέτης Μ. Θεοδωράκης προς τον Γ. Μπιθικώτση, για να τον αποτρέψει απ' το να τραγουδήσει σε νυχτερινό κέντρο τον ύμνο της Χούντας τον Ιούλιο του 1967. 

«Γρηγόρη. Διάβασα με κατάπληξη ότι πρόκειται να τραγουδήσεις στα “Δειλινά” τον “Υμνο της Επαναστάσεως”. Νομίζω ότι είσαι αρκετά μεγάλος για να καταλαβαίνεις τι πρόκειται να κάνεις. Πόσες ευθύνες επωμίζεσαι και σε τι σοβαρούς κινδύνους μπαίνεις. Κάθισε σπίτι σου με αξιοπρέπεια. Μην γκρεμίζεις με μια κλωτσιά αυτό που χτίσαμε μαζί τόσα χρόνια. Μην ακούς τους κερδοσκόπους και τους προσκυνημένους. Μη ρίχνεις στον βούρκο το όνομά σου και το όνομα των παιδιών σου, που σε λίγο θα ντρέπονται για σένα. Κάνε τον άρρωστο. Φύγε για το εξωτερικό. Εκεί μπορείς ν’ αρχίσεις μια καινούργια καριέρα. Η Μελίνα σε περιμένει. Γιατί αν εσύ ο Μπιθικώτσης, το πρωτοπαλίκαρο του Θεοδωράκη, γίνεις επίσημος τραγουδιστής της Δικτατορίας τραγουδώντας αυτό το άθλιο κατασκεύασμα, θα πρέπει να ξέρεις ότι θα γίνεις ο πιο αχάριστος και τιποτένιος προδότης που γέννησε ο Λαός μας. Στο όνομα της φιλίας μας και για χάρη της γυναίκας σου, των παιδιών σου και όλων των αμέτρητων φίλων μας, σε ικετεύω να μ’ ακούσεις για τελευταία φορά. Μετά την Πέμπτη θα είναι αργά. Πάρα πολύ αργά»

Όπως διαβάζουμε στο ίδιο άρθρο, ο Μπιθικώτσης τελικά τραγούδησε στα "Δειλινά". Είπε πως δεν αντέχει να πάει ξανά στην εξορία (είχε ήδη "φιλοξενηθεί" στη Μακρόνησο για τις ιδέες του όταν ήταν 25 ετών) και δεν ξέρω ποιος θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για την απόφασή του, δεδομένων των συνθηκών.

Είναι τελικά εύκολο να χαρακτηρίσουμε κάποιον δειλό ή θαρραλέο με βάση μια απόφασή που παίρνει σ' ένα πιεστικό δίλημμα; Μήπως θα πρέπει με κάποιον τρόπο να λαμβάνουμε υπ' όψη το παρελθόν του, την κατάσταση στην οποία βρίσκεται και το σύστημα αξιών που ακολουθεί; Πόσο εύκολο είναι άραγε να λαμβάνει κανείς θαρραλέες αποφάσεις σε όλη τη διάρκεια της ζωής του; 
Ο Angus Macfadyen ως Robert the Bruce στην ταινία Braveheart (πηγή)
Το κινηματογραφικό σενάριο παρουσιάζει τον αριστοκράτη να δειλιάζει να πολεμήσει για την
ανεξαρτησία της Σκωτίας (ο λαός της οποίας αποφάσισε φέτος ότι τελικά δεν επιθυμεί ανεξαρτησία)
Πώς θα μπορούσαμε να φανταστούμε την παιδική ηλικία διάσημων δικτατόρων όπως ο Χίτλερ ή ο Παπαδόπουλος; Μήπως ως παιδιά αντιμετώπισαν έντονη κριτική και δέχτηκαν από τους συμμαθητές και τους δασκάλους τους χαρακτηρισμούς που επηρέασαν την προσωπικότητα και τη μετέπειτα πορεία τους; Αν υπάρχει έστω και η παραμικρή πιθανότητα κάτι τέτοιο να ισχύει, τότε επιβάλλεται να αντιμετωπίζουμε τους θύτες και τα θύματα των περιπτώσεων σχολικού εκφοβισμού με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή, ώστε να προστατεύσουμε τις μελλοντικές γενιές από ανάλογες περιπέτειες!
(πηγή)
Χρήση στην τάξη
Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε πως το βιβλίο απευθύνεται σε μαθητές των Α' Β' και Γ' τάξεων του Δημοτικού και η έκδοση (μέγεθος στοιχείων, στήσιμο κειμένου, εικονογράφηση, κλπ.) έχει διαμορφωθεί ανάλογα. Ωστόσο, οι μικρές τάξεις -στο δικό μας τουλάχιστον σχολείο- έδειξαν περιορισμένη ανταπόκριση. Αντίθετα, στα μεγαλύτερα παιδιά η ιστορία όχι μόνο άρεσε πολύ, αλλά και είχε άμεσο αντίκτυπο στη συμπεριφορά τους! Το κείμενο κατάφερε να αγγίξει τους μαθητές της Ε' και να περάσει το βασικό του μήνυμα. Έτσι, αγόρια που από την αρχή της χρονιάς δήλωναν "μάγκες", αφού άκουσαν την ιστορία του Ντίνου αποφάσισαν ότι αυτός ο χαρακτηρισμός δεν τους εκφράζει! Ακόμα και μέρες αργότερα, υπήρχαν παιδιά που μιλούσαν στην τάξη για τις κότες - εκδικητές που παραμονεύουν τους νταήδες...

Φυσικά, όπως αναφέρουμε και πιο πάνω, για μια ουσιαστική αλλαγή στη συμπεριφορά, μια συζήτηση και μια καλή ιστορία δεν αρκεί. Δυστυχώς όμως σε πολλές περιπτώσεις οι πόροι και ο χρόνος της σχολικής καθημερινότητας είναι περιορισμένοι.

Το βιβλίο μπορεί να μας δώσει αφορμή να επισκεφθούμε τη σχολική βιβλιοθήκη και να μάθουμε να αναζητούμε πληροφορίες στην εγκυκλοπαίδεια, αλλά και να επιχειρήσουμε να οργανώσουμε μια μικρή Λέσχη Ανάγνωσης στην τάξη. Επίσης, περιέχει αρκετές δυναμικές σκηνές που μπορούμε να αναπαραστήσουμε με παντομίμα, αλλά και θέματα που έχουν ιδιαίτερο εικαστικό ενδιαφέρον: Εμείς συγκεκριμένα, κάναμε μια προσπάθεια να ζωγραφίσουμε πολύχρωμες κότες!
από τις ζωγραφικές μας απόπειρες με την Α' και Β' τάξη

Share/Bookmark