Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

Μόντυ, ο σκύλος που φορούσε γυαλιά

Υπόθεση
Ο Μόντυ είναι ένας -όχι και τόσο- αγαθούλης σκύλος γεμάτος περιέργεια, που φοράει γυαλιά (χωρίς τζάμι) για να θυμάται να βλέπει λίγο καλύτερα. Του αρέσουν τα μπισκότα σοκολάτας και η κρέμα από καρύδια και, σε όποιον χώρο και αν βρεθεί, κερδίζει τις συμπάθειες αλλά φέρνει μεγάλη αναστάτωση. Στο βιβλίο, πέρα από την εισαγωγή όπου μας περιγράφεται το περιστατικό που τον υποχρέωσε να φορέσει γυαλιά, συναντάμε πέντε αυτοτελείς περιπέτειές του: Ο Μόντυ στο μπάρμπεκιου, Ο Μόντυ στο σχολείο, Ο Μόντυ στη βιβλιοθήκη, Η Πρωτοχρονιά του Μόντυ και Ο Μόντυ στο σούπερμάρκετ.

Χαρακτηριστικά 
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Κόλιν Γουέστ (Colin West)
Μετάφραση: Ρένια Τουρκολιά - Κυδωνιέως
Εικονογράφος: Κόλιν Γουέστ (Colin West)
Τίτλος πρωτοτύπου: Monty, the dog who wears glasses
1η Έκδοση:1989 (στα ελληνικά 1995)
ISBN: 978-960-360-518-8
Σελίδες: 68
Τιμή: 0.70 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
To site με τα έργα του συγγραφέα εδώ
Τάξεις: Β', Γ'

Κριτική
Έξι αυτόνομες ιστορίες με ένα σκανταλιάρικο σκυλάκι που σκέφτεται σαν παιδάκι. Το ενδιαφέρον των επεισοδίων είναι κάπως περιορισμένο, οι χαρακτήρες κάποιες φορές φέρονται εξωφρενικά και το χιούμορ που διαπνέει το έργο σχετικά ξεπερασμένο. Η γλώσσα είναι απλή, αν και ίσως δυσκολέψει τους μικρούς αναγνώστες σε κάποια σημεία (χρήση μετοχών, λέξεων όπως φρουφρουδένιος, μπάρμπεκιου, ενθάρρυνση). Επίσης, η συντακτική πλοκή γίνεται μερικές φορές πιο σύνθετη απ' όσο περιμένουμε να συναντήσουμε σε βιβλία για τις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Η μεταφράστρια, εισάγει εκφράσεις που δεν βοηθούν την παραπάνω κατάσταση (τόση φασαρία και μπισκότα γιοκ! σ.44), ενώ ορισμένοι χαρακτηρισμοί μας προβληματίζουν (κυρά μου σ.26, ηλίθιο κανίς σ.55) καθώς δεν θα θέλαμε να τους ακούσουμε να επαναλαμβάνονται από μαθητές της πρώτης. Στα θετικά συγκαταλέγονται τα μεγάλα τυπογραφικά στοιχεία και η πανταχού παρούσα εικονογράφηση, που μπορεί στο στυλ να θυμίζει παλιές γελοιογραφίες, κάνει όμως το βιβλίο να μοιάζει με κόμικ. Τελικά τίθεται θέμα προσανατολισμού: Σε ποιες τάξεις απευθύνεται η έκδοση; Οι μικρές ίσως δυσκολευτούν, ενώ τις μεσαίες είναι πιθανό να τις αφήσει ασυγκίνητες.

Καταλήξαμε στη μέση λύση και το προτείνουμε σε παιδιά Β' και Γ' τάξης. Εννοείται πως περισσότερο θα το συμπαθήσουν τα παιδιά που αγαπούν τα ζώα ή έχουν κάποιο δικό τους σκυλάκι. Το αυτοτελές των ιστοριών δίνει ένα επιπλέον πλεονέκτημα, καθώς μπορούμε να ξαναδιαβάζουμε με τα παιδιά εκείνες τις περιπέτειες που τους αρέσουν περισσότερο. 

Στην πατρίδα του τη Βρετανία, οι περιπέτειες του Μόντυ κυκλοφόρησαν σε έξι βιβλία, ενώ στη γλώσσα μας έχουν μεταφραστεί μόλις τα δύο. Η συμπάθεια προς τον διοπτροφόρο σκύλο κορυφώθηκε τη δεκαετία του '90 και οδήγησε στη δημιουργία μιας σειράς κινουμένων σχεδίων (δεκατρία πεντάλεπτα επεισόδια) για το BBC. Εδώ ένα δείγμα..

Η σκυλοκεντρική θέαση των πραγμάτων που μας δίνει το βιβλίο είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, όχι επειδή προετοιμάζει τα παιδιά να διαβάσουν Μπουλγκάκοφ, αλλά επειδή τα βοηθά να εμπλουτίσουν τις οπτικές τους και να προχωρήσουν από τον εγωκεντρισμό προς την ενσυναίσθηση (χωρίς να υιοθετούμε υποχρεωτικά τη θεωρία του Piaget ή του Flavell) κάτι οπωσδήποτε χρήσιμο.

Αξίες - Θέματα
Χιούμορ, Ζωοφιλία

Εικονογράφηση
Απόσπασμα
Αυτός είναι ο Μόντυ. Είναι λίγο περίεργος

για σκύλος.

- Αναρωτιέστε γιατί φοράω γυαλιά, ε;

Λοιπόν, μια μέρα πριν ο Μόντυ αρχίσει να
φοράει γυαλιά, έβγαλε βόλτα το νεαρό
Σάιμον Σπρόντ.

Τον περίμενε να βγει από το μαγαζί με τις
καραμέλες, όταν λίγο έλειψε να του
συμβεί ένα άσχημο ατύχημα.

- ΕΪ! ΠΡΟΣΕΧΕ!

Ένας άντρας με ποδήλατο έστριψε
απότομα το τιμόνι γι ανα μη χτυπήσει το
Μόντυ, και στο τσακ κατόρθωσε να
κρατήσει την ισορροπία του.

Ο Σάιμον όρμησε έξω από το μαγαζί.
Ο άντρας τους κοίταξε πάνω από τον ώμο
του καθώς έφευγε:

- Γυαλιά του χρειάζονται του σκύλου σου!

Εκείνο το βράδυ ο Σάιμον
κάθισε και το σκέφτηκε. Όχι,
δηλαδή, ότι ο Μόντυ δεν
έβλεπε μπροστά του, αλλά
να, ένα ζευγάρι γυαλιά θα του
θύμιζαν πάντα το ατύχημα που κόντεψε
να πάθει και θα τον έκαναν πιο προσεκτικό
στο μέλλον.

Έτσι, ο Σάιμον έψαξε και βρήκε ένα
παλιό ζευγάρι γυαλιά ηλίου και έβγαλε
τους φακούς. Έτσι, χωρίς φακούς,
τα φόρεσε στο Μόντυ.

Του Μόντυ δεν του πολυάρεσαν τα
γυαλιά. Του τσίμπαγαν τη μύτη και ένιωθε
άβολα. Τότε ο Σάιμον ξεβίδωσε λίγο τις
μικρούλικες βιδίτσες και άνοιξε τα πλαϊνά
όσο χρειαζόταν για να μπαίνουν άνετα
και να στέκονται στ’ αυτιά του.

Αυτό ήτανε! Τώρα μάλιστα! Του
πήγαιναν περίφημα! Όλοι συμφωνούσαν ότι
ο Μόντυ ήταν πιο όμορφος με τα γυαλιά!

Προβληματισμοί για συζήτηση
Τα βλέπω όλα ροζ
Ο Μόντυ φοράει γυαλιά, και ξέρει ότι τον κάνουν να δείχνει διαφορετικός αλλά και ομορφότερος. Εσείς έχετε συμμαθητές που χρησιμοποιούν γυαλιά; Πώς σας φαίνονται όταν τα φορούν και πώς όταν τα βγάζουν; Έχετε ακούσει ιστορίες για παιδιά που ντρέπονται να φορέσουν τα γυαλιά τους; Πολύ συχνά αυτό συμβαίνει επειδή φοβούνται την κριτική των συμμαθητών τους! Υπάρχουν μάλιστα και σχετικά βιβλία όπως Τα γυαλάκια της Μαλένας ή το Καρλότα - δε θέλω να φορέσω γυαλιά! με ένα κοριτσάκι του νηπιαγωγείου που κρύβει τα γυαλιά του για να αποφύγει να τα φορέσει...τελικά όμως καταλαβαίνει τη χρησιμότητά τους και τα αναζητά.

Αν πάτε στο γιατρό επειδή δυσκολεύεστε να διαβάσετε ή να δείτε στον πίνακα και σας προτείνει να φορέσετε γυαλιά, μην ντραπείτε... Βρείτε έναν σκελετό που σας γεμίζει αυτοπεποίθηση και δοκιμάστε τα, είναι για το καλό σας! Με τη βοήθεια των γυαλιών, η όρασή σας θα αναπτυχθεί σωστά και τα μάτια σας θα είναι προστατευμένα. Αν σας τα δώσει ως βοηθήματα ενάντια στο στραβισμό, και πάλι είναι σωστό να τα φοράτε μέχρι να διορθωθεί η όρασή σας.

Μερικές χρήσιμες συμβουλές για να προστατέψετε τα μάτια σας την ώρα του διαβάσματος:

  • Κρατήστε το βιβλίο σας τουλάχιστον 30 πόντους μακριά από τα μάτια
  • Φροντίστε ώστε ο χώρος που διαβάζετε να φωτίζεται καλά
  • Κάνετε συχνά διαλείμματα, είτε διαβάζετε από βιβλίο, είτε από την οθόνη υπολογιστή. Στα διαλείμματα αυτά δοκιμάστε να κοιτάζετε γύρω γύρω αντί να εστιάζετε σε ένα σημείο.
  • Αν η μυωπία σας είναι μικρή (μέχρι 2 βαθμούς), προσπαθήστε να διαβάζετε χωρίς γυαλιά, ή χρησιμοποιώντας τους παλιούς σας φακούς.
Τζακ! φάτον!
Στο βιβλίο, μαθαίνουμε ότι ο Μόντυ τρελαίνεται για μπισκότα σοκολάτας, κέικ φρούτων και κρέμα από καρύδια, ενώ τον βλέπουμε να μασουλάει τσιπς από το πάτωμα και να χλαπακιάζει καλοψημένα (και καμένα) λουκάνικα στο μπάρμπεκιου. Δεν είναι υπέροχο να ταΐζουμε το σκυλάκι μας όλα εκείνα που μας αρέσει και μας να τρώμε; ...είναι όμως σωστό να τρώει ένα σκυλάκι ότι τρώμε και μεις; 

Η απάντηση είναι "δυστυχώς όχι". Αν αγαπάμε τα κατοικίδιά μας, θα πρέπει να σεβαστούμε ότι είναι διαφορετικά ζωάκια από τους ανθρώπους, με διαφορετικό πεπτικό σύστημα και διαφορετικές ανάγκες. Ο σκύλος συγκεκριμένα, ως σαρκοφάγο, έχει άλλο μεταβολισμό από τον ανθρώπινο, κι έτσι τα γλυκά που σε μας προκαλούν ευχαρίστηση και τόνωση, σε κείνον κάνουν πολύ κακό. Η αγαπημένη μας σοκολάτα, είναι για τους σκύλους τοξική και δηλητηριώδης, επομένως πρέπει να αποφεύγεται. Κακό τους κάνουν επίσης και διάφορες άλλες τροφές που σε μας φαίνονται ακίνδυνες ή τις έχουμε συνδέσει μαζί τους από τα κινούμενα σχέδια (π.χ. κόκαλα).

Καλό είναι λοιπόν, πριν αρχίσουμε να μιμούμαστε τον Σάιμον και να  "ανταμείβουμε" το σκυλάκι μας με λιχουδιές, να ρωτήσουμε κάποιον ειδικό, που ξέρει ποιο είναι το καλύτερο για την υγεία του.

Share/Bookmark

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Το ημερολόγιο ενός σπασίκλα 7: Στους δύο τρίτος δε χωρεί

Υπόθεση 
Τα Χριστούγεννα πέρασαν, όμως η ζωή του Γκρεγκ Χέφλι παραμένει ταραγμένη... Ένας απρόσκλητος συγγενής, ο τυχοδιώκτης θείος Γκάρι, έρχεται να εγκατασταθεί στο σπίτι, προσφέροντας λίγη επιπλέον αναστάτωση. Σαν να μην έφτανε αυτό, ένας χορός διοργανώνεται στο σχολείο την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου. Ο Γκρεγκ φοβάται μήπως μείνει χωρίς ντάμα, οπότε ξεκινάει να προσεγγίζει τις συμμαθήτριές του, ακολουθώντας τις συμβουλές του "έμπειρου" θείου! Λίγο πριν τον απορρίψουν όλες, καταφέρνει με τη βοήθεια του φίλου του Ρόουλι, να βρει μια συνοδό. Τι μπορεί να πάει στραβά τη βραδιά του χορού; 
 
Χαρακτηριστικά  
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Τζεφ Κίνι (Jeff Kinney)
Μετάφραση: Πετρούλα Γαβριηλίδου
Εικονογράφηση: Τζεφ Κίνι 
ISBN: 978-618-01-0013-6
Τίτλος πρωτοτύπου: Diary of a Wimpy Kid: The Third Wheel
Έτος 1ης Έκδοσης: 2012 (στα ελληνικά 2012)
Σελίδες: 226
Τιμή: περίπου 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Το site του βιβλίου εδώ για τις ταινίες εδώ
Τάξεις: Ε’, Στ’, Γυμνάσιο 

Κριτική
Η έβδομη συνέχεια της ξεκαρδιστικής ιστορίας του Γκρεγκ Χέφλι από τη σειρά Το Ημερολόγιο ενός Σπασίκλα, συνεχίζει με αρκετή επιτυχία τον θρύλο που δημιούργησαν οι προηγούμενοι τόμοι - ενώ στον κινηματογράφο παρουσιάζεται μια νέα του ταινία. Όπως πάντα, οι διαρκείς προβληματικές καταστάσεις στις οποίες μπλέκει ο ήρωας, δεν αφήνουν τον αναγνώστη να βαρεθεί. Η εικονογράφηση συνεχίζει επίσης στα ίδια μονοπάτια και όσοι την εκτίμησαν στα προηγούμενα βιβλία, δεν θα απογοητευτούν από το πενάκι του συγγραφέα.

Το βιβλίο προτείνεται περισσότερο σε μαθητές της Ε’ και Στ’ τάξης αλλά και του γυμνασίου. Κι ενώ θεωρητικά θα έπρεπε να αρέσει περισσότερο στα αγόρια (που μπορούν να ταυτιστούν με τον Γκρεγκ) στην πράξη φαίνεται να το διασκεδάζουν εξίσου (αν όχι περισσότερο) και τα κορίτσια!

Ο Γκρεγκ μεγαλώνει και προχωράει στην εφηβεία. Σε αυτό το επεισόδιο μοιάζει λιγότερο καλόκαρδος και περισσότερο εγωιστής, παραμένει όμως αρκετά αγαθιάρης, παρορμητικός και "ψαρωμένος", με αποτέλεσμα να κάνει διαρκώς γκάφες! Ειδικά όταν ακολουθεί τις συμβουλές του "κοσμογυρισμένου" θείου του Γκάρι, η καταστροφή δεν αργεί να έρθει... Αυτή τη φορά ο αδελφός Ρόντρικ έχει ελάχιστη συμμετοχή, καλύπτει όμως επάξια το κενό του ο μικρός Μάνι, στον οποίο είναι αφιερωμένο ένα μεγάλο κομμάτι στην εισαγωγή. Στο 7ο βιβλίο, οι (κλασικές πλέον) αποτυχίες του Γκρεγκ έχουν να κάνουν με την αναζήτηση της κοπέλας που θα τον συνοδεύσει στον χορό. Άγχος, αψυχολόγητα λάθη, απειρία, όλα συντελούν στο τελικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, ο ήρωας έχει μάθει να μη δίνει σημασία στις απανωτές αναποδιές και να συνεχίζει τις προσπάθειές του με αλύγιστη θέληση, μέχρι να τα καταφέρει!

Το χιούμορ είναι και πάλι το δυνατό σημείο του βιβλίου, παρότι ίσως υστερεί λιγουλάκι σε σχέση με τον προηγούμενο τόμο (συμφωνούν και τα παιδιά που το διάβασαν). Η αμείλικτη κριτική σε θέματα που ο συγγραφέας "αγαπά να τυραννά" όπως η μόδα της προοδευτικότητας, η κουλτούρα των βιντεοπαιχνιδιών και των τηλεοπτικών εκπομπών, τα στραβά του εκπαιδευτικού συστήματος, κ.ά. συνεχίζεται, ενώ αυτή τη φορά γίνεται αναφορά και στους έντιμους προεκλογικούς αγώνες, τα τυχερά παιχνίδια (ξυστό), την ανισότητα μεταξύ καθηγητών και μαθητών στο σχολείο, κ.ά. Έτσι, πέρα από το ψυχαγωγικό του πράγματος, γίνεται και έμμεση προβολή κάποιων αξιών.

Λόγω του θέματος, το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου αφορά στις σχέσεις των δύο φύλων: πώς αυτές διαμορφώνονται στο σχολείο και πώς αλλάζουν όσο η ηλικία προχωράει. Στο γυμνάσιο π.χ. η τάξη σταματάει να κάνει "γιούχου" (σελ. 128) όταν ένα αγόρι και ένα κορίτσι σηκώνονται για να συνεργαστούν (σ.σ. η δική μας τάξη κάνει "ωωωω"), ενώ τα αγόρια προσπαθούν να κερδίσουν το ενδιαφέρον των κοριτσιών, συγκρατώντας την ανωριμότητά τους και αποφεύγοντας να κάνουν χαζομάρες όσο αυτά είναι παρόντα. Για πόσο άραγε να μπορούν να κρατηθούν;

Ολοκληρώνοντας να αναφερθούμε στο θέμα των τυχερών παιχνιδιών... Ακόμα κι όσοι δεν έχουν διαβάσει τον "παίκτη" του Ντοστογιέφσκι, ξέρουν ότι ο εθισμός που αυτά προκαλούν είναι μεγάλος. Ο θείος Γκάρι (καμία συγγένεια με το σαλιγκάρι) στο βιβλίο, μοιάζει εντελώς απαξιωμένος, ξοδεύει όλα του τα χρήματα στο ξυστό, κάνει ακόμα και απατεωνιές με απώτερο σκοπό να καταφέρει να παίξει κι άλλο. Στο τέλος της ιστορίας όμως δικαιώνεται, αφού ένα λαχείο του κερδίζει και του αποφέρει 40.000 δολάρια. Ας ελπίσουμε ο θετικός ισολογισμός να μην παρασύρει τα παιδιά να τον μιμηθούν.

Αξίες - Θέματα
Χιούμορ, Οικογένεια, Εκπαίδευση, Φιλία 

Εικονογράφηση

Απόσπασμα
Πέμπτη
Στην επιστροφή από το σχολείο στο σπίτι ο Ράουλι
μου είπε ότι άκουσε από ένα κορίτσι από την Επιτροπή
Χορού ότι η Αλίσα Γκρόουβ μόλις χώρισε από το αγόρι
της και ψάχνει να βρει ραντεβού για το χορό.

Βλέπετε; ΝΑ γιατί έκανα τον Ράουλι τον άνθρωπό μου.
Η Αλίσα είναι από τα πιο δημοφιλή κορίτσια του σχολείου
μου, οπότε πρέπει να δράσω γρήγορα πριν την προλάβει
κανένας άλλος μυξιάρης από την τάξη μου.

Όταν γύρισα σπίτι, πήρα αμέσως τηλέφωνο την Αλίσα
αλλά δεν το σήκωσε κανείς. Βγήκε σχεδόν αμέσως
ο τηλεφωνητής και χωρίς να το καταλάβω άρχισα
να αφήνω μήνυμα.

- Εμ.. Ναι.. Είμαι ο Γκρεγκ Χέφλι…
Και, εμ, τηλεφωνώ σχετικά, εμ…

Πάτησα το κουμπί με τη δίεση στο τηλέφωνό μας για να
σβήσω το μήνυμα και πήρα πάλι. Αλλά ούτε το δεύτερο
μήνυμά μου ήταν και τόσο φοβερό.

- Γεια σας, είμαι ο Γκρεγκ Χέφλι και θα ήθελα
να μιλήσω στην Αλίσα για να δω αν θα ήθελε… Γαμώτο!

Πρέπει να προσπάθησα γύρω στις είκοσι φορές να αφήσω
μήνυμα γιατί ήθελα να είναι πολύ καλό. Ήταν και ο Ράουλι
όμως μαζί μου στο δωμάτιο και, αν και προσπαθούσε να
μην κάνει καθόλου θόρυβο, εγώ κάθε φορά που τον
έβλεπα δεν μπορούσα να συνεχίσω.


 Έπειτα από λίγο κάναμε μόνο βλακείες με τον Ράουλι και σκάγαμε στα γέλια

 
Ήμουν σίγουρος ότι δε θα κατάφερνα να αφήσω
ένα σοβαρό μήνυμα όσο είχα και τον Ράουλι στο σπίτι,
οπότε διέγραψα και το τελευταίο και έκλεισα το τηλέφωνο.
Αποφάσισα ότι θα μπορούσα κάλλιστα να περιμένω μέχρι
αύριο και να μιλήσω ο ίδιος στην Αλίσα.

Αλλά αυτό που δεν ήξερα ήταν ότι όταν πατούσα
τη «δίεση», δεν έσβηνα τα μηνύματά μου από τον
τηλεφωνητή των Γκρόουβ γιατί δε δουλεύει όπως
ο δικός μας. Έτσι μετά το φαγητό σήμερα το βράδυ
ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα και ήταν ο πατέρας
της Αλίσα.

Ο κύριος Γκρόουβ είπε στον μπαμπά ότι εγώ και
ο φίλος μου είχαμε αφήσει είκοσι μηνύματα – φάρσες
στον τηλεφωνητή του και ότι θα το εκτιμούσε αν
δεν τηλεφωνούσαμε ποτέ ξανά στο σπίτι του.

Οπότε υποθέτω πως πρέπει να διαγράψω την Αλίσα από τη λίστα μου.


Share/Bookmark

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

Το Γιατί των παιδιών φέρνει την ελπίδα

Υπόθεση  
Το λήμμα «γιατί» ξεφεύγει από το ανοιχτό παράθυρο ενός εκδοτικού οίκου και ταξιδεύει στον κόσμο με όχημα ένα τσαλακωμένο χαρτί. Στο δρόμο του θα συναντήσει παιδιά με διάφορα προβλήματα, που αναρωτιούνται "Γιατί" η δυστυχία τούς χτυπάει την πόρτα. Υπάρχει άραγε ελπίδα να διορθωθούν τα στραβά του κόσμου; Ίσως για την απάντηση να πρέπει να κοιτάξουμε στ' αστέρια...

Χαρακτηριστικά 
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Βαγγέλης Ηλιόπουλος
Εικονογράφος: Έφη Λαδά
Σελίδες: 28
1η έκδοση: 2012
ISBN: 978-960-16-4220-8
Τιμή: περίπου 9 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
κριτική από άλλη σελίδα εδώ
Τάξεις: Β', Γ', Δ', Ε'

Ευχαριστούμε τις εκδόσεις Πατάκη και τον συγγραφέα Βαγγέλη Ηλιόπουλο
για την δωρεά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!

Κριτική
Μια μικρή, συγκινητική ιστορία με πολλές εικόνες και λίγα λόγια, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά σε όλο τον κόσμο. Η πένα του Ηλιόπουλου αγγίζει με ευαισθησία μια σειρά από δύσκολα θέματα, με σκοπό να προβληματίσει μεγάλους και μικρούς. Η γλώσσα του είναι όπως πάντα απλή και κατανοητή, αν και η έκφραση με προβλημάτισε λίγο στην αρχή και στο τέλος. Η συμπαθητική έγχρωμη εικονογράφηση δένει με το κείμενο και το συμπληρώνει όπου χρειάζεται, μεταφέροντας στους αναγνώστες μια κάπως μελαγχολική ατμόσφαιρα. Στο τέλος του βιβλίου, μια δραστηριότητα συνεχίζει την ιστορία σε διαδραστικό επίπεδο, αφού καλεί τους μικρούς αναγνώστες να γράψουν και να ζωγραφίσουν μια δική τους περιπέτεια του Γιατί, και να τη στείλουν στον συγγραφέα.

Το βιβλίο απευθύνεται σε παιδιά κάθε ηλικίας (5+), εμείς όμως θα επιλέξουμε να το προτείνουμε σε μαθητές Γ', Δ' και Ε' τάξης Δημοτικού, ώστε και να μπορούν να το διαβάσουν μόνοι τους, και να προβληματιστούν γόνιμα με τα ερωτήματα που ανακύπτουν από το κείμενο. Πολλοί αναγνώστες θα προτιμήσουν να κρατήσουν αποστάσεις από τους χαρακτήρες του έργου,  επιλέγοντας την ασφάλεια του παρατηρητή. Όσοι πάλι ρισκάρουν κι αφεθούν να ταυτιστούν με τους ήρωες, μπορεί να αρχίσουν να ψάχνουν για αστέρια ευχών στο νυχτερινό ουρανό ή να προστάζουν χαρτάκια με λέξεις προσπαθώντας να τα μεταμορφώσουν. Σε κάθε περίπτωση, οι γονείς και οι δάσκαλοι, ας είναι προετοιμασμένοι για φιλοσοφικού τύπου απορίες και συζητήσεις!
Μέσα από το κείμενο, οι μαθητές γνωρίζουν και συναισθάνονται διάφορα προβλήματα που αντιμετωπίζουν άλλα παιδιά σε όλο τον κόσμο. Τα προβλήματα έτσι, παύουν να αντιμετωπίζονται ως συρματοπλέγματα που πληγώνουν και αποκλείουν, και μετατρέπονται για λίγο σε συνεκτικούς κρίκους μιας μεγάλης αλυσίδας που ενώνει τους ανθρώπους όλου του κόσμου. Η λέξη "Γιατί" αποδεικνύεται έτσι μαγική, ακόμα και στην πιο παραπονιάρικη μορφή της, με την οποία τη συναντάμε σε τούτη την  ιστορία.

Αξίες - Θέματα
Ανθρωπισμός, Ανισότητα, Απώλεια, Κακοποίηση, Φαντασία, Ενσυναίσθηση

Εικονογράφηση
Απόσπασμα
...ένα αυγουστιάτικο βράδυ με πανσέληνο,
καθώς η λεξικογράφος τακτοποιούσε τα

χαρτιά της για να φύγει με καλοκαιρινή
άδεια, έφερε το Γιατί μετά από χρόνια, για μια
μόνο στιγμή, πάνω πάνω, πρώτο στη στοίβα!

Αν και το χαρτί του είχε κιτρινίσει,
εκείνο, ζωηρό και παιχνιδιάρικο, δεν
προβληματίστηκε ούτε λεπτό αν αυτό
που θα έκανε ήταν σωστό. Δεν υπολόγισε
ούτε τους συγγενείς του, τους συνδέσμους
και τα άλλα μόρια, ούτε τους φίλους του,
τα επιρρήματα.

Είδε το ανοιχτό παράθυρο κι αφέθηκε
στον αέρα να το οδηγήσει να δραπετεύσει
προς την ελευθερία.

Κι όπως αιωρούνταν ώρες στον αέρα,
ξημέρωσε. Η πόλη του φαινόταν έρημη αλλά
τόσο όμορφη! Το Γιατί την παρατηρούσε
εντυπωσιασμένο. Πιο πολύ το παραξένεψε
ένα κτίριο με κάγκελα στα παράθυρα και
συρματοπλέγματα στον φράκτη, που όμως
στην αυλή του έπαιζαν παιδιά. Σε μια άκρη
πολλοί μεγάλοι κάθονταν λυπημένοι, ενώ
μέσα στο κτίριο μοίραζαν φαγητό. Κατέβηκε
χαμηλά κι ένα παιδί το κοίταξε με τα μεγάλα
μάτια του. Άπλωσε το χέρι και το έπιασε,
το κράτησε στην αγκαλιά του και είπε:

« Γιατί; …Γιατί ο κόσμος να είναι άδικος;
Γιατί να υπάρχει φτώχεια και πείνα;».

κι ύστερα άρχισε να ζωγραφίζει στις
άκρες του χαρτιού κρόσσια, ενώ συνέχισε
να του λέει: «Γιατί όλοι στη Γη δεν είναι
ίσοι; Γιατί μας χωρίζουν σε φτωχούς και
πλούσιους; Εσύ τώρα γίνε μαγικό χαλί, σαν
αυτό του παραμυθιού, και πέταξε ψηλά
στον ουρανό. Πρέπει να μεταφέρεις το
μήνυμά μου παντού. Αν μπορείς να βρεις
και στον μπαμπά μου μια δουλειά για να
πάψουμε να μένουμε εδώ…»

Προβληματισμοί για Συζήτηση
Η Ελπίδα πεθαίνει τελευταία
Οι μαθητές είναι συνήθως πρόθυμοι να μιλήσουν για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Ούτε επιδιώκουν να τα κρύβουν, ούτε κι έχουν διάθεση να "μείνουν πίσω" όταν η τάξη αρχίζει να συζητάει για τα όσα συμβαίνουν στον έξω κόσμο. Καμιά φορά μάλιστα, ακούγονται τόσα πολλά και σοβαρά σε τέτοιες συζητήσεις, που είναι ν' αναρωτιέται κανείς πώς μπορούν τα παιδιά να δείχνουν τόσο ξένοιαστα και χαρούμενα, με τις εφτά πληγές του Φαραώ πάνω απ' το κεφάλι τους... Κι όμως: λίγο επειδή το αύριο βρίσκεται μπροστά τους, λίγο επειδή η ηλικία τους επιτρέπει μειωμένη συναίσθηση της σοβαρότητας των καταστάσεων, τα παιδιά βρίσκουν τελικά έναν τρόπο να γελούν και να ελπίζουν. Ακόμα κι αν ο τρόπος αυτός πετάει στη σφαίρα της φαντασίας, όπως στο βιβλίο που διαβάσαμε.

Τι γίνεται όμως με όσα παιδιά αποφασίσουν να αναζητήσουν πραγματικές λύσεις στα πραγματικά τους προβλήματα; Τι απαντάμε στις απορίες τους; Μπορεί το φωτεινό αστέρι των ευχών να βρει δουλειά στον μπαμπά τους; Μπορούν οι λαμπεροί κόκκοι αστερόσκονης να κάνουν τους γονείς να μην τσακώνονται και να είναι αγαπημένοι; Προφανώς όχι.

Μήπως λοιπόν θα ήταν πιο σωστό να μην ανοίξουμε τον ασκό του Αιόλου με ένα βιβλίο που μας προκαλεί να μιλήσουμε για τέτοια θέματα; Πιο βολικό για εμάς τους μεγάλους, ίσως. Πιο σωστό, σίγουρα όχι. Καλώς ή κακώς, εμείς οι ενήλικοι είμαστε υπεύθυνοι για τον κόσμο που παραδίδουμε στις επόμενες γενιές. Ας έχουμε τουλάχιστον το θάρρος να παραδεχτούμε ότι τον παραδίδουμε γεμάτο μπαλώματα.
Πέντε παιδιά - Πέντε τύποι προβλημάτων - και πόσα άλλα περιμένουν στη σειρά...
Κάθε παιδί που συναντάει το Γιατί, το κλείνει βαθιά στην αγκαλιά του... και μετά το κάνει χαλί, σαΐτα, μπάλα, χαρταετό, καραβάκι... τίποτα δε σταματάει τις απορίες των παιδιών. Το λήμμα έτσι γυρίζει ανά τον κόσμο και συναντάει 5 παιδιά που αντιπροσωπεύουν αντίστοιχες μεγάλες κατηγορίες προβλημάτων: Το φτωχό παιδί που πεινάει και οι γονείς του είναι άνεργοι, το παιδί της πόλης που νιώθει μοναξιά - αφού οι γονείς του δουλεύουν συνέχεια, το παιδί του πολέμου, το άρρωστο παιδί που πονάει στο νοσοκομείο, και τέλος το κακοποιημένο παιδί που κλαίει δίπλα σε έναν κάδο σκουπιδιών.

Έχετε νιώσει ποτέ κοντά σε κάποιο από αυτά τα παιδιά; Ποιο πιστεύετε ότι μπορείτε να καταλάβετε περισσότερο; Υπάρχει κάποιο με το οποίο θα θέλατε να ανταλλάξετε θέσεις επειδή το θεωρείτε τυχερό; Ποιο δεν θα θέλατε με τίποτα να είστε, επειδή νομίζετε πως έχει μεγαλύτερα προβλήματα από εσάς; Σας άρεσε η λύση που δίνεται στο τέλος του βιβλίου; Μήπως εσείς θα μπορούσατε να προτείνετε κάποια άλλη για το πρόβλημα κάθε παιδιού;

Σκεφτείτε το πρόβλημα ενός συνομηλίκου σας. Θα ήταν άραγε δυνατόν, αν συνεργαζόσασταν με τους συμμαθητές σας, να του προσφέρατε μια λύση ή έστω λίγη συμπαράσταση για όλα εκείνα που τον απασχολούν;  Πώς πιστεύετε ότι θα τον έκανε η πράξη σας να αισθανθεί; Εσείς πώς θα νιώθατε αν οι συμμαθητές σας σας υποστήριζαν σε μια δύσκολη κατάσταση;
Χρήση στην τάξη
Παρουσιάσαμε την ιστορία ένα πρωινό στη βιβλιοθήκη του σχολείου και τα παιδιά, ιδίως τα κορίτσια, την άκουσαν με μεγάλο ενδιαφέρον. Το τέλος της, που αρχικά φοβόμουν μήπως τα απογοητεύσει λόγω απουσίας ρεαλιστικών λύσεων, δεν φάνηκε να τα απασχολεί ιδιαίτερα. Ίσως κατά βάθος χάρηκαν που έστω και με τη βοήθεια της φαντασίας έκλεισε (μάλλον μπαλώθηκε) το άνοιγμα προς έναν κόσμο γεμάτο προβλήματα. Πολλά θαύμασαν την ευρηματικότητα του συγγραφέα και κάποια αναρωτήθηκαν αν κάποιο αληθινό γεγονός τον ώθησε να γράψει το βιβλίο. Όταν αναζητήσαμε δικά τους "Γιατί", ένα μοναχικό κορίτσι αναρωτήθηκε "Γιατί οι γονείς μου δεν θέλουν να μου κάνουν ένα αδελφάκι;" κι ένας μαθητής -που προφανώς δεν συγκινήθηκε από το περιεχόμενο- απόρησε: "Γιατί δεν μοιράζεται ο συγγραφέας τα κέρδη από το βιβλίο μαζί μου;" Υπέροχα...

Όπως όλοι γνωρίζουν, τα παιδιά εξηγούν τις εικόνες και τα μηνύματα του βιβλίου σύμφωνα με τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις τους. Όταν στην ιστορία αναφέρεται ότι το πρώτο παιδί βρισκόταν σε "ένα κτίριο με κάγκελα στα παράθυρα και συρματοπλέγματα στον φράκτη, που όμως στην αυλή του έπαιζαν παιδιά (...) ενώ μέσα στο κτίριο μοίραζαν φαγητό", τα παιδιά αντιλαμβάνονται κάτι διαφορετικό ανάλογα με την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση. Στην Κύπρο, οι μαθητές θεώρησαν λέει πως το μέρος ήταν εστιατόριο. Στη δική μας τάξη, τα παιδιά ήταν απολύτως βέβαια ότι επρόκειτο για σχολείο. Το συγκρότημά μας βλέπετε, έχει και κάγκελα στα παράθυρα και την αυλή κυκλωμένη από συρματοπλέγματα...
το σκηνικό του εγκλήματος: πρωινό στη βιβλιοθήκη του σχολείου

Share/Bookmark

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012

Οικογένεια Αναμπουμπούλα

Υπόθεση
Η Οικογένεια Αναμπουμπούλα δεν είναι μια συνηθισμένη οικογένεια, καθώς όλα τα μέλη της (οι γονείς, τα επτά παιδιά και οι έξι θαμμένοι στην αυλή πρόγονοι) είναι μάγοι και μάγισσες. Οι γείτονες που μένουν στο διπλανό σπίτι έπρεπε να ξέρουν ότι ποτέ δεν πρέπει να ενοχλείς μια οικογένεια μάγων και μαγισσών (ούτε και τα κατοικίδιά τους - φίδια, γύπες, βαμπίρ, κατσαρίδες, ντόντο, νυχτόβια χέλια, κ.ά.). Δυστυχώς, όμως, έκαναν αυτό το μοιραίο λάθος. Και μαθαίνουν τώρα από πρώτο χέρι τι κάνουν οι Αναμπουμπούλες στους κακούς γείτονες...

Χαρακτηριστικά 
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Κόλιν Τόμπσον (Colin Thompson)
Μετάφραση: Γιάννης Παπαδημητρίου
Εικονογράφος: Κόλιν Τόμπσον (Colin Thompson)
Τίτλος πρωτοτύπου: The Floods - Neighbours
1η Έκδοση:2005 (στα ελληνικά 2006)
ISBN: 978-960-16-2485-3
Σελίδες: 165
Τιμή: περίπου 7 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
To site της οικογένειας Αναμπουμπούλα εδώ!
Τάξεις: Στ', Γυμνάσιο

Κριτική
Μακάβρια ιστορία "χαριτωμένης φρίκης", γεμάτη με σκοτεινό χιούμορ και πιτσιλισμένη με  αηδιαστικές σκηνές, που μάλλον στοχεύουν στο να τραβήξουν το ενδιαφέρον των πιο "προχωρημένων" αγοριών. Η γλώσσα του έργου είναι σχετικά απλή αλλά όχι πάντοτε αθώα, και τα νοήματα σίγουρα δεν θα δυσκολεύσουν τους νεαρούς αναγνώστες. H μετάφραση αφήνει το κείμενο να ρέει, ενώ η κάπως χονδροειδής εικονογράφηση (η απόδοση των γειτόνων μου θύμισε λίγο σκίτσα του αείμνηστου Jean Marc Reiser) συμπληρώνει το παρακμιακό σκηνικό και συμβάλλει στην όλη ατμόσφαιρα. Η ιστορία είναι χωρισμένη σε 16 μικρά κεφάλαια που δεν κουράζουν, ενώ το στήσιμο του βιβλίου είναι πολύ προσεγμένο. Στο τέλος του, όσοι συμπαθήσουν τους ήρωες, θα βρουν περισσότερες πληροφορίες γι' αυτούς, όπως επίσης μια κάτοψη του σπιτιού με τον κήπο-νεκροταφείο, μερικές εξωφρενικές συμβουλές οικοκυρικής, αλλά και χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή ενός ηλεκτρικού νεκραναστάτη... φαντάζομαι όλο και κάποιος θα τον αναζητήσει μετά την προβολή του Frankenweenie.
Στην πατρίδα της την Αυστραλία, η σειρά (The Floods) είναι τόσο δημοφιλής, ώστε τον Φεβρουάριο του 2013 θα κυκλοφορήσει ο 12ος τίτλος της. Στη χώρα μας μάλλον δεν σημείωσε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία κι έτσι προς το παρόν δεν υπάρχει πρόθεση να μεταφραστούν επόμενα βιβλία. Πάλι καλά που μεταφράστηκε και τούτο δηλαδή, γιατί αν το εξετάζαμε σύμφωνα με τα τυπικά κριτήρια της Παιδικής Λογοτεχνίας, δεν θα εντασσόταν καν στην κατηγορία! -χωλαίνει στο σκέλος "ηθικά ωφέλιμο", αφού ρέπει προς τη βία, τον σαδισμό και την αντιδικία.

Το βιβλίο απευθύνεται κατά τη γνώμη μου σε ένα πολύ ιδιαίτερο κοινό. Εμείς θα το προτείναμε πιθανόν σε μαθητές Στ' τάξης ή Γυμνασίου, μάλλον σε αγόρια και σίγουρα σε παιδιά με συγκεκριμένα γούστα, που είτε δηλαδή εκτιμούν την υποκουλτούρα του dark-goth, είτε διασκεδάζουν με το καυστικό φρικώδες χιούμορ παρακμής που παρόμοιό του συναντάμε στους Βλακέντιους (Twits) του R. Dahl, τα Πειραματόζωα του Αρκά, ή τον Vincent του Tim Burton. Μια και το έργο είναι εμπνευσμένο από τη σειρά Οικογένεια Άνταμς, ένα παλιό στιγμιότυπο θα σας βάλει κάπως στο κλίμα (το επεισόδιο όχι τυχαία σχετικό με την εκπαίδευση). Καλού κακού, διαβάστε και το απόσπασμα, και οι συντηρητικότεροι εξ υμών, ας είστε προετοιμασμένοι να συναντήσετε αρκετά μη συνηθισμένα πλάσματα και μη αποδεκτές συμπεριφορές.
http://www.dailymotion.com/video/xnx6zl_addams-family-s01e01-the-addams-family-goes-to-school_fun
Μαθαίνω ότι υπάρχουν γονείς που είναι φανατικοί επικριτές της σειράς και απαγορεύουν στα παιδιά τους να την αγγίξουν! Κατανοητό ως ένα βαθμό, αλλά και υπερβολικό, ειδικά για ένα βιβλίο που έστω και με έναν (αρκετά) ιδιαίτερο τρόπο, είναι απλώς χιουμοριστικό. Στο κάτω κάτω, κάθε μικρός αναγνώστης έχει δικαίωμα να διαβάζει εκείνα τα (παιδικά) βιβλία που τον ευχαριστούν περισσότερο... ή μήπως όχι;  Από την άλλη, θα συμφωνήσω ότι στο κείμενο περιλαμβάνονται μερικά πολύ κακά παραδείγματα προς μίμηση (σ.39 το χόμπι του Τζίμη  ήταν να μπαίνει κρυφά στα σπίτια των άλλων, να κατουράει πάνω στα έπιπλά τους και να ψήνει κούκλες Μπάρμπι στο φούρνο της κουζίνας τους) ενώ τα οφέλη που μπορεί ένα νεαρό παιδί να αποκομίσει από το συγκεκριμένο ανάγνωσμα, είναι περιορισμένα -κάτι που ωστόσο ισχύει και για πληθώρα άλλων τίτλων. Από μια άλλη οπτική πάντως, ίσως η παιγνιώδης ενασχόληση με τέρατα και σιχαμερές καταστάσεις να μπορούσε να βοηθήσει ορισμένους μαθητές στο να ξεπεράσουν κάποιες φοβίες τους - κάπως σαν το θεραπευτικό παιχνίδι.

Πριν ολοκληρώσουμε, να αναφέρουμε ότι στην ιστορία γίνεται έμμεση κριτική στα ΜΜΕ και γενικότερα την καταναλωτική κοινωνία του δυτικού κόσμου, που παράγει ανθρώπους - τέρατα. Αυτoί καταδικάζονται και γελοιοποιούνται στο πρόσωπο όχι των Αναμπουμπουλέων, που είναι κυριολεκτικά τέρατα, αλλά των γειτόνων τους Στραπάτσων, που είναι τέρατα μόνο μεταφορικά: όλη μέρα τρώνε μπροστά στην τηλεόραση κολυμπώντας μέσα στη βρώμα και την παρακμή, είναι απατεώνες και μισούν τα παιδιά τους. Απαίσιοι χαρακτήρες δηλαδή -αλλά και θύματα του συστήματος- προσπαθούν τελικά να μαζέψουν πάνω τους όλες τις αμαρτίες του κόσμου, για να μην ενοχληθούμε όταν αρχίσουν να υποφέρουν! (Θυμίζω εδώ τα παιδιά-ανταγωνιστές του Τσάρλι στο ο Τσάρλι και το Εργοστάσιο της Σοκολάτας, που επίσης συγκεντρώνουν ένα σωρό απεχθή κουσούρια πριν βρούνε τον μπελά τους από τον συγγραφέα).

Αξίες - Θέματα
Φαντασία, Χιούμορ, Διαφορετικότητα, Μαγεία

Εικονογράφηση
Απόσπασμα
Το πρωινό της οικογένειας Αναμπουμπούλα ήταν κάπως διαφορετικό από αυτό που ξέρουμε στα δικά μας σπίτια. Ο Αττίλας ο γάτος γύριζε από δω κι από κει στην κουζίνα και συνεχώς τριβόταν σε κάποιο πόδι. Η οικογένεια ποτέ δεν ανακάλυψε από πού είχε έρθει αυτό το πόδι ή σε ποιον ανήκε αλλά κάθε πρωί το πόδι αυτό εμφανιζόταν κανονικά στο σπίτι τους, μαζί με όλους τους υπόλοιπους.


Την ώρα του πρωινού, όλοι έτρεχαν από δω κι από κει, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στα κανονικά σπίτια. Όχι όμως επειδή τα παιδιά ήταν άτακτα και ήθελαν να κάνουν του κεφαλιού τους, αλλά επειδή το πρωινό τους πάσχιζε συνεχώς να τους ξεφύγει.

«Άρρωστε! Άλαλε! Σταματήστε επιτέλους να παίζετε με το πρωινό σας και καθίστε να το φάτε!» φώναξε η Μαυρόννα.

«Ναι, μαμά, θα το φάμε, αλλά κοίτα, είναι καταπληκτικό: το πετάμε στο ταβάνι και κολλάει!» της απάντησε ο Άρρωστος. Ο Άλαλος συμφώνησε, κουνώντας απλώς το κεφάλι του και αφήνοντας ένα γρύλισμα. Ο Άλαλος πάντοτε σκέφτεται τα ίδια πράγματα με το δίδυμο αδερφό του, οπότε βαριέται να επαναλαμβάνει ό,τι λέει ο Άρρωστος.

«Χρυσό μου, όλοι μπορούν να κάνουν τους γυμνοσάλιαγκες να κολλάνε στο ταβάνι. Δεν είναι δα και μεγάλο κατόρθωμα! Τρώγε τους όμως τώρα, πριν τους φύγει η ωραία, ζουμερή γλίτσα».

Κάθε φορά, όμως, τουλάχιστον ένας γυμνοσάλιαγκας γλιστρούσε από το ψωμί τους και έτρεχε να βρει καταφύγιο κάτω από την ηλεκτρική κουζίνα.

«Μπέττυ, σταμάτα να βασανίζεις τις ζαχαρένιες νυχτερίδες» είπε η Μαυρόννα. «Βούτηξέ τες στο ζεστό γάλα και τρώγε, αλλιώς θα χρειαστεί να ξαναγυρίσεις στις φρουτόκρεμες».

Το πρόβλημα ήταν ότι η Μπέττυ ήταν πολύ μικρή για να μπορεί να τρώει ζαχαρένιες νυχτερίδες. Ήταν μόνο δέκα χρονών, βλέπετε, και τα μικρά της χεράκια δεν μπορούσαν να τις συγκρατήσουν. Δεν τις βασάνιζε τις νυχτερίδες –δεν ήταν τόσο κακό κορίτσι- ,αλλά κάθε φορά που έπιανε μια με το κουτάλι της και την έφερνε προς το στόμα της, η νυχτερίδα της ξέφευγε και πετούσε για να κρυφτεί πίσω από το ψυγείο. Η Μπέττυ είχε αναγκαστεί να τις αρπάζει με τα χέρια της και να τις τρώει, παρόλο που δεν ήταν και τόσο σωστή αυτή η συμπεριφορά.

Ο Αττίλας ο γάτος συμμετείχε κι αυτός στο γενικό χάος, χοροπηδώντας πάνω στα μάτια της ηλεκτρικής κουζίνας: κυνηγούσε τις νυχτερίδες αλλά, φυσικά, ποτέ δεν κατάφερνε να τις πιάσει.

Μετά το πρωινό, για μία περίπου ώρα, ο Αττίλας βυθιζόταν στη στενοχώρια. Ήταν άσος στο να πιάνει πουλάκια και να τα κάνει χίλια κομμάτια, αλλά νυχτερίδα δεν είχε πιάσει ποτέ του. Παρόλα αυτά, κανένας δεν είχε σκεφτεί να του πει πως οι ζαχαρένιες νυχτερίδες έχουν ένα ειδικό ραντάρ και σε βλέπουν όταν πλησιάζεις.

Ο Βαρούλκος και η Μερλινιάννα είχαν κι αυτοί τα δικά τους προβλήματα με το πρωινό. Τα μυαλά αρουραίων που είχαν στο πιάτο τους ήταν τόσο γλιστερά, ώστε έπεφταν συνεχώς κάτω, στο πάτωμα, κι έτρεχαν κι αυτά κάτω από την ηλεκτρική κουζίνα, παρέα με τους γυμνοσάλιαγκες.

«Επιτέλους, βρε παιδιά! Αν δεν μπορείτε να σταματήσετε το χαζολόγημα, στο εξής θα σας δίνω δημητριακά για πρωινό» είπε η Μαυρόννα, ρίχνοντας εντόσθια δικηγόρου μέσα στο πιατάκι της Σατανέλλας, δίπλα στην πίσω πόρτα του σπιτιού. Η Σατανέλλα έτρωγε πάντα δίπλα στο χαλάκι του γάτου, για να μπορεί να πετιέται γρήγορα έξω στον κήπο. Πολλές φορές, ξερνούσε το φαγητό της και το έτρωγε πάλι και πάλι, μέχρι να αποφασίσει κάποια στιγμή να το κρατήσει στο στομάχι της.

«Μπλιάαααχχχ, δημητριακά» είπε ο Άρρωστος.

«Σίχαμα!» συμπλήρωσε η Μπέττυ.

Μέχρι τα έξι μικρότερα παιδιά να πιάσουν το πρωινό τους και να το φάνε ή να του ρουφήξουν τα σπλάχνα, ίσα που προλάβαιναν να σκουπίσουν τα αίματα και τη γλίτσα από το πιγούνι τους* και να τρέξουν στο μαγικό σχολικό λεωφορείο που εμφανιζόταν κάθε πρωί σε ένα από τα κελάρια του σπιτιού.

«Γρήγορα, παιδιά, βιαστείτε. Το λεωφορείο έρχεται όπου να’ ναι» τους φώναξε η Μαυρόννα. «Ανακατέψτε τα μαλλιά σας και φροντίστε να υπάρχουν ίχνη από αίμα σ’ όλα σας τα νύχια. Δε θέλω να λένε οι άλλοι γονείς ότι δε σας μεγαλώνω σωστά».

«Μαμάαα, η Σατανέλλα έφαγε τις ασκήσεις μου!» είπε η Μερλινάννα.

«Εντάξει, εντάξει! Θα τις ξεράσει πάλι, όταν φτάσετε στο σχολείο» απάντησε η μητέρα της. «Άρρωστε, μην ξεχάσεις να κλειδώσεις την τσάντα σου. Δε θέλω να ξεφύγει πάλι το κολατσιό σου και να δαγκώσει τον οδηγό».

* Και να στύψουν την πετσέτα μέσα σε ένα βαθύ πιάτο από όπου θα έτρωγαν πρωινό τα νυχτόβια χέλια. (Στο τέλος του βιβλίου θα βρείτε περισσότερες πληροφορίες για τα νυχτόβια χέλια και για τα διάφορα άλλα κατοικίδια ζώα της οικογένειας Αναμπουμπούλα.)
το εξώφυλλο της 12ης συνέχειας
Προβληματισμοί για συζήτηση 
Αυτοδικία - Get off my property!
Το δίδαγμα: "όταν κάποιος μας ενοχλεί, του δίνουμε ένα καλό μάθημα" είναι αρκετά προβεβλημένο στην ιστορία, οπότε αν δεν επιθυμούμε τα παιδιά που θα τη διαβάσουν να ενθαρρυνθούν* σε εκδήλωση παρόμοιας συμπεριφοράς (με αφορμή μάλιστα ένα βιβλίο), καλό θα ήταν να συζητήσουμε μαζί τους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά.
(*Βέβαια και μεις έχουμε μεγαλώσει με θέατρο σκιών αλλά δεν σημαίνει ότι μετά καρπαζώνουμε όποιον βλέπουμε στο δρόμο)

Ένα πιθανό επιχείρημα θα μπορούσε να είναι: Όπως όλα όσα διαβάζουμε σε αυτή την ιστορία (μαγικά, τέρατα, δολοφονίες, μεταμορφώσεις) είναι για να γελάσουμε και δεν έχουν θέση στην πραγματική μας ζωή, έτσι και η αυτοδικία δεν έχει θέση στην καθημερινότητα. Άλλωστε δεν λύνει τα προβλήματα, αλλά αντίθετα δημιουργεί περισσότερα από δαύτα, γεννάει τύψεις και αντεκδικήσεις. Θα μπορούσαμε επίσης να συνδυάσουμε αυτή την κουβέντα με το θέμα της σχολικής βίας. Όταν κάποιος μας απειλεί ή μας επιτίθεται, το σωστό δεν είναι να προσπαθούμε να τον αντιμετωπίσουμε ή να τον τιμωρήσουμε μόνοι μας, ούτε βέβαια να το κρατάμε μανιάτικο (βεντέτα), αλλά να απευθυνόμαστε σε κάποιον μεγαλύτερο για να αποδοθεί δικαιοσύνη.
Χρήση στην τάξη
Καταρχάς, η πρότασή μας είναι να μη χρησιμοποιηθεί το παρόν ανάγνωσμα στην τάξη, μια και πολλά μπορεί να συμβούν (αντιδράσεις γονέων ή παιδιών με μη συμβατό χιούμορ ή απλώς πιο ευαίσθητο στομάχι) για τα οποία οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί δεν θα θέλαμε να είμαστε υπαίτιοι. Από εκεί και πέρα, αν κάποιος επιθυμεί διακαώς να αξιοποιήσει την οικογένεια Αναμπουμπούλα, μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποια αποσπάσματά της ως αφόρμηση για να μιλήσει για τη διαφορετικότητα. Και αυτό γιατί θεωρητικά, τα παιδιά που δέχονται ως ήρωες όλα αυτά τα τέρατα και διασκεδάζουν με τις ιστορίες τους, μάλλον είναι έτοιμα να αποδεχτούν το διαφορετικό και στην καθημερινότητά τους. Με τη διαφορά βέβαια ότι στο κείμενο οι διαφορετικοί γίνονται θύτες και τιμωροί, ενώ στον έξω κόσμο συνήθως αποτελούν τα θύματα και τους τιμωρημένους.

Τώρα, αν κρίνει ο εκπαιδευτικός ότι το τμήμα του είναι καθολικά προικισμένο με μακάβριο χιούμορ και θεωρήσει ότι εικόνες όπως αυτές του αποσπάσματος δεν σοκάρουν τα παιδιά, μπορεί να το αξιοποιήσει και την ώρα των εικαστικών, ζωγραφίζοντας με θέμα π.χ. το ιδιαίτερο πρωινό της συγκεκριμένης οικογένειας, ή τις συνήθειες κάποιας άλλης, εξίσου απίθανης. Ζητούμενο φυσικά, η καλλιέργεια της φαντασίας, της ενσυναίσθησης και (γιατί όχι;) της ανοχής προς τη διαφορετικότητα.

Share/Bookmark

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

Με αγάπη, Κλάρις Μπιν


Υπόθεση
Η Κλάρις Μπιν είναι ένα ονειροπόλο, διαρκώς αφηρημένο κορίτσι, που τρελαίνεται να διαβάζει μια σειρά βιβλίων μυστηρίου, τις "Περιπέτειες της Ρούμπι Ρέντφορντ". Αγαπάει τόσο την ηρωίδα, που προσπαθεί πάντα να ακολουθεί τις συμβουλές της και να μιμείται τις ατάκες της. Μαζί με τη συμμαθήτριά της, τη Μπέτι, θέλουν να κερδίσουν το μεγάλο βραβείο του διαγωνισμού παρουσίασης βιβλίου. Άραγε θα τα καταφέρουν;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Λόρεν Τσάιλντ (Lauren Child)
Εικονογράφηση: Λόρεν Τσάιλντ (Lauren Child)
Τίτλος πρωτοτύπου: Utterly Me, Clarice Bean
Μετάφραση: Φίλιππος Μανδηλαράς
ISBN: 978-960-16-2105-0
Έτος 1ης Έκδοσης: 2002 (στα ελληνικά 2006)
Σελίδες:196
Τιμή: περίπου 8 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Δ', Ε', Στ'

Κριτική
Το πρώτο από τα βιβλία της βραβευμένης σειράς με τις περιπέτειες της Κλάρις Μπιν που μπορούμε να απολαύσουμε στα ελληνικά. Η σειρά μετράει 7 τίτλους και στη γλώσσα μας έχουν (προς το παρόν) μεταφραστεί μόλις οι τρεις τελευταίοι. Πολύ πιθανό όμως να μην υπάρξει συνέχεια, μια και από το 2011 η Κλάρις φαίνεται να δίνει τη σκυτάλη σε μια νέα σειρά όπου πρωταγωνίστρια θα είναι η Ρούμπι Ρέντφορντ. Το "Με αγάπη, Κλάρις Μπιν", είναι ένα ιδιαίτερα χαριτωμένο βιβλίο. Η γραφή είναι πρωτοπρόσωπη και αρκετά απλή, και παρότι η ιστορία δεν χωρίζεται σε κεφάλαια, το στήσιμο του κειμένου είναι τόσο έξυπνο, ώστε ακόμα και οι άπειροι αναγνώστες δεν θα κουραστούν. Η επιμέλεια είναι προσεγμένη, αν και η ασπρόμαυρη εικονογράφηση (της ίδιας της συγγραφέως) περιορίζεται σε ρόλο μάλλον τυπικό. Η απόδοση του Φίλιππου Μανδηλαρά από τα αγγλικά είναι πολύ καλή και δεν δημιουργεί προβλήματα στη ροή του κειμένου.

Το βιβλίο προτείνεται κυρίως σε μαθήτριες της Δ', Ε' και Στ' τάξης, θα μπορούσαν όμως να το χαρούν και αγόρια (όπως μας διδάσκει η ιστορία, δεν υπάρχουν βιβλία για αγόρια και κορίτσια) ή μεγαλύτεροι μαθητές που κουράζονται με την ανάγνωση πιο συμβατικών βιβλίων.

Σίγουρα ένας από τους λόγους της επιτυχίας αυτής της σειράς, είναι ότι τα βιβλία της απευθύνονται σε μαθητές που συνήθως "απεχθάνονται" το διάβασμα. Όμως εδώ, είναι τόσο ζωντανή η γραφή και τέτοιος ο τρόπος που παρουσιάζεται η ιστορία, ώστε θα ήταν μάλλον δύσκολο ένα παιδί να βαρεθεί και να παρατήσει το βιβλίο. Το κείμενο σπάνια πνίγει τις σελίδες, αφού γραμματοσειρά, μέγεθος και στοίχιση, αλλάζουν για να εξυπηρετήσουν το περιεχόμενο και να ξεκουράσουν το μάτι. Όταν ας πούμε η αφηγήτρια αφαιρείται, μπορεί να δούμε το κείμενο να αφαιρείται και αυτό και να ακολουθεί κυματοειδή στοίχιση...

Στο τέλος της ιστορίας, η αμερικανιά ενός εύκολου happy end μάλλον αποφεύγεται, αφού οι δυο φίλες - πρωταγωνίστριες δεν καταφέρνουν να κερδίσουν το βραβείο του διαγωνισμού της τάξης. Μέσα από την ανατροπή αυτή, οι μικροί αναγνώστες έχουν την ευκαιρία να πάρουν μια γεύση από το πώς μπορούμε να χειριστούμε μια ήττα χωρίς να "κατεβάσουμε πλερέζες" (στη συγκεκριμένη περίπτωση τα δυο κορίτσια το ρίχνουν στην εκλογίκευση). Στη συνέχεια, ένα πιο ήπιο, χαρούμενο τέλος έρχεται να "χρυσώσει το χάπι" και να κλείσει τη διήγηση με όμορφο τρόπο.

Ολοκληρώνοντας, να αναφέρουμε ότι στην ιστορία διακωμωδείται κάπως (το συναντήσαμε και στο Ημερολόγιο ενός Σπασίκλα) η εμπορευματοποίηση της παιδικής λογοτεχνίας. Το απαντητικό γράμμα (σελ. 95) που λαμβάνει η Κλάρις από τη συγγραφέα των περιπετειών της Ρούμπι Ρέντφορντ είναι τόσο τυποποιημένο που μοιάζει με ανακοίνωση γραμματείας, ενώ και η φωτογραφία που περιέχεται στο γράμμα είναι η ίδια με αυτή που υπάρχει στα οπισθόφυλλα των βιβλίων της. Αν πάντως έχετε απορία για το πώς μοιάζει στην πραγματικότητα η Λόρεν Τσάιλντ, μπορείτε απλώς να ρίξετε μια ματιά στον σύνδεσμο που ακολουθεί

Αξίες - Θέματα
Εκπαίδευση, Φιλία, Φιλαναγνωσία, Χιούμορ

Εικονογράφηση


Απόσπασμα
Παρασκευή
Γεια! Με λένε Κλάρις Μπιν.
Δεν είμαι μοναχοπαίδι, αλλά δεν μπορείτε να φανταστείτε
πόσες φορές θα ήθελα να ήμουν.

Η οικογένειά μου αποτελείται από έξι άτομα, κάτι το οποίο μερικές φορές μού φαίνεται υπερβολικό.
Όχι πάντα. Μερικές φορές μόνο…

Ο μπαμπάς μου περνάει τον περισσότερο χρόνο του
στο γραφείο μιλώντας στο τηλέφωνο.
«Δεν μπορώ να σου μιλήσω τώρα· καίγομαι!» μου
λέει όποτε του τηλεφωνάω.

Η μαμά παραπονιέται διαρκώς για τα ρούχα και τα παπούτσια που βρίσκει πεταμένα στο πάτωμα και στον καναπέ.

«Το σπίτι αυτό δεν καθαρίζεται μόνο του, ξέρετε» λέει.

«Ποιος νομίζετε πως τα συμμαζεύει όλα εδώ μέσα;
Ο Κανένας;
Αν πληρωνόμουνα για κάθε βρόμικη κάλτσα που μαζεύω, θα είχα γίνει πλούσια!»
Αυτά κι άλλα τέτοια λέει η μαμά και δε φαίνεται ποτέ της να βαριέται!

Είμαι το τρίτο παιδί και νομίζω πώς θα προτιμούσα να είμαι η μικρότερη. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί η μαμά και ο μπαμπάς ήθελαν κι άλλο παιδί μετά από μένα. Δεν είχαν κανένα λόγο να κάνουν. Και που το έκαναν όμως, είναι φανερό πως μόνο φασαρία και καταστροφές είναι.

Το μικρότερο αδερφό μου τον λένε Μίκι, αλλά τον φωνάζουμε «Τζιτζίκι», γιατί δε βάζει γλώσσα μέσα και είναι απίστευτα ενοχλητικός.

Το μόνο που κάνει είναι να φωνάζει και να λέει χαζομάρες, Έτσι, μας αναγκάζει όλους να βγαίνουμε από τα ρούχα μας.

Ουφ! Δεν ξέρετε πόσο ενοχλητικό είναι να έχεις ένα συνεχή βόμβο στ’ αυτιά σου!

Μπορεί τώρα να σκέφτεστε
πως με τέτοια κατάσταση στο σπίτι
θα είμαι πολύ χαρούμενη
όταν πηγαίνω σχολείο, αλλά αν
το σκέφτεστε, καλύτερα να το ξεχάσετε,
γιατί δε γνωρίζετε κάποιους
από τους συμμαθητές μου.
Δε θα αναφέρω ονόματα
(βλέπε Γκρέις Γκραπέλο).
αλλά μερικοί είναι πολύ χαζοί.

Μερικές φορές, όταν είμαι στην τάξη,
βαριέμαι τόσο πολύ, που κοιτάω στο κενό
δίχως να σκέφτομαι απολύτως
τίποτα.

Αυτό θυμώνει πολύ την κυρία Γουίλμπερτον.
της τη δίνω στα νεύρα όταν κοιτάω στο κενό.
Το ξέρω γιατί μου το λέει κιόλας: «Μου τη δίνεις
στα νεύρα, Κλάρις, όταν κοιτάς στο κενό».
Για να λέμε την αλήθεια, η κυρία Γουίλμπερτον δεν
είναι το άτομο που αγαπώ πιο πολύ στον πλανήτη γη.
Δυστυχώς, όμως, ζω στη Γη και η κυρία Γουίλμπερτον είναι η δασκάλα μου.

Η κυρία Γουίλμπερτον λέει πως είμαι εντελώς ξεμυαλισμένη 
και πως δεν έχω ποτέ μου προσπαθήσει να συγκεντρωθώ στο μάθημα.

Εγώ πάλι προσπαθώ να της αποδείξω πως δεν έχει
δίκιο, προσπαθώντας να συγκεντρωθώ.

Στ’ αλήθεια, θέλω τόσο πολύ να μάθω να συγκεντρώνομαι στο μάθημα, που κάθε μέρα λέω στο εαυτό μου: "Πρόσεξε μην την πατήσεις όπως χτες!"

Έπειτα όμως σκέφτομαι με ποιον τρόπο την πάτησα χτες και με ποιον τρόπο θα καταφέρω να παρακολουθώ την κυρία Γουίλμπερτον και να ακούω αυτά που λέει.


Προβληματισμοί για Συζήτηση
Συγκεντρώσου....
Η έλλειψη συγκέντρωσης στους μαθητές είναι από τα προβλήματα που συναντάμε όλο και περισσότερο στις μέρες μας. Τα παιδιά μεγαλώνουν σε περιβάλλον όπου πολλά και έντονα ερεθίσματα διεκδικούν την προσοχή τους, κι έτσι δύσκολα καταφέρνουν να την κατευθύνουν σε μια μόλις πηγή. Εσείς διαβάζετε συνήθως με την τηλεόραση ανοιχτή, τον υπολογιστή μπροστά σας ή το ραδιόφωνο να παίζει; Έχετε σκεφτεί ότι με αυτό τον τρόπο η μνήμη σας δυσκολεύεται να συγκρατήσει τις διάφορες πληροφορίες; Είναι σαν ένας συμμαθητής σας να σας είπε κάτι την ώρα του διαλείμματος κι ενώ όλοι γύρω φώναζαν και έτρεχαν, κι εσείς αργότερα να προσπαθείτε να το θυμηθείτε.

Η περιπέτεια της Κλάρις, εκτός από το ότι μας δίνει την οπτική ενός τέτοιου παιδιού (βλέπε απόσπασμα), είναι και φιλική προς χρήστες με διάσπαση προσοχής, αφού προσφέρει ζωντάνια στη γλώσσα, ένα "διαφορετικό" περιβάλλον σε μάτια που βαριούνται να διαβάζουν γραμμή-γραμμή και, το κυριότερο, περιπετειώδεις ιστορίες μιας άλλης (χάρτινης) ηρωίδας που εκτυλίσσονται παράλληλα με αυτή που παρακολουθούμε. Τι περισσότερο να ζητήσετε;

Τέτοιες τεχνικές βομβαρδισμού με πολλαπλά παράλληλα ερεθίσματα (κοινώς "χαμός") ακολουθούνται τα τελευταία χρόνια και από τα στούντιο παραγωγής animation, ανατρέποντας την κλασική συνταγή της γραμμικής διήγησης ιστοριών. Δείτε για παράδειγμα τι συμβαίνει στο περσινό χριστουγεννιάτικο ice age (χωρίς να αναφερθούμε στην παράλληλη ιστορία του σκίουρου Scrat) εκεί που κάποτε ένας ήρωας απλώς θα έλεγε ένα παραδοσιακό τραγούδι:
Σε νιώθω, με νιώθεις;
Χάρη στην αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, οι αναγνώστες έχουν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με την οπτική μέσα από την οποία ένα τέτοιο παιδί με προβλήματα συγκέντρωσης βλέπει τον κόσμο (βλ και απόσπασμα).

Αυτό όπως καταλαβαίνετε εξυπηρετεί και στην εξάσκηση της ενσυναίσθησης, που τα τελευταία χρόνια έχει έτσι κι αλλιώς την τιμητική της.

Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και το περιστατικό (σελ. 134) στο οποίο η ηρωίδα αναγκάζεται να περιμένει 23 λεπτά έξω από το γραφείο του διευθυντή, κοιτάζοντας μια ενημερωτική αφίσα. Το μυαλό της τρέχει και αρχίζει να σκέφτεται πώς μπορεί να νιώθει ο Καρλ, ένας συμμαθητής της που μάλλον έχει δει την αφίσα αυτή άπειρες φορές, μια και τιμωρείται όλη την ώρα.

Εσείς έχετε δοκιμάσει ποτέ να μπείτε στη θέση κάποιου άλλου και να νιώσετε τα συναισθήματα που βιώνει; Διαλέξτε ένα γνωστό σας πρόσωπο και προσπαθείστε για λίγο να δείτε τον κόσμο με τα δικά του μάτια. Αν η άσκησή σας πετύχει, θα διαπιστώσετε πόσο μεγαλύτερη κατανόηση θα αρχίσετε να νιώθετε για αυτόν και τη συμπεριφορά του.

Αποδιοπομπαίος τράγος
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που θίγεται στο βιβλίο και που συναντάμε αρκετές φορές σε κείμενα παιδικής λογοτεχνίας, αφορά τη στοχοποίηση των ζωηρών μαθητών (βλέπε και Πρώτος), αυτών δηλαδή που δάσκαλοι και μαθητές τείνουν να κατηγορούν για όλα τα κακώς κείμενα της σχολικής καθημερινότητας. Ένας τέτοιος είναι και ο Καρλ, όταν όμως η Κλάρις υποχρεώνεται από την (αχώνευτη) δασκάλα της να συνεργαστεί μαζί του, αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι ο συνήθης "αποδιοπομπαίος τράγος" της τάξης δεν είναι και τόσο "κακός". Όντως, η θεωρία λέει πως οι ομαδικές εργασίες προάγουν τη φιλία και αμβλύνουν τα στερεότυπα.

Έχετε προσπαθήσει να συνεργαστείτε για project και εργασίες με παιδιά έξω από την παρέα σας ή με εκείνα που μοιάζουν "απόμακρα" ή κατηγορούνται συνέχεια από όλους; Κάντε μια δοκιμή και γνωρίστε καλύτερα τι έχουν να σας προσφέρουν... μπορεί να εκπλαγείτε ευχάριστα!
κι ένα παγκάκι αφιερωμένο στην Clarice Bean (πηγή)

Share/Bookmark

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Ένα - ένα - τέσσερα

Υπόθεση
Αθήνα, Φλέβαρης του 1963. Η νεαρή Άννα λαμβάνει μέρος σ' ένα μαθητικό συλλαλητήριο, και μέσα στη βοή του συνθήματος "Ένα-Ένα-Τέσσερα", αφήνεται να ταξιδέψει στα περασμένα και να θυμηθεί τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής της από την επαρχία στην πρωτεύουσα.

Χαρακτηριστικά 
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Βούλα Μάστορη
Εικονογράφος: Γιάννης Λέκκος (εξώφυλλο)
Σελίδες: 134
1η έκδοση: 1993
ISBN: 960-293-845-5
Τιμή: περίπου 6 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Ιστολόγιο αφιερωμένο στο συγκεκριμένο βιβλίο εδώ
Τάξεις: Γυμνάσιο

Κριτική
Το τρίτο από τέσσερα βιβλία της Βούλας Μάστορη που διηγούνται τη ζωή της Άννας, καλύπτοντας συνολικά μια εικοσαετία ελληνικής ιστορίας μεταξύ 1954-1974. Η γλώσσα του διηγήματος είναι απλή, όμως σε κάποια σημεία ο λόγος μοιάζει λίγο αποσπασματικός. Μέσα από την τεχνική των διαδοχικών φλας μπακ, η πρωταγωνίστρια ανατρέχει στα γεγονότα που τη σημάδεψαν τον πρώτο καιρό που βρέθηκε στην Αθήνα. Έτσι, όση ώρα διαρκεί το συλλαλητήριο στο οποίο παίρνει μέρος, οι αναγνώστες ταξιδεύουν στο πρόσφατο παρελθόν της. Από τις αναδρομές αυτές επιστρέφουν στο παρόν (1963) σχεδόν πάντα με το σύνθημα "Ένα-Ένα-Τέσσερα", κάτι που σε κάποιους ίσως φανεί κουραστικό, αφού με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η φράση επαναλαμβάνεται τελικά γύρω στις 40 φορές. Χωρισμός σε κεφάλαια δεν υπάρχει, ούτε και εικονογράφηση, κάτι που δικαιολογείται από τη στιγμή που το κείμενο απευθύνεται σε εφήβους.

Θα μπορούσαμε να προτείνουμε το βιβλίο σε μαθητές γυμνασίου και λυκείου που επιθυμούν να αποκτήσουν μια ιδέα για την κατάσταση που επικρατούσε στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του '60. Οι μαθήτριες έχουν περισσότερες πιθανότητες να ταυτιστούν με την ηρωίδα και να αποκομίσουν έτσι μια πιο ολοκληρωμένη εμπειρία ανάγνωσης, αν φυσικά βρουν αρκετά κοινά σημεία με την οπτική της. Το ιστορικό πλαίσιο δίνεται πολύ κατατοπιστικά στην αρχή της ιστορίας, κι έτσι θεωρούμε ότι οποιοσδήποτε μαθητής θα μπορέσει να παρακολουθήσει τα τεκταινόμενα χωρίς πρόβλημα.
Διαδήλωση του 1963 με σύνθημα το 1-1-4
Το διήγημα ξεκινάει από ένα πρωινό του 1963, με την Άννα να βρίσκεται στο προαύλιο του σχολείου της. Άμεσα αρχίζουν οι αναδρομές της, που μας ταξιδεύουν δύο χρόνια πίσω, ως το 1961, και μας ξεναγούν στις πρώτες της στιγμές στο αθηναϊκό σχολείο. Η εποχή της δεκαετίας του '60 δίνεται με μεγάλη παραστατικότητα, ενώ γίνεται αναφορά σε πολλά ζητήματα που έκαναν την εποχή κομβική. Αστικοποίηση, χειραφέτηση των γυναικών, πολιτική ρευστότητα, κοινωνικές ανισότητες... Όλα αυτά, μέσα από τα μάτια μιας επαρχιώτισσας έφηβης που διψάει για εμπειρίες και ελευθερία.

Οι χαρακτήρες είναι καλοφτιαγμένοι και σε πολλά σημεία το σκηνικό θυμίζει παλιό ελληνικό κινηματογράφο, ωστόσο οι αξίες δεν υποστηρίζονται πάντα με καθαρότητα. Έτσι π.χ. συναντάμε στην ίδια σελίδα (13) την Άννα, να αρνείται να δαγκώσει από το σουβλάκι ή τον λουκουμά που της προσφέρουν οι φιλενάδες της, αλλά να μην ντρέπεται να ζητιανεύσει σε όλο το σχολείο λίγες δεκάρες, για να αγοράσει δικό της κουλούρι. Η εφηβεία είναι μπερδεμένη ηλικία, μπορεί να απαντήσει κανείς.

Το μεγαλύτερο μέρος της διήγησης αφορά περιστατικά στο σχολείο της πρωταγωνίστριας. Μαθαίνουμε έτσι πώς λειτουργούσαν τα γυμνάσια της εποχής και πόσο σημαντικό ρόλο έπαιζε η προσωπικότητα του εκπαιδευτικού τόσο στον τρόπο που γινόταν το μάθημα όσο και στην εντύπωση που σχημάτιζαν οι μαθητές για ένα γνωστικό αντικείμενο. Όχι ότι στις μέρες μας δεν παίζει αντίστοιχο ρόλο, σιγά σιγά όμως οι αυθαιρεσίες και τα καψόνια θεωρώ πως περιορίζονται.

Ένα σημείο της διήγησης που αξίζει αναφοράς είναι μεταξύ των σελίδων 86-106. Μέσα σε αυτές, συναντάμε αρκετές δύσκολες σκηνές με υπερβολικές αντιδράσεις των ηρώων και γλώσσα που τις κάνει ακόμα πιο δύσπεπτες. Για αρχή, μια κατάκοιτη γιαγιά η οποία έχει "ανοίξει" στο κρεβάτι και πρέπει να τη γυρίσουν. Μαθαίνουμε μάλιστα πως η μητέρα μια φορά την μπάτσισε για να την καταφέρει να φάει, αλλά μετά έβαλε η ίδια τα κλάματα. Όταν λίγο αργότερα η γιαγιά αυτή πεθαίνει, η Άννα ακούει  τις κραυγές της μαμάς της "Μανούλα μου!" που της κόβουν τα γόνατα και μας τρομάζουν κι εμάς. Αμέσως μετά, σε μια σκηνή που προκαλεί μάλλον αναγούλα, η πρωταγωνίστρια υποχρεώνεται να φιλήσει το χαλκοπράσινο λείψανο (σ.σ. της γιαγιάς) που μύριζε ξίδι και φυσικά της έρχεται ναυτία. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, την ώρα της κηδείας, η Άννα θυμάται τις βόλτες της στο νεκροταφείο του χωριού, όπου έπαιρναν σβάρνα τους τάφους και χάζευαν σ' εκείνους που 'χαν θαμμένα παιδιά. Κοίταζαν τα χαμογελαστά παιδικά πρόσωπα μέσα από τα γυάλινα προσκυνητάρια και διάβαζαν τ' αφιερώματα των γονιών τους αποκάτω. "Αυτό πέθανε εφτά χρονώ!" "Αυτό τεσσάρων!" "καλέ, πιο μικρό κι από μας!" Και χαίρονταν που αυτές είχαν γλιτώσει το Χάρο... Τελικά, μια φοβία την πιάνει μήπως η γιαγιά δεν έχει πεθάνει και ξυπνήσει μέσα στον τάφο, -και μόλις την κατέβαζαν εκεί μέσα, ν' άρχιζε να στριγκλίζει-, κι έτσι διακόπτει την κηδεία ολοκληρώνοντας το σκηνικό με ένα κωμικοτραγικό φινάλε.

Ανάμεσα στα παραπάνω επεισόδια, γίνεται αναφορά σε μερικές άλλες περίεργες ιστορίες: στους περαστικούς -βρομιάρηδες, που τσιμπούν τα κορίτσια (την Άννα και τη φίλη της Μαίρη) στο δρόμο για να τα πειράξουν, στην πρώτη επαφή της Άννας με το φρούτο μπανάνα -ήθελε να τη φτύσει. Τι γλιτσιασμένο πράμα ήτανε αυτό!- και σε ένα σκηνικό γνήσιου οικιακού τρόμου, όπου την Άννα κυνηγάει μια κατσαρίδα την ώρα που βρίσκεται στην τουαλέτα -Όταν είχε φτάσει σχεδόν στη βάση της, η Άννα, μ' όση δύναμη της απέμενε, ανέβηκε όρθια στη λεκάνη πατώντας στο γλιστερό χείλος της. Παράλληλα, έβγαλε μερικές ακόμη σπαρακτικές κραυγές. Η κατσαρίδα έφτασε στη λεκάνη και σήκωσε τα μπροστινά της πόδια πάνω στην άσπρη πορσελάνη. Ο πανικός έπνιξε την Άννα.

Ίσως κάποια παιδιά βρουν τα παραπάνω διασκεδαστικά, δεν ξέρω. Προσωπικά όμως, ως αναγνώστης προβληματίστηκα και ως εκπαιδευτικός ακόμα περισσότερο. Ας ελπίσουμε πως οι έφηβοι που θα το διαβάσουν δεν θα θεωρήσουν τη ζωή στις περασμένες δεκαετίες μια απέραντη κόλαση.

Αξίες - Θέματα
Φιλία, Διαφορετικότητα, Ιστορία, Εκπαίδευση

Απόσπασμα
Μετά τον αγιασμό τούς είπαν σε ποιες τάξεις να περάσουν. Σήμερα θα τους έδιναν το πρόγραμμα κι αύριο θα ήταν όλες με τα βιβλία και τα τετράδιά τους. Θα έκαναν ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΥΡΙΟ, λέει! Η «καλή χρονιά» του γυμνασιάρχη πνίγηκε στις κουβέντες των μαθητριών και στο σούρσιμο των ποδιών τους, καθώς τραβούσαν τάξεις τάξεις προς τις σκάλες. Η τάξη της Άννας θα έκανε μάθημα στο δεύτερο όροφο, στο κτίριο πίσω από το πεύκο. Εκεί έκαναν πάντα η έκτη, η εβδόμη και η ογδόη. Άρχισε ν’ ανεβαίνει αργά την τσιμεντένια φαρδιά σκάλα μαζί με τις συμμαθήτριές της.


- Άντε! Κουνηθείτε! Πιο γρήγορα, φοράδες! ακούστηκε από το πλατύσκαλο κάτω.

- Σιγά, κύριε καθηγητά! ακούστηκε μια διαμαρτυρία, κι αμέσως μετά μια άλλη.

- Εμπρός! Εμπρός! Δε θα σπάσετε τ’ αυγά, αν πάτε πιο γρήγορα! ακούστηκε ακριβώς πίσω από την Άννα τώρα.

Την ίδια στιγμή, ένα χτύπημα στην πλάτη της της έκοψε την ανάσα.

Γύρισε ξαφνιασμένη κι αγριεμένη και βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο μ’ έναν ψαρομάλλη μεσήλικα.

- Άντε! Προχώρα! της είπε εκείνος

Η Άννα ένιωσε να βράζει. Έκανε δυο βήματα στο πλάι και με φωνή που έτρεμε από θυμό είπε:

- Περάστε!

Εκείνος την κοίταξε εξεταστικά. Τα μάτια της έβγαζαν φλόγες και το στόμα της έτρεμε. Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα αναμέτρησης. Τα κορίτσια είχαν σταματήσει στη σκάλα.

- Καααλά…, είπε στο τέλος εκείνος απειλητικά. Κι εσείς, φοράδες, τι μαρμαρώσατε; Εμπρός! Εμπρός! κι άρχισε ν’ ανεβαίνει χτυπώντας όποια πλάτη του ‘στεκε στο δρόμο.

- Αυτός ήταν ο «Βεληγκέκας», την πληροφόρησε μια συμμαθήτριά της. Τώρα την έβαψες. Από μνήμη είναι ελέφαντας. Κι εκδικητικός σαν ελέφαντας. Βρε κορίτσια, γι’ αυτό δεν έλεγα εγώ να τον βγάλουμε «Ελέφαντα»; Εσείς όμως θέλατε το «Βεληγκέκας»… Με λένε Μαίρη. Εσένα;

- Άννα.

- Πάντως, αυτό το «περάστε» άξιζε είκοσι βρισίματα. Το λέει η περδικούλα σου! Να δω όμως πώς θα ξεμπλέξεις μαζί του τώρα… Και θα μας έχει αρχαία και νέα… Ξέρεις τίποτα απ’ αυτά τουλάχιστον;

Η Άννα χαμογέλασε. Της άρεσε αυτό το κορίτσι. Λες να ήθελε να γίνουν φίλες;

- Χμ… Αν δεν ξέρεις, κάηκες. Καλύτερα να κάτσουμε μαζί. Εγώ έχω μάτσο τις μεταφράσεις. Σ’ αρέσει το σινεμά; Ωραία! Πού μένεις; Εγώ μένω Φυλής! Ωραία!

Κι η Μαίρη την έπιασε αγκαζέ. Ο θυμός της Άννας εξατμίστηκε. Ό,τι και να πεις, ήταν ωραίο σχολείο. Κι αν είχε κι ένα «Βεληγκέκα», δεν πείραζε.

Την άλλη μέρα ήρθε στο σχολείο γιομάτη αυτοπεποίθηση. Έψαξε με τα μάτια της και, μόλις είδε από μακριά τη Μαίρη, έτρεξε κοντά της. Εκείνη είχε ολόκληρη «αυλή» γύρω της, μα τη δέχτηκε πρόσχαρα. Όλες τη δέχτηκαν. Ήταν ωραίο σχολείο!

Σαν μπήκαν μέσα, δεν πρόλαβαν να καθίσουν και να σου ο «Βεληγκέκας». Τράβηξε σκυθρωπός προς την έδρα. Οι μαθήτριες κλαρίνο. Εκείνος κάθισε στην καρέκλα του και ρίχνοντας μια αδιάφορη ματιά κάτω είπε άτονα, δείχνοντας τη σειρά θρανίων δίπλα στην πόρτα:

- Εσείς, σ’ αυτή τη σειρά! Σηκωθείτε όρθιες να στηρίξετε τον τοίχο.

Τα «γιατί, κύριε καθηγητά;» έπεσαν σύννεφο. Διαμαρτυρίες ανάκατες με γέλια, σπρωξίματα, σουρσίματα, ενώ παράλληλα έπεφταν βιβλία, τσάντες, μολύβια…, καθώς όλες σηκώνονταν για τον τοίχο. Όλες; Χμ… Όχι ακριβώς.

- Άννα! Σήκω! Της ψιθύρισε η Μαίρη και την τράβηξε από την ποδιά.

Εκείνη κόλλησε στο θρανίο της.

Ο «Βεληγκέκας» στύλωσε τα μάτια του στην Άννα. εκείνη ατάραχη άνοιξε το βιβλίο της κι έβγαλε την κασετίνα με τα μολύβια, τη γόμα, το στιλό…

- Εσύ είσαι κουφή; Δεν άκουσες που σου είπα να στηρίξετε τον τοίχο;

- Τ’ άκουσα, κύριε καθηγητά.

- Ε, τσακίδια τότε!

- Σήκω! Σήκω! της ψιθύριζαν έντρομες όρθιες και καθισμένες από ολόγυρα, μα εκείνη είχε μουλαρώσει.

- Δεν έκανα τίποτα, κύριε καθηγητά, γι α να σηκωθώ όρθια. Δεν μπορείτε να με τιμωρήσετε χωρίς λόγο, του είπε με αξιοπρέπεια.

Εκείνος την κοίταξε παράξενα.

- Ε, τότε σήκω να πεις μάθημα.

Απ’ όλες τις μεριές άρχισαν να φωνάζουν:

- Μα δεν έχουμε τίποτα, κύριε καθηγητά!
- Πρώτη μέρα σήμερα!
- Δε μας έχετε βάλει τίποτα!

Η Άννα αμίλητη πήρε το βιβλίο της και πήγε και στάθηκε δίπλα στην έδρα.

- Θέλω αναγνώριση στο κείμενο. Πρώτα γραμματική και μετά συντακτική. Λέξη προς λέξη! Ξεκίνα.

- Μάλιστα, είπε η Άννα κι άρχισε.

Όταν είχε φτάσει στην τρίτη γραμμή, τη διέκοψε.

- Έτσι θέλω να λέτε το μάθημα, είπε στην τάξη. Σαν την… Πώς σε λένε, παιδί μου;

- Άννα Ψάλτη, κύριε καθηγητά.

- Σαν την Άννα Ψάλτη. Κάτσε κάτω, παιδί μου.

Η Άννα πήγε και κάθισε στο θρανίο της.

- Να καθίσουμε κι εμείς, κύριε καθηγητά; ρώτησε η Μαίρη από τον τοίχο.

- Και να πέσει ο τοίχος; Δεν είμαστε καλά, λέω γω…

- Σίγουρα, μουρμούρησε η Μαίρη.

 - Είπες τίποτα; Σ’ εσένα μιλώ! Εσένα, τη χειλού εκεί με το φουντωτό μαλλί.

- Εγώ έκανε αθώα η Μαίρη ανοίγοντας διάπλατα τα γαλανά της μάτια. Δεν είπα τίποτα! Είπα τίποτα, κορίτσια;

- Τίποτα! Τίποτα! σαν χορωδία οι άλλες δίπλα.

- Α! Είπα κι εγώ!... Στο μάθημά μας τώρα.

Προβληματισμοί για συζήτηση 
When in Rome be a Roman
Τα βιβλία παιδικής λογοτεχνίας αγκαλιάζουν συνήθως τη διαφορετικότητα και διαμηνύουν ότι όλοι έχουμε ιδιαιτερότητες που πρέπει να γίνονται σεβαστές. Έτσι οι αντιθέσεις εξομαλύνονται, ενώ τα παιδιά νιώθουν καλύτερα και ενθαρρύνονται να εκφραστούν. Η ίδια η Βούλα Μάστορη, μας έχει χαρίσει τα μαγικά μου αυτιά όπου ο ήρωας χάρη στα μεγάλα του αυτιά γίνεται σχεδόν σουπερήρωας. Στο παρόν βιβλίο ωστόσο, ο ρεαλισμός νικάει, και η Άννα δεν σκέφτεται στιγμή να διατηρήσει την επαρχιώτικη εμφάνισή της, που την κάνει να νιώθει σαν τη μύγα μεσ' το γάλα. Είναι και δύσκολη περίοδος η εφηβεία... Έτσι, μόλις επιστρέφει από την πρώτη μέρα στο σχολείο, ξυρίζει τα πόδια της και έπειτα βγάζει και κουρεύει τα φρύδια της όπως η Σοφία Λόρεν στον Θησαυρό. Σειρά έχουν αλλαγές στα ρούχα και γενικά, την παρακολουθούμε να νιώθει ένα διαρκές άγχος προσαρμογής.

Έχετε παρατηρήσει τον εαυτό σας να αλλάζει συμπεριφορά ή εμφάνιση για να ταιριάξει περισσότερο με ένα σύνολο ανθρώπων ή να αρέσει σε κάποιον άλλο; Πώς σας έκανε να νιώσετε αυτή η αλλαγή;

Θεωρείτε πως είναι ισχυρότεροι χαρακτήρες ή απλώς απροσάρμοστοι όσοι αφήνουν αναλλοίωτη την εμφάνιση και τη συμπεριφορά τους παρά τις κοινωνικές επιταγές; Υπάρχει μήπως κάποιο όριο σε αυτά που είμαστε διατεθειμένοι να αλλάξουμε για να γίνουμε αποδεκτοί;
Η Αθήνα τα Χριστούγεννα του 1960 (πηγή)
Κοινωνική Δικαιοσύνη και Ισορροπία
Η Άννα έχει σταθεί με το σχολείο της στην Πύλη του Αδριανού, για να χαζέψουν την δανέζα πριγκήπισσα (εγώ το γράφω ακόμα με "η" όπως τα Πριγκηπόννησα - γιατί δηλαδή να μην κρατάει κι ο τίτλος "πρίγκηπας" την ιστορική ορθογραφία του όπως ο "μαρκήσιος";) Άννα-Μαρία που θα περάσει με το αυτοκίνητο. Συζητά με τις φίλες της (σ.53):
- Θα 'θελες να ήσουνα κι εσύ πριγκίπισσα; Να έχεις παλάτι, υπηρέτες κι όλα αυτά; 
- Εσύ θα 'θελες;
- Ναι, είπε απλά η Άννα.
- Κι εγώ θα 'θελα. νομίζω πως όλοι θα 'θελαν να τα είχαν όλ' αυτά. Υπάρχει όμως μια διαφορά. Μόνο λίγοι, πολύ λίγοι, -τι λέω!- μόνο κάνα δυο μπορούν να τα έχουν. Γι' αυτό, καλύτερα να μην τα έχει κανένας!
Έτσι ήταν η Μαίρη. Δίκαιη όσο δεν έπαιρνε. Και δεν της άρεσαν οι διακρίσεις. Όποιες κι αν ήταν αυτές. να, ακόμη και στην ώρα του "Βεληγκέκα". Όταν, ας πούμε, εκείνος έδειχνε τη δικιά τους σειρά κι έλεγε: "Για σηκωθείτε, κυράδες, εσείς εκεί, να στηρίξετε τον τοίχο" συμπληρώνοντας στα γρήγορα: "Όλη η σειρά εκτός της Ψάλτη", γινόταν πυρ και μανία. Κι ας ήταν η Ψάλτη η φιλενάδα της.
- Γιατί, κύριε καθηγητά, "εκτός της Ψάλτη"; Ή όλη η σειρά όρθια ή καμία. Αυτό είναι το δίκαιο.
- Μήπως θες να έρθεις να πεις μάθημα; της πέταγε ύπουλα εκείνος.
- Να μου λείπει το βύσσινο, μουρμούριζε η Μαίρη.
- Είπες τίποτα, Στίγκα; έκανε αθώα ο "Βεληγκέκας". 
- Τίποτα, τίποτα! Είπα τίποτα, κορίτσια; έκανε με τη σειρά της κι εκείνη αθώα.
- Τίποτα, τίποτα! όλα τα κορίτσια από τον τοίχο σαν αγγελική χορωδία.

Η Άννα από τη μία χαιρόταν το προνόμιό της, μα από την άλλη την τσίγκλιζαν κι οι τύψεις.
Πιστεύετε ότι είναι όντως δίκαιη η Μαίρη, όταν ζητάει να είναι όλοι ίσοι; Εσείς έχει τύχει ποτέ να βρεθείτε σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με φίλους ή συμμαθητές σας; Πώς νιώσατε γι' αυτό; Όμορφα σαν να ανταμειφθήκατε για μια προσπάθεια;
ή άσχημα, σαν να σας κυνηγούσαν τύψεις για κάτι που κερδίσατε εσείς αλλά όχι οι άλλοι;

Αν σκεφτούμε κάποια σημεία στον πλανήτη όπου τα παιδιά δεν έχουν χρήματα να ντυθούν ή να φάνε, συνειδητοποιούμε ότι βρισκόμαστε σε πολύ πλεονεκτικότερη θέση από κάποιους συνανθρώπους μας, που στο κάτω κάτω δεν έκαναν κάτι για να αξίζουν αυτή την τιμωρία. Ποια πιστεύετε πως πρέπει να είναι  η στάση μας προς αυτούς τους άτυχους της ζωής; Η Άννα πάντως, όταν γνωρίζει την "Γιωργία", τη φτωχή υπηρέτρια, προσπαθεί να της φερθεί με καλοσύνη (σ. 68-69).
1963 Οι αρραβώνες της Άννας Μαρίας με τον διάδοχο Κωνσταντίνο πηγή
Χρήση στην Τάξη
Η δεκαετία του 60' είναι σε όλο τον δυτικό κόσμο εποχή αναταραχών και κοινωνικών διεκδικήσεων. Με αφορμή το βιβλίο αυτό, μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να ταξιδέψουν στα χρόνια αυτά και να ξαναζήσουν την πολιτική αβεβαιότητα μέσα από επιλεγμένες δραστηριότητες (έτσι κι αλλιώς, υπάρχει στο διαδίκτυο άφθονο υλικό που αφορά τη χούντα των συνταγματαρχών). Παράλληλα, όπως πάντα, έχουμε τη δυνατότητα να δώσουμε στους μαθητές μια πληρέστερη ποικιλία ερεθισμάτων (μουσική, ταινίες, μόδα, ντοκιμαντέρ, κλπ.) ώστε να αποκτήσουν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα το πώς ζούσε ο κόσμος κατά τη δεκαετία αυτή στη χώρα μας αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο. Το κείμενο μας βοηθάει, αφού αναφέρεται  σε μια σειρά καθημερινά θέματα. Αποκτούμε έτσι μια ιδέα για το τι συνέβαινε στα πάρτι (80-83), πώς γινόταν το φλέρτ (77) πώς περνούσε μια μέρα στο σχολείο (58-59), τι πίστευαν οι άνθρωποι για τις νέες πολυκατοικίες που χτίζονταν παντού (64-65), πώς αντιμετωπίζονταν οι κάτοικοι της επαρχίας που έψαχναν ένα καλύτερο αύριο στην πόλη (17-18) αλλά και για το χάσμα απόψεων ανάμεσα στις πολιτικές παρατάξεις (σ. 62). Αν ωστόσο ενδιαφέρεστε συγκεκριμένα για την περίοδο της δικτατορίας, περισσότερο σχετικό βιβλίο είναι Τα γενέθλια της Ζωρζ Σαρή.

Share/Bookmark