Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

Πωλούνται σκιές!

Υπόθεση
Καθένας από τους επτά δισεκατομμύρια ανθρώπους στη γη έχει κι από μια σκιά, μαύρη κι αμίλητη. Όμως η κατάσταση δεν ήταν πάντα έτσι... Στα πολύ παλιά χρόνια, οι σκιές των ανθρώπων ήταν πολύχρωμες και μιλούσαν! Συμβούλευαν μάλιστα τους ιδιοκτήτες τους την ώρα του ύπνου, βοηθώντας τους να λύσουν τα προβλήματά τους! Ο σεβασμός ανάμεσα σε ανθρώπους και σκιές άρχισε ωστόσο μια μέρα να χάνεται και η συμπεριφορά των ανθρώπων έκανε τις σκιές να θυμώσουν και να γίνουν μαύρες και σιωπηλές.  Από τότε ζουν μονάχα στη φαντασία των παιδιών, των ζωγράφων και των συγγραφέων...

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Σάκης Σερέφας
Εικονογράφηση: Γιάννης Στύλος
ISBN: 978-960-16-3847-8
Έτος 1ης Έκδοσης: 2011
Σελίδες: 38
Τιμή: περίπου 4 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ 
Τάξεις: Α', Β', Γ'

Κριτική
Χαριτωμένο διήγημα φαντασίας για τους μικρούς μαθητές, από τη σειρά χωρίς σωσίβιο - δελφινάκια (επίπεδο 3). Η γραφή είναι αρκετά απλή, η γλώσσα σύγχρονη και η αμεσότητα που επιτυγχάνει ο συγγραφέας στην επικοινωνία του με τον αναγνώστη αναμφισβήτητη· ωστόσο η χρήση μετοχών δεν αποφεύγεται, ενώ και η επιλογή των λέξεων σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. σ.21 Σιγά να μην πάρουν φωτιά οι νταντέλες στον ποδόγυρό σου!) ίσως να μην είναι η καταλληλότερη για τους μαθητές της Α'. Σε πιο ουσιαστικό επίπεδο, η ιστορία αρέσει στα παιδιά και μετά από μέρες ακόμα ζητούν να την ξαναδιαβάσουμε. Τα αινίγματα και οι αστείες καταστάσεις που εμπλουτίζουν το κείμενο, κρατούν το ενδιαφέρον μας ζωντανό, με εξαίρεση ίσως μια "κοιλιά" μεταξύ σ.26-30, (όπου οι άνθρωποι ενοχλούν τις σκιές για δεύτερη φορά) που δεν είμαι σίγουρος ότι εξυπηρετεί ιδιαίτερα την εξέλιξη της πλοκής. Η επιμέλεια της έκδοσης είναι όπως πάντα (για τη συγκεκριμένη σειρά) προσεγμένη, με εξαιρετική εικονογράφηση που γεμίζει χρώμα τις σελίδες και αλληλεπιδρά με το κείμενο. Στο τέλος του βιβλίου συναντάμε πέντε παιχνίδια (εντοπισμός αριθμού, αντιστοίχιση σκιάς - σχήματος, λαβύρινθος, αναγραμματισμός, βρες τα λάθη) βγαλμένα από τον κόσμο των σκιών. Το προτείνουμε περισσότερο σε παιδιά των πρώτων τάξεων του Δημοτικού και σε όσους θέλουμε να αρχίσουν κοιτάζουν τη σκιά τους με καχυποψία!

  • Διασκεδαστική ιστορία
  • Έξυπνα ευρήματα
  • Προσεγμένη έκδοση 
  • Ωραία εικονογράφηση
Αξίες - Θέματα
Φαντασία, Χιούμορ

Εικονογράφηση
Με απλές γραμμές, σαφήνεια στις απεικονίσεις, χιούμορ και πολύ χρώμα, η εικονογράφηση είναι πανταχού παρούσα, συνοδεύει ιδανικά το κείμενο και προσφέρει στην αισθητική του έργου.
Απόσπασμα
Αυτή τη στιγμή, πάνω στον πλανήτη Γη, ζεις
εσύ και άλλα επτά δισεκατομμύρια άνθρωποι.

Για να σχηματίσεις τον αριθμό επτά
δισεκατομμύρια, γράφεις: 7.000.000.000.
Δηλαδή, ένα εφτάρι και εννιά μηδενικά.
Αμάν! Ξεχάσαμε να βάλουμε κι εσένα μέσα.

Άρα, ο σωστός αριθμός του παγκόσμιου πληθυσμού είναι: 7.000.000.001.
Βλέπεις τον εαυτό σου στο τέλος του αριθμού;


Ο καθένας από όλους αυτούς τους ανθρώπους έχει κι από μία…

Μύτη; Θα με ρωτήσεις.
Όχι, μερικοί την έχουν χάσει σε κάποιο ατύχημα…

Τρίχα;
Όχι, πολλοί είναι τελείως φαλακροί…

Κρεατοελιά;
Κανείς δεν έχει μόνο μία κρεατοελιά.

Και τώρα, έφτασε η μεγάλη στιγμή για να
φανερωθεί η απάντηση.
Η οποία απάντηση, επειδή είναι πολύ παιχνιδιάρα,
πήγε και κρύφτηκε μέσα σ’ ένα αίνιγμα:

Στέκομαι όταν στέκεσαι,
κινούμαι όταν κινείσαι,
αδύνατον να είμαι
όπου εσύ δεν είσαι!
Τι είμαι;

Ε, καλά, πανεύκολο ήταν, σιγά το πράγμα.
Άμα κοιτάξεις μπροστά σου ή πίσω σου ή στο πλάι σου,
δεν μπορεί, θα τη δεις, μπορεί κι αυτή τη στιγμή.

Τι θα δεις; Τη σωστή απάντηση στο αίνιγμα θα δεις.
Δηλαδή τη σκιά σου!

Κι επειδή όλοι οι άνθρωποι συνέχεια στέκονται
ή κινούνται, είναι φανερό πως οι σκιές όλων
των ανθρώπων πάνω στη Γη είναι όσες και οι
άνθρωποι, δηλαδή είναι επτά δισεκατομμύρια
και μία σκιές.

7.000.000.001 σκιές.

Βλέπεις και τη δικιά σου σκιά στο τέλος του αριθμού;
Στέκεται ή κινείται;
Στέκεσαι ή κινείσαι;

Παρατήρησε τη σκιά σου.
Τι βλέπεις;
Κάτι μαύρο και αμίλητο, έτσι δεν είναι;
Ποπό, δε μοιάζει και πολύ διασκεδαστικό να είσαι σκιά!

Σχόλιο
Το εύρημα της εισαγωγής που αναφέρεται στον αριθμό επτά δισεκατομμύρια, θεωρώ πως ίσως δεν επιτρέπει στις ηλικίες στις οποίες απευθύνεται το βιβλίο να ξεκινήσουν "με το δεξί" και να αφεθούν στην μαγεία του κειμένου. Οι δικοί μας μαθητές της Β' προτίμησαν να αγνοήσουν τον συγκεκριμένο αριθμό (7.000.000.001) ενώ στην αντίστοιχη δραστηριότητα στο τέλος του βιβλίου, τον αναγνώρισαν οπτικά αλλά τον ονομάτισαν «επτακόσια ένα»!

Όπως η ιστορία μπορεί να λειτουργήσει ενισχυτικά στην φαντασία πολλών αναγνωστών, προκαλώντας τους να δουν τη σκιά τους με άλλο μάτι, έτσι υπάρχει και η περίπτωση ορισμένοι να παρεξηγήσουν το νόημα του κειμένου, θεωρώντας ότι η σκιά τους δεν είναι πολύχρωμη επειδή δεν έχουν φαντασία ή επειδή δεν είναι "καλά παιδιά". Ίσως θα ήταν φρόνιμο, για να προλάβουμε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, να διασαφηνίσουμε στους μαθητές μας από την αρχή, ότι πρόκειται για μια καθαρά φανταστική ιστορία, ενώ μια σύντομη εξήγηση του πώς δημιουργούνται οι σκιές επίσης θα μπορούσε να βοηθήσει.
χορευτές από αλουμινόχαρτο με τις σκιές τους (πηγή)
Χρήση στην τάξη
Στην τάξη, η ιστορία μας δίνει αφορμή να δημιουργήσουμε σκιές, να αναπαραστήσουμε διαλόγους ανάμεσα σε αντικείμενα και τις σκιές τους, να αναζητήσουμε παροιμίες, εκφράσεις και ποιήματα και βέβαια να ζωγραφίσουμε πολύχρωμες σκιές όπως αυτές του βιβλίου (βλ. εικόνα). Σχετικές δραστηριότητες και παιχνίδια μπορείτε να βρείτε στο έντυπο me and my shadow, όπως κι εδώ (στα αγγλικά) αλλά κι εδώ (στα ελληνικά). Στην ιστοσελίδα του 12ου Δ.Σ. Αθήνας θα βρείτε συγκεντρωμένα βίντεο από τη "σκιώδη" χορευτική ομάδα Pilobolus ενώ σε κείνη του 2ου Δ.Σ. Αρχανών υπάρχουν βίντεο και παρουσιάσεις για το πώς δημιουργούνται οι σκιές.
δημιουργίες της Β' τάξης εμπνευσμένες από το βιβλίο

Share/Bookmark

Πέμπτη 14 Μαΐου 2015

Δόκτορ Πορδαλός (1): Η περίφημη πορδαλόσκονη

Υπόθεση
Ο 10χρονος Μπούλης, ένα αγόρι με καροτί μαλλιά, μικροσκοπικό μπόι και τεράστια αυτοπεποίθηση, μετακομίζει στην οδό Κανονιού στο Όσλο, λίγες μέρες πριν από την εθνική γιορτή της 17ης Μαΐου. Εκεί θα γνωρίσει νέους φίλους όπως τη Λίζα και τον τρελούτσικο επιστήμονα δόκτορα Πορδαλό, αλλά και τα ανάγωγα παιδοβούβαλα Τρουλς και Τριμ, που τρομοκρατούν οποιονδήποτε βρεθεί στον δρόμο τους. Στην εβδομάδα που θα ακολουθήσει, ο Μπούλης χωρίς να χάσει την αισιοδοξία του ούτε για ένα λεπτό, θα επιβιώσει από μια τρελή περιπέτεια μέσα στην οποία γίνεται πειραματόζωο, αστροναύτης, φωσφοριζέ λάμπα και θύμα εκφοβισμού, απορρίπτεται από μια φάλτσα σχολική μπάντα, κλείνεται σε φυλακές υψίστης ασφαλείας και καταπίνεται από ένα ανακόντα του Αμαζονίου! Τελικά, θα καταφέρει ευτυχώς να επιστρέψει στον επάνω κόσμο για το απαραίτητο happy end, σώζοντας μάλιστα και το κύρος του βασιλιά της Νορβηγίας! Πώς μπορεί να συνδέονται όλα αυτά με την περίφημη πορδαλόσκονη;
  
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Μεταίχμιο
Συγγραφέας: Jo Nesbo
Μετάφραση: Δέσπω Παπαγρηγοράκη
Εικονογράφηση: Per Dybvig
Τίτλος πρωτοτύπου: Doktor Proktors Prompepulver
ISBN: 978-960-501-913-6
Έτος 1ης Έκδοσης: 2007 (στα ελληνικά 2012)
Σελίδες: 246
Τιμή: περίπου 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Γυμνάσιο
Ακούστε μια ηχητική συνέντευξη που ο συγγραφέας δίνει σε παιδιά εδώ  (στα αγγλικά)
Ιστοσελίδα της ταινίας (περιλαμβάνει παιχνίδι "πιάσε τις σταγόνες που πέφτουν") εδώ

Κριτική
Μια υπερηχητικά ανορθόδοξη, γκροτέσκα περιπέτεια από τον αναγνωρισμένο συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων για ενηλίκους Jo Nesbø, που αποτελεί τον πρώτο τόμο σε μια σειρά ιστοριών με ήρωα τον δόκτορα Πορδαλό. Η μετάφραση είναι αρκετά καλή, μας μεταφέρει το κείμενο με σαφήνεια και ζωντάνια και επιτρέπει να το απολαύσουμε χωρίς προβλήματα ροής. Η πλοκή χωρίζεται σε 22 κεφάλαια μετρίου μεγέθους (4-18 σελίδες το καθένα, συνήθως γύρω στις 10) με κλιμακωτή δράση, που διατηρεί το ενδιαφέρον των αναγνωστών ακμαίο μέχρι το τέλος. Οι χαρακτήρες παρουσιάζουν τάσεις φυγής από τα στενά πλαίσια που συνήθως θέτει η παιδική λογοτεχνία ενώ ορισμένα σημεία στο κείμενο θα μπορούσαν να θεωρηθούν οριακά κατάλληλα για τους μικρότερους. Οι «περίεργες» σκηνές, η υποβόσκουσα κοινωνική κριτική και η έκταση του κειμένου, μας οδηγούν να το προτείνουμε κυρίως σε μαθητές γυμνασίου ή αρκετά ώριμους αναγνώστες Δημοτικού, που αγαπούν τις εξωφρενικές περιπέτειες, το "λερωμένο" χιούμορ και τους αντιήρωες.

  • Φαντασία και ιδιαίτερη πλοκή
  • Κοινωνική κριτική
  • Μηνύματα αισιοδοξίας μέσα από τη συμπεριφορά του ήρωα

  • Οι ανορθόδοξες προσεγγίσεις και το ιδιότυπο χιούμορ μπορεί να μεταφέρουν λάθος μηνύματα στα παιδιά

Αξίες - Θέματα
Χιούμορ, Ανισότητα, Εκφοβισμός, Τεχνολογία, Μουσική, Αισιοδοξία, Φιλία

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όταν ο Μπούλης κάνει τη θεαματική του επιστροφή στον πάνω κόσμο, ανατρέποντας σε λίγες παραγράφους όλα τα αρνητικά δεδομένα.

Εικονογράφηση
Σκληρή εικονογράφηση (κάποιοι μαθητές την χαρακτήρισαν με τη γνωστή παιδική ευθύτητα "απαίσια"), έγχρωμη αλλά όχι πολύχρωμη, σκιαγραφεί τους χαρακτήρες με αλλόκοτο τρόπο... Με δυο - τρία μικρά ή λίγο μεγαλύτερα σκίτσα σε κάθε κεφάλαιο, δηλώνει παρούσα και σίγουρα συμβάλει στη διαμόρφωση ενός κλίματος... διαφορετικού!
Απόσπασμα 
Ο σφιγκτήρας όφης Άννα Κόντα ξύπνησε απότομα. Είχε δει το ίδιο όνειρο που ονειρευόταν πάντα. Πως κολυμπούσε με τη φιδομάνα του στα υπέροχα ζεστά νερά του Αμαζόνιου, ανάμεσα σε πιράνχας, κροκόδειλους, δηλητηριώδη φίδια και άλλους καλούς φίλους, και ήταν ευτυχισμένος σαν ιπποπόταμος. Και πως μια νύχτα τον έπιασαν με ένα δίχτυ, τον έβγαλαν από το νερό και τον μετέφεραν σε μια παγωμένη χώρα, όπου κατέληξε σε ένα κατάστημα που πουλούσε κατοικίδια. Και πως μια μέρα, ένα χοντρό αγόρι είχε μπει στο κατάστημα με τον πατέρα του, ο οποίος είχε βάλει τις φωνές στον καταστηματάρχη και του είχε δείξει σημάδια από δάγκωμα στο παχουλό χέρι του γιου του. Ύστερα το αγόρι είχε ανακαλύψει το φίδι, το πρόσωπό του είχε φωτιστεί, είχε τραβήξει τον πατέρα του κοντά και του το είχε δείξει κραυγάζοντας: Άννα Κόντα! Έτσι τον αποκαλούσαν, παρόλο που το Άννα Κόντα ήταν κοριτσίστικο όνομα ενώ αυτός ήταν αγόρι! Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε!

Τον είχαν βάλει σε ένα κλουβί στο Χουβσέτερ και τον τάιζαν με κάτι ασπρουλιάρικα, γλοιώδη μπαλάκια που είχαν γεύση ψαριού, ενώ το αγόρι έχωνε κλαδιά στο κλουβί του και τον τσιγκλούσε. Και παρόλο που όλα αυτά είχαν γίνει πριν από τριάντα χρόνια, ο Άννα Κόντα ξυπνούσε συχνά από αυτό τον φριχτό εφιάλτη μουσκεμένος στον ιδρώτα, αν βέβαια τα φίδια ιδρώνουν. Και ύστερα αναστέναζε ανακουφισμένος, γιατί δε βρισκόταν πια στο διαμέρισμα στο Χουβσέτερ αλλά μέσα στους υπέροχα ζεστούς υπονόμους κάτω από το κέντρο του Όσλο.  Αυτό που είχε συμβεί ήταν πως ένα βράδυ το αγόρι είχε ξεχάσει να κλειδώσει το κλουβί και έτσι ο Άννα Κόντα δραπέτευσε μέσα από το ανοιχτό παράθυρο της κρεβατοκάμαρας και κατέβηκε από την υδρορροή στον δρόμο, όπου μετά από πολύ ψάξιμο και τις υστερικές φωνές κάνα δυο γυναικών βρήκε μια χαλαρή σχάρα σε ένα φρεάτιο αποχέτευσης και τρύπωσε στον υπόνομο. Την πρώτη του νύχτα στο Δημοτικό Αποχετευτικό Σύστημα του Όσλο είχε μείνει κουλουριασμένος και καταφοβισμένος σε μια γωνιά. Όμως γρήγορα του είχε περάσει ο φόβος. Μέχρι την άλλη μέρα είχε αρχίσει να κάνει αυτά που συνηθίζουν οι ανακόντα: να σφίγγει δυνατά διάφορα πράγματα και μετά να τα τρώει. Γιατί εκεί κάτω έβριθε από ράτους νορβέτζικους, νυχτερίδες και συνηθισμένους ποντικούς. Μπορεί να μην ήταν ακριβώς ο Αμαζόνιος, αλλά δεν ήταν και τόσο άσχημα. Μάλιστα, ακριβώς την επόμενη μέρα έπεσε πάνω σε έναν αληθινό μογγολικό αρουραίο των νερών.

Τώρα που ο Άννα Κόντα είχε γίνει τόσο μεγάλος, είχε αρχίσει να μη συσφίγγει το φαγητό του πρώτα αλλά να το καταβροχθίζει κατευθείαν, πράγμα πολύ πιο εύκολο. Και βέβαια θυμόταν τη μαμά του που του έλεγε πως δεν έδειχνε καλή ανατροφή όταν καταβρόχθιζε το φαγητό του χωρίς πρώτα να το συσφίγγει, αλλά εδώ κάτω δεν υπήρχε κανένας να τον δει. Γι’ αυτό ο Άννα Κόντα είχε καταβροχθίσει άσφιχτο εκείνο το μικροσκοπικό φωσφορίζον κομμάτι κρέας με τα καροτί μαλλιά. Τώρα όμως κάτι του έλεγε πως ίσως δεν ήταν και τόσο καλή ιδέα. Γιατί ο λόγος που είχε ξυπνήσει ήταν πως ένιωθε σαν να είχε γίνει μια έκρηξη κάπου μέσα του και πως ένα τεράστιο ρέψιμο είχε ξεκινήσει και ετοιμαζόταν να βγει έξω. Και ο Άννα Κόντα υποψιαζόταν πως το φαΐ του σχεδίαζε να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Γι’ αυτό έκλεισε σφιχτά το στόμα του καθώς ένιωθε το φιδίσιο κορμί του να φουσκώνει. Και να φουσκώνει. Ο Άννα Κόντα κράτησε το στόμα του πιο σφιχτά κλειστό. Το σώμα του άρχισε να μοιάζει με τεράστιο λουκάνικο φουσκωμένο σαν μπαλόνι και συνέχιζε να φουσκώνει. Όμως ο Άννα Κόντα δεν το έβαζε κάτω: ό,τι φαγώθηκε φαγώθηκε, σκεφτόταν. Είχε φουσκώσει τόσο πολύ πια που τα φιδίσια μαύρα λέπια του ζουλιόνταν πάνω στον αποχετευτικό αγωγό. Οι μασέλες του πονούσαν. Η κατάσταση είχε γίνει εκρηκτική και δεν άντεχε άλλο. Η πίεση από μέσα ήταν ανυπόφορη.

Δεν άντεχε άλλο…

Δεν άντεχε…

Δεν άντεξε!

Το στόμα του Άννα Κόντα άνοιξε διάπλατα από ένα ρέψιμο. Δε μιλάμε για συνηθισμένο ρέψιμο αλλά για ένα γιγάντιο μπουμπουνητό που έκανε όλο το νοτιοδυτικό Όσλο να σειστεί συθέμελα. Ακριβώς τότε, όπως όταν σταματάς να κρατάς σφιχτά κλειστό το στόμιο ενός μπαλονιού σε σχήμα λουκάνικου, ο Άννα Κόντα εξακοντίστηκε σαν πύραυλος προς τα πίσω, στους φιδωτούς υπονόμους του Όσλο. Βρουουουμ! Σαν μπάλα κανονιού που εκτοξεύεται από κανόνι. Η ταχύτητα αυξανόταν,  κι έτσι όταν ύστερα από μερικά νανοδευτερόλεπτα βγήκε από τους αγωγούς της αποχέτευσης κάτω από την αποβάθρα, συνέχισε την πορεία του μέσα στο φιόρδ σαν αεριωθούμενο με μεγάλη ταχύτητα, πριν κάνει στροφή και αρχίσει να ανεβαίνει προς τον ουρανό. Και ακριβώς όπως το μπαλόνι που έχει ξεφύγει, πήρε κάμποσες απότομες, απρόβλεπτες στροφές που συνοδεύονταν από το «πρρρ» που κάνει ο αέρας όταν βγαίνει από στενή δίοδο. Μέχρι που ξεφούσκωσε εντελώς και προσγειώθηκε σαν σκοροφαγωμένη λεοντή πάνω σε μια κουκουναριά, κάπου στη χερσόνησο Νέσοντεν.

Ο Μπούλης επέπλεε ανάσκελα στο νερό του υπονόμου σαν καφετιά κουτσουλιά, κοίταζε την οροφή και γελούσε. Το γέλιο του ηχούσε σε ολόκληρο το δίκτυο των υπονόμων. Ήταν ελεύθερος! Είχε εξακοντιστεί έξω από τα σαγόνια του ανακόντα σαν βλήμα, ένα λεπτό αφού κατάπιε την αστροναυτοπορδαλόσκονη. Ποιος θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι το να βρίσκεσαι μέσα σε έναν υπόνομο ήταν τόσο ανακουφιστικό!

Όμως πολύ γρήγορα το γέλιο του κόπηκε. Γιατί τα προβλήματά του δε φαίνονταν να έχουν λυθεί. Το φίδι γρήγορα θα έβρισκε τον δρόμο πίσω στον υπόνομο και πραγματικά με τίποτα δε θα ήθελε ο Μπούλης να είναι εκεί τη στιγμή της επιστροφής του. Αλλά πώς θα κατάφερνε να μην είναι εκεί;

Έπρεπε εξάπαντος να βγει αποκεί μέσα. Κοίταξε γύρω του. Πουθενά ταμπέλα «έξοδος». Μόνο ένα κασόνι χοροπηδούσε πάνω στο νερό μέσα στο μισοσκόταδο. Σκαρφάλωσε πάνω του και έκανε κουπί προς τα μέσα. Ή προς τα έξω. Ούτε ήξερε πού πήγαινε. Και αφού είχε κωπηλατήσει γύρω από διάφορες γωνίες και στροφές για είκοσι λεπτά, ακόμη δεν ήξερε πού βρισκόταν ή πώς θα έβρισκε κάποια έξοδο. Σταμάτησε να κωπηλατεί. Και καθώς καθόταν και άκουγε την ησυχία, του φάνηκε πως άκουσε έναν αμυδρό ήχο. Όχι, δεν του φάνηκε, ήταν πράγματι ένας ήχος. Όλο και δυνάμωνε. Τρομερός ήχος. Ήχος από έκρηξη, πτώση αεροπλάνου και χιονοστιβάδα μαζί. Ήχος που έφερνε ρίγη στη σπονδυλική σου στήλη και έκανε το κεφάλι σου να κουδουνίζει. Ο Μπούλης ήξερε πως αυτός ο ήχος μόνο ένα πράγμα μπορούσε να είναι: η μπάντα του σχολείου Ντόλγκεν.

Σχόλια
Το κείμενο είναι αναμφισβήτητα καλοδουλεμένο, όμως οι σύνθετες προτάσεις, η πυκνή γραφή και οι αρκετές πληροφορίες, ίσως φανούν απαιτητικά στους "απροπόνητους" αναγνώστες. Παρόλα αυτά, όποιος αποφασίσει να δώσει στην ιστορία του Μπούλη μια ευκαιρία, είναι πολύ πιθανόν με τη βοήθεια του (σκοτεινού) χιούμορ, της θεότρελης πλοκής και των κινηματογραφικών σκηνών, να καταφέρει να ανταπεξέλθει στην πρόκληση

Οι "δύσκολες" σκηνές είναι παρούσες, αλλά αριθμητικά περιορισμένες: Παρατηρούμε π.χ. στη σ.165 το ανακόντα να τρώει ή στη σ.70 τον μικρό Αττίλα να καταβροχθίζεται. Το θέμα ωστόσο δεν είναι στον αριθμό των σκηνών αλλά στο ότι κάποιες από αυτές είναι φορτισμένες λεκτικά και αφήνουν μια αίσθηση σκληρότητας που τελικά επηρεάζει ολόκληρο το έργο: Διαβάζουμε π.χ. στη σ.205 Ύστερα έσκυψε πάνω από το φρεάτιο, έφτυσε το ακάθαρτο νερό από το στόμα του και έσκουξε: "Φάε κουράδες, βρομοσκούληκο!" Αντίστοιχα, στην κλασική ρητορική απορία της δασκάλας "Τι λέτε εσείς οι δύο;" ο κεντρικός χαρακτήρας απαντάει με θράσος (σ.217) "Νομίζω πως οι γυναίκες πρέπει να κυβερνήσουν τον κόσμο, να εξολοθρέψουν τους άντρες, να καταψύξουν σπέρμα για να κάνουν παιδιά και να σκοτώνουν όλα τα αγόρια μόλις γεννιούνται". Ολοκληρώνοντας τα σχετικά με τη γλώσσα, να αναφέρουμε ότι η οπτική του μικρού παιδιού αποδίδεται -κλασικά και αρκετά επιτυχημένα- μέσα από την επανάληψη λέξεων, όπως στη σ.40 Χτες ήμουν μπροστά όταν εφευρέθηκε μία από τις μεγαλύτερες εφευρέσεις του κόσμου. Ο εφευρέτης λέγεται δόκτωρ Πορδαλός και εγώ επιλέχθηκα για βοηθός του. Την εφεύρεση την ονομάσαμε "πορδαλόσκονη", ενώ η μετάφραση δεν δημιουργεί προβλήματα στη ροή του κειμένου, παρότι σ' ένα σημείο προσωπικά με ξένισε η επιλογή της αιτιατικής (σ.218): Κάτι πολύ βαρύ και πολύ σκληρό και πολύ απίθανο έπεσε από τον ουρανό στα κεφάλια δύο από τους μουσικούς μας.

Ο συγγραφέας, σύμφωνα τουλάχιστον με τα όσα εξομολογείται σε ηχητική συνέντευξη, χαίρεται περισσότερο όταν γράφει βιβλία για παιδιά, παρά όταν γράφει για ενηλίκους. Αν η επιτυχία του στον κόσμο του παιδικού βιβλίου προκύψει αντίστοιχη με εκείνη στο αστυνομικό μυθιστόρημα, οι περιπέτειες του δόκτορα Πορδαλού, του Μπούλη και της Λίζας έχουν ακόμα μέλλον (προς το παρόν έχουν κυκλοφορήσει τέσσερις ιστορίες)... Σχετικά με τον καροτόμαλλο ήρωα, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι παρά τις διαρκείς ήττες δεν εκφράζει ματαίωση αλλά παραμένει αισιόδοξος. Αντίθετα μάλιστα από τον Γκρεγκ Χέφλι (από το ημερολόγιο ενός σπασίκλα) που έχει παρόμοια αντιμετώπιση από το περιβάλλον του, ο Νορβηγός έφηβος είναι εύστροφος, διαβασμένος και παρά το μικρό του μέγεθος, ιδιαίτερα θρασύς. Στα πλαίσια της κριτικής προς το σύστημα, ο συγγραφέας, χέρι χέρι με τον ήρωά του, κοροϊδεύει σε αρκετά σημεία την ετικέτα (ακόμα και ένα ανακόντα μπορεί να έχει καλούς τρόπους βλ. απόσπασμα) την ακρίβεια και κυριολεξία των Νορβηγών, ενώ δεν αφήνει έξω από το κάδρο τη στολή της Βασιλικής φρουράς σχολιάζοντας πως διαθέτει μια  "μεγάλη και γελοία φούντα" (σ.159) στο καπέλο.

Το υψηλό βιοτικό επίπεδο που συναντάμε στη Νορβηγία, βλέπουμε ότι δεν εμποδίζει την εκδήλωση φαινομένων σχολικού εκφοβισμού. Ο Τρουλς και ο Τριμ φαίνεται πως δεν έχουν πατρίδα και μπορούν να εμφανίζονται παντού και να ταλαιπωρούν τα παιδιά όλου του κόσμου. Το προαιώνιο ερώτημα παραμένει: πώς αντιμετωπίζουμε την επιθετικότητα στην πράξη; Στις Ιστορίες για δειλούς και θαρραλέους είδαμε πως "ένα μάθημα" μπορεί να βάλει τους νταήδες στη θέση τους. Έτσι και ο Μπούλης δοκιμάζει να εκδικηθεί τους δικούς του τυράννους, η πράξη του όμως οδηγεί (όπως συμβαίνει συνήθως και στον πραγματικό κόσμο) σε νέα εκδίκηση από την πλευρά τους (σ. 129). Τελικά, η τιμωρία έρχεται ουρανοκατέβατη (ή τέλος πάντων εκ των άνω), με τη μορφή μιας σχάρας υπονόμου που βρίσκει τους Τρουλς και Τριμ στο κεφάλι. Μπορούμε άραγε να βασιζόμαστε στον από μηχανής θεό;

Ολοκληρώνοντας, να αναφέρουμε ότι μέσα από το βιβλίο προβάλλεται η σοφία του κοσμογυρισμένου, αναδεικνύεται δηλαδή η εκπαιδευτική ωφέλεια που τα ταξίδια μπορούν να προσφέρουν, και αναγνωρίζονται έτσι κάποιες θετικές πλευρές στο να μετακομίζει κανείς συχνά (κάτι που συνήθως στα παιδικά βιβλία θεωρείται "κατάρα").
Χρήση στην τάξη
Μερικές ερωτήσεις που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να ξυπνήσουμε το ενδιαφέρον των μαθητών, σε περίπτωση που διαλέξουμε για την τάξη μια 3λεπτη παρουσίαση τύπου Bookslam:
α. τι διαφορά έχει η πορδαλόσκονη απ' την αστροναυτοπορδαλόσκονη;
β. ποιο είναι το αγαπημένο γλυκό του δόκτορα Πορδαλού;
γ. τι μπορεί να σου έρθει στο κεφάλι αν δεν είσαι καλό παιδί;
Σ' αυτά και σε άλλα εξίσου κρίσιμα ερωτήματα θα είναι σε θέση να απαντήσει όποιος αποφασίσει να διαβάσει το βιβλίο τούτο!

Για το μάθημα της Γλώσσας: Ο συγγραφέας στο ξεκίνημα του βιβλίου, μας κάνει μια μίνι περιήγηση στα σκηνικά όπου αργότερα θα διαδραματιστεί η πλοκή, ακολουθώντας τις πρωινές ακτίνες του ήλιου καθώς αυτές πέφτουν πάνω στην πόλη του Όσλο, σε μια λυρική περιγραφή που λειτουργεί ως γεωγραφική προοικονομία. Αν καλούσαμε τους μαθητές μας να ακολουθήσουν και εκείνοι τις πρωινές ακτίνες του ήλιου καθώς φωτίζουν τη γειτονιά τους... τι άραγε θα μας περιέγραφαν; 

(σ. 5-8) 
Ήταν Μάιος και ο Ήλιος, αφού πέρασε από την Ιαπωνία, τη Ρωσία και τη Σουηδία, ήρθε και στάθηκε πάνω από το Όσλο. (...) Έπιασε αμέσως δουλειά και άρχισε να λάμπει πάνω στο φρούριο Άκερσχους και στο κίτρινο μικρό παλάτι όπου ζούσε ένας βασιλιάς χωρίς μεγάλη βασιλική εξουσία. 
Φώτισε τα παλιά κανόνια που ήταν στραμμένα προς το φιόρδ του Όσλο, μπήκε από το παράθυρο του γραφείου του φρούραρχου και έφτασε μέχρι την πιο απομακρυσμένη από όλες τις πόρτες, αυτήν που οδηγούσε στην πιο φρικαλέα φυλακή της πόλης, το Μπουντρούμι του Ζόφου... (...) Ο ήλιος ανέβηκε λίγο ακόμα στον ουρανό και φώτισε τα μέλη μιας σχολικής μπάντας (...) Ο ήλιος ανέβηκε ακόμα ψηλότερα και φώτισε τις ξύλινες αποβάθρες στο φιόρδ του Όσλο, που είχε μόλις δέσει ένα καράβι από τη Σαγκάη της Κίνας. (...) Μάλιστα κάποιες ακτίνες του ήλιου πέρασαν ανάμεσα από τις σανίδες και έπεσαν σε έναν αγωγό αποχέτευσης (...) Μια ακτίνα βρήκε τον δρόμο, τρύπησε το σκοτάδι του αγωγού και φώτισε κάτι παράξενο εκεί μέσα (...) Τώρα ο ήλιος έφτασε σε έναν ήσυχο δρόμο που λεγόταν οδός Κανονιού. Κάποιες ακτίνες του φώτισαν ένα κόκκινο σπίτι...

Οι πιο τολμηροί συνάδελφοι που θεωρούν ότι η τάξη τους υπάρχει πιθανότητα να ανταποκριθεί χωρίς παρεξηγήσεις και παρατράγουδα, θα μπορούσαν να ασχοληθούν με κάποιες "ταμπού" λέξεις-κλειδιά του μυθιστορήματος όπως "πορδή". Ποια είναι η ετυμολογία της και πώς τη συναντάμε σε  ξένες γλώσσες; Οι μαθητές αναζητώντας επίθετα, ουσιαστικά, παράγωγα, συνώνυμα, εκφράσεις, κτλ. ώστε να κατασκευάσουν το δέντρο των ανακουφιστικών λέξεων, πιθανότατα θα διασκεδάσουν, αλλά ταυτόχρονα θα καταλάβουν πόσο ζωντανός οργανισμός είναι η γλώσσα. 

Αντίστοιχη τόλμη θα χρειαστεί και για να ασχοληθούμε με το ζήτημα στο μάθημα της Φυσικής, όπου μπορούμε να κάνουμε λόγο για τη μεταφορά των θερμών αερίων μαζών... ή μάλλον για το πώς θα καταφέρουμε να αποφύγουμε τη μεταφορά τους στους γύρω μας!
Υλικό στο βιβλίο υπάρχει και για τα μαθηματικά. Ειδικότερα, στις σελίδες 76-77 διαβάζουμε: «Το θέμα είναι» είπε ο Μπούλης «πως εφόσον υπάρχουν εξήντα δευτερόλεπτα σε ένα λεπτό και σαράντα πέντε λεπτά σε κάθε σχολική ώρα, δεν έχω χρόνο να απαντήσω στην ερώτησή σας γιατί σαράντα πέντε λεπτά επί εξήντα δευτερόλεπτα είναι δυο χιλιάδες εφτακόσια δευτερόλεπτα, πράγμα που σημαίνει πως το κουδούνι θα χτυπήσει ακριβώς...»
Πόσο ενδιαφέρον θα ήταν άραγε να μετρήσουμε με την τάξη μας τα δευτερόλεπτα όπως ο ήρωας που περιμένει να τελειώσει η ώρα; Μπορούμε να ξεκινήσουμε μετρώντας ηχηρά ώστε οι μαθητές να καταλάβουν τον ρυθμό με τον οποίο κυλάει ο χρόνος και στη συνέχεια να κρύψουμε το ρολόι του τοίχου και να εξετάσουμε ποιος μπορεί να μετρήσει από μέσα του με ακρίβεια χρόνο π.χ. 15-20 δευτερολέπτων.

Πόσο ακριβές είναι το ρολόι που υπάρχει
μέσα στο μυαλό των μαθητών μας; (πηγή)
Στα πλαίσια του μαθήματος της Γεωγραφίας, θα μπορούσαμε να κάνουμε μια παρουσίαση της Νορβηγίας και να αναζητήσουμε πληροφορίες για την εθνική γιορτή της 17ης Μαΐου. Τι συνέβη το 1814 ώστε οι κάτοικοι της χώρας να αρχίσουν να γιορτάζουν την syttende mai; Και γιατί αντί για εισαγόμενα τανκς και ξεχαρβαλωμένα οπλικά συστήματα, τους δρόμους των νορβηγικών πόλεων πλημμυρίζουν παιδιά με σημαίες;

από την παρέλαση της 17ης Μαΐου στο Όσλο (πηγή)
Στα εικαστικά μπορούμε να ζωγραφίσουμε τη σημαία της Νορβηγίας ή τον ήρωα με τα πορτοκαλί μαλλιά. Στο δικό μας σχολείο, πάντα με τη βοήθεια της κυρίας Άλκηστης, ασχοληθήκαμε με την κατασκευή μικρών ανακόντα, που στη συνέχεια τα αφήσαμε ήσυχα να πιούν λίγο "γάλα"!

Share/Bookmark

Πέμπτη 7 Μαΐου 2015

Ακόμα και οι Μπαμπάδες...

Υπόθεση
Ο πατέρας του Μανόλη και της Ειρήνης είναι πολύ αυστηρός κι έχει για χόμπι του το κυνήγι. Όταν τους παρουσιάζει το νέο του λαγωνικό, τα παιδιά ζητούν να το κρατήσουν στο σπίτι ως κατοικίδιο. Εκείνος εξοργίζεται, τα τιμωρεί και αλυσοδένει τον σκύλο σ' ένα έρημο οικόπεδο για να τον σκληραγωγήσει. Τα δυο αδέλφια όμως δεν έχουν πει την τελευταία τους κουβέντα. Την ίδια νύχτα απελευθερώνουν τον "Γκούφι" και τον φυγαδεύουν στο αγρόκτημα του παππού. Χάρη στις συμβουλές του, αλλά και με τη συνδρομή ενός συμμαθητή τους, θα οργανώσουν ένα ριψοκίνδυνο σχέδιο που σκοπό έχει να νουθετήσει τον αυταρχικό μπαμπά.

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Φίλιππος Μανδηλαράς
Εικονογράφηση: Γιώργος Ναζλής
ISBN: 978-960-16-3494-4
Έτος 1ης Έκδοσης: 2010
Σελίδες: 56
Τιμή: περίπου 4 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ 
Τάξεις: Δ', Ε'

Κριτική
Οικογενειακή περιπέτεια περιβαλλοντικού προβληματισμού που ασχολείται με το ζήτημα του αυταρχικού γονέα, τη σχέση πατέρα-γιου, αλλά και το κυνήγι ως ψυχαγωγική ενασχόληση. Γραμμένο με απλότητα και σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, το διήγημα είναι αρκετά ενδιαφέρον παρά το μάλλον προβλέψιμο τέλος. Η υπόθεση χωρίζεται σε επτά κεφάλαια των 3 έως 7 σελίδων που δεν κουράζουν και συνοδεύονται από στιλιζαρισμένες ασπρόμαυρες ζωγραφιές των πρωταγωνιστών. Το εξώφυλλο κερδίζει τις εντυπώσεις των παιδιών, ενώ το κεντρικό μήνυμα του κειμένου περνάει σ' αυτά με σαφήνεια. Ωστόσο, οι χαρακτήρες παρουσιάζονται κάπως μονοδιάστατοι, οι συμβάσεις δεν λείπουν, ενώ και το τέχνασμα που οδηγεί στην κορύφωση της δράσης δεν ξεφεύγει από την παγίδα της υπερβολής. Θα προτείναμε το βιβλίο περισσότερο σε παιδιά της Δ' και Ε' Δημοτικού, ενώ τα αγόρια μάλλον έχουν περισσότερες πιθανότητες να το συμπαθήσουν λόγω θεματικής και χαρακτήρων.

  • Ενδιαφέρον θέμα  
  • Ελκυστικό εξώφυλλο και εικονογράφηση


  • Αρκετές Συμβάσεις 
  • Μηνύματα που μπορεί να παρεξηγηθούν

Αξίες - Θέματα
Ζωοφιλία, Οικογένεια, Περιβάλλον, Βία, Σκύλοι, Διάλογος.

Εικονογράφηση
Ελκυστικό εξώφυλλο, μικρές εικόνες στο άνοιγμα και το κλείσιμο των κεφαλαίων και στιλιζαρισμένες ασπρόμαυρες ζωγραφιές που αποδίδουν σκηνές από τη δράση, συνθέτουν μια αξιοπρεπή παρουσία από την πλευρά της εικονογράφησης, που αλληλεπιδρά με το κείμενο και προσδίδει αισθητική αξία στην έκδοση. Να επισημάνουμε ότι το βάρος που δίνεται στη σχέση πατέρα - γιου από τον συγγραφέα, έχει αντιστοιχία και στο εικαστικό μέρος, αφού η φιγούρα της μητέρας είναι σχεδόν εξαφανισμένη.

Απόσπασμα

Η ιστορία που θα διαβάσετε είναι αληθινή και αρχίζει την ημέρα που έκλεινα τα εννιά.

Οι ημέρες των γενεθλίων μου ήταν πάντα για τον μπαμπά μου μέρες χαράς, προσμονής και προετοιμασιών. Χαράς γιατί γιορτάζαμε τα γενέθλιά μου, προσμονής  γιατί σε τρεις μέρες ξεκινούσε η κυνηγετική περίοδος και προετοιμασιών γιατί εκείνη τη μέρα διάλεγε να καθαρίσει την καραμπίνα του και να αερίσει τα κυνηγετικά του ρούχα. Την ίδια μέρα, επίσης, έφερνε στην αυλή του σπιτιού του το καινούριο κυνηγόσκυλό του, που πάντα το φώναζε Ρόκι και το οποίο δεν έπρεπε να το χαϊδεύουμε, να το ταΐζουμε και να το περιποιούμαστε, για «να μην καλομαθαίνει», όπως μας έλεγε.

Το κυνηγόσκυλο που μας έφερε εκείνη τη χρονιά ήταν μικρόσωμο, κανελί, με μεγάλα αυτιά και μεσαίο τρίχωμα.

«Να και ο Ρόκι!» είπε περήφανα ο μπαμπάς, δένοντάς τον στο στύλο έξω από το γκαράζ.

Εγώ κι η αδερφή μου πλησιάσαμε διστακτικά το σκυλί κι αυτό άρχισε αμέσως να μας μυρίζει και να κουνάει την ουρά του. Ήταν κοκαλιάρικο όπως όλοι οι Ρόκι, αλλά αυτό εδώ είχε κάτι διαφορετικό: πολύ θλιμμένα μάτια.

«Τι ομορφούλης που είναι!» είπε η αδερφή μου κι άρχισε να το χαϊδεύει στο κεφάλι.

Ο Ρόκι έπεσε αμέσως στο τσιμέντο κι άπλωσε τα μπροστινά του πόδια σαν να έλεγε στην Ειρήνη «χάιδεψέ με κι άλλο!».

«Αφήστε ήσυχο το σκυλί» φώναξε αυστηρά ο μπαμπάς από το γκαράζ. «Όχι χάδια, έχουμε πει!»

«Αχ, μπαμπά» είπε η Ειρήνη που τράβηξε αμέσως το χέρι της σαν να την είχε χτυπήσει ηλεκτρικό ρεύμα. «Έλα να το κρατήσουμε το σκυλάκι. Μην το πάρεις μαζί σου στο κυνήγι… Θα το πούμε Γκούφι. Κοίτα τι καλό που είναι!».

Ο μπαμπάς βγήκε από το γκαράζ κρατώντας μια τεράστια σακούλα από ένα παιχνιδάδικο.

«Το δώρο μου!» σκέφτηκα κι έλαμψε το πρόσωπό μου. 

«Γκούφι να το πούμε;» είπε ο μπαμπάς γελώντας. «Πώς σου ήρθε, Ειρήνη;» Και μετά στράφηκε προς το μέρος μου και μου έδωσε τη σακούλα. 

«Αυτό είναι για σένα, Μανόλη. Χρόνια πολλά!»

Πάνω στη χαρά μου ξέχασα και το σκυλί και όλα. Άνοιξα τη σακούλα, έσκισα το περιτύλιγμα και... απίστευτο!

«Το νέο XRZ12-25b!» φώναξα. 

«Με διπλό διαφορικό και υδραυλικές αναρτήσεις!» συμπλήρωσε περήφανα ο μπαμπάς μου. «Δεν κολλάει πουθενά. Στο βάλτο να το πας, θα τον διασχίσει.»

«Ουάου!» είπα προσέχοντας τις ρόδες. «Φοράει και KS-38! Μπαμπά είσαι τέλειος!»

Εντάξει, θα προτιμούσα να είναι φόρμουλα, αλλά το τζιπ αυτό ήταν το πιο δυνατό τηλεκατευθυνόμενο που κυκλοφορούσε.

Ο μπαμπάς χαμογέλασε ικανοποιημένος. «Και σε πληροφορώ ότι βγάζει δέκα ολόκληρα άλογα!» συμπλήρωσε. «Θα τους σκίσεις όλους!»

«Και είναι και κόκκινο!» είπε η Ειρήνη, έτσι για να πει κάτι. 

Κι οι δυο την κοιτάξαμε υποτιμητικά. Τι σχέση είχε το χρώμα με όλα τα απίθανα τεχνικά χαρακτηριστικά του;

«Να πάω να το δοκιμάσω στο δρόμο;» ρώτησα τον μπαμπά.

«Ποιο δρόμο; Στην αλάνα θα πάμε! Τέτοια τζιπάρα είναι κρίμα να βγαίνει στο ίσωμα!»

Πράγματι, το τζιπ ήταν αχτύπητο! Ακόμα και βράχους ανέβαινε δίχως να ανατρέπεται, περνούσε με άνεση μέσα από αραιούς θάμνους και, όταν έβγαινε στο ίσωμα, έπιανε ως και ογδόντα χιλιόμετρα την ώρα. Θαύμα!

«Και μπορείς να το κατευθύνεις ακόμα κι από ενάμισι χιλιόμετρο μακριά» είπε ο μπαμπάς. «Να, ανέβα σ' εκείνο το βράχο για να το βλέπεις και οδήγησέ το ως την άκρη της αλάνας!»

Ανέβηκα στο βράχο και, πράγματι, είδα το τζιπ να φτάνει ως την άκρη της αλάνας δίχως να σταματάει πουθενά! Τέτοιες επιδόσεις κανένα από τα τηλεκατευθυνόμενα των φίλων μου δεν είχε. Θα έσκιζα με το XRZ12-25b!
Η αλεπού έχει ψυχαγωγική αξία
και χωρίς να την πυροβολήσουμε (πηγή)
Σχόλια
Στο διήγημα, η φιγούρα του πατέρα είναι φορτωμένη με πολλά από τα στερεότυπα που συνδέονταν με το αρσενικό φύλο σε προηγούμενες γενιές. Ο μπαμπάς του Μανόλη ασχολείται με το κυνήγι και τα όπλα, αγαπά τις αθλητικές εκπομπές, τρελαίνεται για αυτοκίνητα και μηχανοκίνητο μοντελισμό, είναι ανταγωνιστικός, αυταρχικός και ξεσπάει βίαια όταν του πηγαίνουν κόντρα. Ο γιος του δεν τον αντιγράφει σε όλες αυτές του τις συνήθειες, η υποτιμητική όμως ματιά  που ρίχνει προς την αδελφή του (βλ. απόσπασμα) ίσως να δείχνει τον δρόμο που θα μπορούσε να ακολουθήσει, αν δεν έκανε τη μικρή του επανάσταση. Η σχέση πατέρα και γιου φωτίζεται με πολλούς τρόπους, ενώ την βλέπουμε πέρα από το κεντρικό ζευγάρι των πρωταγωνιστών να αναπαράγεται και μεταξύ του φίλου του μπαμπά κυρίου Κώστα και του γιου του Χρήστου που επίσης καταπιέζεται να συμμετέχει στο κυνήγι. Η εκκολαπτόμενη γενιά (Μανόλης, Χρήστος), υποβοηθούμενη από εκείνη του παππού (ο οποίος μας δίνει ένα εναλλακτικό πρότυπο αρσενικού ρόλου) αποφασίζει τελικά να δώσει το δικό της, φιλειρηνικό στίγμα και να δηλώσει την αντίθεσή της προς τους μπαμπάδες - τυράννους. 
Ο αριθμός των κυνηγών στις ΗΠΑ φαίνεται να αυξάνεται μετά το 2005 (πηγή)
Ισχύει άραγε ότι τα σύγχρονα παιδιά ασχολούνται λιγότερο απ' όσο οι προηγούμενες γενιές με δραστηριότητες όπως το κυνήγι; Οι στατιστικές αναφορές από τις ΗΠΑ δεν το επιβεβαιώνουν, καθώς οι κυνηγοί σήμερα είναι λιγότεροι απ' ό,τι το 1980, αλλά η τάση μετά το 2005 παρουσιάζεται ανοδική. Ακόμα όμως κι αν στην πράξη οι κυνηγοί μειώνονταν, στον ψηφιακό κόσμο, η οπλοκατοχή και οι δολοφονίες πάνε σύννεφο (!) κάτι που κατά τη γνώμη μου δεν μπορεί να μείνει χωρίς αντίκτυπο στο μέλλον. Οι δυο εικόνες που ακολουθούν, είναι από το παιχνίδι Deer Hunter 2014 στο οποίο τα παιδιά ψυχαγωγούνται πυροβολώντας ζωτικά όργανα από ελαφάκια, αρκούδες και λύκους.
Ένα άλλο θέμα που αξίζει να σχολιάσουμε, είναι η εκφοβιστική τακτική πολλών αυταρχικών γονιών απέναντι στα παιδιά τους, ώστε αυτά να μην φέρνουν αντίρρηση στις προσταγές τους. Παρακολουθώντας τις αντιδράσεις των χαρακτήρων στο βιβλίο, βλέπουμε ότι ο θυμός του πατέρα άλλοτε προκαλεί στα παιδιά φόβο (σ.14 εμείς τρέμαμε απ' τον φόβο μας), άλλοτε αντιμετωπίζεται με σιωπή (σ.16 κανένας δεν τολμούσε να του αντιμιλήσει σ.23 αποφάσισα να μην απαντήσω γιατί δεν είχα όρεξη για άλλη τιμωρία) άλλοτε οδηγεί στην αυτοφίμωση και το ψέμα (-τι είπες; φώναξε απειλητικά ο μπαμπάς μου. Για ξαναπές το! - Τίποτα) και σε κάποιες περιπτώσεις  σε ατυχήματα, όπως αυτό που αποφεύγεται στις τελευταίες σελίδες. Ας μην συγχέουν λοιπόν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί την παιδαγωγική αξία της τιμωρίας με μια κακώς εννοούμενη ανάγκη για έλεγχο και αυτοεπιβεβαίωση.
σ.22 Πότε θα καταλάβεις ότι είσαι άντρας κι ότι ένας άντρας
πρέπει να ξέρει να κρατάει το τουφέκι;
(πηγή φωτογραφίας)
Τέλος, να αναφερθούμε στην χρησιμοθηρική οπτική με την οποία ο πατέρας-κυνηγός αντιμετωπίζει τον σκύλο της ιστορίας. Πέρα από την ωμή βία που του ασκεί (η οποία μας θυμίζει μια αντίστοιχη σκηνή στη Μοβ Ομπρέλα), δηλώνει ανοιχτά την άποψή του ότι σ.14 τα σκυλιά είναι εργαλείο και βέβαια δεν διστάζει να βασανίσει το ζωντανό για να το «εκπαιδεύσει». Μια απάντηση σε όσους βλέπουν τα σκυλιά ως εργαλείο ή παιχνίδι, έδωσε πρόσφατα μέσα από αυτό το κείμενο ο Στάθης Παναγιωτόπουλος (συμπαρουσιαστής στο Ράδιο Αρβύλα).
Ο αδέσποτος Σαρλώ μ' έναν αδέσποτο σκύλο στο A Dog's Life (1918)
Χρήση στην τάξη
Στην τάξη, η ιστορία προσφέρεται για μια δημιουργική συζήτηση γύρω από το κυνήγι ως άθλημα. Μπορούμε εφαρμόζοντας την τεχνική του debate (διαλογική αντιπαράθεση), να χωρίσουμε την τάξη σε δύο ομάδες που θα προετοιμαστούν να επιχειρηματολογήσουν, η μία υπέρ και η άλλη εναντίον της κυνηγετικής δραστηριότητας. Τα βήματα που μπορείτε να ακολουθήσετε είναι συνοπτικά τα ακόλουθα [πιο αναλυτικά θα τα βρείτε στο Φλογαΐτη, Ε. και Λιαράκου, Γ. (Επ.), (2009) Εκπαίδευση για την αειφόρο ανάπτυξη. Από τη θεωρία στην πράξη. Ηράκλειο: ΚΠΕ Αρχανών/ENSI]:

α. παρουσίαση του θέματος
β. ορισμός επιτροπής διαχειριστών της συζήτησης (δημοσιογράφων) και αξιολογητών
γ. καθορισμός κανόνων συζήτησης (ποιος μιλάει πότε)
δ. δημιουργία δύο ομάδων
ε. καθορισμός ρόλων σε κάθε ομάδα (γραμματέας, κτλ.)
στ. εργασία ομάδων για την προετοιμασία λίστας επιχειρημάτων
ζ. ανταλλαγή λιστών ανάμεσα στις ομάδες για την προετοιμασία αντεπιχειρημάτων
η. διεξαγωγή συζήτησης
θ. σύνοψη βασικών επιχειρημάτων κάθε ομάδας
ι. αξιολόγηση της εργασίας κάθε ομάδας από την επιτροπή

Επιχειρήματα υπέρ και κατά του κυνηγιού, οι μαθητές μπορούν να βρουν στον διάλογο ανάμεσα σε πατέρα και γιο στις σελίδες 20-24 του βιβλίου -αν και στη θέση του γιου "να φάμε κοτόπουλο"  δεν διαβάζουμε το σύνηθες αντεπιχείρημα των κυνηγών "και τα κοτόπουλα ζωντανά είναι"... Περισσότερα "πυρομαχικά" για τη συζήτηση, μπορείτε να αντλήσετε από κείμενα στο διαδίκτυο όπως αυτό (υπέρ) και αυτό (κατά των κυνηγών). Καλή διασκέδαση!
σ. 22 Τι σε πειράζει; Ότι σκοτώνουμε μερικά πουλάκια; Τόσα είναι. Δυο πάνω, δυο κάτω τι σημασία έχει;

Share/Bookmark

Παρασκευή 1 Μαΐου 2015

Το αλογάκι, η τυχερή πασχαλίτσα, μια αρκούδα κι εμείς

Υπόθεση
Συλλογή τριών διηγημάτων με τους ακόλουθους τίτλους και υποθέσεις:

Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Έξω από το μεγάλο λούνα παρκ της πλατείας ένα πόνι κοιτάζει τα ξύλινα αλογάκια του καρουσέλ και τα ζηλεύει, επειδή εκείνα είναι πάντα γεμάτα παιδιά. Ο Σαράντος, ένας αδέσποτος σκύλος, το παρακινεί να κυνηγήσει το όνειρό του και να πάει κοντά τους. Έτσι, αλογάκι και σκύλος μπαίνουν στο λούνα παρκ και αρχίζουν να τρέχουν ευτυχισμένα γύρω από το καρουσέλ, με τον κόσμο να τα χειροκροτεί και να τα φωτογραφίζει... Η ζωή τους έχει αλλάξει για πάντα!

Αν έχεις τύχη Μια πασχαλίτσα, απογοητευμένη που τα φυτοφάρμακα έχουν εξαφανίσει όλες τις μελίγκρες, βρίσκει τον παράδεισο σ' ένα κτήμα με βιολογικές καλλιέργειες. Τι θα γίνει όμως όταν ένα χέρι την βάζει κατά λάθος σ' ένα τελάρο με ντομάτες;

Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς Η Εριέτα, ένας σπίνος, μας μιλάει για την μεγάλη καφετιά αρκούδα που μετανάστευσε στο δάσος τους, καθώς στη μακρινή της πατρίδα έγινε πόλεμος. Τα άλλα ζώα την αντιπαθούν, τη φοβούνται και προσπαθούν να την αποφεύγουν. Μια μέρα όμως, ένα αυτοκίνητο την χτυπά, αφήνοντας τα δύο παιδιά της μόνα κι εκτεθειμένα.Τα ζώα του δάσους, τα βρίσκουν να παίζουν ανέμελα μαζί με το παιδί της αλεπούς και του λύκου και αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι η συμπεριφορά τους απέναντι στη μητέρα τους δεν ήταν σωστή. 

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Ελένη Δικαίου
Εικονογράφηση: Μανώλης Φωνέτης
ISBN: 978-960-16-4221-5
Έτος 1ης Έκδοσης: 2012
Σελίδες: 60
Τιμή: περίπου 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ 
Τάξεις: Α', Β', Γ'

Κριτική
Γραμμένες με ποιότητα λόγου και τρυφερότητα, οι τρεις ιστοριούλες μεταδίδουν στους αναγνώστες ωφέλιμα μηνύματα και μια οπτική περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης, ταξιδεύοντάς τους σ' έναν κόσμο όπου οι πρωταγωνιστές είναι ζώα (αλλά ευγενέστατα). Με μέτριο μέγεθος που κυμαίνεται ανάμεσα στις 7 και τις 12 σελίδες, τα κείμενα μας συστήνουν ενδιαφέροντες χαρακτήρες και πρωτότυπες καταστάσεις που δεν κουράζουν και διαβάζονται ευχάριστα. Η σχεδόν πολυτελής έκδοση, μαζί με το σκληρό εξώφυλλο και την πολύχρωμη συνοδευτική εικονογράφηση, διαμορφώνουν τελικά ένα αξιόλογο και καλαίσθητο προϊόν. Εμείς, το προτείνουμε ανεπιφύλακτα σε μαθητές των μικρών τάξεων και σε εκπαιδευτικούς ή γονείς που μέσα από τη λογοτεχνία αναζητούν μηνύματα κατά του ρατσισμού και της ανελευθερίας.

  • Χαριτωμένες ιστορίες
  • Ωφέλιμα μηνύματα
  • Προσεγμένη έκδοση

Αξίες - Θέματα
Περιβάλλον, Φιλία, Διαφορετικότητα, Δραστηριοποίηση, Μετανάστευση, Ζωοφιλία.

Εικονογράφηση
Όμορφα σκίτσα με απλές γραμμές και ζωηρά χρώματα, συμπληρώνουν το κείμενο αλληλεπιδρώντας κάποιες φορές με τον αναγνώστη.
Απόσπασμα 
Τόσο μεγάλη ήταν η έκπληξη και η χαρά μου που είχα βρεθεί εκεί, τόση η περηφάνια μου για τους συντρόφους μου, ώστε, μέχρι να συνέλθω, μια μελίγκρα που ήταν ακριβώς μπροστά μου, αν και αργοκίνητη, όπως είναι όλες τους, κόντευε να κρυφτεί κάτω από ένα φύλλο. Με έπιασε το φιλότιμο. Όχι και να γίνω ρεζίλι, πρώτη μου μέρα στο κτήμα, και μάλιστα μπροστά στους ξένους ανθρώπους. Να ξεφύγει μελίγκρα μπροστά απ’ το στόμα μου! Όρμησα προς το μέρος της· το φύλλο κάτω απ’ το οποίο πήγαινε να κρυφτεί η μελίγκρα ήταν το τελευταίο πάνω στο κοτσάνι μιας ντομάτας. Και τότε έγινε ό,τι έγινε. Πρώτα άκουσα ένα δυνατό χρατς, κι ύστερα ο κόσμος σκοτείνιασε. Χάθηκε το κτήμα, η λεπτούλα πασχαλίτσα, η χοντρή Ολλανδέζα, κι έμεινα εγώ με την ντομάτα και το κοτσάνι, στριμωγμένη ανάμεσα σε άλλες ντομάτες, μερικές απ’ τις οποίες δεν είχαν κοτσάνι καν. Δοκίμασα να πετάξω, αλλά ήταν αδύνατον. Ήμουν φυλακισμένη κάπου. Όμως δεν ήξερα πού.

Κάνοντας την ανάγκη φιλότιμο, άρχισα τις ερωτήσεις στον εαυτό μου.

«Είσαι ζωντανή;». 

«Βέβαια».

«Σε κατάπιε τίποτε;»

«Όχι φυσικά».

«Μήπως κοιμάσαι και βλέπεις κακό όνειρο;»

«Όχι!»

«Άρα;»

Έστυβα το μυαλό μου να καταλάβω τι μπορούσε να έχει συμβεί, όταν ξαφνικά φώτισε πάλι ο τόπος γύρω μου.

«Αχ, την καημένη την πασχαλίτσα! Την κουβαλήσαμε στο σπίτι μαζί με τις ντομάτες» ακούω μια φωνή και την αμέσως επόμενη στιγμή νιώθω δυο δάχτυλα να με αρπάζουν. Κάποιος με σήκωνε.

Επιτέλους, μπορούσα να δω γύρω μου. Όμως αυτό που έβλεπα δεν το είχα ξαναδεί. Σπίτι. Είχα βρεθεί σε ένα σπίτι ανθρώπων!

Στο μυαλό μου ήρθαν όλες οι τρομακτικές ιστορίες για τις οποίες μιλούσαν τ’ άλλα ζουζούνια. Σπίτι. Ένας τόπος αφιλόξενος και επικίνδυνος. Αυτό μπορούσε να μου το βεβαιώσει κάθε μύγα, κάθε κουνούπι, κάθε ζουζούνι που είχα συναντήσει μέχρι σήμερα στον δρόμο μου.

Προσπάθησα πάλι να πετάξω, μα δεν τα κατάφερα. Αυτός που με είχε πιάσει με κρατούσε μαλακά, είναι η αλήθεια, αλλά δε με άφηνε με τίποτε.

«Τύλιξέ τη σε μια χαρτοπετσέτα».

«Όχου, δυστυχία μου!» μου ξέφυγε.

Ήταν τρομερό. Απαίσιο. Εξευτελιστικό. Θα με τύλιγαν πρώτα κάπου, πριν με σκοτώσουν, γιατί με σιχαίνονταν, λες και ήμουν κατσαρίδα. Δε θα πέθαινα ηρωικά από χελιδόνι ή από ένα οποιοδήποτε άλλο πουλί, για παράδειγμα. Ούτε καν από σαύρα, στις οποίες κάποτε κάποτε γινόμαστε μεζές. Εγώ, ένα περήφανο μέλος του ηρωικού στρατού των εξολοθρευτών, θα εξολοθρευόμουν σε ένα σπίτι ανθρώπων.

Ωστόσο, ήμουν αποφασισμένη να παλέψω ως το τέλος. Έτσι, μόλις ένιωσα τα δάχτυλα που με κρατούσαν να χαλαρώνουν για μια στιγμή, κατάφερα να ανοίξω τις φτερούγες μου, αλλά μάταια, καθώς την επόμενη στιγμή βρέθηκα πάλι τυλιγμένη κάπου.

Η χαρτοπετσέτα! σκέφτηκα.

Τώρα δε μου έμενε παρά να σκύψω το κεφάλι και να υποκύψω στην τύχη μου. Θα πέθαινα, όμως, όσο γινόταν πιο ηρωικά. Και τι ήταν πιο ηρωικό απ’ το να πεθάνω με το τραγούδι του στρατού των εξολοθρευτών στα χείλη.

Άρχισα να τραγουδάω, λοιπόν:
«Εμπρός ο γενναίος στρατός, της μελίγκρας ο ορκισμένος εχθρός. Εμπρός για φυτά ζωηρά και γεμάτη κοιλιά. Ο γενναίος στρατός, της μελίγκρας ο εχθρός, ξεκινά και νικά και πάλι!».

Βέβαια, τα λόγια δεν ταίριαζαν ακριβώς με την περίπτωση, αλλά ταίριαζαν γάντι με την αξιοπρέπειά μου. Άκουγα τη φωνή μου δυνατή και καμπανιστή, όπως ταιριάζει σε κάποια σαν και μένα. Ήμουν περήφανη για τον εαυτό μου, για το μόνο που απορούσα ήταν πώς γινόταν κι όσο τραγουδούσα τόσο άκουγα καινούριες φωνές να ενώνονται με τη δική μου. Σε λιγάκι ήταν λες και τραγουδούσε μαζί μου ολόκληρος στρατός.

Πάει, έχασα τα λογικά μου, σκεφτόμουνα και συνέχισα να τραγουδάω ακόμη και τη στιγμή που ένιωσα να κατρακυλάω κάπου και ο κόσμος γύρω μου φωτίστηκε ξανά. Βρισκόμουν πάνω σε ένα φύλλο. Πρώτα ένιωσα τις μυρωδιές. Μυρωδιά από φρεσκοποτισμένο χώμα και φυτά γεμάτα χυμούς και μελίγκρες… Πολλές μελίγκρες! Τις έβλεπα δίπλα μου, μπροστά μου. Ακόμη και μουσική είχε εκείνος ο τόπος, από παντού γύρω ακουγόταν το τραγούδι μας.

«Εμπρός ο γενναίος στρατός…»

Αυτό ήταν, πάει πέθανα, αποφάσισα. Πέθανα και τώρα είμαι στον παράδεισο της πασχαλίτσας.

Σχόλιο
Τα κείμενα της συλλογής είναι διαποτισμένα με περιβαλλοντική ευαισθησία, αλλά ταυτόχρονα πλούσια και σε κοινωνικές αξίες και διάφορα χρήσιμα διδάγματα για τα παιδιά. 

Στο πρώτο, η περιπέτεια του μικρού πόνι μεταφέρει στους μικρούς αναγνώστες το μήνυμα ότι αξίζει να κυνηγάμε τα όνειρά μας· με τη βοήθεια των φίλων μας, μπορούμε να τα κάνουμε πραγματικότητα και να ευτυχίσουμε! Επίσης, γίνεται προφανές ότι όταν βοηθάμε κάποιον να πετύχει τους στόχους του, μπορεί να αλλάξει και η δική μας ζωή προς το καλύτερο (σ.19).

Στη δεύτερη ιστορία, η αξία που προβάλλεται κατά κύριο λόγο είναι η συντροφικότητα. Όταν η απογοητευμένη πασχαλίτσα βρίσκεται ανάμεσα σε έναν ολόκληρο στρατό από συντρόφους της που τραγουδούν περήφανα, αισθάνεται πως άνοιξε την πόρτα του παραδείσου. Η εικόνα τους την παρηγορεί ακόμα και στις δυσκολότερες στιγμές της και τα λόγια του ύμνου τους της δίνουν κουράγιο. Καταλαβαίνει παράλληλα ο αναγνώστης, τη δύναμη και τη σιγουριά που μπορεί να δώσει σ' ένα μικρό πλάσμα η συγκέντρωσή του σε μεγάλους αριθμούς. Πώς άραγε μπορεί να αξιοποιηθεί αυτή η γνώση στα πλαίσια του σχολικού περιβάλλοντος;

Το τελευταίο διήγημα είναι σαφέστατα αφιερωμένο στην αποδοχή της διαφορετικότητας. Η αρκούδα που έχει φύγει από την πατρίδα της λόγω πολέμου, θυμίζει το έντονο στις μέρες μας -εξαιτίας του πολέμου της Συρίας- πρόβλημα της μετανάστευσης, που οδηγεί χιλιάδες στον θάνατο και απασχολεί μέχρι και τα δελτία ειδήσεων. Οι μικροί αναγνώστες θα συνειδητοποιήσουν μέσα από το κείμενο το πόσο άσχημο είναι το να απορρίπτεις κάποιον που βρίσκεται στην ανάγκη σου, μόνο και μόνο επειδή είναι διαφορετικός. Επίσης, ίσως παραδειγματιστούν από το γεγονός ότι τα παιδιά της αρκούδας παίζουν ανέμελα με εκείνα του λύκου και της αλεπούς, υπερπηδώντας τα κοινωνικά στεγανά και στέλνοντας ένα μήνυμα ανθρωπιάς στους μεγαλύτερους.

Χρήση στην τάξη
Στην τάξη μπορούμε να συζητήσουμε για όλα τα παραπάνω θέματα αλλά και να ενημερώσουμε τους μαθητές σχετικά με διάφορα περιβαλλοντικά ζητήματα.

Έτσι, αφού ρίξουμε μια ματιά στις παρεμβάσεις που κάνει ο Αρκτούρος σε τεχνικά έργα, μπορούμε να συζητήσουμε για τους κινδύνους που απειλούν τις αρκούδες που προσπαθούν να κινηθούν στους βιοτόπους τους μέσα από δρόμους ταχείας κυκλοφορίας και αφού προβάλλουμε σχετικές εικόνες, να οργανώσουμε μια αναπαράσταση με παντομίμα.
Ο μικρός Τζον και ο Νικήτας παίζουν (πηγή)
Επίσης, μπορούμε να κάνουμε λόγο για τα ωφέλιμα έντομα και να δούμε κάποιο animation ή video για τη ζωή της πασχαλίτσας, του αμείλικτου κόκκινου εξολοθρευτή της μελίγκρας!
Στη δική μας τάξη, ασχοληθήκαμε περισσότερο με την περιπέτεια της πασχαλίτσας που ταιριάζει στην εποχή. Συζητήσαμε για κάποια από τα θέματα που αναφέρονται πιο πάνω και έπειτα κλείσαμε σοκολατάκια σε σχήμα πασχαλίτσας μέσα σε πολύχρωμα μπαλόνια που τα ζωγραφίσαμε ώστε να θυμίζουν τα χαριτωμένα έντομα... Την επόμενη μέρα, και αφού η προσμονή μας είχε κορυφωθεί, τα σκάσαμε και ριχτήκαμε στα γλυκά μας σαν να ήταν μελίγκρες! Καλή Πρωτομαγιά!


Share/Bookmark