Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Ο ιππότης της λευτεριάς

Υπόθεση
Στην φραγκοκρατούμενη Εύβοια του 1266-1300 μ.Χ., ο φτωχός ιππότης της Καρύστου Λικάριος ξεσηκώνει τον λαό ενάντια στην καταπίεση των φεουδαρχών. Η βαρόνη Φελίζα Δαλε Κάρτσερι τον ερωτεύεται και αποφασίζει να τον παντρευτεί αψηφώντας τις βουλές των αδελφών της. Μετά τις πρώτες του επιτυχίες, ο Λικάριος τίθεται στην υπηρεσία του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, που τον ενισχύει στρατιωτικά. Πότε με δυναμική πολιορκία και πότε με πονηριά, τα κάστρα των Φράγκων (Λομβαρδών, Βουργουνδών, κτλ.) πέφτουν ένα ένα στα χέρια του, ενώ πολλά νησιά του Αιγαίου απελευθερώνονται από τον ενετικό ζυγό. Μετά τη μάχη της Βατόνδας και την κατάκτηση του κάστρου των Φύλλων, ο νεαρός ήρωας ανακηρύσσεται Μέγας Δούκας και καλείται για θρίαμβο στην Κωνσταντινούπολη. Μπορεί όμως η δόξα μόνη της να του φέρει την ευτυχία;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Σπαθής
Συγγραφέας: Νίτσα Τζώρτζογλου
Εικονογράφηση: Λίνα Μωυσίδου (εξώφυλλο)
ISBN: 960-7024-16-8
Έτος 1ης Έκδοσης:1989
Σελίδες:187
Εξαντλημένο: Διαθέσιμο για δανεισμό μόνο σε τοπικές βιβλιοθήκες (π.χ. Καλαμαριάς, Λειψών)
Στην Αθήνα, τα μέλη του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου θα το βρουν στη βιβλιοθήκη του
Τάξεις: Ε', Στ', Γυμνάσιο

Κριτική
Μεσαιωνική περιπέτεια επικών διαστάσεων, βασισμένη σε πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα. Ιππότες, κονταρομαχίες, σταυροφόροι, πολιορκίες, έρωτες, ίντριγκες, προδοσίες... παρά τα χρόνια της ιστορίας αυτής -που ως ένα βαθμό φαίνονται στο ύφος γραφής- η δράση και η σφιχτή πλοκή κρατούν το ενδιαφέρον του σύγχρονου αναγνώστη ζωντανό ως την τελευταία σελίδα. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι αρκετά απλή και από την έκφραση δεν λείπει πουθενά η σαφήνεια. Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε 14 κεφάλαια των 7-18 σελίδων (τα περισσότερα κυμαίνονται γύρω στις 12), το καθένα με ξεχωριστό ενδιαφέρον και σημασία για τις εξελίξεις. Το σκληρό εξώφυλλο προϊδεάζει για μια έκδοση αρκετά φροντισμένη, όμως η αλήθεια είναι πως η απουσία βοηθητικού χάρτη, λεξιλογίου ή ενός παραρτήματος με πληροφορίες για την εποχή, είναι αισθητή.  Η εικονογράφηση είναι δυστυχώς υποτυπώδης και περιλαμβάνει λιγοστά ασπρόμαυρα σκίτσα στο κλείσιμο κάθε κεφαλαίου. Το χειρότερο είναι πως παρά τη συναρπαστική ιστορία που έχει να μας διηγηθεί, το βιβλίο είναι εξαντλημένο εδώ και χρόνια, ενώ αντίγραφό του δεν βρίσκεται ούτε στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Το προτείνουμε σε μαθητές των μεγάλων τάξεων του δημοτικού και του γυμνασίου που αγαπούν τον μεσαίωνα και τους ηρωικούς ιππότες!

  • Συναρπαστική ιστορία βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα
  • Πολλές πληροφορίες για την εποχή της Λατινοκρατίας
  • Ηθικά διλήμματα

  • Ελλιπής εικονογράφηση, απουσία βοηθητικού παραρτήματος
  • Βασικά ιστορικά στοιχεία αλλοιώνονται «ποιητική αδεία»

Αξίες - Θέματα
Ιστορία, Φιλία, Ανισότητα, Φιλοδοξία, Γενναιότητα, Σύνεση, Αγάπη, Ειρήνη

Εικονογράφηση
Ουσιαστικά απούσα, με λιγοστά ασπρόμαυρα σκίτσα που συναντάμε στο κλείσιμο κάποιων κεφαλαίων.

Απόσπασμα
Ως το γύρισμα του χρόνου γίνανε πολλά! Οι άνθρωποι του Λικάριου, λιγοστοί στην αρχή κι άπραγοι στ’ άρματα, πλήθαιναν, γυμναζόντανε. Η φήμη του ιππότη που τόσα έταζε στο λαό, μεγάλωνε μέρα με τη μέρα. Και μέρα με τη μέρα καινούριοι φτάνανε να μπουν στο φουσάτο του. Δεν τους άφηνε σε χλωρό κλαδί, τους ξεθέωνε στα γυμνάσια. Εκείνοι πάλι, θαμπωμένοι από τα λόγια του που τέτοια δεν είχαν ακούσει από κανέναν άλλο, καλοφαγωμένοι, τον είχαν για θεό.

- Βάλτε τα δυνατά σας, να ετοιμαστούμε πριν το έμπα του χειμώνα!

Ήξερε πως το πάρσιμο του Κοκκινόκαστρου της Κάρυστος δεν ήταν εύκολη δουλειά. Ντόπιος, γέννημα θρέμμα, το γνώριζε καλά ως την παραμικρή πολεμίστρα. Σίγουρα δε θα είχε μόνο τριάντα υπερασπιστές, όπως υποστήριζαν η Φελίζα κι ο Γουίδος. Οι Δαλε Κάρτσερι μαντεύοντας τη σκέψη του αντίπαλου, τρελοί από λύσσα για το φέρσιμο της αδερφής τους και για τη θανάσιμη προσβολή που τους έγινε από τον τιποτένιο υπηρέτη, ξεκίνησαν οι ίδιοι να κλειστούν στα τείχη του Κοκκινόκαστρου, να βοηθήσουν τον Όθωνα δε Κικόν.

Ο Λικάριος το φυσούσε και δεν κρύωνε. Από τους τρεις κουνιάδους του, πιότερο άχτι είχε εκείνον τον Γουιβέρτο. Μπήκε στην υπηρεσία του με τόσο κέφι, με τόση όρεξη να μάθει, να προκόψει… Αυτός όμως τον πήρε από κακό, του φερότανε άσκημα, τον έβριζε σα δούλο με την κάθε αφορμή, τον ταπείνωνε μπρος σε ανώτερους και παρακατιανούς. Πώς έβραζε ο θυμός του τότε, πώς ήθελε να ξεπλύνει τις προσβολές! Ήτανε όμως νεαρός, άπραγος, χωρίς φίλους, χωρίς δύναμη… Το μόνο που έκανε, ήταν να σηκώνει περήφανα το κεφάλι και να ξεσπά το θυμό του. Ο Γουιβέρτος κάτι τέτοια δεν τα σήκωνε. Τον έδιωξε με το χειρότερο τρόπο… Και τώρα βρισκόντανε αντιμέτωποι. Ορκισμένοι εχθροί!

Ο Λικάριος αποφάσισε να παίξει τον ψόφιο κοριό. Να μη φαίνεται, να μην ακούγεται! Να τον αποξεχάσουν για να τους πιάσει στον ύπνο!

Με την αρχή του φθινοπώρου, όταν πια πολεμικές επιχειρήσεις δεν γίνονταν, μαθεύτηκε πως οι Δαλε Κάρτσερι γύρισαν στο Νεγρεπόντε. Το κόλπο είχε πιάσει!

- Θα πάμε να δούμε από κοντά! Αποφάσισε ο Λικάριος.

Ο Γουίδος ενθουσιάστηκε μα η Φελίζα λαχτάρησε.

- Μη άρχοντά μου, μην το τολμήσεις! Θα σε χαλάσουν!

Της γέλασε ανέμελα.
- Μη θαρρείς ωραία μου αρχόντισσα πως ξεκινάω να πολεμήσω; Να τα βάλω ανοιχτά με τους Δε Κικόν; Όχι ακόμα. Μόνο να δούμε πώς είναι τα πράματα…

Παίρνοντας τους αδελφούς Λουκά και Ιγνάτιο που τους είχαν τυφλή εμπιστοσύνη, παίρνοντας και τον Κωστάντιο για μοναδική συνοδεία, οι δυο ιππότες ξεκίνησαν από παράμερα μονοπάτια. Κανείς να μη μάθαινε τι θα κάνανε, κανένας να μην ήξερε πού πήγαν! Καβάλα στα μουλάρια τους, πατώντας πάνω από γκρεμούς που τα’ άλογα δεν τους δρασκέλιζαν, σκαρφάλωσαν περνώντας απότομα φαράγγια στα πρώτα ψηλώματα της Όχης.

Το κάστρο φάνταξε ξαπλωμένο στα πόδια τους. Πιο φοβερό, πιο απάτητο απ’ ό,τι το θυμόταν ο Λικάριος. Βαρύ, τετράγωνο, χτισμένο με χοντρά κοκκινωπά αγκωνάρια, ζωσμένο από βαθύ χαντάκι, είχε τους τέσσερες γωνιακούς του πύργους στερανωμένους από πολεμίστρες. Απανωτές εσωτερικές αυλές κι οχυρώσεις. Πάνω στον ψηλό του λόφο, στα πόδια του μεγάλου βουνού της Όχης, φάνταζε ίδιος ριζωμένος γίγαντας που φύτρωνε μέσα από τα σπλάχνα των βράχων. Το νερό δε θα του έλειπε αν κρίνεις από τις άφθονες πηγές της περιοχής. Αν ήταν και σιταρχημένο… Οι δυο φίλοι απογοητεύτηκαν. Οι άνθρωποί τους ήταν πολύ λίγοι για έφοδο σε τούτο το θεριό κι αν έλπιζαν στην πείνα και τη δίψα να τους τα παραδώσουν, άδικο χάσιμο καιρού…

Τι θα κάνανε οι Βενετσιάνοι της Κάρυστος ταμπουρωμένοι στο παραλιακό τους Μπούρτζι; Πώς θα τους φαινότανε ο πόλεμος στη γειτονιά τους; Του ήξερε καλά ο Λικάριος, τους είχε ζήσει όσο καιρό έμεινε κοντά τους! Δε χαλάγανε εύκολα τη ζαχαρένια τους, δε λάβαιναν μέρος στις φαγωμάρες των Λομβαρδών! – Όσο τσακώνονται, τόσο χάνουν δύναμη! λέγανε.

Σταθερά κι αποφασιστικά, κρατάγανε τη θέση τους σαν επίσημοι κυρίαρχοι του νησιού που ήτανε. Σταθερά κι αποφασιστικά, κρατάγανε τη θέση τους σαν επίσημοι κυρίαρχοι του νησιού που ήτανε. Τίμιοι από τις λιγοστές φορές στην πολιτική τους, σεβόντανε τις συμφωνίες με τους Βυζαντινούς. Αλίμονο όμως αν νιώθανε πως η φαγωμάρα παραγινότανε, πως έβλαφτε τα εμπορικά τους συμφέροντα που τους δίνανε άφθονο κι άκοπο χρυσάφι… Τότε δεν το είχαν σε τίποτα ν’ αμπαρώσουν τη βαριά, σιδεροσκέπαστη, καρφωτή καστρόπορτα, ν’ ανέβουν στις επάλξεις και ν’ αμολήσουν από τα στόματα των πέτρινων λιονταριών τους ζεματιστό το λάδι…

Ο Λικάριος, μουδιασμένος από τόσες δυσκολίες, δεν απαντούσε στο Γουίδο που τις αράδιαζε. Στο δρόμο του γυρισμού όμως, τα χείλη του σκάσανε σε πονηρό χαμόγελο.

- Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι!

Το μονοπάτι αυτό, έβγαζε ολόισια στη ναυαρχίδα του Αλέξιου Φιλανθρωπινού, του Βυζαντινού Μεγάλου Δούκα!

Ο Φιλανθρωπινός ήτανε το δεξί χέρι του Μιχαήλ Παλαιολόγου! Και τώρα, ο Μιχαήλ την είχε ξαναπάρει την Κωνσταντινούπολη, χάρη στην τύχη και την εξυπνάδα του πρωτοπαλίκαρού του, του Στρατηγόπουλου. Κάποια νύχτα του 1261, ο Στρατηγόπουλος βρήκε την Πόλη αφύλαχτη. Μπήκε σαν αφεντικό, έκλεισε τις πύλες, χάλασε τους λίγους Φράγκους που μείνανε μέσα, σφάλησε τους άλλους απ’ έξω και μήνυσε του βασιλιά του:

- Κόπιασε να καθίσεις στο θρόνο σου!

Τώρα ο Μιχαήλ που ανέβηκε στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης σαν Μιχαήλ Η’, με τον Φιλανθρωπινό στο κεφάλι του πλόιμου, πάσκιζε να συντρίψει τους Φράγκους κουρσάρους που ρήμαζαν τα νησιά. Να τα ξαναπάρει αν γινότανε…

Το Βυζαντινό ναύαρχο ο Λικάριος τον βρήκε στην Κύμη. Ζήτησε να του μιλήσει. Το σχέδιό του ακούστηκε με προσοχή και συμπάθεια. Ναι, ο Αλέξιος θα βοηθούσε να πάρουν το Καστέλο Ρόσο που ορεγότανε ο ιππότης κι έτσι θα τον έκανε σύμμαχο. Νέος ήτανε, θαρρετός ήτανε και το μυαλό του έδειχνε να κόβει όσο και το σπαθί του. Αυτός σα θαλασσινός, ήξερε πως τα καράβια δεν είναι αργοκίνητα σαν την πεζικούρα και το καβαλαρικό, που ξαποσταίνουν τη νύχτα και κινάνε το πουρνό. Τα καράβια δεν ξέρουν από νύχτα και μέρα. Λίγο να πάρουν πρίμα τον αγέρα, λίγο να φουσκώσουν τα πανιά τους, από δω τα χάνεις, εκεί τα βρίσκεις. Βοηθούσε και η εποχή που κόπαζαν τα μελτέμια. Τον Κάβο Ντόρο θα τον καβατζάριζαν χωρίς κίνδυνο!

Πρότεινε κι ο Φιλανθρωπινός το δικό του σχέδιο. Τα συμφώνησαν! Από τη μια στιγμή στην άλλη, Βυζαντινός και Φράγκος βρεθήκανε σύμμαχοι!

Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος θέλανε να δώσουν αφορμή στους Βενετσιάνους. Ας τέλειωναν τη δουλειά τους πρώτα!

Ο Φιλανθρωπινός με τα πλοία του πέρασε χωρίς ζημιά τον Κάβο Ντόρο και τον πιο ήσυχο και προστατευμένο Κάβο Μπούρο. Βρέθηκε στον μεγάλο Καρυστινό κόρφο, μα όπως τα είχε συμφωνήσει με τον Λικάριο, γλίστρησε θεοσκότεινη νυχτιά ανοιχτά από το Μπούρτζι, Φουντάρισε πίσω από το νησάκι Παξιμάδα, έτσι που από στεριά δε φαινότανε. Ξεφόρτωσε. Και τι δεν ξεφόρτωσε! Άρματα, σκάλες, αρπάγες, άγκιστρα, σκοινιά, ελαφρούς καταπέλτες, λαγήνια με υγρή φωτιά… και πεζικάριους. Όσους ήτανε στα καράβια!

Ο Λικάριος με του Γουίδο από τη μεριά τους μάζεψαν τους ανθρώπους που είχαν, κουβάλησαν κι όλα τα μουλάρια της περιοχής. Η μεταφορά του υλικού έγινε από νύχτα σε νύχτα κι ένα καλό πρωί το φρούριο βρέθηκε κυκλωμένο. Ύστερα από σύντομη πολιορκία και δύσκολη έφοδο, οι πολιορκητές κατάφεραν να πατήσουν τα τείχη του άπαρτου Καστέλο Ρόσο! Οι εσωτερικές οχυρώσεις στάθηκαν το μεγαλύτερο εμπόδιο. Άλλες τις πήραν με έφοδο. Σ’ άλλες σφεντόνισαν τα λαγήνια με την υγρή φωτιά και τις κάνανε να λαμπαδιάσουν Οι υπερασπιστές τους πετάχτηκαν ξετρελαμένοι, σαν ποντικοί.  Το Κοκκινόκαστρο τέλος, βρέθηκε στα χέρια του Λικάριου και των συμμάχων του. Οι Δε Κικόν, ο Όθωνας κι ο γιος του ο Ιωάννης, ίσα που πρόφτασαν να το σκάσουν με την ψυχή στο στόμα και να φέρουν τα δυσάρεστα νέα στο Νεγρεπόντε. Οι Δαλε Κάρτσερι το φυσούσαν και δεν κρύωνε! Ως να καλοκαταλάβουν πως το φρούριο της Κάρυστος κινδύνευε, κι αυτό σαν τις Ανεμοπύλες, άλλαξε αφεντικό!
Η Ελλάδα το 1330 - χάρτης του Rubio y Lluch
Η Εύβοια και πάλι τριχοτομημένη στη μετά τον Λικάριο εποχή
Σχόλιο
Στην εισαγωγή του βιβλίου, η συγγραφέας δίνει στη δράση του Λικάριου διαστάσεις κοινωνικής εξέγερσης, χαρακτηρίζοντας τα γεγονότα της εποχής ένα Κιλελέρ του μεσαίωνα (σ. 6). Το ότι μάλιστα ο ιππότης ανήκει στις τάξεις των Φράγκων-κατακτητών, αλλά ενεργεί ενάντια στην καταγωγή του, πολεμώντας στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης, θα μπορούσε να τον ανεβάσει στα μάτια των αναγνωστών σε επίπεδο προσωπικοτήτων όπως οι Άγης και Κλεομένης. Φράσεις όπως «πολλά για το λαό, ίσα αυτά που χρειάζεται για τον άρχοντα» (σ.96) συμβάλλουν στην ίδια κατεύθυνση. Η ιστορική αλήθεια όμως, είναι μάλλον αρκετά διαφορετική. Σύμφωνα με τα όσα καταγράφει ο σχεδόν σύγχρονος με τα γεγονότα Νικηφόρος Γρηγοράς, ο Λικάριος μπορεί να ήταν γενναίος και στρατηγικά ικανός (ο Γεώργιος Παχυμέρης τον αναφέρει αργότερα ως νικητή των Τούρκων στην Παφλαγονία), στην πραγματικότητα όμως φερόταν περισσότερο ως τυχοδιώκτης και λιγότερο ως επαναστάτης. Διαβάζουμε λ.χ., ότι όταν στο ξεκίνημα της περιπέτειάς του συγκέντρωσε στις Ανεμοπύλες ορδές πειρατών για να εκδικηθεί τα αδέλφια Κάρτσερι, τα χωράφια ερήμωσαν και ο τρόμος κυρίευσε τους αγρότες, που κλείστηκαν στα κάστρα για να προστατευθούν. Αργότερα (1277) μαθαίνουμε ότι ως αντιναύαρχος του Βυζαντίου, καθώς έδιωχνε τους Φράγκους πειρατές από τα νησιά, φερόταν και ο ίδιος σαν ληστής, σφαγέας και τύραννος. Συνεπώς, τα όσα αναφέρει το βιβλίο για τη συμπεριφορά του στη Σίφνο και τη Σέριφο (σ.136-7) ή για τη διάλυση της λιτανείας των Θεοφανίων έξω από τη Χαλκίδα (σ.182-3), δεν αποτελούν αποσπασματικά γεγονότα αλλά είναι απόρροια της γενικότερης πλιατσικολογικής πολιτικής που ο ιππότης είχε υιοθετήσει για τα στρατεύματά του.

Γιατί όμως τότε οι αγρότες στους Ωραιούς και το Φέουδο της Vallona (Αυλωναρίου) να τον ακολούθησαν στην εξέγερση που ξεσήκωσε το 1269; Οι λόγοι ίσως πρέπει να αναζητηθούν από τη μία στο μίσος των Ευβοέων για τους Φράγκους κατακτητές -οι οποίοι σίγουρα δεν ήταν καλύτεροι από τον Λικάριο, και από την άλλη στη στήριξη που είδαν οι Ρωμιοί να του παρέχει ο ίδιος ο αυτοκράτορας. Ακόμα κι έτσι, δύσκολα ωστόσο θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την εξέγερση αυτή κοινωνική, καθώς εκτός από τους αγρότες, στο πλευρό του νεαρού ιππότη έσπευσαν να ταχθούν και θορυβημένοι φεουδάρχες που έβλεπαν τους τριτημόριους να χάνουν τη δύναμή τους και φοβήθηκαν για τις περιουσίες τους.

Άλλες αλλαγές που συναντάμε στο βιβλίο «ποιητική αδεία» είναι λιγότερο σημαντικές και έχουν να κάνουν
  • με το ειδύλλιο Λικάριου - Φελίζας· φαίνεται από τα στοιχεία πως ο ιππότης την εγκατέλειψε για μια Βυζαντινή πριγκίπισσα αμέσως μόλις έγινε αντιναύαρχος 
  • τη χρονική σειρά κάποιων γεγονότων· π.χ. το Castello Rosso της Καρύστου έπεσε στα χέρια του Λικάριου μετά και όχι πριν τη ναυμαχία της Δημητριάδας
  • τα κίνητρα του Λικάριου· τα οποία αλλοιώνονται για να μας τον φανερώσουν πιο ευαίσθητο- π.χ. η πολιορκία της Χαλκίδας μετά τη μάχη του Βατώντα (1277) δεν λύθηκε επειδή οι άνθρωποί του άρχισαν να χάνουνται χωρίς αποτέλεσμα, χωρίς ελπίδα (σ.155), αλλά επειδή κατέφθασαν στην πόλη ισχυρές ενισχύσεις υπό τον Ιάκωβο ντε λα Ρος.

Στη σ.102 παρατηρούμε τις αντιδράσεις του Λικάριου όταν επισκέπτεται για πρώτη φορά την Πόλη και θυμόμαστε τις αντίστοιχες περιγραφές του Λιουτπράνδου από το Άννα και Θεοφανώ. Στο ίδιο βιβλίο ταξιδεύει όμως η σκέψη μας και εξαιτίας της αναφοράς στον Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο (που παίρνει στην υπηρεσία του τον Λικάριο), αφού πρόκειται για τον ίδιο αυτοκράτορα που έστειλε την κόρη του Μαρία να παντρευτεί τον Μογγόλο ηγεμόνα Χουλαγκού (βλ. Μαρία των Μογγόλων).

Στο τέταρτο κεφάλαιο με τίτλο «Το κυνήγι», διαβάζουμε πως ο πατέρας και ο σύζυγος της Φελίζας ήταν αιχμάλωτοι του Βιλεαρδουίνου της Αχαΐας, από μια οικογένεια που θα συναντήσουμε να παίζει σημαντικό ρόλο και στο μυθιστόρημα Το Κάστρο της Ωριάς που θα παρουσιάσουμε σύντομα.

Καθώς από το βιβλίο λείπουν βιβλιογραφικές πηγές, που θα μπορούσαν να δώσουν στους εκπαιδευτικούς μια πιο πλήρη εικόνα της εποχής αλλά και να τους βοηθήσουν να αξιοποιήσουν το ανάγνωσμα με μεγαλύτερη ευχέρεια, αναφέρουμε τις ακόλουθες -που είναι και δωρεάν διαθέσιμες μέσω διαδικτύου.
Το Καστέλι των Φύλλων Ευβοίας, όπως είναι σήμερα
Χρήση στην τάξη
Στην τάξη, το βιβλίο μπορεί να μας δώσει έμπνευση για αρκετές δραστηριότητες. Πρώτα απ' όλα, ακούγοντας μουσική από την εποχή και παρατηρώντας τα ονόματα των Φράγκων (Γουιβέρτος, Γουίδος, Φελίζα, Παδοβέζε)  μπορούμε να δοκιμάσουμε να αλλάξουμε και τα δικά μας ονόματα, μετατρέποντας την σχολική αίθουσα σε μια στρογγυλή τράπεζα με ιππότες και δεσποσύνες. Ακόμα περισσότερο, αν κάθε μαθητής δοκιμάσει να σχεδιάσει ένα οικόσημο για την οικογένειά του! Η καταπληκτική σελίδα του Δημήτρη Ντόλκα μας εξηγεί τους κώδικες που κρύβονται πίσω από κάθε εραλδικό σύμβολο και μας δίνει ιδέες για να κατασκευάσουμε κάτι αξιόλογο!
Οικόσημο της οικογένειας των Αργυρόπουλων (Πηγή)
Στα πλαίσια της Γεωγραφίας, μπορούμε να επιχειρήσουμε να εντοπίσουμε στον χάρτη της Εύβοιας και του Αιγαίου κάποιες από τις πολλές ονομασίες που περιέχει το κείμενο: Στύρα, Κάρυστος, Μαρμάρι, Κάβο Ντόρο, Κάβο Μπούρο, Κύμη, Χαλκίδα, Αιδηψός, αλλά και Κύθηρα, Λήμνος, Σίφνος, Σέριφος, Τζιά, Αμοργός, Σκύρος, Σκιάθος, Σκόπελος (κεφ. 11 και 12). Μέσα από την πολύ ωραία εργασία της Αικατερίνης Καπεθανάση με θέμα Το νησί της Εύβοιας κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας μπορούμε επίσης να ενημερωθούμε για τα κάστρα της Ευβοίας και να δούμε φωτογραφίες από τα σημερινά τους ερείπια.

χάρτης της Εύβοιας (πηγή)
Για το μάθημα της Ιστορίας, μπορούμε να ασχοληθούμε με αρκετά ενδιαφέροντα θέματα όπως τη σπουδαία διπλωματία του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, τις σχέσεις Φράγκων και κατακτημένων κατά τη Λατινοκρατία (σ. 17) ή να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην ιστορία συγκεκριμένων τόπων στους οποίους εκτυλίσσεται η αφήγηση, όπως π.χ. η όμορφη Κάρυστος.
Η Κάρυστος και το όρος Όχη

Στα εικαστικά, εκτός από τα παραπάνω οικόσημα, θα μπορούσαμε να δοκιμάσουμε και κάποιες κατασκευές. Στο δικό μας τμήμα, κάθε ομάδα μαθητών ανέλαβε να σηκώσει το δικό της κάστρο...
Αν το πρόγραμμά σας είναι ήδη φορτωμένο ή τα παραπάνω σας φαίνονται ιδιαίτερα απαιτητικά για το φετινό σας τμήμα, μπορείτε απλώς να εμπνευστείτε από την ιστορία του Λικάριου για να παίξετε με τους μαθητές σας ένα από τα αρκετά παιχνίδια κονταρομαχιών που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Καλή διασκέδαση!

http://www.agame.com/game/medieval-jousting  http://www.miniclip.com/games/knight-age-2/en/

Share/Bookmark

Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014

Ιστορίες για δειλούς και θαρραλέους

Υπόθεση
Ο Γιάννης σώζει τον φίλο του Ορέστη από τη συμμορία των «Αχώνευτων», που τον έχει στριμώξει σε μια γωνιά και τον κοροϊδεύει. Τον αποκαλούν «κοτούλα» επειδή του αρέσει το διάβασμα και τα γέλια-κακαρίσματά τους ακούγονται σε όλη τη γειτονιά. Το ίδιο βράδυ, ο παππούς και η γιαγιά συμβουλεύουν τον Γιάννη να μη δίνει σημασία σε λόγια του αέρα. Όμως εκείνος είναι αποφασισμένος να δώσει στη συμμορία ένα μάθημα. Πείθει τον παππού του να φέρει μερικές κότες από το χωριό και καταστρώνει ένα πονηρό σχέδιο... Λίγες μέρες αργότερα, ένα προκλητικό μήνυμα αρκεί για να μαζευτούν οι νταήδες στην μπλε αποθήκη πίσω από το σχολείο... και η επίθεση αρχίζει! Θα βάλουν άραγε οι Αχώνευτοι μυαλό;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Χρυσάνθη Τσιαμπαλή - Κελεπούρη
Εικονογράφηση: Νίκη Λεωνίδου
ISBN: 978-618-01-0140-9
Έτος 1ης Έκδοσης: 2013
Σελίδες: 48
Τιμή: περίπου 5 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Παρουσίαση από το ιστολόγιο της συγγραφέως εδώ
Τάξεις: Γ', Δ', Ε'

Ευχαριστούμε τη συγγραφέα για την προσφορά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!

Κριτική
Πολύ χαριτωμένη διδακτική περιπέτεια με θέμα τον σχολικό εκφοβισμό. Η εύληπτη γραφή και η σαφήνεια των μηνυμάτων επιτρέπουν στα παιδιά των μεσαίων τάξεων να απολαύσουν μια ιστορία για ένα θέμα που τους αφορά άμεσα. Η πλοκή κρατάει το ενδιαφέρον ζωντανό ως το τέλος και το γεγονός ότι το κείμενο δεν ξεπερνά τις 2000 λέξεις, επιτρέπει ακόμα και στους άπειρους αναγνώστες να το ολοκληρώσουν ξεκούραστα. Η ιστορία χωρίζεται σε δύο βασικά μέρη, που διηγούνται το ίδιο περιστατικό από διαφορετικές οπτικές, παραδίδοντας ένα εξαίσιο μάθημα ενσυναίσθησης. Η πολύχρωμη εικονογράφηση επικεντρώνεται στις μορφές και λειτουργεί πολύ βοηθητικά, ενώ σε κάποια σημεία "παίζει" και με το κείμενο. Στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου μάς περιμένουν χρήσιμες πληροφορίες και συμβουλές γύρω από το ζήτημα της σχολικής επιθετικότητας, από την ψυχολόγο Γιούλη Μιγγείρου. Το βιβλίο προτείνεται περισσότερο σε παιδιά των μεσαίων τάξεων του Δημοτικού, με τα αγόρια να έχουν περισσότερες πιθανότητες ταύτισης με τους πρωταγωνιστές Γιάννη και Ντίνο.

  • Απλή γλώσσα
  • Ενδιαφέρον θέμα και οπτική
  • Προσεγμένη παρουσίαση

  • Ο τρόπος που αντιμετωπίζεται η συμμορία των "κακών" μπορεί να δημιουργήσει στα παιδιά λανθασμένες εντυπώσεις

Αξίες - Θέματα
Εκφοβισμός (bullying), Φιλία, Οικογένεια, Βία, Φιλαναγνωσία

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όπου οι Αχώνευτοι μπαίνουν στον αχυρώνα και πέφτουν στην παγίδα του Γιάννη

Εικονογράφηση
Πολύχρωμη, με απλές γραμμές που παραπέμπουν σε παιδικό σχέδιο αλλά και ταυτόχρονα πλούσια, με ολοσέλιδες ζωγραφιές κάθε 3-4 σελίδες και παρουσία μικρότερων σκίτσων σχεδόν σε κάθε σελίδα κειμένου, ώστε να ξεκουράζονται τα μάτια και να γίνεται η ανάγνωση ευχάριστα.

Απόσπασμα
Βιβλία διαβάζουν τα κορίτσια! Τα αγόρια παίζουν ποδόσφαιρο, μπάσκετ και πόλεμο με ξύλα ή βάζουν κόντρες! Κατάλαβες, «κοτούλα»;

Οι Αχώνευτοι, μια ενοχλητική παρέα παιδιών, είχε και πάλι μεγάλα κέφια. Είχαν στριμώξει σε μια γωνία, στη γειτονιά κάτω από το σπίτι μου, τον Ορέστη, το συμμαθητή μου, ένα ήσυχο και καλόβουλο παιδί που του άρεσαν τα βιβλία και γι’ αυτό το κορόιδευαν. Εκείνος είχε σαστίσει. Τα μάτια του έκρυβαν θυμό και φόβο. Δε μιλούσε. Κουβέντα δεν έλεγε. Μονάχα τους άκουγε μαζεμένος σε μια γωνιά.

Δεν ήταν η πρώτη φορά. Το αγαπημένο χόμπι των Αχώνευτων –παρατσούκλι που τους είχαν δώσει τα άλλα παιδιά του σχολείου, μια και με τη συμπεριφορά τους κανείς δεν τους χώνευε – ήταν να ενοχλούν τα άλλα παιδιά. Αν τύχαινε μάλιστα κάποιος να έχει μια φανερή διαφορά από τους υπόλοιπους, την είχε βάψει. Είχε φακίδες; Τον φώναζαν «φακή». Ίσια, ατίθασα μαλλιά; «Αχινό»! Κατσαρά; «Σφουγγαρίστρα». Φορούσε γυαλιά; «Γκαβάδι». Είχε πεταχτά αυτιά; «Αυτάρα». Ήταν αδύνατος; «Καλαμάκι». Χοντρός; «Κεφτέ». Κοντός; «Τάπα». Ψηλός; «Λελέκι»… Για όλους υπήρχε το κατάλληλο κοροϊδευτικό όνομα. Ακόμα και το προτέρημα κάποιου το μετέτρεπαν σε μειονέκτημα και τον κορόιδευαν για αυτό!

Τα σχόλιά τους όμως δεν είχαν να κάνουν μόνο με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά αλλά και με τις συνήθειες και με τις ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού, κι αυτό εμένα με έκανε να θυμώνω ακόμα περισσότερο… «Ακούς εκεί “κοτούλα” επειδή του αρέσουν τα βιβλία! Κι εμένα μου αρέσουν τα βιβλία», σκεφτόμουν, «είμαι δηλαδή κι εγώ κοτούλα; Και γιατί το διάβασμα να έχει να κάνει με αγόρια και κορίτσια, με δειλούς και θαρραλέους;» Ο παππούς μου, που τίποτα δε φοβάται, σας το λέω, συνέχεια βιβλία διαβάζει…

Κατέβηκα κάτω και στάθηκα πίσω τους.
- Βιβλία διαβάζουν όσοι ξέρουν να διαβάσουν! φώναξα με θυμό και αμέσως στενοχωρήθηκα που γινόμουν σαν και αυτούς, όχι, γινόμουν χειρότερος, γιατί κορόιδευα κι εγώ με τη σειρά μου το γεγονός πως ήταν κακοί μαθητές. Τότε όμως είδα τα φοβισμένα μάτια του Ορέστη στη γωνία να με παρακαλούν να τον σώσω, οπότε άφησα στην άκρη τις τύψεις μου.

- Κι εσένα ποιος σου μίλησε; πετάχτηκε ο Ντίνος, ο πιο αχώνευτος από τους Αχώνευτους.

- Ο Ορέστης είναι φίλος μου, μαζί διαλέγουμε τα βιβλία, μαζί διαβάζουμε, και αφού είπες αυτόν «κοτούλα» είναι σαν να είπες κι εμένα.

- Ε τότε ναι, αφού διαβάζετε μαζί, είσαι κι εσύ κοτούλα! Μήπως μένετε και στο ίδιο κοτέτσι; συνέχισε με ειρωνεία και έπιασαν όλοι την κοιλιά τους από τα γέλια.

- Και γιατί είμαστε κοτούλες;

- Γιατί τα αγόρια δε διαβάζουν βιβλιαράκια! Κάνουν αντρικά πράγματα! Οι δειλοί σαν τις κοτούλες διαβάζουν, φώναξε στο τέλος και άρχισε να κακαρίζει δυνατά γελώντας κοροϊδευτικά: Κα κα κα κα κα καααα!

Αμέσως τον ακολούθησαν και οι φίλοι του και γέμισε τόσα κακαρίσματα η γειτονιά που οι γείτονες βγήκαν στα μπαλκόνια να δουν τι συμβαίνει!

Έριξα στους Αχώνευτους ένα άγριο βλέμμα, τράβηξα τον Ορέστη από το μπράτσο και τον οδήγησα στην είσοδο της πολυκατοικίας μας. Όταν ανεβήκαμε επάνω, ο Ορέστης με κομμένη φωνή μού είπε  δεκαπέντε ευχαριστώ.

- Με έσωσες, Γιάννη… δεν τους αντέχω. Και ίσως να έχουν δίκιο… ίσως να είμαι κοτούλα, γιατί πραγματικά τους φοβάμαι!

- Μην είσαι χαζός! Ποιον από αυτούς φοβάσαι; Μια παρέα κακομαθημένων παιδιών είναι που δεν έχουν τρόπους και που τους χρειάζεται ένα καλό μάθημα, είπα και η σκέψη μου αυτή μου άρεσε πολύ. Ένα μάθημα!

Το βράδυ ήρθαν στο σπίτι ο παππούς και η γιαγιά. Όταν έρχονται είμαι πάντα πολύ χαρούμενος, εκείνο το βράδυ όμως οι σκέψεις μου δε με άφηναν να είμαι όπως κάθε άλλη φορά. Το κατάλαβαν και με ρώτησαν τι έχω και αφού επέμειναν πολύ, τους είπα την ιστορία με τους Αχώνευτους.

- Και γι’ αυτό στενοχωριέσαι; απόρησε η γιαγιά και συνέχισε: Μην τους δίνεις σημασία, αγόρι μου! Εσύ να κάνει ό, τι σε ευχαριστεί! Άφησέ τους να λένε. Αέρας είναι τα λόγια και πετούν… αέρας είναι τα λόγια και χάνονται. Μη χαλάς την καρδιά σου για λόγια του αέρα, κατέληξε και με έσφιξε στην αγκαλιά της. Ύστερα έφυγε για το καθιστικό απ’ όπου τη φώναζε η μαμά.

Μείναμε μόνοι με τον παππού. «Η γιαγιά έχει δίκιο», σκεφτόμουν, «αέρας είναι τα λόγια και πετούν, μα γιατί πετούν συνεχώς γύρω από το κεφάλι μου και με κάνουν να τα σκέφτομαι; Γιατί με ενοχλούν όπως το χτύπημα στο γόνατο την προηγούμενη εβδομάδα;».

Σχόλιο
Όπως και νωρίτερα (2008) στο Μίλα μη φοβάσαι, συναντάμε και εδώ την πολύ ενδιαφέρουσα οπτική του νταή, χάρη στην οποία οι αναγνώστες μπορούν να αντιληφθούν ότι ο εκφοβιστής - θύτης είναι συνήθως και ο ίδιος θύμα του περιβάλλοντός του. Αυτό φυσικά δεν τον κάνει αυτόματα αθώο ή ανεύθυνο για τις επιλογές του, ίσως όμως θέτει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Ο νταής δεν είναι ούτε τέρας ούτε προνύμφη εγκληματία, αλλά ένα παραστρατημένο παιδί που χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση, υγιή πρότυπα και αγάπη.

Στην παρούσα ιστορία βέβαια, το ζήτημα οδηγείται άμεσα σε happy end και η μεταστροφή του αντιήρωα Ντίνου από ταραξία σε βιβλιοφάγο επέρχεται μέσα από μια μόλις εμπειρία. Περισσότερο ρεαλισμό από ένα διήγημα δύο χιλιάδων λέξεων ίσως θα ήταν άδικο να περιμένουμε, όμως στην πραγματική ζωή είναι κατανοητό πως παρόμοιες αλλαγές δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς υπομονή και κυρίως διαρκή και συντονισμένη προσπάθεια εκπαιδευτικών και οικογένειας. 

 

Στο κείμενο μπορεί κανείς να εντοπίσει δυο μάλλον αντικρουόμενες τάσεις που θεωρητικά είναι δύσκολο να συνδυαστούν κάτω από κοινό εξώφυλλο. Η πρώτη ανταποκρίνεται στην παράδοση του λαϊκού μύθου: απαιτεί για την κακή συμπεριφορά των Αχώνευτων μια τιμωρία που θα αποκαταστήσει το αίσθημα δικαίου. Η δεύτερη, πιο εξωπραγματική αλλά σύμφωνη με το σύγχρονο και "πολιτικά ορθό" πνεύμα, θέλει π.χ. τον Γιάννη να νιώθει τύψεις γι' αυτά που λέει, την ώρα που επιχειρεί να σώσει τον φίλο του: "Βιβλία διαβάζουν όσοι ξέρουν να διαβάσουν! φώναξα με θυμό και αμέσως στενοχωρήθηκα που γινόμουν σαν και αυτούς, όχι, γινόμουν χειρότερος, γιατί κορόιδευα κι εγώ με τη σειρά μου το γεγονός πως ήταν κακοί μαθητές". 

Αντίστοιχα συμβαίνουν και όταν παππούς και εγγονός απορρίπτουν μεν το ενδεχόμενο "καβγά" με τη συμμορία, συμφωνούν ωστόσο να δώσουν ένα "μάθημα" (που μοιάζει και λίγο με εκδίκηση) στους κακομαθημένους - εξυπνάκηδες, αξιοποιώντας τη συνδρομή του ζωικού βασιλείου. Προκρίνεται τελικά η βία ως μέσο αντιμετώπισης της βίας ή όχι; Εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι η χρήση της (ακόμα κι αν πρόκειται για μια μορφή βίας «έξυπνης», εξ αποστάσεως και δι' αντιπροσώπων) αποδίδει και οδηγεί στην λύση του προβλήματος. 

Για να είμαστε σίγουροι ότι τα παραπάνω δεν θα δημιουργήσουν λάθος εντυπώσεις στα παιδιά, ίσως θα ήταν χρήσιμο να συζητήσουμε στην τάξη για το αν άλλες (λιγότερο δυναμικές) παρεμβάσεις από τον Γιάννη θα μπορούσαν να έχουν αντίστοιχα θετικά αποτελέσματα. Θα ήταν άραγε δυνατό η οικογένεια και οι φίλοι του να καλέσουν τη συμμορία των Αχώνευτων για να μιλήσουν, χωρίς να έχει προηγηθεί η σκηνή πανικού και ταπείνωσης στην αποθήκη; Άλλωστε, μπορεί στο κείμενο να αποφεύγεται η αναφορά σε επικίνδυνα τσιμπήματα, η αντεκδίκηση όμως που ετοίμασαν παππούς και εγγονός, θα μπορούσε στην πραγματικότητα να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα ή (το πιθανότερο) ακόμα βιαιότερες αντιδράσεις από τους προσβεβλημένους νταήδες.

Η ιστορία ξεκινάει και τελειώνει με το θέμα της βιβλιοφιλίας, υπηρετώντας κάπως το σχήμα του κύκλου. Στις πρώτες σελίδες, ο Ορέστης στοχοποιείται από τη συμμορία επειδή του αρέσει να διαβάζει, χόμπι που δήθεν ταιριάζει μόνο σε δειλούς. Στο τέλος, μετά την περιπέτεια, οι  αναμορφωμένοι νταήδες στρέφονται και αυτοί στο διάβασμα, συμμετέχουν μάλιστα και στη Λέσχη Ανάγνωσης. Ο αρχηγός τους, Ντίνος (θυμίζοντας λίγο τον Γιούγκερμαν), ανακαλύπτει και εκείνος τη χαρά του διαβάσματος ξεκινώντας από τη σχολική εγκυκλοπαίδεια.
(Πηγή)
Προβληματισμοί για συζήτηση 
Τι θα πει δειλός; Και τι θαρραλέος; 
Με αφορμή τις μέρες Πολυτεχνείου, αντιγράφουμε από περσινό άρθρο της Μηχανής του Χρόνου μια επιστολή - έκκληση που έστειλε ο συνθέτης Μ. Θεοδωράκης προς τον Γ. Μπιθικώτση, για να τον αποτρέψει απ' το να τραγουδήσει σε νυχτερινό κέντρο τον ύμνο της Χούντας τον Ιούλιο του 1967. 

«Γρηγόρη. Διάβασα με κατάπληξη ότι πρόκειται να τραγουδήσεις στα “Δειλινά” τον “Υμνο της Επαναστάσεως”. Νομίζω ότι είσαι αρκετά μεγάλος για να καταλαβαίνεις τι πρόκειται να κάνεις. Πόσες ευθύνες επωμίζεσαι και σε τι σοβαρούς κινδύνους μπαίνεις. Κάθισε σπίτι σου με αξιοπρέπεια. Μην γκρεμίζεις με μια κλωτσιά αυτό που χτίσαμε μαζί τόσα χρόνια. Μην ακούς τους κερδοσκόπους και τους προσκυνημένους. Μη ρίχνεις στον βούρκο το όνομά σου και το όνομα των παιδιών σου, που σε λίγο θα ντρέπονται για σένα. Κάνε τον άρρωστο. Φύγε για το εξωτερικό. Εκεί μπορείς ν’ αρχίσεις μια καινούργια καριέρα. Η Μελίνα σε περιμένει. Γιατί αν εσύ ο Μπιθικώτσης, το πρωτοπαλίκαρο του Θεοδωράκη, γίνεις επίσημος τραγουδιστής της Δικτατορίας τραγουδώντας αυτό το άθλιο κατασκεύασμα, θα πρέπει να ξέρεις ότι θα γίνεις ο πιο αχάριστος και τιποτένιος προδότης που γέννησε ο Λαός μας. Στο όνομα της φιλίας μας και για χάρη της γυναίκας σου, των παιδιών σου και όλων των αμέτρητων φίλων μας, σε ικετεύω να μ’ ακούσεις για τελευταία φορά. Μετά την Πέμπτη θα είναι αργά. Πάρα πολύ αργά»

Όπως διαβάζουμε στο ίδιο άρθρο, ο Μπιθικώτσης τελικά τραγούδησε στα "Δειλινά". Είπε πως δεν αντέχει να πάει ξανά στην εξορία (είχε ήδη "φιλοξενηθεί" στη Μακρόνησο για τις ιδέες του όταν ήταν 25 ετών) και δεν ξέρω ποιος θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για την απόφασή του, δεδομένων των συνθηκών.

Είναι τελικά εύκολο να χαρακτηρίσουμε κάποιον δειλό ή θαρραλέο με βάση μια απόφασή που παίρνει σ' ένα πιεστικό δίλημμα; Μήπως θα πρέπει με κάποιον τρόπο να λαμβάνουμε υπ' όψη το παρελθόν του, την κατάσταση στην οποία βρίσκεται και το σύστημα αξιών που ακολουθεί; Πόσο εύκολο είναι άραγε να λαμβάνει κανείς θαρραλέες αποφάσεις σε όλη τη διάρκεια της ζωής του; 
Ο Angus Macfadyen ως Robert the Bruce στην ταινία Braveheart (πηγή)
Το κινηματογραφικό σενάριο παρουσιάζει τον αριστοκράτη να δειλιάζει να πολεμήσει για την
ανεξαρτησία της Σκωτίας (ο λαός της οποίας αποφάσισε φέτος ότι τελικά δεν επιθυμεί ανεξαρτησία)
Πώς θα μπορούσαμε να φανταστούμε την παιδική ηλικία διάσημων δικτατόρων όπως ο Χίτλερ ή ο Παπαδόπουλος; Μήπως ως παιδιά αντιμετώπισαν έντονη κριτική και δέχτηκαν από τους συμμαθητές και τους δασκάλους τους χαρακτηρισμούς που επηρέασαν την προσωπικότητα και τη μετέπειτα πορεία τους; Αν υπάρχει έστω και η παραμικρή πιθανότητα κάτι τέτοιο να ισχύει, τότε επιβάλλεται να αντιμετωπίζουμε τους θύτες και τα θύματα των περιπτώσεων σχολικού εκφοβισμού με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή, ώστε να προστατεύσουμε τις μελλοντικές γενιές από ανάλογες περιπέτειες!
(πηγή)
Χρήση στην τάξη
Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε πως το βιβλίο απευθύνεται σε μαθητές των Α' Β' και Γ' τάξεων του Δημοτικού και η έκδοση (μέγεθος στοιχείων, στήσιμο κειμένου, εικονογράφηση, κλπ.) έχει διαμορφωθεί ανάλογα. Ωστόσο, οι μικρές τάξεις -στο δικό μας τουλάχιστον σχολείο- έδειξαν περιορισμένη ανταπόκριση. Αντίθετα, στα μεγαλύτερα παιδιά η ιστορία όχι μόνο άρεσε πολύ, αλλά και είχε άμεσο αντίκτυπο στη συμπεριφορά τους! Το κείμενο κατάφερε να αγγίξει τους μαθητές της Ε' και να περάσει το βασικό του μήνυμα. Έτσι, αγόρια που από την αρχή της χρονιάς δήλωναν "μάγκες", αφού άκουσαν την ιστορία του Ντίνου αποφάσισαν ότι αυτός ο χαρακτηρισμός δεν τους εκφράζει! Ακόμα και μέρες αργότερα, υπήρχαν παιδιά που μιλούσαν στην τάξη για τις κότες - εκδικητές που παραμονεύουν τους νταήδες...

Φυσικά, όπως αναφέρουμε και πιο πάνω, για μια ουσιαστική αλλαγή στη συμπεριφορά, μια συζήτηση και μια καλή ιστορία δεν αρκεί. Δυστυχώς όμως σε πολλές περιπτώσεις οι πόροι και ο χρόνος της σχολικής καθημερινότητας είναι περιορισμένοι.

Το βιβλίο μπορεί να μας δώσει αφορμή να επισκεφθούμε τη σχολική βιβλιοθήκη και να μάθουμε να αναζητούμε πληροφορίες στην εγκυκλοπαίδεια, αλλά και να επιχειρήσουμε να οργανώσουμε μια μικρή Λέσχη Ανάγνωσης στην τάξη. Επίσης, περιέχει αρκετές δυναμικές σκηνές που μπορούμε να αναπαραστήσουμε με παντομίμα, αλλά και θέματα που έχουν ιδιαίτερο εικαστικό ενδιαφέρον: Εμείς συγκεκριμένα, κάναμε μια προσπάθεια να ζωγραφίσουμε πολύχρωμες κότες!
από τις ζωγραφικές μας απόπειρες με την Α' και Β' τάξη

Share/Bookmark

Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Ψηλά το κεφάλι, δούλε!

Υπόθεση
Γύρω στο 164 π.Χ., ένας Εφέσιος κιθαρωδός και η κόρη του Φιλομήλα, αγοράζονται στο σκλαβοπάζαρο της Περγάμου και μπαίνουν στην υπηρεσία του Ευμένη Β'. Ο βασιλιάς θαμπώνεται από την ομορφιά της κόρης, που λίγους μήνες μετά θα του γεννήσει έναν νόθο γιο, τον Αριστόνικο. Όταν ο Ευμένης πεθαίνει, στο θρόνο ανεβαίνει ο Άτταλος Γ', που υποφέρει από μανία καταδιώξεως. Ο Αριστόνικος βρίσκει τότε μια πρόφαση να φύγει από το παλάτι και γίνεται άρχοντας σε ένα απομακρυσμένο κτήμα. Εκεί, θα γνωρίσει τη δυστυχία των φτωχών και των δούλων. Βαθιά θα τον επηρεάσει επίσης ένα βιβλίο που έχει γράψει ο φιλόσοφος Ιάμβουλος ο Σύρος, στις σελίδες του οποίου περιγράφεται μια πολιτεία απόλυτης ισότητας και δημοκρατίας, χωρίς ατομική ιδιοκτησία και χρήμα. Στο μυαλό του Αριστόνικου γεννιέται η ιδέα να κάνει πράξη αυτή την πολιτεία, και μετά τον θάνατο του Αττάλου Γ', αποφασίζει να βγει στο προσκήνιο. Στο επαναστατικό του κάλεσμα συγκεντρώνονται όλοι οι καταφρονεμένοι της περιοχής, ενώ ο στρατός που οργανώνει μοιάζει αποφασισμένος. Οι νίκες έρχονται η μια μετά την άλλη και η «Πολιτεία του Ηλίου» μεγαλώνει. Στάσεις ξεσπούν παντού στη Μικρά Ασία. Οι πλούσιοι και οι αριστοκράτες πολεμούν τους εξεγερμένους χωρίς αποτέλεσμα, μέχρι που έρχεται βοήθεια από την πανίσχυρη Ρώμη. Εναντίον του Αριστόνικου στέλνεται αρχικά ο Λικίνιος Πούμπλιος Κράσος και μετά την αποτυχία αυτού, ο Μάρκος Περπέρνα. Απέναντι στον πιο οργανωμένο στρατό της εποχής, η μοίρα των επαναστατών είναι προδιαγεγραμμένη.

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Σύγχρονη Εποχή
Συγγραφέας: Χάρης Σακελλαρίου
Εικονογράφηση: -
ISBN: 978-960-224-838-6
Έτος 1ης Έκδοσης:1998
Σελίδες: 90
Τιμή: περίπου 6 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ ή εδώ
Άλλη κριτική εδώ (είναι το ίδιο βιβλίο, απλώς ο ήρωας αναφέρεται λανθασμένα ως Αρίσταρχος)
Τάξεις: Γυμνάσιο

Κριτική
Συναρπαστικό διήγημα ιστορικής μυθοπλασίας που αναφέρεται στον ξεσηκωμό των δούλων της Περγάμου (133-129 π.Χ.), υπό τον (υποτιθέμενο) τελευταίο απόγονο των Ατταλιδών, Αριστόνικο. Γραμμένο με απλότητα, ελεύθερη γλώσσα και επαναστατικό ενθουσιασμό, το βιβλίο μας παρασύρει στους γρήγορους ρυθμούς του. Οι νεαροί αναγνώστες θα βρουν σε αυτό ψυχαγωγία, γνώσεις, αλλά κυρίως θα προβληματιστούν. Οι ιστορικές πηγές για τον κεντρικό χαρακτήρα είναι περιορισμένες, όμως ο συγγραφέας τις αξιοποιεί με μαεστρία, ενώ δανείζεται στοιχεία από τα έργα του Π. Λεκατσά (Η Πολιτεία του Ήλιου και Οι πόλεμοι των δούλων) και συμπληρώνει τα κενά με τη γνωστή αφηγηματική του δεινότητα. Διαμορφώνεται έτσι μια πλοκή που σε γενικές γραμμές κρατάει το ενδιαφέρον μας αμείωτο ως το τέλος. Το βιβλίο μοιράζεται σε 14 κεφάλαια με έκταση μόλις 2-10 σελίδων το ένα. Το στήσιμο του κειμένου είναι «παλαιού τύπου» (μπετόν) και σίγουρα δεν απευθύνεται σε μαθητές δημοτικού. Οι σκηνές βίας είναι λιγοστές αλλά γλαφυρότατες (σ.59, 65, 79, 86), οπότε αν χρησιμοποιήσουμε αποσπάσματα θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Η εικονογράφηση δυστυχώς είναι απούσα, ενώ δεν συναντάμε και πρόσθετα βοηθητικά στοιχεία όπως κάποιο λεξιλόγιο, έναν χάρτη της περιοχής, το γενεαλογικό δέντρο των Ατταλιδών ή σχετική βιβλιογραφία. Το προτείνουμε σε μαθητές γυμνασίου που επιθυμούν να γνωρίσουν πώς απλώθηκε η ρωμαϊκή κυριαρχία στη Μ.Ασία ή σε όσους ενδιαφέρονται για τις απαρχές των ριζοσπαστικών κινημάτων.

Με το ίδιο θέμα ασχολείται το θεατρικό έργο του Κώστα Βάρναλη «Άτταλος ο Τρίτος» και το διήγημα «Ο βασιλιάς της Περγάμου» με συγγραφέα τον Ευστράτιο που κυκλοφορεί σε αυτοέκδοση.

  • Ενδιαφέρουσα πλοκή
  • Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα
  • Κοινωνικός προβληματισμός

  • Έντονος ιδεολογικός χρωματισμός που υιοθετεί ισοπεδωτική διάθεση και προπαγανδιστικό σε κάποια σημεία, ύφος

Αξίες - Θέματα
Ιστορία, Δουλεία, Ανισότητα, Ανθρωπισμός, Περιπέτεια, Φιλοσοφία

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όπου η επανάσταση των δούλων ξεκινάει γεμάτη ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.

Εικονογράφηση
Απόσπασμα
Το άλλο κιόλας πρωί ο Αριστόνικος σηκώθηκε πολύ νωρίς. Αφού έφαγε το πρωινό του, κάλεσε κοντά του τους δυο γραμματικούς, που είχε στο κτήμα του.

- Πάρτε, τους λέει, τις γραφίδες σας κι από πέντ’ – έξι περγαμηνές κι ελάτε στο δώμα μου. Έχω κάτι το πολύ σπουδαίο να σας πω να γράψετε…

Σε λίγο ήταν και οι δυο τους εκεί. Είδαν τον αφέντη τους αναστατωμένο. Τα μάτια του είναι πρησμένα από την αϋπνία, αλλά πετούσαν σπίθες. Πριν αρχίσει να τους υπαγορεύει αυτά που ήθελε να γράψουν, τους λέει:

- Φίλοι μου… τη νύχτα που μας πέρασε πήρα μια πολύ τολμηρή απόφαση και σας παρακαλώ, με την εμπιστοσύνη που σας έχω, να μου πείτε αν αυτό που θα κάνω το βρίσκετε σωστό ή όχι.

Οι δυο γραμματικοί του άφησαν πάνω στα μικρά τραπεζάκια τις γραφίδες τους και τον κοίταξαν όλο απορία στα μάτια. Κι ο Αριστόνικος συνέχισε:

- Όπως ξέρετε, οι πολιτείες μας, εδώ κι αιώνες τώρα, είναι συγκροτημένες πάνω στο σύστημα της δουλοκτησίας. Οι έξυπνοι, οι επιτήδειοι και οι δυνατοί γίνονται αφεντικά. Αυτοί έχουν στα χέρια τους τα κτήματα και τα πλούτη και κάθε δικαίωμα κι εξουσία, ενώ οι άλλοι, όσοι βρέθηκαν κάποια στιγμή σε δύσκολη θέση ή αδυναμία γίνονται δούλοι, υποχρεωμένοι να δουλεύουν, κι αυτοί και τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, όλη τους τη ζωή στα κτήματα των αφεντικών σαν ζώα, χωρίς να μπορούν να διαμαρτυρηθούν για την κακή μεταχείριση ή τη σκληρότητα των αφεντικών, αφού ακόμα και η ζωή τους είναι στη διάθεση και στα χέρια εκείνων. Κι ακόμα, ξέρουμε όλοι πως η γη είναι μοιρασμένη άδικα. Τεράστιες εκτάσεις κρατούν στα χέρια τους τ’ αφεντικά, οι ολιγαρχικοί που τους λέμε εδώ, ενώ οι αληθινοί ξωμάχοι, όσοι ξέρουν να δουλεύουν τη γη, έχουν από ένα χωραφάκι κι εκείνο κινδυνεύουν να το χάσουν σε κάθε στιγμή, αν τύχει κι αρρωστήσουν αυτοί ή κάποιος απ’ τη φαμίλια τους και βάλουν χρέος στ’ αφεντικά τους.

Κάποτε, παλιότερα, οι παππούδες τους, έλπιζαν στον Αλέξανδρο το Μακεδόνα. Πίστεψαν πως, περνώντας σαν αστραπή με’ απ’ την Ασία, θα γκρέμιζε το παλιό, άδικο και σάπιο δουλοκτητικό σύστημα και θα έφερνε παντού τη δικαιοσύνη και τη λευτεριά. Μα γελάστηκαν. Κι απλώς άλλαξαν αφεντάδες. Τη θέση των Περσών σατραπών την πήραν οι Μακεδόνες στρατηγοί, αυτός τη θέση του μεγάλου Πέρση βασιλιά, ζητώντας μάλιστα να τον προσκυνούνε για θεό, και τα μεγάλα κτήματα μείναν στα χέρια των πλουσίων και των δυνατών. Κι είχε δίκιο ο Τιβέριος Γράκχος όταν έλεγε στη ρωμαϊκή Σύγκλητο: «Τ’ αγρίμια της Ιταλίας έχουν φωλιά, έχουν τρύπα να τρυπώσουν κι έναν τόπο να ξαπλώσουν το κουρασμένο σώμα τους. Όμως, αυτοί που πολεμούνε και πεθαίνουν για την ίδια γη, άλλο εξόν απ’ τον ήλιο και τον αέρα τίποτε δεν έχουν. Μα άστεγοι, δίχως να ‘χουν μια γωνιά ν’ ακουμπήσουν, παραδέρνουν εδώ κι εκεί με τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους. Και λένε ψέματα οι στρατηγοί στους στρατιώτες τους όταν τους παρακινούν και τους προστάζουν να πολεμήσουν, για να υπερασπιστούν απ’ τους οχτρούς τα «πάτρια εδάφη», τους τάφους των προγόνων τους και τα ιερά τους. Γιατί κανένας από τα τόσα πλήθη του ρωμαϊκού λαού δεν έχει ούτε πατρικό βωμό ούτε μνημούρι πατρογονικό, αλλά καλείται να πολεμήσει και να σκοτωθεί για τ’ αλλουνού τα πλούτη και την καλοπέραση. Και του λένε πως αυτός είναι κυρίαρχος του κόσμου, ενώ ούτ’ ένα σβώλο γης δεν έχει δικό του…»

Οι δυο γραμματικοί ακούνε με στόμα ανοιχτό τον Αριστόνικο και δεν μπορούνε να καταλάβουν πού επιτέλους το πάει.

- Λοιπόν… συνεχίζει αυτός, θαρρώ πως ήρθε καιρός να δώσουμε ένα τέλος σε όλα αυτά. Τη στιγμή μάλιστα που βλέπουμε ότι τα μεγάλα αφεντικά, από φόβο μη χάσουν τα πλούτη και τα προνόμιά τους, δε διστάζουν να ξεπουλήσουν την πάτρια γη στον οποιοδήποτε ισχυρό ξένο, αδιαφορώντας, αν αυτός γίνει για το λαό ένας αφέντης ακόμα πιο αχόρταγος και σκληρός, όπως έκαμε με τη διαθήκη του ο αδερφός μου ο Άτταλος.

- Ο …αδερφός σου!; ρώτησαν μ’ ένα στόμα οι δυο γραμματικοί.
- Μάλιστα, απάντησε ο Αριστόνικος. Ο Άτταλος ήταν αδερφός μου. Είμαστε και οι δυο παιδιά του Ατταλίδη Ευμένη, αυτός από νόμιμη σύζυγο κι εγώ από τη μητέρα μου τη Φιλομήλα.

- Κανένας δεν το ξέρει αυτό, του λένε οι γραμματικοί.

- Ήρθε καιρός να το μάθουν όλοι. Συνεπώς, καμιά δουλειά δεν έχουν στην πόλη μας οι Ρωμαίοι, τη στιγμή που υπάρχει νόμιμος διάδοχος του θρόνου.

- Μένουμε κατάπληκτοι, αφέντη…

- Και θα μείνετε ακόμα πιο πολύ, όταν ακούσετε τι θα πάω να κάνω.

Κι ο Αριστόνικος ξερόβηξε κι είπε με πιο σταθερή τώρα φωνή:
- Λοιπόν…, ήρθε ο καιρός να δοθεί ένα τέλος σ’ αυτά τα κοινωνικά καθεστώτα που διαιωνίζουν  την ανισότητα ανάμεσα στους ανθρώπους. Και πρώτα πρώτα να καταργηθεί ο θεσμός της βασιλείας, της μοναρχίας, που θεωρεί όλους τους ανθρώπους άβουλα ζώα και μόνο έναν θεωρεί έξυπνο κι άξιο να κυβερνήσει. Και καλά, αν αυτός ο ένας είναι πραγματικά άξιος. Αν, όμως είναι βλακέντιος ή σκληρός και θεοπάλαβος, όπως ήταν ο αδερφός μου ο Άτταλος – που μάλιστα ήθελε να προσονομάζεται και «ευεργέτης» και «φιλομήτωρ», τρομάρα του, και σκότωνε με τον πιο άγριο τρόπο όποιον υποψιαζόταν πως έφταιγε για το θάνατο της μητέρας του, πέθανε από γηρατειά η γριά, τι, κορακοζώητη θα ήταν ή αιώνια θα ζούσε; - τότε τι γίνεται; Ποιος την πληρώνει; Δίκιο είχε ο Πολύβιος που έλεγε ότι «πάσα μοναρχία το μεν ίσον εχθαίρει, ζητεί δε πάντας υπηκόους είναι», δηλαδή κάθε μοναρχία μισεί την ισότητα και θέλει να είναι όλοι υπήκοοί της.

Έπειτα, ήρθε ο καιρός να καταργήσουμε τη δουλεία. Δε βρίσκετε πως το σύστημα αυτό είναι άδικο κι απάνθρωπο; Οι θεοί έκαμαν άλλους ανθρώπους ελεύθερους κι άλλους δούλους; Δεν είμαστε όλοι παιδιά της μάνας φύσης; Ή μήπως αυτοί που θέλουν να λέγονται ελεύθεροι έχουν κάτι παραπάνω απ’ τους άλλους, κανένα κέρατο, να πούμε; Όλοι έχουν δυο μάτια, δυο χέρια, δυο πόδια… Με τι δικαίωμα οι κύριοι αυτοί, που λέγονται ελεύθεροι, κρατούν όλα τα πλούτη και τα δικαιώματα για λόγου τους και με ποιο δικαίωμα μεταχειρίζονται τους δούλους τους σαν ζώα του βάζουν να δουλεύουν υποχρεωτικά, τους βασανίζουν, τους ατιμάζουν, τους σκοτώνουν, δίχως να δίνουν λόγο σε κανέναν;

- Αφέντη, τα λες εσύ αυτά, που είσαι ελεύθερος; τόλμησε να πει ο ένας απ’ τους γραμματικούς. 

- Ναι, τα λέω εγώ, απάντησε ο Αριστόνικος. Κι είμαι αποφασισμένος να τα καταργήσω.

- Και… θα μείνεις χωρίς δούλους;

- Σε μια πολιτεία ελεύθερη δε χρειάζονται δούλοι. Χρειάζονται άνθρωποι ελεύθεροι, που ν’ αγαπούν τη δουλειά και να θέλουν να βοηθούν το συνάνθρωπό τους. Κι ακόμα… θα καταργήσουμε την ατομική ιδιοκτησία, αυτόν το μεγάλο πειρασμό που φέρνει μες στην ψυχή του ανθρώπου την απληστία. Γιατί όταν το κοινωνικό σύστημα σου δίνει το δικαίωμα να έχεις δικά σου όσα μπορείς περισσότερα, γιατί να μην το κάνεις; Άσχετα, αν για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήσεις ψευτιά, δόλο, απάτη ή βία. Αλλά τι θα πει δικό μου και δικό σου; Ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να το λες αυτό; Έχουν μήπως τα δάση, τα χωράφια, τα λιβάδια, τα ποτάμια και οι θάλασσες καμιά ταμπελίτσα πάνω τους, που να λέει πως αυτό ανήκει στον τάδε ή στην τάδε; Για όλους δεν είναι η φύση, για όλους δεν είναι τα πλούτη της και οι θησαυροί της;

- Δηλαδή;

- Δηλαδή… από δω κι εμπρός κανένας πια δε θα λέει: «αυτό είναι δικό μου». Θα λέει: «αυτό είναι δικό μας». Δικιά μας η γη, τ’ αμπέλια, τα χωράφια και τα λιβάδια, δικά μας όλα τα ζωντανά που βόσκουν πάνω της κι όλοι οι θησαυροί, χρυσάφι κι ασήμι, που βρίσκονται στα σωθικά της. Όλα θ’ ανήκουν σ’ όλους, όλα θ’ ανήκουν στην πολιτεία, που θα την ονομάσουμε «Πολιτεία του Ήλιου» κι ο καθένας θα παίρνει από τους θησαυρούς της ό,τι του χρειάζεται και τίποτε περισσότερο.

- Α, τι ωραία! είπαν και οι δύο γραμματικοί μ’ ένα στόμα.
Επιγραφή του Ευμένη Β' στο πρόπυλο του ναού της Αθηνάς Πολιάδος Νικηφόρου
από την Πέργαμο (περ.180 π.Χ.), που εκτίθεται στο Pergamon Museum, Βερολίνο
Σχόλιο
Η ελευθερία στην απόδοση των διαλόγων δίνει αμεσότητα και φέρνει τους χαρακτήρες πιο κοντά στον αναγνώστη, όμως κάποιες φορές φτάνει στα όριά της. Διαβάζουμε για παράδειγμα τη φράση Αν, όμως είναι βλακέντιος ή σκληρός και θεοπάλαβος, όπως ήταν ο αδερφός μου ο Άτταλος – που μάλιστα ήθελε να προσονομάζεται και «ευεργέτης» και «φιλομήτωρ», τρομάρα του...που περισσότερο θυμίζει παλιό ελληνικό κινηματογράφο, παρά φαντάζομαι τον τρόπο που ο Αριστόνικος θα απευθυνόταν σε συνομιλητές του. 

Ταυτόχρονα, πραγματοποιούνται αλλαγές στο ιστορικό πλαίσιο ώστε αυτό να απλοποιηθεί, εξυπηρετώντας παράλληλα τον μύθο. Έτσι, ο Άτταλος Β', "θείος" του Αριστόνικου και επί 21 ολόκληρα χρόνια βασιλιάς, δεν αναφέρεται πουθενά. Διαβάζουμε δηλαδή (σ.11) πως μετά τον θάνατο του Ευμένη, στον θρόνο της Περγάμου ανέβηκε ο μεγαλύτερος γιος του Ευμένη, ο Άτταλος Γ'.
Άτταλος Γ' (ή Β') από το Metropolitan Museum of Art, Νέα Υόρκη
Συναντάμε επίσης ορισμένες αυθαίρετες θέσεις, όπως ότι οι Έλληνες της Μ. Ασίας περίμεναν πως ο Μέγας Αλέξανδρος θα γκρέμιζε το παλιό, άδικο και σάπιο δουλοκτητικό σύστημα και θα έφερνε παντού τη δικαιοσύνη και τη λευτεριά (σ.40). Δεν γνωρίζω αν υπάρχει πηγή που να αναφέρει πως ο Μακεδόνας βασιλιάς ανέλαβε ποτέ τον ρόλο κοινωνικού μεταρρυθμιστή. Για να διαδοθούν όμως φήμες ότι είχε σκοπό να ανατρέψει το δουλοκτητικό σύστημα στην Ασία, θα έπρεπε προηγουμένως να έχει επιχειρήσει κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα... πράγμα που δεν συνέβη ποτέ. Για τη λευτεριά των ελληνικών πόλεων πάντως, πολέμησε, ακόμα και αν απέναντί του βρήκε Έλληνες μισθοφόρους. Στη σελίδα 54 ο συγγραφέας ξανακάνει αναφορά στο όνομα του Αλεξάνδρου, κατηγορώντας τον ότι ενώ πλάτυνε τα σύνορα του κράτους των Μακεδόνων, στένεψε την ψυχή και τη μοίρα του ανθρώπου, κάνοντας ακόμα πιο πικρή τη ζωή του, ποδοπατώντας τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων, αλυσοδένοντας πιο σφιχτά τους σκλάβους, σφάζοντας τη δικαιοσύνη και την ηθική συνείδηση. Η ισοπεδωτική αυτή επίθεση δεν στηρίζεται σε κάποιο επιχείρημα, αλλά πιθανόν αποτελεί προϊόν ιδεολογικού προσανατολισμού.
Στη σελίδα 61 διαβάζουμε τη διαπίστωση πως Οι πλούσιοι δε διστάζουν να πουλήσουν την ελευθερία της πόλης στους ξένους, προκειμένου να περισώσουν τα πλούτη τους και τα προνόμιά τους, ενώ λίγο αργότερα (σ.69)  πως Οι βασιλιάδες των διαφόρων πόλεων συνασπίστηκαν και άρχισαν να βοηθά ο ένας τον άλλο. Και, πιο πέρα, καλούσαν τη Ρώμη να επέμβει και να τους γλιτώσει από τον κίνδυνο, δίχως ούτε στιγμή να σκέφτονται ότι αυτό αποτελεί εθνική προδοσία. Είναι βέβαια σαφές, ότι οι εσωτερικές έριδες των Ελλήνων ήταν αυτές που έδωσαν την ευκαιρία στους Ρωμαίους να επέμβουν, να τους διχάσουν ακόμα περισσότερο, και τελικά να επιβληθούν στα ελληνιστικά βασίλεια της εποχής.

Στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση, προτού υιοθετήσουμε τέτοιους χαρακτηρισμούς άκριτα, καλό είναι να συνυπολογίσουμε ότι: 
Πρώτον, οι άρχοντες της Περγάμου είχαν πάντα στενή «συνεργασία» με τη Ρώμη και στην προστασία της ουσιαστικά όφειλαν την επιβίωση και την ακμή του βασιλείου τους. Ο ίδιος ο Ευμένης Β', "πατέρας" του Αριστόνικου, είχε πολλές φορές εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της, είχε προειδοποιήσει τη Σύγκλητο για κινήσεις του Φιλίππου Ε' και του Αντιόχου Γ' ενώ πολέμησε στο πλευρό των Ρωμαίων εναντίον όλων των άλλων Ελλήνων. Αποκορύφωμα αυτής της εξάρτησης, ήταν η κληροδότηση του βασιλείου της Περγάμου στη Ρώμη από τον Άτταλο Γ'. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, το ότι οι αριστοκράτες της Περγάμου κάλεσαν τους Ρωμαίους σε βοήθεια εναντίον του Αριστόνικου, δεν νομίζω ότι συνιστά ούτε αλλαγή πολιτικής ούτε και προδοσία σε σχέση με την ως τότε στάση τους.

Δεύτερον, ο Αριστόνικος κάλεσε και εκείνος ξένες δυνάμεις για να στερεωθεί στην εξουσία. Πειρατές (σ.54), δούλους από τον Ευφράτη ως τη Συρία (σ.57), εξόριστους, φυγάδες, καταδικασμένους, Θράκες ιππείς, όπως και τους περίφημους τοξότες της Μυσίας (σ.59) που ενώθηκαν μαζί του ενάντια στα «αφεντικά τους φεουδάρχες». Στην δική του όμως περίπτωση, ο συγγραφέας δεν κάνει λόγο για εθνική προδοσία... τον χαρακτηρίζει αντίθετα ελευθερωτή, πρωτολάτη ενός πύρινου χειμάρρου επαναστατημένων που ανατρέπει την παραδομένη τάξη. Η διαφορετική αυτή αντιμετώπιση έχει πιθανότατα και πάλι ιδεολογική βάση.
Κιστοφορικό τετράδραχμο του Αριστόνικου. Στην πίσω όψη διακρίνουμε (κοκ.) την επιγραφή
ΒΑ ΕΥ (Βασιλέως Ευμένους) και το γράμμα Γ, που υποδηλώνει το τρίτο έτος της βασιλείας του
Από τη Ρώμη στην Ασία
Οι μεγάλες στρατιωτικές νίκες των Ρωμαίων τον 2ο αιώνα π.Χ. αύξησαν την διαθέσιμη γη και πολλαπλασίασαν τον αριθμό των δούλων, κάνοντας τους πλούσιους ακόμα πλουσιότερους. Το 135π.Χ., σκλάβοι στην Έννα της Σικελίας ξεσηκώθηκαν ενάντια στον αφέντη τους Δαμόφιλο και τη γυναίκα του Μεγαλλίδα που τους τυραννούσαν απάνθρωπα (αναλυτικότερα εδώ). Για αρχηγό τους διάλεξαν τον Εύνο από τη Συρία, που ήταν προφήτης - θαυματοποιός και με τρικ έβγαζε φωτιές από το στόμα του! Χιλιάδες εξαθλιωμένοι ενώθηκαν με τους επαναστάτες, και ξέσπασε έτσι ο πρώτος (από τους συνολικά τρεις) δουλικός πόλεμος που συντάραξε τον ρωμαϊκό κόσμο.  

Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό σκηνικό, εκλέγεται το 134 π.Χ. δήμαρχος στη Ρώμη ο Τιβέριος Σεμπρώνιος Γράκχος, που δίπλα του είχε δυο συμβούλους με ριζοσπαστικές ιδέες: τον στωικό φιλόσοφο Βλόσσιο Γάιο από την Κύμη της Καμπανίας και τον ρήτορα Διοφάνη τον Μυτιληναίο. Βασισμένος στις ιδέες τους, ο νέος δήμαρχος αποφάσισε να περιορίσει τις κοινωνικές ανισότητες, ώστε να μειώσει την ένταση ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους. Με αγροτική μεταρρύθμιση ξαναμοίρασε τη γη, αποδυνάμωσε τη Σύγκλητο και πρότεινε να παραχωρηθούν χρήματα από τον θησαυρό της Περγάμου (που το 133 π.Χ. ο Άτταλος Γ' κληροδότησε στη Ρώμη) στους μικρούς καλλιεργητές. Οι φιλολαϊκές πολιτικές του εξόργισαν τους συγκλητικούς, και την ημέρα των επόμενων εκλογών τον δολοφόνησε ο εξάδελφός του και αρχιερέας, Σκιπίων Πόπλιος Κορνήλιος Νασικάς ο Σεραπίων. Στη συμπλοκή σκοτώθηκαν εκατοντάδες ακόλουθοί του, ανάμεσά τους και ο Διοφάνης· όμως ο Βλόσσιος το έσκασε για την Ασία, όπου βρέθηκε στο πλευρό του γνωστού μας Αριστόνικου!

Ο στωικός φιλόσοφος βρήκε τον επαναστάτη ήδη βαθιά επηρεασμένο από τις ιδέες του Ιάμβουλου και τον ενίσχυσε στην προσπάθειά του να οργανώσει μια Νέα Πολιτεία του Ηλίου, χωρίς πλούσιους και φτωχούς, αφέντες και δούλους. Από τη Ρώμη κατέφθασε τον ίδιο καιρό και ο αιματοβαμμένος ποντίφικας Νασικάς, επικεφαλής επιτροπής λεγάτων... πριν ωστόσο καταφέρει κάτι, δολοφονήθηκε από οπαδούς του Γράκχου. Αποτυχία και θάνατος περίμεναν και τον επόμενο αρχιερέα Κράσσο, που στάλθηκε στην Ασία αλλά ηττήθηκε από τον στρατό των Ηλιουπολιτών. Λύση και στις δύο επαναστάσεις έδωσε τελικά ο ικανότατος ύπατος του 130 π.Χ. Μάρκος Περπέρνα, που, αφού κατατρόπωσε τους εξεγερθέντες δούλους της Σικελίας, θριάμβευσε και στην Πέργαμο, συλλαμβάνοντας τον Αριστόνικο. Δεν πρόλαβε όμως να χαρεί τη νίκη του· αρρώστησε και πέθανε πριν επιστρέψει στη Ρώμη.
Το τέλος του Τιβέριου Γράκχου στη Ρώμη...
και η φυγή του Βλόσσιου στην Ασία (Πλούταρχος)
Οι ιστορικοί στις μέρες μας αντιδικούν για το αν η εξέγερση του Αριστόνικου ήταν αυθεντικά κοινωνική ή αν ο επαναστάτης χρησιμοποίησε τους φτωχούς για να ανέβει στον θρόνο, επειδή δεν κατάφερε να γίνει δεκτός ως νόμιμος διάδοχος. Επιχειρήματα υπάρχουν και από τις δύο πλευρές, σημασία όμως έχει ότι τελικά ο Αριστόνικος κέρδισε μια θέση στην Ιστορία, είτε ως σφετεριστής του περγαμηνού θρόνου, είτε ως ηρωικός μεταρρυθμιστής όπως οι Άγης, Κλεομένης και Τιβέριος Γράκχος.

Χρήση στην τάξη
Με αφορμή το βιβλίο, μπορούμε στην τάξη να παρουσιάσουμε το βασίλειο της Περγάμου. Ποιοι το διοικούσαν και τι πολιτική ακολουθούσαν; Ποια ήταν τα όριά του στην περίοδο που εξετάζουμε; Σε ποια χώρα ανήκει σήμερα; Μπορούμε επίσης να συζητήσουμε για τον θεσμό της δουλείας μέσα στην ιστορία, τη διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου αλλά και για τα δικαιώματα του παιδιού.
Η φιλορωμαϊκή πολιτική των βασιλέων της, αύξησε σημαντικά
τη δύναμη της Περγάμου μετά τη Συνθήκη της Απάμειας (188 π.Χ.)
Μέσα στο κείμενο γίνεται αναφορά σε δύο ουτοπικές πολιτείες, αυτή του Ιάμβουλου (σ.27-30) όπου όλοι είναι ίσοι και ζουν ανέμελοι χωρίς περιουσία μέχρι τα βαθιά τους γεράματα και εκείνη του Ζήνωνα (σ.63) όπου και πάλι σχεδόν όλοι είναι ίσοι, ενώ επιζητούν τη σοφία για να γίνουν ευτυχισμένοι. Πώς θα ονομάζατε τη δική σας ιδανική πολιτεία; Πώς θα λειτουργούσε και ποιοι θα έμεναν σε αυτή; Τι νόμοι θα επικρατούσαν; Και τι θα συνέβαινε σε όποιον τους παραβίαζε;

Καθώς στην Αθήνα επιβιώνουν ακόμα τα έργα του Ευμένη Β' και του Αττάλου Β', θα μπορούσαμε να εμβαθύνουμε στην ιστορία της Περγάμου ή του Αριστόνικου στα πλαίσια μιας επίσκεψης στο μουσείο της αρχαίας αγοράς, την Ακρόπολη ή τη νότια κλιτύ της.

Η στοά Ευμένους βρισκόταν μεταξύ του Ωδείου του
Ηρώδη Αττικού και του αρχαίου θεάτρου του Διονύσου

στις μέρες μας σώζεται κάπως έτσι

Share/Bookmark