Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκδ.Παρρησία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκδ.Παρρησία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

30 αργύρια για το Χιονάτο


Υπόθεση
Μεγάλη Τετάρτη, κάπου στην ορεινή Πελοπόννησο του περασμένου αιώνα. Ο χασάπης Τσέκουρας καταφθάνει με το "Θεριό" του στην κεντρική πλατεία του χωριού και στήνει τη ζυγαριά του. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, αγοράζει τα αρνιά του από τα χωριατόπουλα και πληρώνει με ασημένια τάλιρα. Τα παιδιά καταφθάνουν από παντού, κρατώντας τα ζώα τους στα χέρια· η αγοραπωλησία ξεκινάει. Μόνο ο μικρός Αναστάσης διστάζει να πλησιάσει. Μήπως δεν είναι σωστό να παραδώσει τον Χιονάτο του για 30 αργύρια; Και όταν τελικά παρασύρεται και προχωράει στην «προδοσία», θα βρει άραγε κάτι να του ελαφρύνει την καρδιά;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Παρρησία
Συγγραφέας: Άννα Ιακώβου
Εικονογράφηση: Σπύρος Γούσης
ISBN: 978-960-696-118-2
Έτος 1ης Έκδοσης: 2013
Σελίδες: 48
Τιμή: περίπου 7 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Δ', Ε', Στ'

Κριτική
Πολύ συμπαθητικό πασχαλινό διήγημα, γραμμένο με ευαισθησία. Η γλώσσα είναι απλή αλλά καλοδουλεμένη και η έκφραση σαφής. Το ύφος σε κάποια σημεία γίνεται λυρικό επηρεάζοντας και τη σύνταξη, χωρίς όμως να δημιουργούνται προβλήματα κατανόησης. Χωρισμός σε κεφάλαια ή ενότητες δεν υπάρχει, όμως το στήσιμο είναι υποδειγματικό και οι ζωγραφιές συνοδεύουν κάθε δισέλιδο, επιτρέποντας το ξεκούραστο διάβασμα της ιστορίας. Η έκδοση είναι πολύ φροντισμένη, με σκληρό εξώφυλλο, ποιοτικό χαρτί και πολύχρωμη εικονογράφηση, οπότε το βιβλίο μπορεί να γίνει και ένα πολύ ωραίο δώρο. Το προτείνουμε σε παιδιά των μεσαίων και μεγάλων τάξεων του Δημοτικού.

  • Ενδιαφέρουσα ιστορία που προβληματίζει
  • Εξαιρετική ποιότητα έκδοσης
  • Ωραία εικονογράφηση

  • Κίνδυνος τα παιδιά να παρεξηγήσουν το μήνυμα

Αξίες - Θέματα
Πάσχα, Φιλία, Συμπόνοια, Ζωοφιλία, Αξιοπρέπεια

Εικονογράφηση
Πολύχρωμη και πανταχού παρούσα, παίζει βασικό ρόλο στη διαμόρφωση της ατμόσφαιρας και προσθέτει χαρακτήρα και αισθητική αξία στο έργο.
Απόσπασμα
Σαν το βουνό έστεκε στη μέση της πλατείας ο χασάπης ο Τσέκουρας. Δυο μέτρα ψηλός και γεροδεμένος, με χέρια μακριά και παλάμες θεόρατες. Μ’ ένα μουστάκι παχύ που χυνόταν ποταμός ίσαμε το σαγόνι του και φρύδια δασιά που ίσκιωναν τα μεγάλα του μάτια.

Περνούσε τακτικά από το χωριό κι αγόραζε αρνιά και κατσίκια από τους τσοπάνηδες για το μαγαζί του.

Το μεγαλύτερο όμως φόρτωμα το έκανε τη Μεγάλη Εβδομάδα. Συνήθως ερχότανε τη Μεγάλη Τετάρτη στην Πλατανιά και γέμιζε μ’ αρνιά την καρότσα του φορτηγού του. Ίσα με εβδομήντα ζωντανά θα χώραγε η αμαξιά.

Όλα αυτά τ’ αρνιά, διαλεγμένα ένα κι ένα, τα έπαιρνε ο Τσέκουρας για το κατάστημά του, «ΚΡΕΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΟ ΜΑΙΝΑΛΟ» ανέγραφε με καλλιτεχνικά γράμματα η ταμπέλα του μαγαζιού. Τα πουλούσε στους πελάτες του τούτες τις μέρες μιας και το πασχαλινό έθιμο απαιτεί κάθε σπίτι να γιορτάζει τρώγοντας οβελία την ημέρα της Λαμπρής.

Μα σ’ αυτό το χωριό, την Πλατανιά, σαν από παιχνίδι στην αρχή, σαν από συνήθεια λίγο αργότερα και σαν έθιμο τα τελευταία χρόνια, τα αρνιά δεν τα έπαιρνε από τους τσοπάνηδες. Μ’ αυτούς δεν είχε πάρε – δώσε το Πάσχα. Τα αρνιά τα αγόραζε από τα παιδιά του χωριού.

Όλα τα σπίτια εδώ στο χωριό έχουν άλλα πολλά, άλλα λίγα πρόβατα. Εκεί γύρω στο Γενάρη γεννούν οι προβατίνες από ένα – δυο αρνιά. Τότε τα παιδιά του σπιτιού διαλέγουν όποιο αρνάκια τους αρέσει και το παίρνουν δικό τους. Το ταΐζουν και το φροντίζουν μέχρι να μεγαλώσει. Σαν έλθει το Πάσχα πουλάνε το αρνί τους στο χασάπη και τα λεφτά που παίρνουν είναι όλα δικά τους.

Έτσι και σήμερα, Μεγάλη Τετάρτη, ο χασάπης ο Τσέκουρας έφτασε στο χωριό πριν ακόμη σκάσει ο ήλιος στ’ αντικρινά βουνά.  Αγκομαχώντας έβγαλε την ανηφόρα ως την πλατεία το φορτηγό του, το «Θερίο» όπως το έλεγε εκείνος. Και ήταν στ’ αλήθεια πραγματικό θεριό τούτο το φορτηγό, από σίδερο κι ατσάλι, με μια κατακόκκινη και χιλιομπαλωμένη μούρη, με μάτια γουρλωμένα που φώτιζαν αλλήθωρα τη νύχτα, με δυο καθρέφτες που έστεκαν δεξιά κι αριστερά σαν μεγάλα πεταχτά αφτιά, μια σαραβαλιασμένη καρότσα κι εκείνη την τρύπια εξάτμιση που έτριζε και πετούσε πίσω της μαύρο καπνό.

Σαν έβαλε το φορτηγό στην άκρη της πλατείας ο Τσέκουρας κατέβασε από την καρότσα μια μεγάλη ζυγαριά και την έστησε στα ριζά του πλάτανου για να ζυγίζει τα αρνιά, που σε λίγο θα του έφερναν για να τα αγοράσει.

Φόρεσε και μια μακριά, άσπρη, ολοκάθαρη χασαποποδιά που ξεκινούσε δεμένη ψηλά από το λαιμό κι έφτανε ως κάτω, στα κορδόνια των παπουτσιών του, με μια μεγάλη, άπατη τσέπη μπροστά. Σαν έζωσε την ποδιά του, πήγε και πήρε ένα μισοσκουριασμένο τσίγκινο κουτί που το είχε κρυμμένο κάτω από τη θέση του οδηγού στο φορτηγό. Το άνοιξε με προσοχή και γεμίζοντας τη χούφτα του με τα μικρά, ασημένια, γυαλιστερά νομίσματα, τάλιρα τα περισσότερα, παραγέμισε με τούτα την τσέπη της ποδιάς για να τα βρίσκει εύκολα την ώρα της πληρωμής.

Χάρτινα νομίσματα ποτέ του δε χρησιμοποιούσε σε τούτη τη συναλλαγή.

- Τα παιδιά καταλαβαίνουν τους παράδες, έλεγε ο Τσέκουρας, μονάχα, σαν γυαλίζουν στα μάτια τους και κουδουνίζουν στ’ αφτιά τους. Τα χαρτιά δεν τα υπολογίζουν. Γι’ αυτό κι εκείνος φρόντιζε να έχει μόνο κέρματα για να πληρώνει τούτη τη μέρα.

Όταν όλα ήταν έτοιμα ο κυρ Παντελής ο Τσέκουρας άνοιξε την πόρτα του «Θερίου», σκαρφάλωσε πάνω στο σκαλί και κόλλησε το χέρι του στην κόρνα για να την ακούσουν απ’ άκρη σ’ άκρη στο χωριό.

Κι αυτό το βραχνό, επίμονο κάλεσμα, ίδιο κι απαράλλαχτο με μουγκρητό, αντήχησε από τη μια μεριά του χωριού ως την άλλη και τρύπωσε θαρρετά μέσα από τα παραθυρόφυλλα και τις χαραμάδες των σπιτιών.
Σχόλιο
Κεντρική θέση στη διήγηση καταλαμβάνει το ηθικό δίλημμα του Αναστάση. Είναι άραγε σωστό ή όχι να πουλήσει τον μαλλιαρό του φίλο στον χασάπη; Και αν ακολουθήσει αυτά που του υπαγορεύουν η συνείδηση και η καρδιά του, πώς μετά θα συμβιώσει με τους φίλους του που θα τον κοροϊδεύουν; Υπακούοντας στα όσα επιτάσσει ο κοινωνικός του ρόλος ως αγοριού, ο Αναστάσης παραδίδει τελικά τον Χιονάτο, διαλέγοντας εν γνώσει του τον λάθος δρόμο. Τη στιγμή εκείνη όμως πιστεύει πως δεν έχει άλλη επιλογή... πόσο συχνά δε νιώθουμε και εμείς την κρίση μας θολωμένη και τον περίγυρο να μας πιέζει να πάρουμε αποφάσεις; Αφού όμως συμβεί το κακό, τα πειράγματα του κουτο-Νικόλα, -του τρελού του χωριού που ενεργεί ως γελωτοποιός του βασιλιά- κάνουν το νεαρό αγόρι να συνειδητοποιήσει την πράξη του και να αρχίσει να αναζητά έναν τρόπο να επανορθώσει. Δοκιμάζει να «πετάξει» τα χρήματά του σαν τον Ιούδα, όμως αυτό δεν βοηθάει, ούτε και οι συμβολισμοί: τα όσα μας βαραίνουν την καρδιά δεν καίγονται μαζί με τα άχυρα, όπως του εξηγεί ο παππούς του. Τη λύση δίνει στο τέλος η τύχη, που θα χαμογελάσει στους δύο φίλους και θα τους επιτρέψει να ξανανταμώσουν. Καθώς όμως η ζωή σπάνια δίνει δεύτερες ευκαιρίες, καλό είναι να αναρωτηθούμε πώς μπορούμε να αποφύγουμε να ενεργούμε υπό την πίεση των καταστάσεων. Καθαρή σκέψη, ανάλυση των θετικών και αρνητικών συνεπειών της πράξης μας και σταθερότητα στις αξίες και την προσωπική μας φιλοσοφία, σίγουρα μπορεί να βοηθήσουν.
Χρήση στην Τάξη
Διαβάζοντας την ιστορία του Αναστάση, ένας μαθητής θα μπορούσε να αναρωτηθεί: 
«Ποιον Χιονάτο θα σουβλίσουμε άραγε φέτος για το πασχαλινό μας τραπέζι;» 
Είναι όμως σωστό και υγιές να σκεφτόμαστε με τον τρόπο αυτό και να έχουμε τύψεις για κάθε μπουκιά κρέατος που μπαίνει στο στόμα μας; Καταρχάς, να επισημάνουμε ότι είναι θετικό πως στις μέρες μας έχουμε κατακτήσει ένα βασικό τουλάχιστον επίπεδο περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης, καθώς χάρη σε αυτό προβληματιζόμαστε και συνυπολογίζουμε στις αποφάσεις μας τόσο το περιβάλλον όσο και τις επόμενες γενιές. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο άνθρωπος είναι από τη φύση του ον παμφάγο και μάλιστα με ροπή προς την κρεοφαγία· γι' αυτό άλλωστε διαθέτει ένα μόνο στομάχι, ενώ είναι εφοδιασμένος και με τη χολή. Επιπλέον, το κρέας διατηρεί αναντικατάστατο ρόλο στην σωματική του ανάπτυξη και τη γενικότερη υγεία του.

Είναι επομένως απαραίτητο να σεβόμαστε τα ζώα των κτηνοτρόφων που προορισμό τους έχουν να μας θρέψουν -παρέχοντάς τους κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης-, δεν έχει νόημα όμως και να τα αντιμετωπίζουμε ως φίλους.

Αρκετοί βέβαια κάτοικοι των πόλεων τείνουμε συχνά να γινόμαστε υπερβολικοί, ξεχνώντας ότι πολλά από τα καθημερινά προϊόντα που χρησιμοποιούμε προέρχονται από ζώα. Την άγνοιά μας αυτή φανερώνουν οι αντιδράσεις των καταναλωτών σε τούτη την τηλε-φάρσα, ενώ η υπερβολική μας «οικολογική ευαισθησία» έφτασε φέτος ως και την πασχαλινή διαφήμιση των Jumbo που κραυγάζει: θα ζήσ' του ζωντανό!
http://www.dailymotion.com/video/x1kp04l_%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CF%86%CE%B7%CE%BC%CE%B9%CF%83%CE%B7-jumbo-%CF%80%CE%AC%CF%83%CF%87%CE%B1-2014-%CF%84%CE%B7%CE%BB%CE%B5%CE%BF%CF%80%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%83%CF%80%CE%BF%CF%84-%CF%83%CF%86%CE%AC%CE%BE-%CF%84%CE%B7_tv


Share/Bookmark

Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Ένα αστέρι για μένα

Υπόθεση
Η μικρή Νεφέλη ξέρει ότι η γιαγιά της είναι άρρωστη, αλλά κανένας -ούτε η μαμά που κλαίει- δεν της λέει περισσότερα. Όταν δυσκολεύεται να κοιμηθεί, πηγαίνει στο δωμάτιο της γιαγιάς, κάθονται μαζί στην πολυθρόνα μπροστά στο παράθυρο και διαβάζουν το αγαπημένο της βιβλίο. Ένα βράδυ, καθώς χαζεύουν το νυχτερινό ουρανό, ένα αστέρι πέφτει και η μικρή εγγονούλα ανησυχεί. «Tα αστέρια δεν πεθαίνουν», την καθησυχάζει η γιαγιά, «αλλά όταν τα βλέπουμε να κατεβαίνουν στη γη, το κάνουν για να πάρουν στην αγκαλιά τους τους καλούς ανθρώπους και να τους οδηγήσουν στον ουρανό». Τι θα συμβεί όμως άραγε όταν οι μέρες κυλήσουν και η πολυθρόνα στο παράθυρο μείνει κενή; Πώς θα μπορέσει η μικρή Νεφέλη να διαχειριστεί την απώλεια της αγαπημένης της γιαγιάς;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Παρρησία
Συγγραφείς: Βασίλης Κουτσιαρής - Γιάννης Διακομανώλης
Εικονογράφηση: Ελίζα Βαβούρη
ISBN: 978-960-696-096-3
Έτος 1ης Έκδοσης: Μάιος 2012
Σελίδες: 24
Τιμή: περίπου 7 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Άλλες κριτικές εδώ κι εδώ
Τάξεις: Α', Β', Γ', Δ', Ε', Στ'

Ευχαριστούμε πολύ τον κ. Κουτσιαρή για τη δωρεά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!

Κριτική
Μια μικρή ιστορία, που πραγματεύεται το δύσκολο θέμα της ανθρώπινης απώλειας. Γραμμένο με αγάπη και ευαισθησία, σε γλώσσα απλή και με έκταση γύρω στις 800 λέξεις, το διήγημα απευθύνεται σε παιδιά κάθε ηλικίας. Η επιμέλεια είναι ιδιαίτερα προσεγμένη: σκληρό εξώφυλλο, οι αριστερές σελίδες με ολοσέλιδες πολύχρωμες εικόνες και οι δεξιές με μοβ κείμενο και ένθετες εικονίτσες. Η αραιή στοίχιση (μεγάλο διάστιχο και τυπογραφικά) από τη μία επιτρέπει στο κείμενο να αναπνέει, κάνοντας το διάβασμα ξεκούραστο, και από την άλλη δίνει χώρο στην εικονογράφηση, η οποία συμπληρώνει το έργο με τον καλύτερο τρόπο. Τα όμορφα, καλοδουλεμένα σχέδια με τα υπέροχα χρώματα, μεταφέρουν τα δικά τους μηνύματα και μας παρασύρουν βαθιά μέσα στον χώρο και τον χρόνο της Νεφέλης, σ' έναν κόσμο ονειρικό. Η εικονογράφος συνδιαμορφώνει έτσι την ιστορία και ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το άρτιο -αισθητικά- τελικό αποτέλεσμα.

Προτείνεται ανεπιφύλακτα σε παιδιά Α' έως και Στ' τάξης, ενώ μπορεί να αποτελέσει χρήσιμη αφόρμηση για να ξεκινήσει μια συζήτηση για την απώλεια. 
Εκτός από την αναμφίβολη αισθητική του αξία, το έργο μας μεταφέρει και χρήσιμα μηνύματα. Ανάμεσα σε αυτά, το ότι ο θάνατος είναι μέρος της φύσης, όπως τα "αστέρια" που βλέπουμε να πέφτουν στον νυχτερινό ουρανό. Κάθε τι ζωντανό ολοκληρώνει τον κύκλο του και χάνεται, με όσους μένουν πίσω να το θυμούνται για πολύ ή λιγότερο καιρό. Το πένθος ωστόσο κάποια στιγμή τελειώνει και τότε η ζωή συνεχίζεται, όπως ακριβώς συμβαίνει στη φύση: Μετά τον μαύρο χειμώνα έρχεται πάντα μυρωδάτη, χρωματιστή η άνοιξη, όπως καταλαβαίνουμε κι από το ανθισμένο κλαδί αμυγδαλιάς λίγο πριν το τέλος της ιστορίας. Η σκυτάλη περνάει στην επόμενη κάθε φορά γενιά, όπως συμβολικά παρακολουθούμε να συμβαίνει με το διάβασμα του παραμυθιού, που καθώς η γιαγιά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει, συνεχίζεται από τη μαμά. Με τα λόγια του ποιητή:
Μια στιγμή κάτω από τον ήλιο φωτίζεται ένα από τα πρόσωπά σου. 
Κι ευτύς σβήνει κι ανάβει άλλο.

Ένα ακόμα μήνυμα που μπορούμε να αντλήσουμε από το κείμενο, είναι πως όσοι έχουν φύγει για τον άλλο κόσμο, μπορούν να συνεχίσουν να ζουν στη μνήμη μας, χωρίς όμως και να τους επιτρέπουμε να στοιχειώνουν τις ζωές μας. Όταν ο αέρας παίρνει το μαντίλι της γιαγιάς από το παράθυρο, η μητέρα συγκρατεί και καθησυχάζει τη μικρή Νεφέλη: "Δεν το χρειαζόμαστε για να τη θυμόμαστε". Όντως, το να δένεται κανείς με αντικείμενα εκλιπόντων συγγενών ή να συχνάζει σε χώρους που ζούσαν, προσπαθώντας να μην τους ξεχάσει, δεν συμβάλλει στην ψυχική του υγεία. Αντίθετα μάλιστα, όταν ένας άνθρωπος μένει "κολλημένος" στα περασμένα, συχνά αντιμετωπίζει προβλήματα, καθώς οι σκιές του παρελθόντος δεν του επιτρέπουν να βρει νέες συναισθηματικές ισορροπίες και να συνεχίσει τη ζωή του με τον σωστό προσανατολισμό. 

Κλείνοντας, να θυμίσουμε ότι το ίδιο θέμα πραγματεύεται και το έργο του Πιουμίνι ο Ματθαίος κι ο Παππούς, το Ο παππούς πετάει (που παρουσιάστηκε από φιλικό blog) αλλά και το Ο παππούς μας άφησε που θα αναρτήσουμε σύντομα. Καθένα προσεγγίζει την απώλεια του ηλικιωμένου συγγενή διαφορετικά, όλα όμως έχουν κάτι να μας προσφέρουν με τις οπτικές τους και τις τεχνικές που προτείνουν. 

Αξίες - Θέματα
Οικογένεια, Απώλεια, Φαντασία, Φιλαναγνωσία

Εικονογράφηση

Απόσπασμα
Το παλιό ρολόι του τοίχου χτύπησε πάλι.
Ήταν 11 η ώρα.
Βρισκόμουν κάτω από τις κουβέρτες
αλλά δεν είχα ύπνο.
«Η γιαγιά δε θα έχει κοιμηθεί», σκέφτηκα.
Πέταξα τις κουβέρτες από πάνω μου
και κατέβηκα σιγά σιγά τις σκάλες.

Μόλις πέρασα από το δωμάτιο της μαμάς, σταμάτησα.
Η μαμά έκλαιγε πάλι!
Κάτι είχε η γιαγιά αλλά κανένας δε μου ‘λεγε.

Προχώρησα σιγά σιγά και άνοιξα
την πόρτα του δωματίου της γιαγιάς.
Τη βρήκα να κάθεται δίπλα στο παράθυρο
σε μια πολυθρόνα με μια κουβέρτα ριγμένη στα πόδια της.
Μου έγνεψε κι εγώ πλησίασα κοντά της.

Κάθισα στα γόνατά της και εκείνη άρχισε να μου διαβάζει
το βιβλίο που συνηθίζαμε να διαβάζουμε μαζί τα βράδια.
Μετά από λίγο κουράστηκε και μου είπε:
- Η συνέχεια την επόμενη φορά.

Έκλεισε το βιβλίο, ξάπλωσα στην αγκαλιά της
και κοιτάζαμε κι οι δυο τον έναστρο ουρανό.

Ξάφνου ένα αστέρι έπεσε…

- Γιαγιά, γιαγιά το είδες; φώναξα ενθουσιασμένη.
Εκείνη με κοίταξε γλυκά και μου χαμογέλασε.

- Το αστέρι, όταν πέφτει, πεθαίνει, γιαγιά; Τη ρώτησα με απορία.

- Όχι, Νεφέλη μου, δεν πεθαίνει.

Απλά κατεβαίνει στη γη για να πάρει
στην αγκαλιά του έναν ακόμα καλό άνθρωπο
και να τον οδηγήσει στον ουρανό,
μου απάντησε εκείνη και μου χάιδεψε τα μαλλιά.

- Και μετά εμείς αυτόν τον άνθρωπο δεν τον ξαναβλέπουμε;
την ξαναρώτησα.

- Στην αρχή τον βλέπουμε στα όνειρα,
γιατί δε βρίσκεται κοντά μας και μας λείπει πολύ.
Όταν όμως νιώσουμε ότι θα ζει για πάντα μέσα στην καρδιά μας,
δεν τον βλέπουμε πια, μου είπε η γιαγιά και το βλέμμα της
χάθηκε στο σκοτάδι έξω από το παράθυρο.

Προβληματισμοί για συζήτηση
Πεφταστέρια με άρωμα Θάτσερ
Σύμφωνα με τη γιαγιά στο βιβλίο, τα πεφταστέρια είναι ψυχοπομποί, οδηγούν δηλαδή τις ψυχές στον άλλο κόσμο. Η λαϊκή κουλτούρα από την άλλη, όποτε βλέπουμε ένα αστέρι να πέφτει, μας επιτρέπει-προτρέπει να κάνουμε μια ευχή, ίσως γιατί το θεωρεί φαινόμενο σπάνιο.

Τι ξέρουμε όμως για τα πεφταστέρια ως επιστημονικό φαινόμενο; Η wikipedia αναφέρει ότι διάττοντας αστέρας είναι ένα φωτεινό σημείο σαν αστέρας που εμφανίζεται ξαφνικά από το πουθενά στο νυχτερινό ουρανό επί 1 ή 2 δευτερόλεπτα και μετά εξαφανίζεται. Στην πραγματικότητα, οι διάττοντες δεν έχουν καμιά συγγένεια με τους «μόνιμους» αστέρες του νυχτερινού ουρανού. Είναι μετεωροειδείς, δηλαδή μικροί ή μεγαλύτεροι κόκκοι διαστημικής σκόνης, που προέρχονται συνήθως από κομήτες και δεν ξεπερνούν σε διαστάσεις ένα σπυρί ρυζιού! Όταν οι κόκκοι αυτοί εισέρχονται στην ατμόσφαιρα της Γης, ακτινοβολούν φως ως πυρακτωμένα σώματα, ή ιονίζουν τα άτομα του αέρα κατά μήκος της τροχιάς τους (και τα ηλεκτρόνια επανασυνδεόμενα στη συνέχεια με τα άτομά τους εκπέμπουν φως). Με τον δεύτερο κυρίως τρόπο αυτά τα «σπυριά ρυζιού» κατορθώνουν να γίνονται ορατά με γυμνό μάτι.

Μια λιγότερο ρομαντική (αλλά εξίσου επιστημονική) άποψη, θέλει πολλά από τα πεφταστέρια να είναι απλώς διαστημικά σκουπίδια, που καίγονται μόλις μπαίνουν στη γήινη ατμόσφαιρα.

Η "βροχή αστεριών" ωστόσο, είναι σίγουρα φαινόμενο που οφείλεται στους κόκκους που αφήνουν πίσω τους κομήτες (όπως ο Swift-Tuttle που προκαλεί τις αυγουστιάτικες Περσείδες). Τις ημέρες αυτές, μπορούμε μάλιστα να παρατηρήσουμε τις Λυρίδες (φέτος από 17 έως 22 Απριλίου) που προκαλούνται από τη σκόνη του κομήτη Θάτσερ (C/1861 G1). Η ονομασία του δεν αποτελεί όπως ίσως υποθέσατε φόρο τιμής στην προσφάτως εκλιπούσα πρώην πρωθυπουργό, αλλά έχει για νονό τον A.E. Thatcher, ερασιτέχνη αστρονόμο που τον παρατήρησε στον νυχτερινό ουρανό της Αμερικής του εμφυλίου.
https://www.youtube.com/watch?v=7YiigSm3-qk
Who wants to live forever? 
Πολλοί σοφοί έχουν κατά καιρούς αναρωτηθεί γιατί κάτι τόσο βέβαιο όπως ο θάνατος, αντιμετωπίζεται από τους καθημερινούς ανθρώπους με τόσο φόβο και λύπη. Πολλοί κατηγορούν τη σύγχρονη δυτική νοοτροπία, που δημιουργεί προσδοκίες ακόμα και για το απροσδόκητο. Έτσι, ενώ η μόνη "αθανασία" που η φύση έχει προβλέψει για το είδος μας, είναι μέσα από την αναπαραγωγή, η τεχνολογία προκαλεί συχνά την ψευδαίσθηση πως είμαστε ικανοί για κάθε υπέρβαση.

Τι θα γινόταν άραγε αν η επιστήμη κατάφερνε να μας χαρίσει την αθανασία; Πώς θα έπρεπε να προσαρμοστεί ο πολιτισμός μας; Θα μας άρεσε σίγουρα μια τέτοια κατάσταση; Αν το φιλοσοφήσουμε λιγάκι, πέρα από το αφύσικο του πράγματος (βλ. Φράνκενσταιν), και τα οικονομικής φύσης προβλήματα που ίσως προέκυπταν σε μια τέτοια περίπτωση, η ζωή χωρίς τέλος ίσως τελικά να θυμίζει περισσότερο μαρτύριο παρά δώρο. Θυμίζουμε και την "κατάρα" της αθανασίας πάνω στο Φάντασμα των Κάντερβιλ, που κουρασμένο παρακαλάει τη μικρή Βιργινία να το λυτρώσει (εκδόσεις γράμματα σ.75): Πρέπει να' ναι ωραίος ο Θάνατος... Να κείτεσαι μέσα στο αφράτο χώμα, να κυματίζει η χλόη πάνω απ' το κεφάλι σου, και ν' αφουγκράζεσαι τη σιωπή. Να μην έχεις ούτε χτες ούτε αύριο. να ξεχνάς το χρόνο, να ξεχνάς τη ζωή, να γαληνεύεις."

Εσείς αλήθεια, τι θα κάνατε αν είχατε την ευκαιρία να ζήσετε για μερικές χιλιάδες χρόνια;
https://www.youtube.com/watch?v=Ytxj3JFcQZE


Χρήση στην τάξη
Κάποιοι μαθητές στην τάξη κοίταξαν το νέο βιβλίο με καχυποψία, θεωρώντας ότι μάλλον απευθύνεται σε μικρότερες ηλικίες και όχι σε κοτζάμ τελειόφοιτους Δημοτικού. Στο τέλος της παρουσίασης ωστόσο, αρκετοί από αυτούς είχαν συγκινηθεί... Από τη μία το θέμα και από την άλλη η επιλογή των λέξεων από τους συγγραφείς, κατάφεραν να βάλουν στο κατάλληλο κλίμα όλο το τμήμα. Ξεκινήσαμε έπειτα μια μικρή συζήτηση για την απώλεια, αποκαλύπτοντας μικρές προσωπικές ιστορίες γα παππούδες και γιαγιάδες που γνωρίσαμε αλλά δε ζουν πιά, ενώ κάποιοι μίλησαν ακόμα και για προ-παππούδες τους, που φεύγοντας από τη ζωή τούς άφησαν ένα κενό. Ενδιαφέρον είχε και το πώς το κάθε οικογένεια αντιμετώπισε αυτή την απώλεια, αφού σε κάποιες περιπτώσεις οι αληθινές ιστορίες πλησίαζαν πολύ το κείμενο του βιβλίου.

Share/Bookmark