Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Το Αιγαίο στις φλόγες

Υπόθεση
Φθινόπωρο του 1827. Mια λεβαντίνικη σακολέβα με το όνομα "Κάρυστος" δένει στο λιμάνι του Οιτύλου. Ο καπετάνιος της, Νικόλας Στάρκος, θέλει μετά από χρόνια να επισκεφθεί το πατρικό του σπίτι. Παρά τον σεβασμό όμως που φαίνεται να του δείχνουν οι Μανιάτες στο λιμάνι, η μάνα του Ανδρονίκη τον αντιμετωπίζει με απόλυτη περιφρόνηση, ως προδότη της πατρίδας και υπηρέτη των Τούρκων. Αρκετά βορειότερα, στην όμορφη πόλη της Κέρκυρας, ο Γάλλος φιλέλληνας Ανρί ντ' Αλμπαρέ γνωρίζει τυχαία και ερωτεύεται την Ατζίν, κόρη του πλούσιου τραπεζίτη Ελιτσούντο. Πριν όμως προλάβουν να παντρευτούν, μια περίεργη επίσκεψη κι ένας θάνατος θα ανατρέψουν τα σχέδιά τους. Αργότερα, ο Ανρί γίνεται κυβερνήτης της κορβέτας Σιφάντα και αρχίζει να αναζητά σε όλο το Αιγαίο τον μυστηριώδη πειρατή Σακρατίφ, που όλοι τρέμουν μα κανείς ποτέ δεν έχει δει. Μετά από περιπλάνηση σε ολόκληρο το Αιγαίο, φτάνει τον Σεπτέμβριο του 1828 η ώρα για την τελική αναμέτρηση. Η κορβέτα είναι κυκλωμένη από πειρατικά πλοία...

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ερευνητές
Συγγραφέας: Ιούλιος Βερν (Jules Verne)
Μετάφραση: Μαριάννα Κουτάλου
Εικονογράφηση: Βασίλης Κοντογεώργος
Επιλογή και παρουσίαση ντοκουμέντων: Πέτρος Παπαπέτρος
Τίτλος πρωτοτύπου: L’Archipel en feu 
ISBN: 960-368-359-0
Έτος 1ης Έκδοσης: 1884 (παρούσα έκδοση 2006)
έχει κυκλοφορήσει και με τους τίτλους: Το φλογισμένο Αρχιπέλαγος / Οι πειρατές του Αιγαίου
Σελίδες: 208
Τιμή: περίπου 15 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Στ', Γυμνάσιο
Ολόκληρο το κείμενο στην γαλλική γλώσσα εδώ

Κριτική
Μια κλασική νουβέλα ιστορικής μυθοπλασίας παρουσιασμένη με έναν εντελώς καινούριο τρόπο. Η γλώσσα της μετάφρασης ρέει χωρίς προβλήματα, όμως το αναλυτικό ύφος, η σύνθετη σύνταξη και οι ναυτικοί όροι που περιέχονται, δυσκολεύουν την ανάγνωσή του από τους πιο νεαρούς αναγνώστες. Η επιμέλεια της έκδοσης και το στήσιμο είναι ιδανικά: Πολυτελές εξώφυλλο με αυτιά, γυαλιστερό χαρτί με πλούσια εικονογράφηση και φωτογραφίες σε κάθε σελίδα, άφθονες πληροφορίες, σχόλια και παραπομπές που συνοδεύουν και επεξηγούν... Όλα αυτά ίσως παραπέμπουν περισσότερο σε άρθρο της wikipedia και λιγότερο σε λογοτεχνικό βιβλίο, ας μην ξεχνάμε όμως ότι ζούμε στον αιώνα της διάσπασης προσοχής, όπου είναι δύσκολο ένα κείμενο να γίνει ελκυστικό στα μάτια των παιδιών. Η ιστορία χωρίζεται σε 15 κεφάλαια με αρίθμηση στα λατινικά, σύντομους τίτλους και έκταση γύρω στις 10-12 σελίδες (αν και κάποια φτάνουν τις 21). Χάρη στην εκπληκτική παρουσίαση, το βιβλίο διαβάζεται ευχάριστα και αρκετά ξεκούραστα, εκτός ίσως από τα σημεία που ο συγγραφέας αναλύεται σε περιγραφές και πληροφορίες. Προτείνεται σε μαθητές της Στ' δημοτικού και του γυμνασίου, ενώ όσοι ενδιαφέρονται για τη θάλασσα και τους πειρατές, θα το αγαπήσουν σίγουρα!

  • Ιδανική πλαισίωση του κειμένου από ντοκουμέντα και εικόνες
  • Πληροφορίες για πολλές περιοχές της Ελλάδας και την ιστορία της, - στοιχεία για τη δράση των πειρατών κατά το 1827
  • Ενδιαφέρουσα πλοκή με λίγες αλλά συναρπαστικές σκηνές δράσης
  • Καλοφτιαγμένοι χαρακτήρες και ηθικοπλαστικά μηνύματα

  • Σημεία που μπορεί να κουράσουν, καθώς οι πληροφορίες κυριαρχούν πάνω στη δράση

Αξίες - Θέματα
Οικογένεια, Ταξίδι, Περιπέτεια, Ιστορία, 25 Μαρτίου, Γενναιότητα, Δικαιοσύνη, Αξιοπρέπεια

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Επική η τελική ναυμαχία ανάμεσα στο καλό και το κακό, εξίσου συναρπαστική όμως και η σκηνή στο σκλαβοπάζαρο. Εμείς κρατάμε και το ξέσπασμα της σκληρής Μανιάτισσας Ανδρονίκης μπροστά στον χαμό του παιδιού της.

Εικονογράφηση
Πολύχρωμες εικόνες, φωτογραφίες, ντοκουμέντα και σχόλια, συνθέτουν μια ιδανική συνοδεία για το κείμενο και προσθέτουν σημαντική αισθητική και πληροφοριακή αξία στο κείμενο, ώστε ο σύγχρονος αναγνώστης να το κατανοεί και να το απολαμβάνει.

Η ίδια σκηνή με τον Μανιάτη παπά να κατεβαίνει από τη βίγλα του, αποτυπωμένη στη σύγχρονη έκδοση (επάνω) και σε παλαιότερη γαλλική (δεξιά) με εικονογράφο τον Léon Benett (Πηγή)

Απόσπασμα
Πολλές φορές, η κορβέτα, χωρίς να ρίξει άγκυρα σε κανένα από τα μικρά λιμάνια της ακτής, σταματούσε περίπου μισό μίλι στ’ ανοιχτά της Αγίας Ρουμέλης, της Ανώπολης, των Σφακίων, όμως οι παρατηρητές δεν κατάφερναν να ξεχωρίσουν ούτε ένα πειρατικό σκάφος στις παραλίες του νησιού.

Στις 27 Αυγούστου, η Σιφάντα, αφού κινήθηκε κοντά στην ακτογραμμή του μεγάλου κόλπου της Μεσσαράς, πέρασε από το ακρωτήρι Μάταλα, το νοτιότερο της Κρήτης, που το πλάτος της σ’ εκείνο το σημείο δεν ξεπερνάει τις δέκα με έντεκα λεύγες. Δε φαινόταν πως οι έρευνες αυτές θα οδηγούσαν σε κάποιο θετικό αποτέλεσμα την εκστρατεία. Πράγματι, ελάχιστα καράβια επιχειρούν να διασχίσουν το Λιβυκό πέλαγος σ’ αυτό το γεωγραφικό πλάτος. Προτιμούν να ταξιδεύουν ή πιο βόρεια, διασχίζοντας το Αιγαίο, ή πιο νότια, κοντά στις ακτές της Αιγύπτου. Εκεί έβλεπες μόνο ψαροκάικα αραγμένα κοντά στα βράχια, και, πιο σπάνια, μακρόστενες βάρκες φορτωμένες με κοχλιούς, ένα είδος περιζήτητων οστράκων που εξάγονται σε μεγάλες ποσότητες σε όλα τα νησιά.

Όμως, αφού η κορβέτα δε συνάντησε τίποτα σ’ αυτήν την πλευρά της ακτής, που καταλήγει στο ακρωτήρι Μάταλα, εκεί όπου πλήθος βραχονησίδων μπορούν να δώσουν κάλυψη σε πολλά πλοία, δεν ήταν καθόλου σίγουρο πως θα είχε καλύτερη τύχη στο δεύτερο μισό της νότιας ακτής. Ο Ανρί ντ’ Αλμπαρέ ήταν λοιπόν έτοιμος να αποφασίσει να κινηθεί προς την Κάρπαθο, έστω κι αν βρισκόταν εκεί λίγο πιο νωρίς απ’ ό,τι του όριζε το μυστηριώδες γράμμα, που άλλαξε τα σχέδιά του το βράδυ της 29ης Αυγούστου.

Ήταν έξι το απόγευμα. Ο κυβερνήτης, ο ύπαρχος και μερικοί αξιωματικοί, ήταν συγκεντρωμένοι στο επίστεγο παρατηρώντας το ακρωτήρι Μάταλα. Τη στιγμή εκείνη ένας ναύτης, που έκανε τη βάρδια του πάνω στην κεραία του μικρού παπαφίγκου, φώναξε:
«Πλοίο αριστερά μπροστά!»
Τα κιάλια στράφηκαν αμέσως προς το σημείο εκείνο, που βρισκόταν μερικά μίλια από την πλώρη της κορβέτας.

«Πράγματι», είπε ο κυβερνήτης ντ’ Αλμπαρέ, «να ένα πλοίο που ταξιδεύει κοντά στη στεριά…»
«την οποία πρέπει να γνωρίζει καλά, αφού πλέει τόσο κοντά της!» επισήμανε ο καπετάν Τόντρος.

«Έχει υψωμένη τη σημαία του;»

«Όχι, καπετάνιε μου», απάντησε ένας αξιωματικός.

«Ρωτήστε τους παρατηρητές να μας πουν, αν μπορούν, την εθνικότητα αυτού του καραβιού!»

Οι διαταγές του εκτελέστηκαν αμέσως. Λίγα λεπτά αργότερα δόθηκε η απάντηση πως καμιά σημαία δεν κυμάτιζε στην κεραία του σκάφους, ούτε ψηλά στο κατάρτι του. Ωστόσο, το φως ήταν ακόμα αρκετό ώστε να μπορέσουν, αφού δεν έμαθαν την εθνικότητά του, να εκτιμήσουν τουλάχιστον τη δύναμή του.

Ήταν ένα μπρίκι, του οποίου το μεγάλο κατάρτι έγερνε αρκετά προς τα πίσω. Εξαιρετικά μακρόστενο, λεπτοδουλεμένο στο σχήμα του, με πανύψηλα κατάρτια και υπερβολική αρματωσιά, έμοιαζε, απ’ όσο μπορούσε κανείς να κρίνει απ’ αυτήν την απόσταση, να έχει επτακόσιους με οχτακόσιους τόνους χωρητικότητα. Ήταν όμως εξοπλισμένο για πόλεμο; Είχε ή δεν είχε πυροβόλα πάνω στη γέφυρα; Μήπως στα παραπέτια του υπήρχαν κλεισμένες μπουκαπόρτες κανονιών; Αυτό δε θα μπορούσαν να το ξεχωρίσουν ούτε τα καλύτερα κιάλια πάνω στην κορβέτα.

Πράγματι, μια απόσταση τεσσάρων ναυτικών μιλίων τουλάχιστον χώριζε εκείνη τη στιγμή το μπρίκι από την κορβέτα. Επιπλέον, καθώς ο ήλιος είχε αρχίσει να χάνεται πίσω από τα Λευκά Όρη και έπεφτε η νύχτα, το σκοτάδι τύλιγε ήδη τα χαμηλότερα σημεία της στεριάς.

«Παράξενο σκάφος!» είπε ο καπετάν Τόντρος.

«Θα έλεγε κανείς πως προσπαθεί να περάσει ανάμεσα στο νησί Πλατάνος και στην ακτή!» πρόσθεσε ένας αξιωματικός.

«Ναι, Μοιάζει με πλοίο που θέλει να περάσει απαρατήρητο», είπε ο ύπαρχος, «και προσπαθεί να κρυφτεί!»

Ο Ανρί ντ’ Αλμπαρέ δεν είπε τίποτα, όμως, ήταν φανερό πως συμμεριζόταν τη γνώμη των αξιωματικών του. Οι ελιγμοί που έκανε το μπρίκι εκείνη τη στιγμή, άρχισαν να του φαίνονται ύποπτοι.

«Καπετάν Τόντρο», είπε τελικά, «εκείνο που έχει σημασία είναι να μη χάσουμε τα ίχνη του πλοίου κατά τη διάρκεια της νύχτας. Θα κάνουμε τους αναγκαίους ελιγμούς ώστε να μείνουμε στην ίδια πορεία μέχρι να ξημερώσει. Επειδή, όμως, δεν πρέπει να μας δει, δώστε διαταγή να σβήσουν όλα τα φώτα πάνω στο πλοίο».

Ο ύπαρχος έδωσε αμέσως τις σχετικές διαταγές. Συνέχισαν να παρακολουθούν το μπρίκι, όση ώρα ήταν ορατό κάτω από τα υψώματα της στεριάς που το κάλυπταν. Όταν η νύχτα έπεσε για τα καλά, το μπρίκι χάθηκε εντελώς, και κανένα φως δεν επέτρεπε να εντοπίσουν τη θέση του.

Την επομένη, με τις πρώτες αχτίδες της αυγής, ο Ανρί ντ’ Αλμπαρέ πήγε στην πλώρη της Σιφάντα, περιμένοντας να διαλυθεί το πούσι από την επιφάνεια της θάλασσας.

Γύρω στις επτά, καθάρισε το πούσι, και όλα τα κιάλια στράφηκαν προς τα ανατολικά.

Το μπρίκι βρισκόταν πάντα κατά μήκος της στεριάς, στο ύψος του κάβου του Αποκορώνου, περίπου έξι ναυτικά μίλια μπροστά από την κορβέτα. Είχε λοιπόν απομακρυνθεί περισσότερο κατά τη διάρκεια τη νύχτας, και μάλιστα χωρίς να ανοίξει και άλλα πανιά – συνέχιζε δηλαδή να πλέει με το στρίγκο, το μεγάλο και το μικρό δόλωνα, το μικρό παπαφίγκο, έχοντας μαζεμένη τη μαΐστρα και τον επίδρομο στους στρίγκους του.

«Δεν έχει πάντως την εικόνα πλοίου που προσπαθεί να το σκάσει», παρατήρησε ο ύπαρχος.

«Δεν έχει σημασία!» απάντησε ο κυβερνήτης. «Ας προσπαθήσουμε να το δούμε από πιο κοντά! Καπετάν Τόντρο, βάλε πλώρη προς το μπρίκι».

Τα ψηλά πανιά άνοιξαν αμέσως μόλις ακούστηκε το σφύριγμα του λοστρόμου, και η ταχύτητα της κορβέτας αυξήθηκε σημαντικά.

Όμως, χωρίς αμφιβολία, το μπρίκι θέλησε να κρατήσει την απόσταση, γιατί άνοιξε τον επίδρομο και το μεγάλο παπαφίγκο – κανένα άλλο πανί. Αν δεν ήθελε να αφήσει τη Σιφάντα να το πλησιάσει, δεν ήθελε και να την αφήσει πολύ πίσω. Ωστόσο έπλεε κοντά στην ακτή, όσο πιο κοντά μπορούσε.

Γύρω στις δέκα το πρωί, είτε γιατί ο άνεμος ήταν ευνοϊκός είτε γιατί το άγνωστο πλοίο την άφησε να προχωρήσει πιο γρήγορα, η κορβέτα είχε μειώσει την απόσταση κατά τέσσερα ναυτικά μίλια.

Τότε μπόρεσαν να δουν το μπρίκι από καλύτερες συνθήκες. Ήταν οπλισμένο με είκοσι κανόνια και θα πρέπει να είχε και μεσογέφυρα, παρόλο που τα ίσαλά του ήταν χαμηλά, σχεδόν πάνω στο νερό.

«Υψώστε τη σημαία!» είπε ο Ανρί ντ’ Αλμπαρέ.
"Κρητικό γλέντι" από τον 15χρονο Κύπριο Γιώργο Καλιπολίτη
Σχόλιο
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που συνοδεύουν το κείμενο (σ.60), ο Ιούλιος Βερν αγαπούσε τη θάλασσα και γνώριζε πολλά πράγματα για τη ναυσιπλοΐα. Σε αρκετές σκηνές του βιβλίου (βλ. απόσπασμα, σ. 62, σ. 122, κ.ά.) συναντάμε λοιπόν ναυτικούς όρους, τους οποίους όμως οι αναγνώστες θα χρειαστούν βοήθεια για να καταλάβουν. Η έκδοση δυστυχώς δεν την παρέχει μέσω κάποιου γραφήματος ή ειδικού λεξιλογίου. Για όποιον λοιπόν θέλει να καταλάβει πού βρίσκεται το τσιμπούκι του παπαφίγκου και ποια είναι η μαγκιόρα κολόμπα, επισυνάπτουμε μια κατατοπιστική σελίδα από το Εικονόγραπτον Ονομαστικόν της Νεοελληνικής Γλώσσας (1975) του Θ. Μποσταντζόγλου (αριστερά) και μια (παράνομα φωτογραφημένη αλλά νόμιμα διασκευασμένη) εικόνα από το Ναυτικό Μουσείο Γαλαξειδίου (δεξιά) που ίσως βοηθήσουν λίγο την κατάσταση. Αυτονόητο είναι, ότι όσοι έχουν πρόσβαση στο λογισμικό Το '21 εν πλω, μπορούν να το συμβουλευτούν για τον ίδιο σκοπό.

Παρά το θέμα του βιβλίου, οι σκηνές που περιλαμβάνουν βία ή ωμότητες είναι πολύ λίγες. Κατά έναν περίεργο όμως τρόπο, συνοδεύονται σχεδόν πάντα από σχετική εικονογράφηση... Έτσι, και χωρίς αυτό να εξυπηρετεί σε κάτι τον μύθο, στη σ. 83 βλέπουμε τον Σακρατίφ να γεμίζει τα κανόνια του με κεφάλια που μόλις είχε κόψει από τα πτώματα με τα οποία ήταν στρωμένη γέφυρά του (!) και στις σελ. 190, 201 και 202 απεικονίζονται αιματοβαμμένες στιγμές από τη μάχη στο κατάστρωμα της Σιφάντα. Στη σ. 125 θα διαβάσουμε για τις θέσεις του ύπαρχου Τόντρου υπέρ του απαγχονισμού, ενώ κάποιες φορές η γλώσσα των ναυτικών αποδίδεται με τα γνωστά της στολίδια όπως "να πάρει ο δ...." (σ.127) κ.τ.λ. (βλ. καπετάνιο Χάντοκ)
από το λογισμικό Το '21 εν Πλω
Το Αιγαίο στις φλόγες (1884) ανήκει στη λιγότερο διάσημη συλλογή των τεσσάρων ιστορικο-πολιτικών έργων του συγγραφέα, που συμπληρώνεται από τα Βορράς εναντίον Νότου (1887), Ο δρόμος για τη Γαλλία (1887) και Οικογένεια δίχως όνομα (1889). Ο γενικότερος φιλελληνισμός του Ιουλίου Βερν δύσκολα βέβαια μπορεί να αμφισβητηθεί, ορισμένες όμως θέσεις και χαρακτηρισμοί μέσα στο κείμενο έχουν κατά καιρούς προκαλέσει αντιδράσεις από συμπατριώτες μας. Ήδη από τα 1884, μόλις δηλαδή το έργο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καιροί, πολλοί Μανιάτες διαμαρτυρήθηκαν για τον τρόπο με τον οποίο ο Βερν παρουσίαζε τους προγόνους τους: στις σελ. 10-11 χαρακτηρίζονται ως μετά βίας Έλληνες, σκληροί ορεσίβιοι, μισοάγριοι, μισοβάρβαροι, κ.ά. ενώ στη σ.145 θα διαβάσουμε ότι και οι Κρητικοί δεν είναι απόλυτα Έλληνες. Κριτική έγινε ακόμη για αρκετές ιστορικές ανακρίβειες σε γεωγραφικές θέσεις και τοπωνύμια. Επίσης, σύμφωνα πάντα με τις σημειώσεις της σ.28, ο Βερν απάντησε σ' αυτήν την κριτική με γράμμα του στο γαλλικό περιοδικό Le Temps. Εκεί, ανέφερε τις πηγές του για τα ιστορικά γεγονότα, τις γεωγραφικές θέσεις, τα ήθη και τα έθιμα των κατοίκων των περιοχών στις οποίες αναφέρεται.

Φταίνε λοιπόν οι πηγές του Βερν; Μήπως η νοοτροπία των καιρών του; Ή είναι άραγε όλα θέμα τεχνολογίας; Πριν βιαστούμε να βγάλουμε συμπέρασμα, ας σκεφτούμε πόσο εύκολο είναι -ακόμα και στο high tech σήμερα των IT- να αμφισβητηθεί η εθνικότητα ολόκληρων περιοχών (βλ. Κριμαία). Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να απολαύσουμε το κείμενο ως ένα αυθεντικό λογοτεχνικό έργο εποχής με τα προτερήματα και τα ελαττώματά του. Αν το αποδεχτούμε αυτό, η προσέγγιση του 19ου αιώνα ίσως φωτίσει κάπως διαφορετικά τα όσα πιστεύουμε ότι τόσο καλά ξέρουμε. Πώς θα μας φαινόταν για παράδειγμα αν ξαναβλέπαμε την Κάρπαθο ως φωλιά πειρατών; Στις σ.156-157 περιγράφεται σαν ένα συναρπαστικό Trinidad του Αιγαίου... μήπως είναι καιρός να ανανεώσουμε την οπτική μας; [άραγε στο Υπουργείο Τουρισμού διαβάζουν Βερν;]
Εξώφυλλο γαλλικής έκδοσης
Χρήση στην τάξη
Στην τάξη, μπορούμε φυσικά να αξιοποιήσουμε το βιβλίο για το μάθημα της Ιστορίας. Ποια είναι η κατάσταση στην Ελλάδα του 1827; Γνωρίζουν οι μαθητές κάποιον πραγματικό Γάλλο φιλέλληνα; Και αν ο Ανρί ντ' Αλμπαρέ είναι φανταστικός χαρακτήρας, ποιος ναυτικός της επανάστασης ήταν στην πραγματικότητα εκείνος που ξερίζωσε τους πειρατές από το Αιγαίο; Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στους πειρατές και τους κουρσάρους; (πολλές από τις απαντήσεις θα βρείτε σε αυτό το άρθρο) Ο Ιούλιος Βερν στα 1884 αναφέρει ότι "οι Κρητικοί, παρά τον πατριωτισμό τους, δεν ήταν Έλληνες, ούτε και επρόκειτο να γίνουν όταν θα διαμορφωνόταν οριστικά το νέο βασίλειο". Τι θα απαντούσαμε στον συγγραφέα αν μπορούσαμε να του μιλήσουμε σήμερα;

Στη Γεωγραφία ίσως θα ήταν ενδιαφέρον να συζητήσουμε για το πώς γίνονταν τα ταξίδια σε παλιότερες εποχές (για το ίδιο θέμα βλ. και Λουκής Λάρας). Επίσης, θα μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε στον χάρτη της Ελλάδας (τον αυθεντικό χωρίς τα χρώματα μπορείτε να τον βρείτε σ' αυτό το site με χάρτες από διάφορα έργα του Βερν), την πορεία του "Κάρυστος" και του "Σιφάντα". Ποια νησιά του Αιγαίου μπορούμε να αναγνωρίσουμε στην πορεία της κορβέτας; Παρατηρούμε τον χάρτη και τον συγκρίνουμε με εκείνον της σύγχρονης Ελλάδας. Ποιες διαφορές βλέπουμε στα τοπωνύμια; Στις δύσκολες περιπτώσεις (όπως η Κυπαρισσία που έχει μετονομαστεί σε Arkadia), ο δάσκαλος πρέπει βέβαια να βοηθήσει.
Για τα Θρησκευτικά, ένα δίλημμα: Πώς κρίνετε την ενέργεια της Ατζίν να χρησιμοποιήσει τα εκατομμύρια της κληρονομιάς της για να απελευθερώσει τους σκλάβους από τους οποίους θησαύρισε ο πατέρας της; Αν ήσασταν στη θέση της θα κάνατε το ίδιο; Μήπως θα υπήρχε καλύτερος τρόπος να αξιοποιήσετε αυτή την περιουσία για να βοηθήσετε τους ανθρώπους που η οικογένειά σας θα είχε αδικήσει;

Μια απλή ιδέα για να παίξουμε κάτι σχετικό με το βιβλίο και την εποχή, θα ήταν να προσαρμόσουμε το παιχνίδι "Ναυμαχία" (εδώ ηλεκτρονικά σε 2D και 3D), αλλάζοντας τα ονόματα των πλοίων που συμμετέχουν στους δύο στόλους. Έτσι για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να έχουμε

Τουρκικός Στόλος
Ελληνικός Στόλος
Ένα Ντελίνι – 4 τετράγωνα
Δύο Μπρίκια – 3 τετράγωνα 
Τρεις Γολέτες – 2 τετράγωνα
Τέσσερις Σακολέβες – 1 τετράγωνο

Μια Κορβέτα – 4 τετράγωνα
Δύο Μπάρκα – 3 τετράγωνα
Τρία Μύστικα – 2 τετράγωνα
Τέσσερα Πυρπολικά – 1 τετράγωνο


Τέλος, θα μπορούσαμε να αναθέσουμε σε κάποια από τις ομάδες των μαθητών μας να παρουσιάσει στοιχεία για τη ζωή και το έργο του μεγάλου συγγραφέα. Ενδιαφέρον θα ήταν να διαβαστούν παράλληλα αποσπάσματα από βιβλία του, συμπληρωμένα από σκίτσα, μικρές αφίσες με διάφορους από τους χαρακτήρες ή και να γίνει αναπαράσταση από τίτλους κλασικών του έργων με παντομίμα και την υπόλοιπη τάξη να αναζητά τους τίτλους. Να μην ξεχάσουμε, μέρες που είναι, να αναφέρουμε ότι ο πατέρας της επιστημονικής φαντασίας πέθανε στις 24 Μαρτίου του 1905.

http://edimotikoumoraiti.wordpress.com/2012/02/27/%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CE%B1%CE%B9%CE%B3%CE%B1%CE%AF%CE%BF-%CF%83%CF%84%CE%B9%CF%82-%CF%86%CE%BB%CF%8C%CE%B3%CE%B5%CF%82/
εργασία από τη Σχολή Μωραΐτη
ο τύμβος του Ιουλίου Βερν στην Αμιένη

Share/Bookmark

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...