Υπόθεση
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Μανόλης Μαυρολέων
Εικονογράφηση: Γιώργος Σγουρός
ISBN: 978-960-16-3263-6
Έτος 1ης Έκδοσης: 2009
Σελίδες:138
Τιμή: περίπου 3 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Ε', Στ'
Κριτική
Αξίες - Θέματα
Οικογένεια, Φιλία, Παραμύθι, Ταξίδια, Περιβάλλον, Χιούμορ, Διαφορετικότητα
Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Εικονογράφηση
Απόσπασμα
«Ε! ΔΕΝ ΜΟΥ ΛΕΣ ΕΣΥ, ό,τι πουλί κι αν είσαι, τέλος πάντων, με ποιο δικαίωμα κοιμάσαι στο σαλόνι μου;»
Σχόλιο
Χρήση στην τάξη - Δραστηριότητες
Κάπως διασκεδαστικότερο ίσως αποδειχθεί το να προσπαθήσουμε να κατασκευάσουμε μέσα στην τάξη κάποια λίμερικς σχετικά με την ιστορία. Περισσότερες λεπτομέρειες για τη δομή των λίμερικς εδώ (παράγραφος 24ε). Το επεισόδιο με τον κυρ-πελαργό, θα μπορούσε π.χ. να μας δώσει κάτι σαν:
Η Κίκο ξεκινάει το μακρύ της ταξίδι και γνωρίζει πολλούς νέους φίλους που την βοηθούν: τον Θόδωρα το Λαγό, το Μήτσο τον κυρ πελαργό, τον μπαρμπα-Νικόλα τον γλάρο, αλλά και τον Ίωνα, επίσης γλάρο, που της μαθαίνει πώς να κάνει τις πτήσεις της τέλειες. Και πάλι με μεγάλο της όπλο τη θέληση για μάθηση, αλλά και τις ιστορίες που διηγείται, καταφέρνει να προχωρήσει, αναζητώντας τον Κίκι, το νεραϊδοπούλι με το σημάδι στο μέτωπο, από το οποίο ξεκίνησαν όλα. Θα καταφέρει άραγε να τον βρει;
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Μανόλης Μαυρολέων
Εικονογράφηση: Γιώργος Σγουρός
ISBN: 978-960-16-3263-6
Έτος 1ης Έκδοσης: 2009
Σελίδες:138
Τιμή: περίπου 3 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Ε', Στ'
Κριτική
Η πολύ συμπαθητική συνέχεια της ιστορίας της Κίκο, της κότας που χάρη στη δύναμη της θέλησης, αλλά και των παραμυθιών, έμαθε να πετάει. Το δεύτερο μέρος μπορεί να μη φτάνει το πρώτο σε έμπνευση, ίσως όμως γι' αυτή την εντύπωση να φταίνε απλώς οι αυξημένες μας προσδοκίες. Σε κάθε περίπτωση, ολοκληρώνεται με συγκινητικό τρόπο μια όμορφη ιστορία που είχαμε αφήσει στη μέση! Καλό είναι όσοι θέλουν να τη διαβάσουν, να ρίξουν προηγουμένως μια ματιά στο πρώτο βιβλίο, καθώς οι αναφορές στους χαρακτήρες του είναι αρκετές. Το ανάγνωσμα προτείνεται κυρίως σε παιδιά μεγαλύτερων τάξεων (καθώς γλώσσα, σύνταξη και περιεχόμενο δεν είναι στην απλούστερη δυνατή μορφή) και φυσικά
στους πιστούς φίλους της Κίκο, που θέλουν να μάθουν τι απέγινε η
αγαπημένη τους ιπτάμενη κοτούλα.
Ακριβώς τρία χρόνια πριν (5 Νοε 2010), το ιστολόγιο αυτό ξεκίνησε τη διαδρομή του με το πρώτο βιβλίο της Κίκο. Περίπου 150 τίτλους αργότερα, εξακολουθεί να πονοκεφαλιάζει τον διαχειριστή και τους αναγνώστες του. Η παρουσίαση της δεύτερης περιπέτειας της Κίκο, αφιερώνεται στους συγγραφείς που συνεχίζουν να γράφουν καταπληκτικές ιστορίες, αλλά και σε όλους εσάς που τις απολαμβάνετε μαζί με τα παιδιά! Χρόνια μας πολλά!
Ακριβώς τρία χρόνια πριν (5 Νοε 2010), το ιστολόγιο αυτό ξεκίνησε τη διαδρομή του με το πρώτο βιβλίο της Κίκο. Περίπου 150 τίτλους αργότερα, εξακολουθεί να πονοκεφαλιάζει τον διαχειριστή και τους αναγνώστες του. Η παρουσίαση της δεύτερης περιπέτειας της Κίκο, αφιερώνεται στους συγγραφείς που συνεχίζουν να γράφουν καταπληκτικές ιστορίες, αλλά και σε όλους εσάς που τις απολαμβάνετε μαζί με τα παιδιά! Χρόνια μας πολλά!
Αξίες - Θέματα
Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Εκτός από το συγκινητικό τέλος της ιστορίας, σίγουρα μένει στο μυαλό και η αερομαχία ανάμεσα στην Κίκο, τον Πέτρο το γεράκι και τον από μηχανής θεό, Κίκι (σ. 90-94)
Εικονογράφηση
Απόσπασμα
«Ε! ΔΕΝ ΜΟΥ ΛΕΣ ΕΣΥ, ό,τι πουλί κι αν είσαι, τέλος πάντων, με ποιο δικαίωμα κοιμάσαι στο σαλόνι μου;»
Άκουσε κάποιον να της φωνάζει σκουντώντας τη δυνατά. Η Κίκο ξύπνησε
φοβισμένη κι ετοιμάστηκε να πετάξει αμέσως, όταν είδε μπροστά της ένα μεγάλο
καφέ κουνέλι. Ο ήλιος έβγαζε ήδη τις πρώτες του αχτίνες.
«Ω! Γεια σου κουνέλι, να με συγχωρείς, αλλά δεν είδα κανέναν χθες που
ήρθα και δεν ήξερα ότι το μέρος αυτό ανήκει σε κάποιον. Είμαι η Κίκο, είμαι
κότα. Αλλά μια κότα που πετάει…» συστήθηκε με καμάρι η Κίκο.
«Κι εγώ είμαι ο Θόδωρας και δεν είμαι κουνέλι, αλλά λαγός των αγρών.
Εδώ που κοιμάσαι είναι το σπίτι μου. Ή… τουλάχιστον ένα μέρος από αυτό… Μένω
μόνος μου εδώ από τότε, που, σε κάποιο άλλο μέρος, μια καταραμένη αλεπού, καθώς
είχα βγει ένα βράδυ να βρω τροφή για την κυρά Θοδώρα τη γυναίκα μου, που μόλις
είχε γεννήσει 13 Θοδωράκια… τα καημένα τα παιδάκια μας… Όταν γύρισα, η
καταραμένη Αλεπού τους είχε φάει όλους! Φαίνεται πως η γλυκιά μου Θοδώρα είχε
αντισταθεί όσο καλύτερα μπορούσε… γιατί ανάσαινε ακόμη! Όταν την πλησίασα, με
κοίταξε λυπημένη με τα θλιμμένη τα μάτια και ξεψύχησε στην αγκαλιά μου!»
«Ω! Λυπάμαι! Ειλικρινά, λυπάμαι πολύ για αυτά που σου τύχανε κύριε
Θόδωρα!» είπε η Κίκο κάνοντας ένα βήμα προς το μέρος του για να του δείξει τη
συμπάθειά της.
«Μη με πλησιάζεις!» έκανε θυμωμένος και φοβισμένος ο Θόδωρας ο λαγός,
ενώ είχε σηκωθεί στα πισινά του πόδια κι έδειχνε τα μεγάλα του μπροστινά
δόντια, προσπαθώντας, αν και λαγός, να γίνει όσο μπορούσε πιο απειλητικός!»
«…δεν…ξέρω καν με τι τρέφεσαι…»
«Μη φοβάσαι, καλέ μου λαγέ, δεν είμαι παρά μια φιλήσυχη κότα που τρώει
σπόρους και σκουλήκια της γης και το μόνο που μ’ ενδιαφέρει είναι να πετάω και
να ταξιδεύω. Στο αγρόκτημα από το οποίο έφυγα, υπήρχαν κάτι ζώα που σου
μοιάζουν πολύ, μόνο που είναι πιο μικρόσωμα και τα λένε "κουνέλια"…»
«Είμαστε από το ίδιο σόι, αλλά δεν είμαστε παρά μακρινά ξαεφέρφια.
Αυτά ζουν σκλαβωμένα αλλά ασφαλή κοντά στους ανθρώπους. Εμείς οι λαγοί ζούμε
ελεύθεροι, αλλά πληρώνουμε την ελευθερία μας με τον κίνδυνο να μας φάει κάποιο
άγριο ζώο…»
«Χα…!» φώναξε κάπως ειρωνικά η Κίκο.
«Πιστεύεις δηλαδή ότι τα κουνέλια αλλά και τα άλλα ζά που τρέφουν οι
άνθρωποι το κάνουν για να τα φροντίζουν και να είναι ασφαλή;»
«Μα τότε… τότε γιατί τα φροντίζουν;»
«Γελιέσαι, καημένε μου κυρ Θόδωρα! Γελιέσαι πολύ! Οι άνθρωποι τρέφουν
τα ζώα ή για να τα τρώνε ή για να τους βοηθάνε στις δουλειές τους!»
«Πω! Πω!» είπε έκπληκτος ο λαγός.
«Κι εγώ που νόμιζα…»
«Ό, τι κάνει μια αλεπού ή ένα άλλο άγριο ζώο στις κότες, τα κουνέλια, τους
λαγούς, το ίδιο κάνουν και οι άνθρωποι! Και μάλιστα με μεγαλύτερη υποκρισία γιατί,
μερικοί από αυτούς, κάνουν κιόλας πως μας αγαπούν! Οι ψεύτες!...»
«Ομολογώ ότι… ότι δεν τα ήξερα όλ’ αυτά…» είπε κάπως πιο ήσυχος τώρα ο
Θόδωρας, ξαναπέφτοντας και στα τέσσερα πόδια του. Αν και αυτά που άκουγε δεν
ήταν καθόλου ευχάριστα, κατάλαβε ότι από την Κίκο, τουλάχιστον, δεν κινδύνευε…
«Κι εσύ τώρα τι σκέφτεσαι να κάνεις; Πότε θα… φύγεις από το σπίτι μου;»
ρώτησε δείχνοντας πως δεν ανησυχούσε πια για την ασφάλειά του, αλλά ήθελε την
ησυχία και τη γαλήνη της μοναξιάς του.
«Άκουσε, κύριε Θόδωρα, έχω να σου κάνω μια πρόταση: όπως σου είπα, αν
και είμαι κότα, έχω μάθει να πετάω. Είμαι όμως πολύ κουρασμένη και είναι η
πρώτη φορά στη ζωή μου που έκανα ένα τόοοοοοσο μεγάλο ταξίδι! Θα ήθελα να μείνω
μια δυο μέρες εδώ, που είναι ένας ήσυχος και ασφαλής τόπος, και να εξερευνήσω
την περιοχή για να δω προς τα πού θα πάω. Σου ζητάω να με φιλοξενήσεις για δυο
νύχτες, αν δε σου γίνομαι μεγάλο βάρος…»
«Δεν σε ξέρω καθόλου. Είπες ότι τρως σπόρους και σκουλήκια, αλλά ούτε αυτό
ξέρω αν είναι αλήθεια. Κι έπειτα, πώς να πιστέψω μια κότα που… λέει ότι πετάει;»
Αντί να πει τίποτε άλλο η Κίκο, έβγαλε από το σακίδιό της μερικούς σπόρους,
του έφαγε, κι έπειτα έκανε ένα μικρό πέταγμα για να ξεμουδιάσει. Όταν
ξαναγύρισε στο… σαλόνι του κυρ Θόδωρα, του είπε με ηρεμία για να τον καθησυχάσει:
«Πείστηκες τώρα;»
«ναι, αλλά…» ξανάπε ο δύσπιστος λαγός, κοιτώντας τη σκεφτικός αλλά και
έκπληκτος μετά την πτήση που είχε κάνει.
«Εσύ θα έχεις από μένα δυο τρεις βραδιές φιλοξενίας. Εγώ τι θα πάρω;»
«Ξέρεις ιστορίες;»
«Ιστορίες; Τι είναι πάλι αυτό;» ρώτησε ο λαγός γεμάτος απορία.
«Ιστορίες; Παραμύθια; Μύθους;»
«Και σαν τι είν’ αυτά τα πράγματα; Τρώγονται;»
«Δεν τρώγονται, αλλά είναι η καλύτερη τροφή για τη φαντασία μας!»
Στο βιβλίο συναντάμε τρεις "λυπητερές" σκηνές: το ξεκλήρισμα της οικογένειας του λαγού από μια αλεπού (σ.18), τον πυροβολισμό ενός πουλιού από κυνηγούς (σ.26) και τον θάνατο της κυρα-Καλής (σ.136), στο τέλος της ιστορίας. Ο συγγραφέας προσπαθεί να μη σταθεί σε αυτές τις εικόνες, αλλά δείχνει τους ήρωες να προχωρούν πέρα από τις απώλειες, συνεχίζοντας τις ζωές τους με ελπίδα.
Ειδικά για το επεισόδιο με την αλεπού, βλέπουμε προς το τέλος της ιστορίας ο λαγός να εκφράζει στην Κίκο κάποιες μεταναγνωστικές ανησυχίες του σχετικά με τα στερεότυπα των παραμυθιών. Γιατί πάντα το καλό να είναι και όμορφο ενώ το κακό να είναι και άσχημο; Αναρωτιέται. Εμείς, αν μπορούσαμε, θα του απαντούσαμε ότι ούτε καλό, ούτε και κακό υπάρχει στη φύση. Όλοι προσπαθούν να επιβιώσουν. Το ίδιο και η αλεπού, που και αν έφαγε την οικογένεια του λαγού, δε σημαίνει ότι έτρεφε κακία γι' αυτήν.
Χρήση στην τάξη - Δραστηριότητες
Το βιβλίο προσφέρεται για παρουσίαση σε βιβλιόκουτο (βλ. εδώ πρώτη επαφή - book slam), καθώς η Κίκο κουβαλάει μαζί της ένα σωρό αντικείμενα-κλειδιά που μπορούμε να τοποθετήσουμε σε ένα κουτί παπουτσιών: (σ. 15) σπόρους, ένα γαλάζιο κουμπί, ένα άσπρο φτερό, μια μικρή κόκκινη κλωστούλα, μπορούν να βρεθούν εκεί μαζί με άλλα αντικείμενα που προκύπτουν από την εξέλιξη της ιστορίας Βγάζοντας τα αντικείμενα από το κουτί ένα - ένα, ζητάμε από τους μαθητές να ανασυνθέσουν την ιστορία, ή να δημιουργήσουν βασιζόμενοι σε αυτά ένα δικό τους παραμύθι από την αρχή.
Πολύ εύκολα επίσης, μια και η (γραμμική) εξέλιξη της πλοκής στηρίζεται στους νέους φίλους που η Κίκο κάθε φορά γνωρίζει, μπορούμε να κατασκευάσουμε μαζί με τα παιδιά ένα νοητικό χάρτη της ιστορίας (βλ. εδώ παράγραφος 22) τόσο απλό όπως στο προσχέδιο της εικόνας ή και πιο περίπλοκο.
Κάπως διασκεδαστικότερο ίσως αποδειχθεί το να προσπαθήσουμε να κατασκευάσουμε μέσα στην τάξη κάποια λίμερικς σχετικά με την ιστορία. Περισσότερες λεπτομέρειες για τη δομή των λίμερικς εδώ (παράγραφος 24ε). Το επεισόδιο με τον κυρ-πελαργό, θα μπορούσε π.χ. να μας δώσει κάτι σαν:
Ο Μήτσος ο κυρ πελαργός
στην ομιλία ήταν αργός
μα η Κίκο τονε παίδεψε
κι η γλώσσα του ξεμπέρδεψε
κι έγινε ο Μήτσος πιο γοργός
Αν ωστόσο αναζητούμε εγγυημένη διασκέδαση στην αίθουσα, και εφόσον έχουμε ήδη ξεκαθαρίσει ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν κρύβει κάποια προσβολή προς τα άτομα με προβλήματα λόγου, μπορούμε να αναπαραστήσουμε τη σκηνή με τον πελαργό που γιατρεύεται από το τραύλισμα μέσα από τον καβγά του με την Κίκο (σ.29-34)!
2 σχόλια:
Χρόνια πολλά :)
ευχαριστούμε, και σ' άλλα με υγεία :-)
Δημοσίευση σχολίου
διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...