Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2011

Επίθεση στην Πομπηία


Υπόθεση
Το έτος 62 μ.Χ. ένας αρχιτέκτονας στην Πομπηία λαμβάνει μια απειλή για επίθεση στο υδραγωγείο της πόλης. Οι δίδυμοι γιοι του Κάιος και Μάριος αποφασίζουν να εξιχνιάσουν το μυστήριο και να αποκαλύψουν τον εκβιαστή, ακολουθώντας μια σειρά από στοιχεία. Θα τα καταφέρουν άραγε να σώσουν τη φήμη του πατέρα τους και την πόλη όπου ζουν;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Κέδρος
Συγγραφέας: Φάμπιαν Λενκ (Fabian Lenk)
Μετάφραση: Γρηγόρης Αθανασίου 
Εικονογράφηση: Άννε Βόστχαϊνριχ (Anne Wöstheinrich) 
ISBN: 960-04-3207-4
Τίτλος πρωτοτύπου: Anschlag auf Pompeji
Έτος 1ης Έκδοσης: 2002 (στα ελληνικά 2006)
Σελίδες: 124
Τιμή: περίπου 6 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Γ’, Δ’, Ε’

Κριτική
Συμπαθητική αστυνομική περιπέτεια ιστορικής μυθοπλασίας, που μπορεί να ξυπνήσει το ενδιαφέρον των παιδιών για τη ρωμαϊκή εποχή και να τους δώσει αρκετές σχετικές γνώσεις με ευχάριστο τρόπο. Η γραφή είναι απλή, αν και σε κάποια σημεία το κείμενο μοιάζει λίγο στατικό, κάτι που ίσως οφείλεται στη μετάφραση. Η στοιχειοθεσία είναι κατάλληλη, καθώς τα γράμματα έχουν μέτριο μέγεθος και το διάστιχο είναι αραιό. Γενικά, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η επιμέλεια είναι πολύ προσεγμένη, αφού εκτός των άλλων, σχεδόν σε κάθε δισέλιδο συναντάμε την πρόσχαρη (παρότι ασπρόμαυρη) εικονογράφηση της κυρίας Wöstheinrich που επεξηγεί τα τεκταινόμενα και βοηθάει τους αναγνώστες να προχωρήσουν. Επίσης, στο τέλος κάθε κεφαλαίου, ένα μικρό αίνιγμα (στη συγκεκριμένη περιπέτεια τα περισσότερα είναι quiz παρατηρητικότητας) περιμένει τα παιδιά για να το λύσουν, τέχνασμα που κάνει τους αναγνώστες συμμέτοχους στην πλοκή, και ανεβάζει το ενδιαφέρον τους, παρακινώντας τους να προχωρήσουν. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και τα κεφάλαια, που χάρη στους εντυπωσιακούς τους τίτλους καλούν τα παιδιά να τα ξεκινήσουν, ενώ το μέτριο μέγεθός τους (γύρω στις 9 σελίδες πραγματικού κειμένου το κάθε ένα) επιτρέπει να διαβαστούν εύκολα. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, στο τέλος του βιβλίου συναντάμε και bonus γλωσσάριο (που επεξηγεί τις λατινικές λέξεις και φράσεις που συναντάμε στο κείμενο), χρονολογικό πίνακα 50-100 μ.Χ., ενημερωτικές πληροφορίες και διάφορα σχεδιαγράμματα.

Το βιβλίο προτείνεται τόσο σε παιδιά της Ε’ τάξης, που στην αρχή της σχολικής χρονιάς ασχολούνται με τη ρωμαϊκή ιστορία, όσο και σε μικρότερα των Γ’ και Δ’ τάξεων, που ενδιαφέρονται για περιπέτειες, για την επιστήμη της αρχαιολογίας, ή απλώς τους αρέσει ο Αστερίξ και θα ήθελαν να δουν έναν γαλατικό καυγά να ζωντανεύει σε κείμενο παιδικής λογοτεχνίας.
Όπως αναφέραμε πιο πάνω, η επιμέλεια έκδοσης είναι υποδειγματική. Δυστυχώς το περιεχόμενο δεν φτάνει σε αντίστοιχο επίπεδο ποιότητας. Όχι ότι είναι βαρετό, καθώς όπως είπαμε η ιστορία διαβάζεται με αρκετό ενδιαφέρον· περιλαμβάνει άλλωστε κυνηγητά, μυστήρια, ίντριγκες και κινδύνους για τους ήρωες. Θα το χαρακτηρίζαμε όμως περισσότερο σαν κείμενο - πασατέμπο (για να περνάει η ώρα), παρά σαν κάτι που μπορεί να «σημαδέψει» τους αναγνώστες ή να αλλάξει τη σχέση τους με το διάβασμα. Τα μόνα διδάγματα που μπορούμε μετά βίας να στραγγίξουμε από το κείμενο είναι: (α) το δόγμα «δεν διαλεγόμαστε με εκβιαστές και τρομοκράτες» που στις μέρες μας έχει έτσι κι αλλιώς μεγάλη πέραση, και (β) αν δοκιμάσεις να πιάσεις έναν εγκληματία χωρίς να το πεις στους γονείς σου, μπορεί να αντιμετωπίσεις κινδύνους. Θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι στο φινάλε της ιστορίας εντοπίσαμε και (γ) ένα κερασάκι φεμινισμού, αφού η επέμβαση της από μηχανής μαμάς ταιριάζει περισσότερο με κάτι του στυλ «αν δεν βγει να τραγουδήσει η χοντρή» παρά με την αναγνώριση του ρόλου της γυναίκας στη ρωμαϊκή κοινωνία.

Ας το διαβάσουν λοιπόν οι μικροί μας φίλοι το βιβλίο, αφού εκτός από μια καλή εξάσκηση στο διάβασμα θα τους προσφέρει ψυχαγωγία και γνώσεις, ενώ με τα φτερά της φαντασίας, θα τους ταξιδέψει πίσω στα ρωμαϊκά χρόνια. Αλλά ας μην ελπίζουμε για πολλά περισσότερα.

Οφείλουμε στο σημείο αυτό να σταθούμε σε ένα δύο ζητήματα. Πρώτον, καλό είναι να γνωρίζουν τα παιδιά ότι η νοοτροπία των Ρωμαίων το 62 μ.Χ. δεν περιείχε και πολλά στοιχεία της χριστιανικής διδασκαλίας. Έτσι, σπανιότερα θα περίμενε κανείς να συναντήσει ανθρώπους που οι αρχές τους απαγόρευαν την τιμωρία των δούλων -σαν τον μπαμπά Αυρήλιο-, και συχνότερα εργοδηγούς που τιμωρούσαν τους δούλους όταν έκαναν λάθη (βλ. και J. Bingham, Roman World, σ.45). Ανθρώπους σαν τον βοηθό Βρούτο δηλαδή, παρότι στο κείμενο παρουσιάζεται ως καρικατούρα που επιδιώκει να μαστιγώνει τους πάντες και τα πάντα!

Ένα άλλο στοιχείο σύγχρονης νοοτροπίας που έχει διεισδύσει στο κείμενο, είναι η σχέση των ανθρώπων με τα θεία. Το να αποφασίσει ένας Ρωμαίος να ρωτήσει τους μάντεις ή τους ιερείς για το πώς θα προχωρήσουν οι εργασίες του ή για το τι απόφαση θα έπρεπε να πάρει σε ένα σημαντικό δίλημμα, ήταν κάτι που συνέβαινε συχνά. Λιγότερο συχνά αντίθετα, θα βλέπαμε κάποιον να χαρακτηρίζει την πίστη στις μαντείες ως «βλακείες» δημοσίως, όπως συμβαίνει και πάλι με τον μπαμπά Αυρήλιο (σελ. 28), που τελικά αποδεικνύεται αρκετά προοδευτικός για την εποχή του.

Το δεύτερο ζήτημα έχει να κάνει με τις αρκετές συμβάσεις του κειμένου· παρότι τα μεγαλεπήβολα σχέδια των κακών πάντοτε εξυπηρετούν καλύτερα την πλοκή των διηγημάτων, εξυπακούεται ότι η δηλητηρίαση ενός και μόνο ανθρώπου που στέκεται εμπόδιο θα ήταν κάτι πολύ πιο απλό και λογικό (ακόμα και στην αρχαία Ρώμη) απ’ ό,τι η απόφαση να δηλητηριαστεί μια ολόκληρη πόλη για να καταστραφεί η φήμη του ανθρώπου αυτού, ώστε εκείνος να αναγκαστεί σε παραίτηση. Δεν υποστηρίζω κάποια λακωνική προσέγγιση για τη λογοτεχνία, απλώς η τελευταία αυτή εκδοχή στερείται ρεαλισμού και παραπέμπει περισσότερο σε παρανοϊκό αρχικακό της D.C. Comics (π.χ. Joker, Πιγκουίνο). Οι συμβάσεις ωστόσο δεν περιορίζονται εδώ. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας θα παρακολουθήσουμε τους δύο 12χρονους πρωταγωνιστές να καλπάζουν ξέφρενα με τα άλογά τους κυνηγώντας κακούς, να μπαινοβγαίνουν στα δημόσια λουτρά αναζητώντας στοιχεία και να γρονθοκοπούνται από έναν μεγαλόσωμο άντρα (βλ. απόσπασμα) χωρίς να ανοίξει μύτη· τέλος, το ένα από τα δύο αδέλφια μοιάζει να ενοχλείται περισσότερο από τις τσουκνίδες που το τσιμπάνε, παρά από ένα βέλος που έχει μόλις δεχθεί στον ώμο του, στο τέλος της περιπέτειας. Αυτά βέβαια φαντάζομαι ότι συγχωρούνται ποιητική αδεία. Λιγότερο ωστόσο θα συγχωρούσα στον μεταφραστή την απόδοση του ονόματος Caius στο (γερμανοπρεπές αλλά ανύπαρκτο) «Κάιος» αντί για το «Γάιος» που χρησιμοποιούμε στα ελληνικά εδώ και κάτι χιλιάδες χρόνια.

Για όσους τέλος ενδιαφέρονται, η ιστορία περιλαμβάνει και έναν Έλληνα που εκτελεί χρέη γραμματέα, τον Περικλή, ο οποίος παρά την εικονογράφηση που τον αποδίδει σαν Αιγύπτιο και τους χαρακτηρισμούς «σπασίκλας», «πολυλογάς», «φαφλατάς», κ.ά. που τον συνοδεύουν αρχικά, καταφέρνει τελικά να διατηρήσει έναν μάλλον αξιοπρεπή δευτερεύοντα ρόλο στην περιπέτεια.

Αξίες - Θέματα
Υπευθυνότητα, Συνεργασία, Επιμονή, Παρατηρητικότητα

Εικονογράφηση


Απόσπασμα 
Τα δύο αδέρφια ακολούθησαν στις μύτες των ποδιών τους τα υγρά ίχνη, που οδηγούσαν σε μια πόρτα που με την πρώτη ματιά δε φαινόταν.

«Πάμε στοίχημα πως ο τύπος είναι εκεί μέσα;» ψιθύρισε ο Μάριος. «Μας άκουσε να ερχόμαστε και γλίστρησε εκεί μέσα για να κρυφτεί!»

«Σωστή παρατήρηση!» τον παίνεψε ο Κάιος. «Και τώρα;»

«Θα ορμήσουμε μέσα φυσικά!» είπε μέσα από τα δόντια του ετοιμοπόλεμος ο Μάριος. «Τι άλλο;»

«Κι αν ο τύπος είναι οπλισμένος;» ρώτησε ο Κάιος.

Όμως, ο Μάριος βρισκόταν ήδη μπροστά στην πόρτα. Την έσπρωξε με προσοχή. Η πόρτα άνοιξε τρίζοντας. Πίσω της βρισκόταν ένα μικρό δωμάτιο, στο οποίο υπήρχε κάθε είδους σαβούρα. Προφανώς επρόκειτο για μια αποθήκη. Από ένα υπερβολικά μικρό παράθυρο έμπαινε λίγο φως.

Ο Μάριος τόλμησε ένα βήμα προς τα μπρος. Ο αδερφός του στάθηκε ακριβώς από πίσω του. Βήμα βήμα προχώρησαν προς τα μέσα με τις καρδιές τους να χτυπάνε δυνατά και τις γροθιές τους σφιγμένες.

Ξαφνικά η πόρτα έκλεισε πίσω τους με θόρυβο. Πριν το πάρουν είδηση τα δίδυμα, η επίθεση ήρθε από τα νώτα.

Ο δυνατός άντρας, που ήταν κρυμμένος πίσω από ένα μεγάλο αμφορέα ακριβώς δίπλα στην είσοδο, χτύπησε τον Κάιο δυνατά στην πλάτη. Ο Κάιος έπεσε πάνω στον αδερφό του, ο οποίος βρέθηκε στο πάτωμα.

Το πρόσωπο του αντιπάλου τους ήταν καλυμμένο με ένα μαντίλι που άφηνε να φαίνονται μόνο τα μάτια. Ο ογκώδης άντρας ξυλοκοπούσε τώρα το Μάριο, που τον άκουγε να αγκομαχά από πάνω του καθώς προσπαθούσε να καλυφθεί. Κατάφερε να αρπάξει το  πόδι ενός καθίσματος που βρέθηκε εκεί μέσα και χτύπησε με αυτό τον άντρα με το καλυμμένο πρόσωπο. Ακούστηκε μια κραυγή. για μια στιγμή φάνηκε ο αντίπαλος να έχει βγει εκτός μάχης. Όμως αμέσως ακολούθησε η επόμενη επίθεση: ο Μάριος εισέπραξε μια κλοτσιά στην κοιλιά και διπλώθηκε στα δύο.

Ο Κάιος έτρεξε να βοηθήσει τον αδερφό του. Άρπαξε το δεξί χέρι του άντρα και το πίεσε με όλη του τη δύναμη προς τα κάτω. Ο άντρας τον έσπρωξε μακριά βρίζοντας και ελευθερώθηκε. Ακούστηκε ένας μεταλλικός ήχος· κάτι είχε πέσει στις πέτρινες πλάκες του πατώματος.

Ο άντρας έψαξε για μια στιγμή με το βλέμμα του το πάτωμα. Έπειτα, έριξε μια μπουνιά στο στήθος του Κάιου, ο οποίος τρίκλισε προς τα πίσω. Ο άντρας με το καλυμμένο πρόσωπο άνοιξε απότομα την πόρτα και έφυγε από την αποθήκη.

Με τα πρόσωπά τους αλλοιωμένα από τον πόνο, τα δυο αδέρφια σηκώθηκαν σιγά σιγά.

«Όλα εντάξει;» αναστέναξε ο Μάριος. Κρατούσε την κοιλιά του.

Ο Κάιος έγνεψε καταφατικά. «Παίξαμε ένα χέρι ξύλο. Εκτός αυτού, ο τύος έχασε κάτι», είπε και σήκωσε από κάτω ένα χρυσό δαχτυλίδι.

«Άσε με να το δω», τον παρακάλεσε ο Μάριος και άρχισε να παρατηρεί προσεκτικά το κόσμημα.

«Μα το Δία, Κάιε, πέτυχες διάνα! Είναι ένα δαχτυλίδι με σφραγιδόλιθο. Έχει ρία γράμματα πάνω του:ένα Μ, ένα Α και ένα Π!»

«Αυτά είναι σίγουρα τα αρχικά του εκβιαστή!» είπε θριαμβευτικά ο Κάιος. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια φωνή, η οποία τους έφερνε στο νου κάτι κακό.

«Πάλι εσείς!»έσκουξε ο τετράγωνος επιστάτης των λουτρών με το κατακόκκινο κεφάλι που έμοιαζε με κεφάλι γαλοπούλας. «Το ήξερα πως θα δημιουργούσατε μόνο προβλήματα. Δρόμο και μη σας ξαναδώ εδώ, μα τον Ιανό!»

Τα αδέρφια υπάκουσαν, πέρασαν δίπλα από τον επιστάτη, κατευθύνθηκαν προς την έξοδο των λουτρών και έφτασαν στα άλογά τους.

Αμέσως μετά έκαναν μια στάση σε ένα θερμοπόλιουμ και αγόρασαν λίγα γκέρες, παστά ψάρια συντηρημένα στην άλμη, και ψωμί.

«Μπόρεσες να αναγνωρίσεις τη φωνή του εγκληματία;» ρώτησε ο Μάριος μασουλώντας.

«Όχι, όχι ακριβώς», απάντησε ο αδερφός του. Αλλά δε μου φαίνεται και εντελώς άγνωστη. Κάπου την έχω ξανακούσει, αλλά πού;»

«Κρίμα..», είπε ο Μάριος. «Όμως ίσως κι έτσι ανακαλύψουμε το όνομά του. Γιατί, πρώτα πρώτα, γνωρίζουμε πως πρόκειται για κάποιον έμπιστο του πατέρα μας. Δεύτερον, γνωρίζουμε τα αρχικά του ονόματός του. Αν…»

Ο Κάιος τον διέκοψε: «Ίσως ο προδότης να εργάζεται στο εργοτάξιο!»

«Αυτό ακριβώς θα έλεγα», είπε αναστενάζοντας ο Μάριος. «Αν είχαμε έναν κατάλογο όλων όσων δουλεύουν εκεί, ίσως και να μπορούσαμε να ανακαλύψουμε το όνομα. Είμαι σίγουρος πως ο πανέξυπνος ο Περικλής θα έχει ακριβώς αυτό τον κατάλογο. Καταγράφει, βλέπεις, τα πάντα!»

«Μα το Δία, κατ’ εξαίρεση, να και μια έξυπνη ιδέα από σένα!» είπε κοροϊδευτικά ο Κάιος. «Ίσως θα έπρεπε να ενημερώσουμε τον μπαμπά. Θα μπορούσε να μας βοηθήσει!»

«Δεν το συζητάω καν!»του αντιμίλησε ο Μάριος. «Θα του σερβίρουμε το δράστη σε ασημένιο δίσκο! Μόνοι μας!»

«Μάριος ο ήρωας!»τον ειρωνεύτηκε ο Κάιος. «Όμως έχεις δίκιο. Και τι δεν κάναμε για να λύσουμε την υπόθεση. Όλα τα κόκαλά μου με πονάνε!»

«Μην αλλάζεις θέμα, φοβητσιάρη! Δε βρίσκεται εδώ καμία Λίβια για να σε λυπηθεί!»είπε γελώντας ο Μάριος.

Ο Κάιος μισόκλεισε τα μάτια. «Θέλεις ακόμα ένα ψάρι;» ρώτησε με υπερβολικά φιλική φωνή.

Ο Μάριος τον κοίταξε με απορία. Όταν ο αδερφός του ήταν τόσο στοργικός, τις περισσότερες φορές κάτι δεν πήγαινε καλά. Και ενώ ο Μάριος ακόμα αναρωτιόταν, ένα ψάρι τον χτύπησε στη μύτη!
Ο Βεζούβιος και η γύρω περιοχή, όπως φαίνονται από το δορυφόρο


Share/Bookmark

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...