Υπόθεση
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Χρυσάνθη Τσιαμπαλή - Κελεπούρη
Εικονογράφηση: Νίκη Λεωνίδου
ISBN: 978-618-01-0140-9
Έτος 1ης Έκδοσης: 2013
Σελίδες: 48
Τιμή: περίπου 5 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Παρουσίαση από το ιστολόγιο της συγγραφέως εδώ
Τάξεις: Γ', Δ', Ε'
Ευχαριστούμε τη συγγραφέα για την προσφορά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!
Κριτική
Αξίες - Θέματα
Εκφοβισμός (bullying), Φιλία, Οικογένεια, Βία, Φιλαναγνωσία
Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όπου οι Αχώνευτοι μπαίνουν στον αχυρώνα και πέφτουν στην παγίδα του Γιάννη
Εικονογράφηση
Απόσπασμα
Βιβλία διαβάζουν τα κορίτσια! Τα αγόρια παίζουν ποδόσφαιρο, μπάσκετ και πόλεμο με ξύλα ή βάζουν κόντρες! Κατάλαβες, «κοτούλα»;
Σχόλιο
Ο Γιάννης σώζει τον φίλο
του Ορέστη από τη συμμορία των «Αχώνευτων», που τον έχει στριμώξει σε μια γωνιά και τον
κοροϊδεύει. Τον αποκαλούν «κοτούλα» επειδή του αρέσει το διάβασμα και τα γέλια-κακαρίσματά τους ακούγονται σε όλη τη γειτονιά. Το ίδιο βράδυ, ο παππούς και η γιαγιά συμβουλεύουν τον Γιάννη να μη δίνει σημασία
σε λόγια του αέρα. Όμως εκείνος είναι αποφασισμένος να δώσει στη συμμορία ένα μάθημα. Πείθει τον
παππού του να φέρει μερικές κότες από το χωριό και καταστρώνει ένα πονηρό σχέδιο... Λίγες μέρες αργότερα, ένα προκλητικό μήνυμα αρκεί για να μαζευτούν οι νταήδες στην μπλε αποθήκη πίσω από το
σχολείο... και η επίθεση αρχίζει! Θα βάλουν άραγε οι Αχώνευτοι μυαλό;
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Χρυσάνθη Τσιαμπαλή - Κελεπούρη
Εικονογράφηση: Νίκη Λεωνίδου
ISBN: 978-618-01-0140-9
Έτος 1ης Έκδοσης: 2013
Σελίδες: 48
Τιμή: περίπου 5 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Παρουσίαση από το ιστολόγιο της συγγραφέως εδώ
Τάξεις: Γ', Δ', Ε'
Ευχαριστούμε τη συγγραφέα για την προσφορά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!
Κριτική
Πολύ χαριτωμένη διδακτική περιπέτεια με θέμα τον σχολικό εκφοβισμό. Η εύληπτη γραφή και η σαφήνεια των μηνυμάτων επιτρέπουν στα παιδιά των μεσαίων τάξεων να απολαύσουν μια ιστορία για ένα θέμα που τους αφορά άμεσα. Η πλοκή κρατάει το ενδιαφέρον ζωντανό ως το τέλος και το γεγονός ότι το κείμενο δεν ξεπερνά τις 2000 λέξεις, επιτρέπει ακόμα και στους άπειρους αναγνώστες να το ολοκληρώσουν ξεκούραστα. Η ιστορία χωρίζεται σε δύο βασικά μέρη, που διηγούνται το ίδιο περιστατικό από διαφορετικές οπτικές, παραδίδοντας ένα εξαίσιο μάθημα ενσυναίσθησης. Η πολύχρωμη εικονογράφηση επικεντρώνεται στις μορφές και λειτουργεί πολύ βοηθητικά, ενώ σε κάποια σημεία "παίζει" και με το κείμενο. Στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου μάς περιμένουν χρήσιμες πληροφορίες και συμβουλές γύρω από το ζήτημα της σχολικής επιθετικότητας, από την ψυχολόγο Γιούλη Μιγγείρου. Το βιβλίο προτείνεται περισσότερο σε παιδιά των μεσαίων τάξεων του Δημοτικού, με τα αγόρια να έχουν περισσότερες πιθανότητες ταύτισης με τους πρωταγωνιστές Γιάννη και Ντίνο.
Αξίες - Θέματα
Εκφοβισμός (bullying), Φιλία, Οικογένεια, Βία, Φιλαναγνωσία
Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όπου οι Αχώνευτοι μπαίνουν στον αχυρώνα και πέφτουν στην παγίδα του Γιάννη
Εικονογράφηση
Πολύχρωμη, με απλές γραμμές που παραπέμπουν σε παιδικό σχέδιο αλλά και ταυτόχρονα πλούσια, με ολοσέλιδες ζωγραφιές κάθε 3-4 σελίδες και παρουσία μικρότερων σκίτσων σχεδόν σε κάθε σελίδα κειμένου, ώστε να ξεκουράζονται τα μάτια και να γίνεται η ανάγνωση ευχάριστα.
Βιβλία διαβάζουν τα κορίτσια! Τα αγόρια παίζουν ποδόσφαιρο, μπάσκετ και πόλεμο με ξύλα ή βάζουν κόντρες! Κατάλαβες, «κοτούλα»;
Οι Αχώνευτοι, μια ενοχλητική
παρέα παιδιών, είχε και πάλι μεγάλα κέφια. Είχαν στριμώξει σε μια γωνία, στη
γειτονιά κάτω από το σπίτι μου, τον Ορέστη, το συμμαθητή μου, ένα ήσυχο και
καλόβουλο παιδί που του άρεσαν τα βιβλία και γι’ αυτό το κορόιδευαν. Εκείνος
είχε σαστίσει. Τα μάτια του έκρυβαν θυμό και φόβο. Δε μιλούσε. Κουβέντα δεν
έλεγε. Μονάχα τους άκουγε μαζεμένος σε μια γωνιά.
Δεν ήταν η πρώτη φορά. Το
αγαπημένο χόμπι των Αχώνευτων –παρατσούκλι που τους είχαν δώσει τα άλλα παιδιά
του σχολείου, μια και με τη συμπεριφορά τους κανείς δεν τους χώνευε – ήταν να
ενοχλούν τα άλλα παιδιά. Αν τύχαινε μάλιστα κάποιος να έχει μια φανερή διαφορά
από τους υπόλοιπους, την είχε βάψει. Είχε φακίδες; Τον φώναζαν «φακή». Ίσια,
ατίθασα μαλλιά; «Αχινό»! Κατσαρά; «Σφουγγαρίστρα». Φορούσε γυαλιά; «Γκαβάδι».
Είχε πεταχτά αυτιά; «Αυτάρα». Ήταν αδύνατος; «Καλαμάκι». Χοντρός; «Κεφτέ».
Κοντός; «Τάπα». Ψηλός; «Λελέκι»… Για όλους υπήρχε το κατάλληλο κοροϊδευτικό
όνομα. Ακόμα και το προτέρημα κάποιου το μετέτρεπαν σε μειονέκτημα και τον
κορόιδευαν για αυτό!
Τα σχόλιά τους όμως δεν είχαν να
κάνουν μόνο με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά αλλά και με τις συνήθειες και με τις
ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού, κι αυτό εμένα με έκανε να θυμώνω ακόμα
περισσότερο… «Ακούς εκεί “κοτούλα” επειδή του αρέσουν τα βιβλία! Κι εμένα μου
αρέσουν τα βιβλία», σκεφτόμουν, «είμαι δηλαδή κι εγώ κοτούλα; Και γιατί το διάβασμα
να έχει να κάνει με αγόρια και κορίτσια, με δειλούς και θαρραλέους;» Ο παππούς
μου, που τίποτα δε φοβάται, σας το λέω, συνέχεια βιβλία διαβάζει…
Κατέβηκα κάτω και στάθηκα πίσω τους.
- Βιβλία διαβάζουν όσοι ξέρουν να
διαβάσουν! φώναξα με θυμό και αμέσως στενοχωρήθηκα που γινόμουν σαν και αυτούς,
όχι, γινόμουν χειρότερος, γιατί κορόιδευα κι εγώ με τη σειρά μου το γεγονός πως
ήταν κακοί μαθητές. Τότε όμως είδα τα φοβισμένα μάτια του Ορέστη στη γωνία να
με παρακαλούν να τον σώσω, οπότε άφησα στην άκρη τις τύψεις μου.
- Κι εσένα ποιος σου μίλησε;
πετάχτηκε ο Ντίνος, ο πιο αχώνευτος από τους Αχώνευτους.
- Ο Ορέστης είναι φίλος μου, μαζί
διαλέγουμε τα βιβλία, μαζί διαβάζουμε, και αφού είπες αυτόν «κοτούλα» είναι σαν
να είπες κι εμένα.
- Ε τότε ναι, αφού διαβάζετε
μαζί, είσαι κι εσύ κοτούλα! Μήπως μένετε και στο ίδιο κοτέτσι; συνέχισε με
ειρωνεία και έπιασαν όλοι την κοιλιά τους από τα γέλια.
- Και γιατί είμαστε κοτούλες;
- Γιατί τα αγόρια δε διαβάζουν
βιβλιαράκια! Κάνουν αντρικά πράγματα! Οι δειλοί σαν τις κοτούλες διαβάζουν,
φώναξε στο τέλος και άρχισε να κακαρίζει δυνατά γελώντας κοροϊδευτικά: Κα κα κα
κα κα καααα!
Αμέσως τον ακολούθησαν και οι
φίλοι του και γέμισε τόσα κακαρίσματα η γειτονιά που οι γείτονες βγήκαν στα
μπαλκόνια να δουν τι συμβαίνει!
Έριξα στους Αχώνευτους ένα άγριο
βλέμμα, τράβηξα τον Ορέστη από το μπράτσο και τον οδήγησα στην είσοδο της πολυκατοικίας
μας. Όταν ανεβήκαμε επάνω, ο Ορέστης με κομμένη φωνή μού είπε δεκαπέντε ευχαριστώ.
- Με έσωσες, Γιάννη… δεν τους αντέχω.
Και ίσως να έχουν δίκιο… ίσως να είμαι κοτούλα, γιατί πραγματικά τους φοβάμαι!
- Μην είσαι χαζός! Ποιον από αυτούς
φοβάσαι; Μια παρέα κακομαθημένων παιδιών είναι που δεν έχουν τρόπους και που τους
χρειάζεται ένα καλό μάθημα, είπα και η σκέψη μου αυτή μου άρεσε πολύ. Ένα
μάθημα!
Το βράδυ ήρθαν στο σπίτι ο
παππούς και η γιαγιά. Όταν έρχονται είμαι πάντα πολύ χαρούμενος, εκείνο το
βράδυ όμως οι σκέψεις μου δε με άφηναν να είμαι όπως κάθε άλλη φορά. Το
κατάλαβαν και με ρώτησαν τι έχω και αφού επέμειναν πολύ, τους είπα την ιστορία
με τους Αχώνευτους.
- Και γι’ αυτό στενοχωριέσαι;
απόρησε η γιαγιά και συνέχισε: Μην τους δίνεις σημασία, αγόρι μου! Εσύ να κάνει
ό, τι σε ευχαριστεί! Άφησέ τους να λένε. Αέρας είναι τα λόγια και πετούν… αέρας
είναι τα λόγια και χάνονται. Μη χαλάς την καρδιά σου για λόγια του αέρα,
κατέληξε και με έσφιξε στην αγκαλιά της. Ύστερα έφυγε για το καθιστικό απ’ όπου
τη φώναζε η μαμά.
Μείναμε μόνοι με τον παππού. «Η
γιαγιά έχει δίκιο», σκεφτόμουν, «αέρας είναι τα λόγια και πετούν, μα γιατί
πετούν συνεχώς γύρω από το κεφάλι μου και με κάνουν να τα σκέφτομαι; Γιατί με
ενοχλούν όπως το χτύπημα στο γόνατο την προηγούμενη εβδομάδα;».
Όπως και νωρίτερα (2008) στο Μίλα μη φοβάσαι, συναντάμε και εδώ την πολύ ενδιαφέρουσα οπτική του νταή, χάρη στην οποία οι αναγνώστες μπορούν να αντιληφθούν ότι ο εκφοβιστής - θύτης είναι συνήθως και ο ίδιος θύμα του περιβάλλοντός του. Αυτό φυσικά δεν τον κάνει αυτόματα αθώο ή ανεύθυνο για τις επιλογές του, ίσως όμως θέτει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Ο νταής δεν είναι ούτε τέρας ούτε προνύμφη εγκληματία, αλλά ένα παραστρατημένο παιδί που χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση, υγιή πρότυπα και αγάπη.
Στο κείμενο μπορεί κανείς να εντοπίσει δυο μάλλον αντικρουόμενες τάσεις που θεωρητικά είναι δύσκολο να συνδυαστούν κάτω από κοινό εξώφυλλο. Η πρώτη ανταποκρίνεται στην παράδοση του λαϊκού μύθου: απαιτεί για την κακή συμπεριφορά των Αχώνευτων μια τιμωρία που θα αποκαταστήσει το αίσθημα δικαίου. Η δεύτερη, πιο εξωπραγματική αλλά σύμφωνη με το σύγχρονο και "πολιτικά ορθό" πνεύμα, θέλει π.χ. τον Γιάννη να νιώθει τύψεις γι' αυτά που λέει, την ώρα που επιχειρεί να σώσει τον φίλο του: "Βιβλία διαβάζουν όσοι ξέρουν να διαβάσουν! φώναξα με θυμό και αμέσως στενοχωρήθηκα που γινόμουν σαν και αυτούς, όχι, γινόμουν χειρότερος, γιατί κορόιδευα κι εγώ με τη σειρά μου το γεγονός πως ήταν κακοί μαθητές".
Αντίστοιχα συμβαίνουν και όταν παππούς και εγγονός απορρίπτουν μεν το ενδεχόμενο "καβγά" με τη συμμορία, συμφωνούν ωστόσο να δώσουν ένα "μάθημα" (που μοιάζει και λίγο με εκδίκηση) στους κακομαθημένους - εξυπνάκηδες, αξιοποιώντας τη συνδρομή του ζωικού βασιλείου. Προκρίνεται τελικά η βία ως μέσο αντιμετώπισης της βίας ή όχι; Εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι η χρήση της (ακόμα κι αν πρόκειται για μια μορφή βίας «έξυπνης», εξ αποστάσεως και δι' αντιπροσώπων) αποδίδει και οδηγεί στην λύση του προβλήματος.
Για να είμαστε σίγουροι ότι τα παραπάνω δεν θα δημιουργήσουν λάθος εντυπώσεις στα παιδιά, ίσως θα ήταν χρήσιμο να συζητήσουμε στην τάξη για το αν άλλες (λιγότερο δυναμικές) παρεμβάσεις από τον Γιάννη θα μπορούσαν να έχουν αντίστοιχα θετικά αποτελέσματα. Θα ήταν άραγε δυνατό η οικογένεια και οι φίλοι του να καλέσουν τη συμμορία των Αχώνευτων για να μιλήσουν, χωρίς να έχει προηγηθεί η σκηνή πανικού και ταπείνωσης στην αποθήκη; Άλλωστε, μπορεί στο κείμενο να αποφεύγεται η αναφορά σε επικίνδυνα τσιμπήματα, η αντεκδίκηση όμως που ετοίμασαν παππούς και εγγονός, θα μπορούσε στην πραγματικότητα να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα ή (το πιθανότερο) ακόμα βιαιότερες αντιδράσεις από τους προσβεβλημένους νταήδες.
Η ιστορία ξεκινάει και τελειώνει με το θέμα της βιβλιοφιλίας, υπηρετώντας κάπως το σχήμα του κύκλου. Στις πρώτες σελίδες, ο Ορέστης στοχοποιείται από τη συμμορία επειδή του αρέσει να διαβάζει, χόμπι που δήθεν ταιριάζει μόνο σε δειλούς. Στο τέλος, μετά την περιπέτεια, οι αναμορφωμένοι νταήδες στρέφονται και αυτοί στο διάβασμα, συμμετέχουν μάλιστα και στη Λέσχη Ανάγνωσης. Ο αρχηγός τους, Ντίνος (θυμίζοντας λίγο τον Γιούγκερμαν), ανακαλύπτει και εκείνος τη χαρά του διαβάσματος ξεκινώντας από τη σχολική εγκυκλοπαίδεια.
Προβληματισμοί για συζήτηση
Τι θα πει δειλός; Και τι θαρραλέος;
Με αφορμή τις μέρες Πολυτεχνείου, αντιγράφουμε από περσινό άρθρο της Μηχανής του Χρόνου μια επιστολή - έκκληση που έστειλε ο συνθέτης Μ. Θεοδωράκης προς τον Γ. Μπιθικώτση, για να τον αποτρέψει απ' το να τραγουδήσει σε νυχτερινό κέντρο τον ύμνο της Χούντας τον Ιούλιο του 1967.
«Γρηγόρη. Διάβασα με κατάπληξη ότι πρόκειται να τραγουδήσεις στα “Δειλινά” τον “Υμνο της Επαναστάσεως”. Νομίζω ότι είσαι αρκετά μεγάλος για να καταλαβαίνεις τι πρόκειται να κάνεις. Πόσες ευθύνες επωμίζεσαι και σε τι σοβαρούς κινδύνους μπαίνεις. Κάθισε σπίτι σου με αξιοπρέπεια. Μην γκρεμίζεις με μια κλωτσιά αυτό που χτίσαμε μαζί τόσα χρόνια. Μην ακούς τους κερδοσκόπους και τους προσκυνημένους. Μη ρίχνεις στον βούρκο το όνομά σου και το όνομα των παιδιών σου, που σε λίγο θα ντρέπονται για σένα. Κάνε τον άρρωστο. Φύγε για το εξωτερικό. Εκεί μπορείς ν’ αρχίσεις μια καινούργια καριέρα. Η Μελίνα σε περιμένει. Γιατί αν εσύ ο Μπιθικώτσης, το πρωτοπαλίκαρο του Θεοδωράκη, γίνεις επίσημος τραγουδιστής της Δικτατορίας τραγουδώντας αυτό το άθλιο κατασκεύασμα, θα πρέπει να ξέρεις ότι θα γίνεις ο πιο αχάριστος και τιποτένιος προδότης που γέννησε ο Λαός μας. Στο όνομα της φιλίας μας και για χάρη της γυναίκας σου, των παιδιών σου και όλων των αμέτρητων φίλων μας, σε ικετεύω να μ’ ακούσεις για τελευταία φορά. Μετά την Πέμπτη θα είναι αργά. Πάρα πολύ αργά»
Όπως διαβάζουμε στο ίδιο άρθρο, ο Μπιθικώτσης τελικά τραγούδησε στα "Δειλινά". Είπε πως δεν αντέχει να πάει ξανά στην εξορία (είχε ήδη "φιλοξενηθεί" στη Μακρόνησο για τις ιδέες του όταν ήταν 25 ετών) και δεν ξέρω ποιος θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για την απόφασή του, δεδομένων των συνθηκών.
Είναι τελικά εύκολο να χαρακτηρίσουμε κάποιον δειλό ή θαρραλέο με βάση μια απόφασή που παίρνει σ' ένα πιεστικό δίλημμα; Μήπως θα πρέπει με κάποιον τρόπο να λαμβάνουμε υπ' όψη το παρελθόν του, την κατάσταση στην οποία βρίσκεται και το σύστημα αξιών που ακολουθεί; Πόσο εύκολο είναι άραγε να λαμβάνει κανείς θαρραλέες αποφάσεις σε όλη τη διάρκεια της ζωής του;
Πώς θα
μπορούσαμε να φανταστούμε την παιδική ηλικία διάσημων δικτατόρων όπως ο
Χίτλερ ή ο Παπαδόπουλος;
Μήπως ως παιδιά αντιμετώπισαν έντονη κριτική και δέχτηκαν από τους συμμαθητές και τους δασκάλους τους χαρακτηρισμούς που επηρέασαν την προσωπικότητα και τη μετέπειτα πορεία τους; Αν υπάρχει έστω και η παραμικρή πιθανότητα κάτι τέτοιο να ισχύει, τότε επιβάλλεται να αντιμετωπίζουμε τους θύτες και τα θύματα των περιπτώσεων σχολικού εκφοβισμού με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή, ώστε να προστατεύσουμε τις μελλοντικές γενιές από ανάλογες περιπέτειες!
Χρήση στην τάξη
Στην παρούσα ιστορία βέβαια, το ζήτημα οδηγείται άμεσα σε happy end και η μεταστροφή του αντιήρωα Ντίνου από ταραξία σε βιβλιοφάγο επέρχεται μέσα από μια μόλις εμπειρία. Περισσότερο ρεαλισμό από ένα διήγημα δύο χιλιάδων λέξεων ίσως θα ήταν άδικο να περιμένουμε, όμως στην πραγματική ζωή είναι κατανοητό πως παρόμοιες αλλαγές δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς υπομονή και κυρίως διαρκή και συντονισμένη προσπάθεια εκπαιδευτικών και οικογένειας.
Αντίστοιχα συμβαίνουν και όταν παππούς και εγγονός απορρίπτουν μεν το ενδεχόμενο "καβγά" με τη συμμορία, συμφωνούν ωστόσο να δώσουν ένα "μάθημα" (που μοιάζει και λίγο με εκδίκηση) στους κακομαθημένους - εξυπνάκηδες, αξιοποιώντας τη συνδρομή του ζωικού βασιλείου. Προκρίνεται τελικά η βία ως μέσο αντιμετώπισης της βίας ή όχι; Εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι η χρήση της (ακόμα κι αν πρόκειται για μια μορφή βίας «έξυπνης», εξ αποστάσεως και δι' αντιπροσώπων) αποδίδει και οδηγεί στην λύση του προβλήματος.
Για να είμαστε σίγουροι ότι τα παραπάνω δεν θα δημιουργήσουν λάθος εντυπώσεις στα παιδιά, ίσως θα ήταν χρήσιμο να συζητήσουμε στην τάξη για το αν άλλες (λιγότερο δυναμικές) παρεμβάσεις από τον Γιάννη θα μπορούσαν να έχουν αντίστοιχα θετικά αποτελέσματα. Θα ήταν άραγε δυνατό η οικογένεια και οι φίλοι του να καλέσουν τη συμμορία των Αχώνευτων για να μιλήσουν, χωρίς να έχει προηγηθεί η σκηνή πανικού και ταπείνωσης στην αποθήκη; Άλλωστε, μπορεί στο κείμενο να αποφεύγεται η αναφορά σε επικίνδυνα τσιμπήματα, η αντεκδίκηση όμως που ετοίμασαν παππούς και εγγονός, θα μπορούσε στην πραγματικότητα να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα ή (το πιθανότερο) ακόμα βιαιότερες αντιδράσεις από τους προσβεβλημένους νταήδες.
Η ιστορία ξεκινάει και τελειώνει με το θέμα της βιβλιοφιλίας, υπηρετώντας κάπως το σχήμα του κύκλου. Στις πρώτες σελίδες, ο Ορέστης στοχοποιείται από τη συμμορία επειδή του αρέσει να διαβάζει, χόμπι που δήθεν ταιριάζει μόνο σε δειλούς. Στο τέλος, μετά την περιπέτεια, οι αναμορφωμένοι νταήδες στρέφονται και αυτοί στο διάβασμα, συμμετέχουν μάλιστα και στη Λέσχη Ανάγνωσης. Ο αρχηγός τους, Ντίνος (θυμίζοντας λίγο τον Γιούγκερμαν), ανακαλύπτει και εκείνος τη χαρά του διαβάσματος ξεκινώντας από τη σχολική εγκυκλοπαίδεια.
(Πηγή) |
Τι θα πει δειλός; Και τι θαρραλέος;
Με αφορμή τις μέρες Πολυτεχνείου, αντιγράφουμε από περσινό άρθρο της Μηχανής του Χρόνου μια επιστολή - έκκληση που έστειλε ο συνθέτης Μ. Θεοδωράκης προς τον Γ. Μπιθικώτση, για να τον αποτρέψει απ' το να τραγουδήσει σε νυχτερινό κέντρο τον ύμνο της Χούντας τον Ιούλιο του 1967.
«Γρηγόρη. Διάβασα με κατάπληξη ότι πρόκειται να τραγουδήσεις στα “Δειλινά” τον “Υμνο της Επαναστάσεως”. Νομίζω ότι είσαι αρκετά μεγάλος για να καταλαβαίνεις τι πρόκειται να κάνεις. Πόσες ευθύνες επωμίζεσαι και σε τι σοβαρούς κινδύνους μπαίνεις. Κάθισε σπίτι σου με αξιοπρέπεια. Μην γκρεμίζεις με μια κλωτσιά αυτό που χτίσαμε μαζί τόσα χρόνια. Μην ακούς τους κερδοσκόπους και τους προσκυνημένους. Μη ρίχνεις στον βούρκο το όνομά σου και το όνομα των παιδιών σου, που σε λίγο θα ντρέπονται για σένα. Κάνε τον άρρωστο. Φύγε για το εξωτερικό. Εκεί μπορείς ν’ αρχίσεις μια καινούργια καριέρα. Η Μελίνα σε περιμένει. Γιατί αν εσύ ο Μπιθικώτσης, το πρωτοπαλίκαρο του Θεοδωράκη, γίνεις επίσημος τραγουδιστής της Δικτατορίας τραγουδώντας αυτό το άθλιο κατασκεύασμα, θα πρέπει να ξέρεις ότι θα γίνεις ο πιο αχάριστος και τιποτένιος προδότης που γέννησε ο Λαός μας. Στο όνομα της φιλίας μας και για χάρη της γυναίκας σου, των παιδιών σου και όλων των αμέτρητων φίλων μας, σε ικετεύω να μ’ ακούσεις για τελευταία φορά. Μετά την Πέμπτη θα είναι αργά. Πάρα πολύ αργά»
Όπως διαβάζουμε στο ίδιο άρθρο, ο Μπιθικώτσης τελικά τραγούδησε στα "Δειλινά". Είπε πως δεν αντέχει να πάει ξανά στην εξορία (είχε ήδη "φιλοξενηθεί" στη Μακρόνησο για τις ιδέες του όταν ήταν 25 ετών) και δεν ξέρω ποιος θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για την απόφασή του, δεδομένων των συνθηκών.
Είναι τελικά εύκολο να χαρακτηρίσουμε κάποιον δειλό ή θαρραλέο με βάση μια απόφασή που παίρνει σ' ένα πιεστικό δίλημμα; Μήπως θα πρέπει με κάποιον τρόπο να λαμβάνουμε υπ' όψη το παρελθόν του, την κατάσταση στην οποία βρίσκεται και το σύστημα αξιών που ακολουθεί; Πόσο εύκολο είναι άραγε να λαμβάνει κανείς θαρραλέες αποφάσεις σε όλη τη διάρκεια της ζωής του;
Ο Angus Macfadyen ως Robert the Bruce στην ταινία Braveheart (πηγή) Το κινηματογραφικό σενάριο παρουσιάζει τον αριστοκράτη να δειλιάζει να πολεμήσει για την ανεξαρτησία της Σκωτίας (ο λαός της οποίας αποφάσισε φέτος ότι τελικά δεν επιθυμεί ανεξαρτησία) |
(πηγή) |
Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε πως το βιβλίο απευθύνεται σε μαθητές των Α' Β' και Γ' τάξεων του Δημοτικού και η έκδοση (μέγεθος στοιχείων, στήσιμο κειμένου, εικονογράφηση, κλπ.) έχει διαμορφωθεί ανάλογα. Ωστόσο, οι μικρές τάξεις -στο δικό μας τουλάχιστον σχολείο- έδειξαν περιορισμένη ανταπόκριση. Αντίθετα, στα μεγαλύτερα παιδιά η ιστορία όχι μόνο άρεσε πολύ, αλλά και είχε άμεσο αντίκτυπο στη συμπεριφορά τους! Το κείμενο κατάφερε να αγγίξει τους μαθητές της Ε' και να περάσει το βασικό του μήνυμα. Έτσι, αγόρια που από την αρχή της χρονιάς δήλωναν "μάγκες", αφού άκουσαν την ιστορία του Ντίνου
αποφάσισαν ότι αυτός ο χαρακτηρισμός δεν τους εκφράζει! Ακόμα και μέρες αργότερα, υπήρχαν παιδιά που μιλούσαν στην τάξη για τις κότες - εκδικητές που παραμονεύουν τους νταήδες...
Φυσικά, όπως αναφέρουμε και πιο πάνω, για μια ουσιαστική αλλαγή στη συμπεριφορά, μια συζήτηση και μια καλή ιστορία δεν αρκεί. Δυστυχώς όμως σε πολλές περιπτώσεις οι πόροι και ο χρόνος της σχολικής καθημερινότητας είναι περιορισμένοι.
Το βιβλίο μπορεί να μας δώσει αφορμή να επισκεφθούμε τη σχολική βιβλιοθήκη και να μάθουμε να αναζητούμε πληροφορίες στην εγκυκλοπαίδεια, αλλά και να επιχειρήσουμε να οργανώσουμε μια μικρή Λέσχη Ανάγνωσης στην τάξη. Επίσης, περιέχει αρκετές δυναμικές σκηνές που μπορούμε να αναπαραστήσουμε με παντομίμα, αλλά και θέματα που έχουν ιδιαίτερο εικαστικό ενδιαφέρον: Εμείς συγκεκριμένα, κάναμε μια προσπάθεια να ζωγραφίσουμε πολύχρωμες κότες!
από τις ζωγραφικές μας απόπειρες με την Α' και Β' τάξη |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...