Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Εγώ κι η Κλάρα και τ'αλογάκι ο Βελουδίνος

Υπόθεση
Ο πεντάχρονος Κλάους και η λίγο μεγαλύτερη αδελφή του Κλάρα, μπαίνουν διαρκώς σε μπελάδες και σκαρώνουν σκανδαλιές αναστατώνοντας τους γονείς τους. Ο τόμος αποτελείται από 12 αυτόνομες ιστοριούλες και μια κύρια περιπέτεια τεσσάρων κεφαλαίων που χαρίζει και το όνομά της στο βιβλίο. Σε αυτή, τα δύο αδέλφια γνωρίζουν τον Βελουδίνο, ένα ήσυχο αλογάκι, που του αρέσει να τρώει ψάθινα καπέλα, αλλά δεν δέχεται με τίποτα να τον καβαλήσουν. Θα καταφέρουν άραγε τα παιδιά να μηχανευτούν μια λύση για να πάνε βόλτα επάνω στο πόνι;

Χαρακτηριστικά 
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Ντιμίτερ Ινκιόφ (Димитър Янакиев Инкьов)
Μετάφραση: Ρένα Καρθαίου, Μάριος Λάκων - Στελλάκης
Εικονογράφηση: Τράουντι και Βάλτερ Ράινερ
ISBN: 960-7021-37-1
Τίτλος πρωτοτύπου: Ich und Klara und das Pony Balduin
Έτος 1ης Έκδοσης: 1978 (στα ελληνικά 1984)
Σελίδες: 124
Τιμή: περίπου 4 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: A’, B

Κριτική
Το τέταρτο βιβλίο της σειράς «Εγώ κι η Κλάρα» που μαζί με την αντίστοιχη «η αδελφή μου Κλάρα» μετρούν περίπου 40 τίτλους στη Γερμανία, από τους οποίους οι 20 κυκλοφορούν και στη χώρα μας, από διάφορους εκδοτικούς οίκους. Οι ιστορίες των δύο μικρών πρωταγωνιστών είναι χαριτωμένες και διατηρούν έναν αέρα αυθεντικής παιδικής αφέλειας.

Η γραφή είναι πολύ απλή και η μετάφραση συντηρεί τη ζωντάνια στο κείμενο, στοιχεία που θα βοηθήσουν τους μικρούς αναγνώστες να κατανοήσουν εύκολα την ιστορία. Η έκταση των κεφαλαίων συνήθως δεν ξεπερνάει τις 4-5 σελίδες, και τα γράμματα είναι μεγάλα, ώστε να διαβάζονται ξεκούραστα. Η εικονογράφηση ωστόσο είναι ασπρόμαυρη, αρκετά παλιομοδίτικη (θυμίζει έντονα τα πολωνικά κινούμενα σχέδια Bolek και Lolek) και όχι παρούσα σε κάθε σελίδα, όπως ίσως θα προτιμούσαν οι αναγνώστες 6-7 ετών.

Το βιβλίο προτείνεται κυρίως σε παιδιά Α’ και Β’ τάξης, χωρίς ωστόσο να σημαίνει ότι και παιδιά της Γ’ δεν θα μπορούσαν να το απολαύσουν. Η οπτική γωνία του ήρωα, πιθανόν να επιτρέψει περισσότερο στα αγόρια να ταυτιστούν μαζί του.

Παρότι έχουν περάσει αρκετές δεκαετίες από τη συγγραφή του βιβλίου και οι καιροί έχουν αλλάξει ανεπιστρεπτί, τα παιδιά της γενιάς του playstation δεν θα βρουν το βιβλίο πολύ απομακρυσμένο από το σήμερα. Και αυτό γιατί η αυθεντικότητα στη γραφή του Ινκιόφ και η αφήγηση σε ένα εγωκεντρικό πρώτο πρόσωπο, μεταφέρουν με αμεσότητα τον αναγνώστη στη θέση του μικρού ήρωα· κυρίως όμως, επειδή στην ηλικία των πέντε χρόνων τα παιδιά δεν έχουν απορροφηθεί ακόμα από την εικονική πραγματικότητα των σύγχρονων ηλεκτρονικών παιχνιδιών, αλλά συνεχίζουν να ανακαλύπτουν τον (πραγματικό) κόσμο όπως παλιά… ώσπου τουλάχιστον οι γονείς να αποφασίσουν να τα παρκάρουν μπροστά στην τηλεόραση ή σε κάποιον υπολογιστή.

Όσο λοιπόν τα παιδιά εξακολουθούν να παίζουν κρυφτό και να παλεύουν μεταξύ τους, θα μπορούν να βρουν κοινά σημεία με τους πρωταγωνιστές του Ινκιόφ. Πολύ πιθανόν μάλιστα εκτός από ψυχαγωγία, το ανάγνωσμα να τους προσφέρει και κάποιο βάθος στον τρόπο που σκέφτονται και ενεργούν, καθώς οι δύο ήρωες πειραματίζονται διαρκώς και μαθαίνουν πριν από εμάς για μας, ακολουθώντας τη μέθοδο της δοκιμής και του λάθους.

Αξίες - Θέματα
Χιούμορ

Εικονογράφηση

Απόσπασμα 
Μια μέρα με έπιασε η Κλάρα και μου είπε:

- Πρέπει κι οι δύο να δούμε με ποιους θα παντρευτούμε όταν μεγαλώσουμε.
- Εντάξει, είπα εγώ, ας το σκεφτούμε.

Αρχίσαμε κι οι δύο να συλλογιζόμαστε. Σε λίγο εγώ φώναξα:

- Βρήκα ποιον θα παντρευτώ. Θα πάρω εσένα.
- Αυτό δε γίνεται, είπε η Κλάρα φουρκισμένη. Αδερφός και αδερφή δεν παντρεύονται. Αυτό στο έχω ξαναπεί.
- Καλά, είπα εγώ, τότε θα παντρευτώ τη μαμά κι εσύ να πάρεις τον μπαμπά.
- Ούτε αυτό γίνεται.
- Και γιατί δε γίνεται;
- Γιατί είναι κιόλας παντρεμένοι.
- Και με ποιον είναι παντρεμένοι;
- Σήμερα, καημένε, είσαι ντιπ κουτός. Είναι παντρεμένοι μεταξύ τους.
- Μπα!

Εξακολούθησα λοιπόν, να συλλογίζομαι και να ψάχνω.

- Ε, τότε θα παντρευτώ τη γιαγιά, είπα στο τέλος.
- Άκου πράγματα! Και ποια θα έχεις για γιαγιά; Μήπως εμένα;

Αυτό που έλεγε η Κάρα ήταν σωστό. Ποτέ δε φαντάστηκα πως είναι τόσο δύσκολο πράγμα να βρεις κάποιον για να τον παντρευτείς. Αλλά ξαφνικά το βρήκα.

- Θα παντρευτώ τη φίλη σου την Πετρούλα!
- Την Πετρούλα;
- Ναι, την Πετρούλα, γιατί μυρίζει πάντα τόσο όμορφα.
- Αν θέλεις την Πετρούλα πρέπει να κερδίζεις πολλά χρήματα, γιατί η Πετρούλα μεταχειρίζεται αρώματα κι αρώματα. Και θα πρέπει όλο να της αγοράζεις.
- Θα της αγοράζω όσα θέλει, είπα εγώ.
- Κι εγώ θα γίνω κουμπάρα σας.
- Εντάξει. Εσύ θα γίνεις κουμπάρα μας.

Τώρα το ζήτημα του γάμου είχε πια κανονιστεί. Μόνο η Πετρούλα δεν ήξερε τίποτα γι’ αυτή την υπόθεση. Η Κλάρα κι εγώ πήγαμε τώρα να παίξουμε και η Κλάρα σε λίγο είχε ξεχάσει ολότελα τις παντρειές. Εγώ όμως όχι.

Όλη την ώρα συλλογιζόμουν πώς θα ρωτήσω την Πετρούλα αν θέλει να με παντρευτεί.

«Αν μυρίζει τόσο ωραία», συλλογιζόμουν, «πρέπει να μυρίζω κι εγώ ανάλογα», και στο άψε-σβήσε πήγα και περιλούστηκα με την κολόνια του ξυρίσματος του μπαμπά.

Η Πετρούλα, όμως δυστυχώς ποτέ δεν το πρόσεχε. Μόνο μια φορά είπε:
- Ποιος σκυλοβρωμάει εδώ μέσα;
Αυτό με πίκρανε πάρα πολύ.

Ύστερα θέλησα να παλέψω με την Πετρούλα για να δείξω πόσο δυνατός είμαι.
Αλλά εκείνη δεν ήθελε να παλέψει.

Συλλογιζόμουν, λοιπόν, τι πρέπει να κάνω για να με προσέξει. Σκαρφάλωσα γι’ αυτή τρεις φορές επάνω στο ντουλάπι της κουζίνας και πήδησα κάτω. Η Πετρούλα γούρλωσε τα μάτια της και ρώτησε την Κλάρα:
- Τι έπαθε τούτος σήμερα;
- Δεν ξέρω, είπε η Κλάρα. Έτσι άγριος είναι εδώ και μερικές μέρες.
- Δεν είμαι άγριος! Δεν είμαι άγριος! φώναξα εγώ και ξαναπήδησα άλλες δυο φορές από το ντουλάπι της κουζίνας. Ντουλαποάλμα εις βάθος! Μπορώ να πηδήξω κι από΄δέντρο! Θέλετε να σας δείξω;
- Όχι.
- Γιατί όχι;
- Γιατί έχουμε να μελετήσουμε.

Έβγαλαν, λοιπόν, τα τετράδια της αριθμητικής τους κι άρχισαν να γράφουν. Κάθισα λίγο και τις παρακολουθούσα, αλλά τότε ξαφνικά μου ήρθε μια σούπερ ιδέα. Δίπλα μου ήταν η σάκα της Πετρούλας και μέσα είχε όλα τα τετράδια του σχολείου. Αν τα γεμίσω με κόκκινες καρδούλες, συλλογίστηκα, τότε θα καταλάβει αμέσως ότι αργότερα θα θέλω να την παντρευτώ και ότι θα της αγοράζω αρώματα με το κιλό.

Έβγαλα κρυφά τα τετράδιά της μέσα από τη σάκα και περπατώντας στις μύτες των ποδιών μου χάθηκα στο καθιστικό δωμάτιο. Κι εκεί άρχισα τη ζωγραφική! Έφτιαξα μεγάλες κατακόκκινες καρδιές σε όλες τις σελίδες. Είχα βάλει τα δυνατά μου, παντού καρδούλες, όμορφες κόκκινες καρδούλες.

Όταν τελείωσα πήγα κρυφά και έβαλα ξανά τα τετράδια της Πετρούλας μέσα στη σάκα της και περίμενα με αγωνία να ακούσω τι θα πει όταν τα δει. Δυστυχώς όμως δεν τα είδε, γιατί έβαλε μέσα βιαστικά το τετράδιο της αριθμητικής της κι έφυγε για το σπίτι της.

Όταν την άλλη μέρα γύρισαν μαζί με την Κλάρα από το σχολείο, ήταν κι οι δυο πολύ συγχυσμένες.

- Τι σας συμβαίνει, καλέ; τις ρώτησα.
- Για φαντάσου, είπε η Κλα΄ρα, κάποιος βλάκας ζωγράφισε και γέμισε το τετράδιο της Πετρούλας με κόκκινα μήλα. Τώρα όλα τα τετράδιάτ ης είναι για πέταμα.

Η Πετρούλα βαριαναστέναξε θυμωμένη:
- Αν τον πιάσω, θα τον σπάσω στο ξύλο.

Είχα γίνει έξω φρενών όταν άκουσα για μήλα. Ακούς εκεί κόκκινα μήλα!
- Αυτά τα λέτε εσείς κόκκινα μήλα;
- Πώς θέλεις να τα πούμε;
- Αυτά είναι καρδιές! Όμορφες κόκκινες καρδιές! Κι ο πιο ηλίθιος μπορεί αυτό να το καταλάβει. Ε, λοιπόν, δε θα σε παντρευτώ ποτέ, ποτέ! Στο λέω να το ξέρεις!


Share/Bookmark

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...