Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

Τα Χριστούγεννα της συμφοράς

Υπόθεση
Παραμονή Χριστουγέννων στο σπίτι του Ραλφ και, μαζί με τους γονείς του, τον παππού και τη γιαγιά, το θείο Τρίστραμ και τον αδελφό του Χάρι, έρχονται να γιορτάσουν θείοι, θείες και σατανικά μικρά ξαδελφάκια. Τα σχέδια των οικοδεσποτών για ένα χαρούμενο εορταστικό διήμερο πάνε πολύ γρήγορα περίπατο και οι -έτσι κι αλλιώς εύθραυστες- σχέσεις τους με τους συγγενείς, δοκιμάζονται ακόμα περισσότερο. Το ίδιο και τα νεύρα τους. Έτσι, με κάθε νέα παρεξήγηση οι τόνοι ανεβαίνουν, οι προσβολές πάνε κι έρχονται και πριν το σπίτι γίνει πεδίο μάχης (ή και λίγο μετά), ένα ξεκαθάρισμα βάζει τα πράγματα στη θέση τους και στέλνει τους επισκέπτες πίσω από εκεί που ήρθαν.

Χαρακτηριστικά 
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Αν Φάιν (Anne Fine)
Μετάφραση: Ρένα Τουρκολιά - Κυδωνιέως
Εικονογράφος: Kate Aldous
Τίτλος πρωτοτύπου: The More the Merrier
1η έκδοση: 2003 (στα ελληνικά 2007)
ISBN: 978-960-453-190-5
Σελίδες: 134
Τιμή: περίπου 3 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
To site του βιβλίου εδώ
Τάξεις: Στ', Γυμνάσιο

Κριτική
Χιουμοριστική ιστορία με θέμα ένα επεισοδιακό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, γραμμένη με τρόπο που να ψυχαγωγεί αλλά και ταυτόχρονα να σχολιάζει την κατάσταση του θεσμού της οικογένειας στον δυτικό κόσμο. Το βιβλίο χωρίζεται σε έξι μέρη και πολλές υποενότητες, με 2 έως 7 σελίδες η κάθε μία. Η γλώσσα είναι απλή και η έκφραση το ίδιο, ενώ τα μεγάλα τυπογραφικά στοιχεία και τα ασπρόμαυρα σκιτσάκια που στολίζουν τις σελίδες, φροντίζουν για μια ξεκούραστη ανάγνωση. Η μετάφραση/επιμέλεια κειμένου προβληματίζει, καθώς ξεκινάει με το αριστερό, αφήνοντας στο κείμενο ορθογραφικά (σ.9 να με κι εγώ) γραμματικά (σ.11 όλοι τη θεωρούσαν ένα σιχαμένο ξερόλα) και εκφραστικά (σ.26 έκανα μεγαλύτερη τη βάρδια απ' όση μου αναλογούσε σήμερα το πρωί) λάθη. Γρήγορα όμως το κλίμα ζεσταίνεται και όταν μπαίνουμε πιο βαθιά στην ιστορία, τα εκτός πλοκής στοιχεία περνούν σε δεύτερη μοίρα.

Το βιβλίο προτείνεται σε εφήβους (μαθητές Στ' τάξης και γυμνασίου), οι οποίοι έτσι κι αλλιώς έχουν την τάση να επανεξετάζουν σχέσεις και δεδομένα που οι ενήλικοι θεωρούμε υπεράνω αμφισβήτησης. Τα αγόρια ίσως το συμπαθήσουν περισσότερο για την αμεσότητά του, ειδικά αν ταυτιστούν με τον ταλαιπωρημένο ήρωα και την αλλεργία του προς τη ροζ, πασπαλισμένη με χρυσόσκονη, πραγματικότητα της ξαδέλφης του Τιτάνια.
Παρότι -ειδικά μετά τη μέση- το βιβλίο είναι αρκετά συμπαθητικό και με έξυπνους διαλόγους (οι ατάκες κάποιες φορές μου θύμισαν αμερικάνικη σειρά -χωρίς τα τεχνητά γέλια-), δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι από ηθική άποψη υπάρχουν (όπως είχαμε αναφέρει και για την οικογένεια Αναμπουμπούλα) μερικά θέματα προς συζήτηση. Το προσβλητικό χιούμορ προς τη γιαγιά π.χ. μυρίζει φορμόλη (σ.27) αλλά και η γλώσσα της ίδιας Μωρέ και να παρακαλάς μέχρι να σαπίσης... (σ.85), η ελάχιστη έστω βία που ασκείται από τον μπαμπά (σ.70 και 92-93), ο γείτονας που απατά τη γυναίκα του με μια ξανθιά γκόμενα (σ.76) η γιαγιά που προσφέρεται να συμμετάσχει σε έρανο υπέρ της κακοποίησης παιδιών (σ.86), το απειλητικό υστερόγραφο προς τον Αϊ-Βασίλη έτσι και ξεχάσεις έστω και ένα απ' αυτά που σου ζήτησα, θα μαζεύεις τα δόντια σου με σπασμένο χέρι (σ.23) και διάφορα άλλα, μπορεί να αναφέρονται στα πλαίσια της "πλάκας", αλλά σίγουρα δεν δημιουργούν πρότυπα προς μίμηση. Το ίδιο και η γλώσσα, που, χωρίς να υπερβαίνει τα όρια, είναι μάλλον αρνητικά φορτισμένη π.χ. η λέξη "ηλίθιος" στολίζει συνεχόμενες σελίδες (σ.11 ηλίθια φορέματα, σ.13 ηλίθιας γαλοπούλας, σ.14 ηλίθιος -σκέτο- κλπ.). Για πρώτη φορά, συναντήσαμε ακόμα και ΝΑΤΟϊκό χιούμορ: Ο θείος Τοντ είπε ότι είχε περάσει καλύτερα όταν πολεμούσε με τους Σέρβους (σ.37).

Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν μιλάμε για το τυπικό χριστουγεννιάτικο βιβλίο... ακόμα και ο τοσοδούλης Άλμπερτ, που κατά τα άλλα ρωτάει συνεχώς "τι σημαίνει αυτό" και "τι σημαίνει το άλλο", δηλώνει ευθαρσώς ότι δεν θα τραγουδήσει τα κάλαντα, γιατί δεν τον αγαπάω το μικρό Χριστό και δεν πιστεύω ότι είναι γλυκούλης (σ.85).

Από μια άλλη άποψη βέβαια, η (πολυβραβευμένη) συγγραφέας ίσως ξέρει τι κάνει. Αφού το βιβλίο απευθύνεται σε εφήβους, μια κλασική ιστορία χριστουγεννιάτικης θαλπωρής δεν θα είχε νόημα (αλλά και δε θα οδηγούσε σε πωλήσεις). Το παραπάνω παρακμιακό σκηνικό αμφισβήτησης των πάντων, στήνεται λοιπόν μάλλον σκόπιμα, ίσως για να καυτηριάσει τον τρόπο που στην κοινωνία μας έχουμε οδηγηθεί να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα. Τα δώρα που δίνονται επειδή πρέπει να δοθούν, οι συγγενείς που προσκαλούνται -όχι επειδή τους συμπαθούμε, αλλά επειδή πρέπει να προσκληθούν, οι εορταστικές φανφαρο-εκπομπές στην τηλεόραση, τα λουκάνικα και η γαλοπούλα στο τραπέζι, τα νερόβραστα μηνύματα δήθεν αγάπης των ημερών... Όλα αυτά μπορεί να μοιάζουν στον έφηβο με ένα φουσκωμένο μπαλόνι (...) που καθώς προσπαθείς να το δέσεις, εκείνο ξεφεύγει από τα δάχτυλά σου και βγαίνει από μέσα όλος ο αέρας, κάνοντας έναν άκομψο θόρυβο, και το μπαλόνι πετάγεται μακριά, στριφογυρίζει και χοροπηδάει στον αέρα και τέλος πέφτει στο πάτωμα, θλιβερό και ζαρωμένο, ένα αξιοθρήνητο τίποτα (σ.52). Η λύση που προβάλλεται για να αναδυθούμε από το παραπάνω τέλμα, είναι να είμαστε αληθινοί προς τον εαυτό μας και σε αυτά που νιώθουμε, γιατί μόνο τότε μπορούμε να ζούμε ανέμελοι, περίπου σαν τον μαστροχαλαστή αλλά πρόσχαρο παππού. Όποιος λοιπόν αυτή την περίοδο των εορτών αισθάνεται πίεση αντί για χαρά, δεν έχει παρά να κλείσει εισιτήρια για Σεϋχέλες, σαν τους γονείς του Ραλφ!

Κατά τα άλλα, πολλοί υποστηρίζουν πως είναι λάθος να ρωτάμε σε ποιες ηλικίες απευθύνεται το κάθε βιβλίο. Κάθε παιδί έχει φυσικά τη δική του προσωπικότητα και ξεχωριστά ενδιαφέροντα, και μπορεί να ωριμάζει διαφορετικά από τους συμμαθητές του... είναι ωστόσο σαφές πως ένα κείμενο σαν το παραπάνω, ενώ θα μπορούσε να είναι ωφέλιμο και διασκεδαστικό για έναν έφηβο, θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα και λανθασμένες εντυπώσεις σε ένα μικρότερο παιδί. 

Αξίες - Θέματα
Χιούμορ, Οικογένεια, Χριστούγεννα, Ισότητα Φύλων

Εικονογράφηση
Απόσπασμα
Ο θείος Τρίστραμ έσκισε το περιτύλιγμα. Ήταν ένα κουτί με μαντιλάκια που στις γωνίες είχαν κεντημένους παπαγάλους.

- Αυτά τα έδωσα εγώ στη θεία Ίντα πέρυσι, του είπα.

Νόμιζα ότι το είπα σιγά αλλά ο μπαμπάς μού έδωσε μια καρπαζιά. Ο παππούς έβαλε τα γυαλιά του.

- Α, τα θυμάμαι αυτά τα μαντιλάκια. Τα είχα αγοράσει στην Παταγονία. Νομίζω ότι σου τα είχα φέρει για δώρο γενεθλίων, Τρίστραμ.
- Πράγματι, του είπε ο Τρίστραμ. Εδώ και χρόνια. Στη συνέχεια, τα χάρισα εγώ στον Τζέιμς και στην Τάνσι ως ευχαριστήριο δώρο.
- Τα μαντιλάκια αυτά ήταν μέσα στην ντουλάπα εδώ και αιώνες, είπε ο Χάρι.
- Α, γι’ αυτό μου είπες ότι μπορούσα να τα πάρω για να τα χαρίσω στη θεία Ίντα πέρυσι; ρώτησα τη μαμά.
- Τελικά ο περσινός τρόπος με τα δώρα είχε ένα πλεονέκτημα, παρατήρησε ο μπαμπάς. Μέσα σ’ εκείνο το χαμό που γινόταν δεν υπήρχε περίπτωση να αρχίσουμε να ψάχνουμε την προέλευση κάθε δώρου.
- Τι είναι «προέλευση»; ρώτησε ο Άλμπερτ.
- Από πού έρχεται κάτι, εξήγησε ο θείος Τρίστραμ. Στην περίπτωση αυτή εδώ, ποιος έδωσε σε ποιον τούτο το δώρο πιο πριν.
- Αυτό το παιδί δε σταματάει ποτέ να κάνει ερωτήσεις; σχολίασε η γιαγιάκα.
- Τουλάχιστον θυμάται τις απαντήσεις, της είπα εγώ. Μαζί με ό,τι άλλο ακούει. Ξέρει σχεδόν απ΄έξω όλο το ποίημα Η φώκια και ο μαραγκός, μόνο και μόνο επειδή η μαμά με έβαζε συνέχεια να της λέω τα λόγια για το ρόλο μου. Σκέφτηκε ότι, αφού οτιδήποτε δώρο και αν μου είχε πάρει βρισκόταν ήδη στο σωρό, ήταν καλύτερο να σπρώξω λίγο τα πράγματα. Και μαθαίνει σωστά τα ονόματα όλων.

- Τρίστραμ, είπε η μαμά βιαστικά. Αφού εσύ ήσουν αυτός που πήρε το δώρο, εσύ θα διαλέξεις τώρα το επόμενο.
- Μα είναι δίκαιο αυτό; μπήκε στη μέση ο παππούς. Στο κάτω κάτω, ο Τρίστραμ πήρε ήδη ένα δώρο.
- Δε θα το πάρει για δικό του το επόμενο δώρο, εξήγησε η μαμά στον παππού. Απλώς θα το διαλέξει από το σωρό.
- Ναι, αλλά μπορεί να είμαι τυχερός, της απάντησε ο θείος Τρίστραμ. Μπορεί αυτό που θα πάρω από το σωρό να είναι πάλι για μένα.
- Τότε, υποθέτω ότι θα έχεις την καλοσύνη να το ξαναβάλεις αμέσως πίσω στη θέση του, είπε η μαμά.
- Αμάν! Μ’ αυτόν τον ρυθμό θα φτάσουμε στη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων! γκρίνιαξε πάλι ο Χάρι.

Έφαγε κι αυτός την καρπαζιά του από τον μπαμπά.

Για να του φτιάξει το κέφι, ο θείος Τρίστραμ έψαξε στο σωρό ώσπου βρήκε ένα δώρο που έγραφε πάνω «Χάρι» και του το έδωσε.

Ο Χάρι άρχισε αμέσως να σκίζει το περιτύλιγμα.
- Από ποιον είναι; μπήκε στη μέση η μαμά με φωνή που προμηνούσε μπελάδες.

Ο Χάρι σταμάτησε το σκίσιμο και κοίταξε την ετικέτα.
- Δεν τα βγάζω αυτά τα γράμματα. Δεν ξέρω καν αν εδώ γράφει το όνομά μου.

Ο θείος Τρίστραμ έσκυψε από πάνω του να κοιτάξει κι αυτός.

- Σίγουρα γράφει «Χάρι», δήλωσε έπειτα από μερικές στιγμές.
- Πού το κατάλαβες δηλαδή;
- Να, αυτό είναι κεφαλαίο Χ.
- Όχι, δεν είναι.
- Εγώ σου λέω πως είναι.
- Ας πούμε πως κάνεις λάθος. Τότε θα έχω ανοίξει το δώρο κάποιου άλλου.
- Όχι, δε θα συμβεί αυτό, είπε ο θείος Τρίστραμ. Το ξέρω στα σίγουρα πως το δώρο αυτό είναι για σένα.
- Μπα! Πώς το ξέρεις;
- Γιατί εγώ το αγόρασα.
- Α! έκανε ο Χάρι και συνέχισε να σκίζει το περιτύλιγμα. Μέσα ήταν μια πλαστική σακούλα που έγραφε πάνω «Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ» με μεγάλα γράμματα. Και μέσα από τη σακούλα ο Χάρι έβγαλε μια πελώρια ψεύτικη μαύρη γενειάδα.

- Α! Υπέροχο! είπα εγώ με ζήλια.
- Μην ανησυχείς, μου είπε ο θείος Τρίστραμ. Σου πήρα και σένα μία.
- Μαμάαα! τσίριξε η Τιτάνια. Ο θείος Τρίστραμ μας χαλάει όλες τις εκπλήξεις!
- Όχι και όλες, είπε ο θείος Τρίστραμ και μου έκλεισε το μάτι, γιατί μόνο εγώ ήξερα για τα τυλιγμένα μισά τούβλα.

Ο Χάρι φόρεσε τη γενειάδα του αμέσως. Πιανόταν από τα αυτιά με λαστιχάκι και του έφτανε μέχρι κάτω τα πόδια.

- Μμμ, πολύ κομψή, σχολίασε η γιαγιάκα.

Πρόσφατα, κάποιος που του έμοιαζε πολύ πέρασε πετώντας έξω από το παράθυρό μου, είπε εμπιστευτικά η θεία Ίντα.

- Στο μέλλον πρέπει να είμαστε σίγουροι πως το παράθυρό σου είναι καλά κλεισμένο, της είπε ο μπαμπάς.
- Τέλεια! φώναξε ο Χάρι μέσα από η γενειάδα αλλά η φωνή του ίσα που ακούστηκε.
- Θα είσαι πολύ όμορφος στις χριστουγεννιάτικες φωτογραφίες, του είπε η μαμά.
- Λοιπόν, τώρα ο Ρασπούτιν θα διαλέξει το δώρο, είπε ο μπαμπάς.
- Ο Άλμπερτ κοίταξε το θείο Τρίστραμ.
- Ποιος είναι ο Ρασπούτιν; ρώτησε.
- Ένας Ρώσος που είχε μια τέτοια γενειάδα, απάντησε ο θείος Τρίστραμ. Ήταν ανελέητος, πανούργος και σατανικός. Για να τον σκοτώσουν οι εχθροί του στην Αυλή του τσάρου, του έβαλαν στο φαγητό τόσο δηλητήριο που μπορούσε να σκοτώσει και άλογο. Αυτός όμως ήταν τέτοιο σκληρό καρύδι, που αναγκάστηκαν να τον πυροβολήσουν δεκαεφτά φορές για να πεθάνει και μετά πέταξαν το πτώμα του στο ποτάμι.
- Να, είδες; του είπε η μαμά. Τι σου έλεγα; Γι’ αυτό του αρέσει να κάθεται κοντά σου.
- Κι αυτό επιμορφωτικό ήταν, της απάντησε ο θείος Τρίστραμ.

Ο Χάρι προσπάθησε να πάρει το επόμενο δώρο μέσα από τη γενειάδα του. Του πήρε λίγο χρόνο αλλά τελικά κατάφερε να πιάσει ένα. Το αναγνώρισα. Είχε το σχήμα μισού τούβλου.

- Είναι πολύ βαρύ, είπε. Είναι για τη Σίλβια. Και στην ετικέτα δε γράφει από ποιον είναι.

Το θείο Τρίστραμ τον αγαπάω πολύ, οπότε δεν είπα κουβέντα. Αλλά φαίνεται ότι εκείνος αποφάσισε πως το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να υπερασπιστεί τον εαυτό του από την αρχή.

- Πέρυσι κανείς δε διάβασε τις ετικέτες, θύμισε σε όλους. Ο καθένας άρπαζε ένα δώρο και το άνοιγε.
- Όχι εγώ, τον διόρθωσε η θεία Σούζαν.
- Ούτε κι εγώ, πετάχτηκε η Τιτάνια. Εγώ ευχαρίστησα όλο τον κόσμο και έκανα και μια ωραία υπόκλιση και σας χόρεψα κι ένα χορό.
- Πράγματι, είπε ο μπαμπάς που τα θυμήθηκε όλα.
- Πάντως, το μόνο που έκαναν κάποιοι ήταν να αρπάξουν, είπε ο θείος Τρίστραμ. Και δε ζάλισαν το μυαλουδάκι τους να δουν ποιος του αγόρασε τα ακουστ… Κατάλαβε τότε ότι προδόθηκε μόνος του, αλλά παρ’ όλα αυτά, συνέχισε. Τέλος πάντων. Ποτέ τους δεν προσπάθησαν να μάθουν ποιος ήταν τόσο γενναιόδωρος μαζί τους, ούτε του έγραψαν ένα ευχαριστήριο γράμμα. Επομένως, το πρόσωπο που είχε αγοράσει και στους δύο ένα ωραίο δώρο πέρυσι δε θα φταίει καθόλου αν φέτος δεν κάνει το καλύτερο δώρο του κόσμου σ’ αυτούς τους δύο που δεν τον ευχαρίστησαν καν.

- Όλοι οι άλλοι πάντως, θα πάρουν δώρο μια γενειάδα, πρόσθεσε ο θείος Τρίστραμ.
- Εγώ σε ευχαρίστησα, είπε η Τιτάνια. Κι εμένα γενειάδα μού πήρες;
- Να είσαι σίγουρη, είπε ο θείος Τρίστραμ, πως σ’ αυτό εκεί μέσα το σωρό υπάρχει μια γενειάδα και για σένα.

Η Τιτάνια ξέσπασε σε κλάματα.

- Μαμάαα! κλαψούρισε πάλι. Ο θείος Τρίστραμ μου πήρε ένα απαίσιο δώρο, πάρα πολύ απαίσιο δώροοο!

Ο Χάρι χτύπησε πιο γρήγορα από μένα.

- Άμα δεν τη θες τη γενειάδα σου, την παίρνω εγώ. Θα σ’ την ανταλλάξω με κάτι άλλο.

Η Τιτάνια σταμάτησε αμέσως το κλάμα, σαν να γύρισε διακόπτη.

- Τι άλλο έχεις πάρει; ρώτησε.
- Δεν ξέρω ακόμη, ξέρω; είπε ο Χάρι. Αργούμε πολύ να μάθουμε μ’ αυτό τον τρόπο.
- Ξετύλιξε το δώρο σου, χρυσό μου, είπε η μαμά στη Σίλβια.

Η Σίλβια το ξετύλιξε. Ήταν το μισό από ένα τούβλο.

- Από ποιον είναι; ρώτησε.

Κανείς δε σήκωσε το χέρι.

Ο θείος με είχε βοηθήσει στο τραπέζι. Αποφάσισα λοιπόν να τον βοηθήσω κι εγώ.

- Είναι τέχνη, δήλωσα. Είναι πάρα πολύ ακριβό. Ήμουν μαζί με το θείο Τρίστραμ όταν το αγόρασε. Ο άνθρωπος στο μαγαζί ε΄πε ότι το είχε φτιάξει ο αδελφός της διάσημης Φράζι Άντερσον.
- Ε, να! Το βλέπετε; φώναξε η γιαγιάκα. Η οικογένεια το’ χει, φαίνεται, στο αίμα της να τη ληστεύουν μπροστά στα μάτια της. Δεν έχετε παρά να κοιτάξετε εκείνο εκεί το δεσποινάριο με το φρουφρουδένιο φουστάνι.
- Α, σε παρακαλώ, μη λες έτσι την κόρη μου, είπε επιτιμητικά ο Ντίγκμπι.
- Όπως θέλω θα τη λέω την κόρη σου, απάντησε η γιαγιάκα. Ύστερα απ’ αυτό που είπες εσύ για μένα όταν σηκώθηκες από το τραπέζι το πρωί, έχω κάθε δικαίωμα.
- Τι είπε; ρώτησα εγώ.
- Όχι! έκανε κοφτά η μαμά.

Ήταν όμως αργά. Ο Σιλβέστερ είχε πάρει φόρα.

- Ο θείος Ντίγκμπι είπε τη γιαγιάκα «μοχθηρή γριά φώκια».
- Τι θα πει «μοχθηρή»; ρώτησε ο Άλμπερτ.
- Σατανική, του εξήγησε ο θείος Τρίστραμ.
- Α! Σαν τον Ρασπούτιν! πέταξε ο Άλμπερτ.

 Να, είδες; φώναξε ο θείος Τρίστραμ στη μαμά. Σ’το είπα ότι ήταν επιμορφωτικό.
Η μαμά σηκώθηκε από την καρέκλα της.

- Ποιος θέλει τσάι;

Προβληματισμοί για συζήτηση
Ίσος - Ίση - Ίσως
Ένα από τα επεισόδια στο κείμενο (σ.62-69) είναι αφιερωμένο στο θέμα της ισότητας των δύο φύλων. Την ώρα που ο μικρός Ραλφ κάθεται και καθαρίζει πατάτες για τους επισκέπτες -ολόκληρο λόχο από αχάριστους-  ο μπαμπάς περνάει από την κουζίνα και αρνείται να βοηθήσει τη μαμά με τη δικαιολογία ότι είναι πιεσμένος. Τότε η μητέρα ξεκινάει έναν μονόλογο (σε κάποιους ίσως θυμίσει τη Molly Bloom από τον Οδυσσέα) για τις -άπειρες- δουλειές που έχει φέρει σε πέρας ως εκείνη τη στιγμή, μονόλογο που διακόπτεται κάθε τόσο από τα "Συγγνώμη" του πατέρα. Μετά από 4 σελίδες μονότερμα, ο μπαμπάς μετανιωμένος αλλάζει γνώμη και με θέρμη δέχεται να βοηθήσει, πλένοντας τα λαχανάκια Βρυξελλών!

Ποιος από τους δύο γονείς πιστεύετε ότι πρέπει να φροντίζει για τις δουλειές του σπιτιού; την καθαριότητα; το μαγείρεμα; τα παιδιά; Αν εργάζονται και οι δυο τους, μήπως είναι δίκαιο να μοιράζονται και τις εργασίες στο σπίτι; Εσείς βοηθάτε καθόλου τον μπαμπά και τη μαμά ή όχι;
 



Share/Bookmark

1 σχόλιο:

Άντρη Αντωνίου είπε...

Α χα χα χα,θα το διαβάσω,φαίνεται πολύ αστείο :)

Δημοσίευση σχολίου

διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...