Υπόθεση
Ο Τριγωνοψαρούλης, ο σοφός του βυθού, πληροφορείται ότι σ' όλες τις θάλασσες ζει μονάχα ένας ιππόκαμπος κι αυτός κινδυνεύει να πιαστεί. Παρέα με το Μαυρολέπια κι άλλους γενναίους του βυθού αναζητούν τρόπους να τον προστατεύσουν.
Ο Τριγωνοψαρούλης, ο σοφός του βυθού, πληροφορείται ότι σ' όλες τις θάλασσες ζει μονάχα ένας ιππόκαμπος κι αυτός κινδυνεύει να πιαστεί. Παρέα με το Μαυρολέπια κι άλλους γενναίους του βυθού αναζητούν τρόπους να τον προστατεύσουν.
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Βαγγέλης Ηλιόπουλος
Εικονογράφηση: Λήδα Βαρβαρούση
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Βαγγέλης Ηλιόπουλος
Εικονογράφηση: Λήδα Βαρβαρούση
ISBN: 9789606005183
Έτος 1ης Έκδοσης: 1997
Σελίδες: 54
Τιμή: περίπου 5 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Β', Γ', Δ'
Έτος 1ης Έκδοσης: 1997
Σελίδες: 54
Τιμή: περίπου 5 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Β', Γ', Δ'
Κριτική
Μια όμορφη μικρή ιστορία, καλογραμμένη (παρότι απλή), με χαρακτήρες χαριτωμένους και αρκετά χρήσιμα διδάγματα.
Τα γράμματα είναι μεγάλα και χαρούμενες (παρότι ασπρόμαυρες) εικόνες που ζωντανεύουν τον βυθό και κάνουν τη ζωή των μικρών αναγνωστών ευκολότερη, υπάρχουν σχεδόν σε κάθε σελίδα, ώστε το βιβλίο να μην κουράζει καθόλου.
Προτείνεται σε παιδιά Β’, Γ' ή και Δ' τάξης, που επιθυμούμε να αντιληφθούν την αξία του διαλόγου και της δραστηριοποίησης.
Ο Ηλιόπουλος τοποθετείται με επιτυχία και θίγει με απλό τρόπο ζητήματα περίπλοκα, όπως η χρησιμότητα του διαλόγου και της ανάληψης πρωτοβουλίας, αλλά και το ανούσιο της γραφειοκρατίας των διαβουλεύσεων. Επίσης, εξυπηρετεί τους σκοπούς της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, ενημερώνοντας για τη βιοποικιλότητα και αποδοκιμάζοντας -με τρόπο ωστόσο που δεν προσβάλλει τους μικρούς αναγνώστες- τους κυνηγούς / συλλέκτες ειδών υπό εξαφάνιση (στην περίπτωσή μας ιπποκάμπων), που θέτουν σε κίνδυνο την ισορροπία του (στην περίπτωσή μας υδάτινου) περιβάλλοντος.
Τέλος, θέτει ηθικά διλήμματα και δίνει τις απαντήσεις σε αυτά, προσφέροντας έναν οδηγό για τα μικρά παιδιά που θα διαβάσουν το βιβλίο.
Αξίες - Θέματα
Δραστηριοποίηση, Σεβασμός στο Περιβάλλον, Φιλία.
Απόσπασμα
Στα βάθη των θαλασσών, στην κοινωνία του βυθού, ζει ένας σοφός ήρωας. Ένα ψάρι παράξενο και διαφορετικό. Έχει σχήμα τριγώνου κι είναι κίτρινο σαν το λεμόνι. Το λένε… Τριγωνοψαρούλη.
Στα βάθη των θαλασσών, στην κοινωνία του βυθού, ζει ένας σοφός ήρωας. Ένα ψάρι παράξενο και διαφορετικό. Έχει σχήμα τριγώνου κι είναι κίτρινο σαν το λεμόνι. Το λένε… Τριγωνοψαρούλη.
Στο σχολείο ήταν ο τελευταίος μαθητής. Όσο κι αν προσπαθούσε, μόνο τριγωνάκια μπορούσε να γράφει και να διαβάζει. Όμως η σοφία του δεν άργησε να φανεί και χάρη σ’ αυτή σώθηκε το σχολείο της κυρα – Σουπιάς κι όλα τα ψαράκια απ’ τα δίχτυα και… το τηγάνι του ψαρά.
Από τότε πολλά κύματα τάραξαν τον κόσμο του βυθού, πολλές φουρτούνες πέρασαν, όλοι όμως θυμούνται ότι του χρωστάνε τη ζωή τους και του δείχνουν την αγάπη και την ευγνωμοσύνη τους.
Ο Τριγωνοψαρούλης ζει με τη Γλώσσα και τα τριγωνογλωσσάκια τους σ’ ένα μεγάλο βράχο. Απ ‘ έξω στέκουν φρουροί τρεις δράκαινες. Είναι ψαρονόμοι και με τα δηλητηριώδη αγκάθια της ράχης τους δεν αφήνουν κανέναν ανεπιθύμητο να πλησιάσει. Οι κυβερνήτες του βυθού, ο γερο – Αστακός και το μεγάλο Χταπόδι, πριν πάρουν οποιαδήποτε απόφαση, έρχονται και συζητούν μαζί του.
Τα ψάρια, για να τον δουν και να του μιλήσουν, πρέπει να κλείσουν ραντεβού απ’ το Λαβράκι, τον πιο έξυπνο συμμαθητή του, που τον έχει για γραμματέα του.
Η Σφυρίδα, η οποία είναι υπεύθυνη για να μη λείψει τίποτε απ’ το ευτυχισμένο ψαρόσπιτο, κάθε πρωί φροντίζει και προμηθεύεται το φρεσκότερο πλαγκτόν. Οι μαρίδες κι οι γαύροι ζωγραφίζουν πορτρέτα του σε βότσαλα και τα μοιράζουν στα ψάρια. Οι γαρίδες, στην υπηρεσία του κι αυτές, έχουν υποχρέωση να διώχνουν τις πεταλίδες και τα στρείδια απ’ το κοραλλένιο άγαλμά του. Το άγαλμα αυτό έχει στηθεί κατά παράκληση της δασκάλας του της κυρα-Σουπιάς έξω απ΄ το σχολείο.
Ο Τριγωνοψαρούλης, χωρίς άλλες σκοτούρες, έχει αφιερωθεί στη μελέτη των προβλημάτων του βυθού. Όταν έχει χρόνο, γράφει τα ποιήματά του και σχεδιάζει τα τριγωνάκια του. Όποτε έχει να ανακοινώσει κάτι, αναθέτει στη Γλώσσα και στο Λαβράκι να ειδοποιήσουν όλα τα πλάσματα του βυθού να συγκεντρωθούν έξω απ’ το βράχο του και να τον ακούσουν προσεχτικά.
Έτσι έχει συμβεί και τώρα. Να, ο Τριγωνοψαρούλης εμφανίζεται φορώντας μια μπέρτα από χρυσοκόκκινα λέπια μπαρμπουνιού, δείχνει κάτι σχέδια και λέει:
«Ένα πρόβλημα μεγάλο η κοινωνία μας έχει, κι άλλο δεν αντέχει να υπομένει».
«Ποιο;» ρωτούν όλοι απορημένοι.
«Οι δαγκάνες, οι κεραίες, οι μύτες οι σουβλερές μας τσιμπάνε και μας γδέρνουν. Φτάνει πια» συνεχίζει εκείνος.
«Και τι σκέφτηκες να κάνουμε;»
«Μα είναι απλό, όποιος απ’ τη φύση του τέτοια όργανα έχει, η κοινωνία μας θα τον προστάξει τριγωνικές τάπες να βάλει, αν θέλει βέβαια μαζί μας να ζει!»
«Ζήτω! Τη βρήκες πάλι τη λύση» φώναξαν όλοι, ενώ ένας κάβουρας ρώτησε δειλά δειλά: «Δηλαδή;»
«Μα δεν κατάλαβες;» ανέλαβες να του εξηγήσει το Λαβράκι «όποτε θέλεις να κυκλοφορήσεις, θα πρέπει να βάζεις στις δαγκάνες σου τριγωνικές τάπες από κοράλλι. Έτσι θα είσαι αποδεκτός στα σαλόνια όλων των βράχων. Πρέπει να χαίρεσαι! Τώρα θα σε καλούν τα ψάρια σ’ όλες τις ψαροδεξιώσεις. Δε θα ενοχλείς πια».
«Ε;» απόρησε ο κάβουρας. «Εμένα στην αρχή δε μ’ άρεσε αυτή η λύση, έτσι όμως που τα λες, ίσως και να ‘χεις δίκιο».
Ενώ τέτοιες συζητήσεις γίνονταν και τα ψάρια προσπαθούσαν να πείσουν κάβουρες, αστακούς, γαρίδες και καραβίδες για το πόσο σωστή ήταν η απόφαση του Τριγωνοψαρούλη, μια φωνή ακούστηκε απ' το βάθος:
Ενώ τέτοιες συζητήσεις γίνονταν και τα ψάρια προσπαθούσαν να πείσουν κάβουρες, αστακούς, γαρίδες και καραβίδες για το πόσο σωστή ήταν η απόφαση του Τριγωνοψαρούλη, μια φωνή ακούστηκε απ' το βάθος:
«Κύριε Τριγωνοψαρούλη, για το δικό μου μυτερό κέρατο ποιος θα φτιάξει τάπα;»
Όλοι γύρισαν και είδαν ένα περίεργο πλάσμα που μόνο απ’ τις διηγήσεις των γεροντότερων γνώριζαν. Ένα μωρό θαλάσσιου μονόκερου!
Ένα μικρό ναρβάλ.
«Ξένε, ποιος είσαι;» τον ρώτησε τότε ο Τριγωνοψαρούλης.
«Είμαι ένα απ’ τα τελευταία ναρβάλ που ζουν. Ήρθα στα νερά σας γιατί άκουσα για σένα κι ήθελα να σε γνωρίσω. Ελπίζω εδώ να είμαι ασφαλής».
«Μα και βέβαια, ασφαλής και καλοδεχούμενος».
«Άκουσα όσα είπες και πρέπει να σου πω ότι μάλλον κάνεις ένα μεγάλο λάθος. Εγώ, αν ζω και δεν έχω καταλήξει στη βιτρίνα του μουσείου, το οφείλω σ’ αυτό το κέρατο που έχω στο κεφάλι μου.»
«Όχι στις τάπες!» φώναξε ο κάβουρας, που μάλλον το ξανασκέφτηκε καλύτερα.
«Κάτω οι τάπες!» κραύγασαν κι οι αστακοί με τις γαρίδες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...