Υπόθεση
Η σειρά αφηγείται την ιστορία της αυτοκρατορίας του Βυζαντίου, μέσα από τις βιογραφίες επιλεγμένων αυτοκρατόρων.
Πρώτος τόμος (300-565 μ.Χ.) ο ρωμαϊκός κόσμος μετά το αποκορύφωμά του
1. Κωνσταντίνος και Ελένη
2. Ιουλιανός ο Παραβάτης
3. Θεοδόσιος ο Μέγας
4. Θεοδόσιος ο Μικρός (Αθηναΐς - Ευδοκία)
5. Ιουστινιανός και Θεοδώρα
Δεύτερος τόμος (610-1025 μ.Χ.) το εξελληνισμένο μεσαιωνικό Βυζάντιο
1. Ηράκλειος
2. Ειρήνη η Αθηναία
3. Θεόφιλος - Θεοδώρα
4. Μακεδόνες Αυτοκράτορες (Βασίλειος Α', Αυγούστα Θεοφανώ, Ρωμανός Β', Νικηφόρος Φωκάς, Ιωάννης Τσιμισκής, Βασίλειος Β')
Τρίτος τόμος (900-1453 μ.Χ.) η τελευταία φάση της αυτοκρατορίας
1. Βυζαντινοί Ακρίτες - Διγενής
2. Αλέξιος Κομνηνός - Άννα Κομνηνή
3. Ιωάννης - Μανουήλ - Ανδρόνικος Κομνηνοί
Η σειρά αφηγείται την ιστορία της αυτοκρατορίας του Βυζαντίου, μέσα από τις βιογραφίες επιλεγμένων αυτοκρατόρων.
Πρώτος τόμος (300-565 μ.Χ.) ο ρωμαϊκός κόσμος μετά το αποκορύφωμά του
1. Κωνσταντίνος και Ελένη
2. Ιουλιανός ο Παραβάτης
3. Θεοδόσιος ο Μέγας
4. Θεοδόσιος ο Μικρός (Αθηναΐς - Ευδοκία)
5. Ιουστινιανός και Θεοδώρα
Δεύτερος τόμος (610-1025 μ.Χ.) το εξελληνισμένο μεσαιωνικό Βυζάντιο
1. Ηράκλειος
2. Ειρήνη η Αθηναία
3. Θεόφιλος - Θεοδώρα
4. Μακεδόνες Αυτοκράτορες (Βασίλειος Α', Αυγούστα Θεοφανώ, Ρωμανός Β', Νικηφόρος Φωκάς, Ιωάννης Τσιμισκής, Βασίλειος Β')
Τρίτος τόμος (900-1453 μ.Χ.) η τελευταία φάση της αυτοκρατορίας
1. Βυζαντινοί Ακρίτες - Διγενής
2. Αλέξιος Κομνηνός - Άννα Κομνηνή
3. Ιωάννης - Μανουήλ - Ανδρόνικος Κομνηνοί
4. Σταυροφόροι στο Βυζάντιο
5. Κωνσταντίνος Παλαιολόγος
Χαρακτηριστικά Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη
Εικονογράφηση: Σοφία Ζαραμπούκα
Εικονογράφηση: Σοφία Ζαραμπούκα
ISBN: 960-16-0627-0 (σετ τριών βιβλίων)
Έτος 1ης Έκδοσης: 1970
Τάξεις: Ε’, Στ’
Κριτική
Πολύ αξιόλογη συλλογή από διηγήματα ιστορικής μυθοπλασίας, που παρουσιάζει με ευχάριστο τρόπο πλήθος πληροφοριών για την βυζαντινή περίοδο. Αν και το ύφος παραπέμπει σε περασμένες δεκαετίες, η γραφή είναι προσεγμένη και δεν θα δυσκολέψει τους μαθητές. Όπως είναι φυσικό για ένα έργο με πάνω από 100 ιστορίες, άλλες από αυτές έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και ξετυλίγουν την πλοκή τους κινηματογραφικά, και άλλες μοιάζουν λιγότερο δυναμικές ή παρουσιάζουν τα γεγονότα πιο αποστασιοποιημένα. Η εικονογράφηση δυστυχώς είναι η μεγάλη απούσα, σε ένα κείμενο όπου εικόνες ή χάρτες θα μπορούσαν να δώσουν ζωντάνια και να κάνουν την περιήγηση των αναγνωστών στον κόσμο του ελληνικού μεσαίωνα πολύ πιο ευχάριστη και ουσιαστική. Ευτυχώς, τα κεφάλαια κυμαίνονται σε 5-10 σελίδες μέγεθος, οπότε δύσκολα θα κουράσουν τα παιδιά.
Το βιβλίο προτείνεται σε παιδιά κυρίως της Ε’ και Στ’ τάξης, αγόρια και κορίτσια, που αρέσκονται σε ιστορικές περιπέτειες και διαθέτουν κάποια αναγνωστική εμπειρία.
Η συγκεκριμένη τριλογία αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για τους εκπαιδευτικούς που αναζητούν μια διαφορετική ή ηπιότερη (από αυτή του σχολικού βιβλίου) προσέγγιση στα γεγονότα της βυζαντινής περιόδου. Τους δίνεται η δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τις ιστορίες για δραματοποίηση, καλλιτεχνική δημιουργία ή απλή ανάγνωση, ώστε τα παιδιά από τη μία να μαθαίνουν και από την άλλη να ψυχαγωγούνται. Προσωπικά, όσες φορές δοκίμασα να παρουσιάσω στην τάξη επιλεγμένα κείμενα, τα αποτελέσματα ήταν πολύ ικανοποιητικά. Αντίθετα, όταν μαθητές επιχειρούσαν να διαβάσουν το βιβλίο μόνοι τους στο σπίτι, συχνά το εγκατέλειπαν προτού ολοκληρώσουν περισσότερες από 1-2 ιστορίες. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσελκύσει ένα βιβλίο τη σύγχρονη γενιά M (multi-tasking) μαθητών, ιδιαίτερα όταν του λείπει εικονογράφηση.
Παρόλα αυτά, λίγα άλλα κείμενα παιδικής λογοτεχνίας θα βρούμε να αναφέρονται στους ύστερους ρωμαϊκούς και πρωτοβυζαντινούς χρόνους, οπότε όσοι από τους μικρούς αναγνώστες ενδιαφέρονται για τη συγκεκριμένη περίοδο, σίγουρα θα εκτιμήσουν το συγκεκριμένο έργο της Μαυροειδή. Άλλους σχετικούς με την εποχή τίτλους θα βρείτε στη σελίδα Ιστορία μέσα από ιστορίες.
Τέλος, να αναφέρουμε ότι παρά την «παλαιάς κοπής» οπτική που διαθέτει η συγγραφέας, -όπου οι καλοί είναι πάντα αγαθοί, και οι πανοπλίες τους λαμποκοπούν από το φως της δικαιοσύνης (ακόμα και όταν χτυπούν με λύσσα τους κακούς)-, η ίδια κάνει προσπάθεια να σταθεί με σχετική αντικειμενικότητα μπροστά σε γεγονότα στα οποία ιστορικοί και εκκλησία διαφωνούν. Έτσι, στην περίπτωση του Μεγάλου Κωνσταντίνου, δεν υιοθετεί σε απόλυτο βαθμό τα όσα ισχυρίζεται ο Συναξαριστής, ενώ όταν αναφέρεται στον Ιουλιανό, κάνει κάποια προσπάθεια να δικαιολογήσει τα κίνητρά του. Τελικά ωστόσο αναπαράγει αρκετά από τα στερεότυπα (όπως το κλασικό Νενίκηκάς με, Ναζωραίε), που στις μέρες μας αμφισβητούνται ανοιχτά από τους ιστορικούς ως ψευδή.
Σε κάθε περίπτωση, τα ιδανικά που προβάλλονται (πατρίδα – θρησκεία – οικογένεια), και το επικό ύφος γραφής, δεν θα μπορούσαν παρά να είναι επηρεασμένα και από την εποχή που γράφεται το βιβλίο.
Κλείνοντας, να θυμίσουμε ότι η ιστορική μυθοπλασία έχει να προσφέρει πολλά στους μαθητές, αλλά κρύβει πάντα τον κίνδυνο σύγχυσης του λογοτεχνικού κειμένου με την πραγματική ιστορία. Για το λόγο αυτό είναι καλό να βοηθάμε τα παιδιά να λύσουν τυχόν απορίες που προκύπτουν από την ανάγνωση τέτοιων βιβλίων, προστρέχοντας απευθείας στις πηγές.
Αξίες - Θέματα
Ιστορία, Υπευθυνότητα, Φιλία, Οικογένεια, κ.ά..
Ιστορία, Υπευθυνότητα, Φιλία, Οικογένεια, κ.ά..
Απόσπασμα
Μπροστά στον Σέργιο, τον πατριάρχη, που ήταν ο σύμβουλός του κι ό φίλος του από τότε που φόρεσε την πορφύρα, ο Ηράκλειος άφησε ελεύθερη την οργή να κοχλάσει στο πρόσωπό του. Έκοβε βόλτες μέσα στο χρυσοτρίκλινο κουνώντας νευρικά τα ηράκλεια μπράτσα του, που έναν καιρό, όπως έλεγαν όσοι κυνήγησαν μαζί του, έπνιγαν λιοντάρια. Αμέσως όμως έπεφτε σε απόγνωση και μονολογούσε θλιμμένα:
Μπροστά στον Σέργιο, τον πατριάρχη, που ήταν ο σύμβουλός του κι ό φίλος του από τότε που φόρεσε την πορφύρα, ο Ηράκλειος άφησε ελεύθερη την οργή να κοχλάσει στο πρόσωπό του. Έκοβε βόλτες μέσα στο χρυσοτρίκλινο κουνώντας νευρικά τα ηράκλεια μπράτσα του, που έναν καιρό, όπως έλεγαν όσοι κυνήγησαν μαζί του, έπνιγαν λιοντάρια. Αμέσως όμως έπεφτε σε απόγνωση και μονολογούσε θλιμμένα:
- Τι είμαι λοιπόν; Αυτοκράτορας ή δούλος; Ήρθε η ώρα να τ’ αποδείξω. Αλλιώς, ας αφήσω το θρόνο σ’ άλλον, πιο άξιο ν’ αποπλύνει την προσβολή.
Δε δίσταζε, δε μετρούσε τα λόγια του. Μπροστά του είχε ένα φίλο. Ένα σοφό και δραστήριο φίλο, που θα τον βοηθούσε να βγει απ’ το δίλημμα. Ήξερε την πλατιά του αντίληψη και την αφοσίωσή του στο κράτος.
- Καταλαβαίνω, παιδί μου, του είπε ο πατριάρχης. Η αναστάτωση της ψυχής σου μιλεί καθαρότερα κι απ’ το ν πάπυρο που κρατάς. Τα νέα δε θα ‘ναι ευχάριστα. Ο Χοσρόης δε θέλει λοιπόν την ειρήνη;
Για μια φευγαλέα στιγμή η απόλυτη σιωπή γέμισε την αίθουσα. Η ερώτηση του πατριάρχη έμεινε μετέωρη κι αναπάντητη σαν φοβέρα.
Ο Ηράκλειος κάθισε στο θρόνο, δείχνοντας τστο γηραιό ιεράρχη ένα προφυροσκέπαστο κάθισμα δίπλα του. Προτού πάρει θέση σ’ αυτό, ο Σέργιος ξαναρώτησε:
- Λοιπόν, ο Χοσρόης δε δέχεται την ειρήνη;
- Να ‘ταν αυτό μόνο! απάντησε ο αυτοκράτορας. Μας προσβάλλει με μια αντιπρόταση. Τότε μόνο, λέει θα κάνει συνθήκη μαζί μας, όταν αρνηθούμε την πίστη μας και δεχθούμε να προσκυνήσουμε το δικό του θεό, τον Ήλιο…
Ο πατριάρχης δεν έδειξε το θυμό και τη φρίκη που φανταζόταν ο αυτοκράτορας. Τον κοίταξε μάλιστα με χαμόγελο κι είπε γαλήνια:
- Λοιπόν, τι προσμένουμε, τέκνον μου; Ας του δείξουμε πως Εκείνος που προσκυνούμε έχει τη δύναμη να συντρίψει την έπαρσή του. Ο θεομάχος Χοσρόης θα πε΄σει στην άβυσσο, γιατί έφτασε η αδικία του ως την κορυφή… Τον πόλεμο που ζητά ας τον δοκιμάσει μ’ αντίμαχο το σταυρό του Κυρίου. Στ’ όνομά του θα κηρύξουμε τον πόλεμο.
Όση ώρα μιλούσε ο Σέργιος, μια παράξενη φλόγα έλαμπε στα μάτια του βασιλέα. Μα στο τέλος το φως εκείνο σκοτείνιασε κι ο Ηράκλειος κούνησε το κεφάλι του λυπημένος.
- Ο ιερός αυτός πόλεμος, είπε, θα είχε γίνει από καιρό, αν μπορούσε να γίνει. Μα οι πόλεμοι θέλουν στρατό, κι η οργάνωση του στρατού απαιτεί δαπάνες. Τα ταμεία όμως του κράτους είναι ολότελα άδεια. Μας έφαγαν πια οι στάσεις κι οι ανταρσίες. Ο λαός έχει γονατίσει από τους φόρους. Τα παλαίμαχα τάγματα, που ξεθρόνισαν το Φωκά και μου πρόσφεραν το θρόνο, δεν υπάρχουν πια: Εξαντλήθηκαν να χτυπούν πότε τους βάρβαρους επιδρομείς, πότε τους φιλόδοξους συνωμότες. Δε βρίσκω λύση. Γι’ αυτό σε κάλεσα σήμερα, άγιε πατέρα. Να σου φανερώσω την απόφασή μου…
Η απορία στο πρόσωπο του Σέργιου μαρτυρούσε πως δεν τη μάντευε κείνη την απόφαση. Μα ο αύγουστος δεν βιάστηκε να κατασιγάσει την αγωνία του. Λες και ζύγιαζε την απόφαση προτού την ξεστομίσει.
- Μπορεί να μην ήμουν ο άξιος, είπε τέλος. Έντεκα χρόνια φορώ την πορφύρα κι η καλή μου συντρόφισσα, η αυγούστα Μαρτίνα, κεντά χρυσοφτέρουγους αετούς για τα νέα βασιλικά μου σαντάλια. Μα το δώρο της θα τ’ αρνηθώ. Μια που δεν μπορώ να φορέσω την πανοπλία που είχα δοξάσει προτού να στεφθώ βασιλιάς, η πορφύρα και τα σαντάλια δεν είναι για μένα…
Και, προτού συνέλθει απ’ την κατάπληξη ο ασπρόμαλλος ιεράρχης, ο αυτοκράτορας, κατεβαίνοντας απ’ το θρόνο, του άπλωσε το βασιλικό σκήπτρο.
- Στα χέρια σου αποθέτω το έμβλημα της αυτοκρατορικής εξουσίας, που ο λαός μού έχει εμπιστευθεί.
- Στάσου, Ηράκλειε, εκεί που είσαι! φώναξε ο πατριάρχης, που πετάχτηκε από τη θέση του και άρπαξε τα χέρια του βασιλιά του. Κράτα το σκήπτρο που σου ‘ δωσε ο Θεός, πρόσθεσε σ’ επιτακτικό τόνο. Αν δεν ήξερα πόσο είσαι γενναίος, θα ‘λεγα πως φοβήθηκες το Χοσρόη. Μα σε ξέρω καλά. Η μεγάλη σου ταπεινοφροσύνη κι η αρετή σου σε κάνουν να ρίχνεις απάνω σου τις ευθύνες. Άκουσέ με, παιδί μου. Στην ώρα αυτή της δοκιμασίας είσαι η μόνη ελπίδα της Ρωμιοσύνης. Αν λιποψυχήσεις, ο κόσμος θα πέσει σ’ απόγνωση κι οι εχθροί θα χιμήξουν από παντού. Ακόμα προχτές σου ‘στησαν παγάνα οι Άβαροι στ’ ακρογιάλι της Σηλυβρίας, όπου σε κάλεσαν γιιαν αν συζητήσετε τη συνθήκη. Κι αν δεν ήσουν εσύ, ο Ηράκλειος, κι αν ο Δέρκων, ο μαύρος σου, ήταν λιγότερο γοργοπόδης κι ανοιχτομάτης, σήμερα θα ήσουν αιχμάλωτος του χαγάνου.
- Τώρα δεν έχουμε φόβο απ’ τους Αβάρους, είπε ο Ηράκλειος. Έκανα πως πίστεψα στο λάθος κι η ειρήνη εξασφαλίστηκε.
- Οι λύκοι κρατιούνται μακριά απ’ τη στάνη όσο νιώθουν το τσοπανόσκυλο άγρυπνο. Στάσου, λοιπόν, στο μαντρί σου κι ετοίμασε το στρατό που χρειάζεσαι…
- Με τι χρήματα;
- Ξέρω κάποιον που μπορεί να δανείσει το κράτος για μια εκστρατεία που γίνεται για το Τίμιο Ξύλο του Σταυρού και την ίδια την υπόσταση του έθνους. Ένα δανειστή που θα βάλει στις ανοιχτές σου παλάμες αμύθητους θησαυρούς….
- Δεν ξέρω στη Βασιλεύουσα, ούτε και σ’ όλη την αυτοκρατορία, άρχοντα τόσο πλούσιο, είπε δύσπιστα ο Ηράκλειος.
- Κι όμως, υπάρχει, τον έκοψε ο Σέργιος, και μάλιστα θα μας δώσει το δάνειο δίχως τόκο.
- Περίεργο, δεν τον βάζει ο νους μου. Ποιος είναι;
- Η Εκκλησία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...