Πέμπτη 20 Αυγούστου 2015

Το θαυμαστό βασίλειο της Ατλαντίδας

Υπόθεση
Ένα πρωί, ενώ ο Σωκράτης μαζί με τον μικρό του μαθητή Πλατύ κάνουν τον συνηθισμένο τους περίπατο στην Αθήνα, συναντούν στο δρόμο τους τρεις πολύ σοβαρούς κυρίους (Κριτία, Ερμοκράτη και Τιμαίο) που ζητούν να τους μιλήσουν για κάτι σημαντικό. Η παρέα των πέντε φτάνει στο σπίτι του Σωκράτη, όπου τους υποδέχεται η όχι ιδιαίτερα φιλόξενη γυναίκα του, η Ξανθίππη, και τους σερβίρει πατσά. Ο Κριτίας αρχίζει να διηγείται πώς στο υπόγειο του σπιτιού του βρήκε ένα χειρόγραφο με μια απίστευτη ιστορία και ξεκινάει να τη διαβάζει στην ομήγυρη. Σύμφωνα με αυτή, όταν ο πρόγονός του ταξίδεψε στην Αίγυπτο αναζητώντας έμπνευση για να γράψει νέους νόμους, ένας ιερέας του διηγήθηκε τον μύθο της Ατλαντίδας και της εισβολής των κατοίκων της στη Μεσόγειο...
 
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: IntroBooks
Συγγραφέας: Emiliano Di Marco
Μετάφραση: Σοφία Αλεξιάδου
Εικονογράφηση: Massimo Bacchini
ISBN: 978-960-6680-44-1
Έτος 1ης Έκδοσης: 2006 (στα ελληνικά 2008)
Τίτλος πρωτοτύπου: Il Meraviglioso Regno Di Atlantide
Σελίδες: 48
Τιμή: περίπου 3 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Δ', Ε', Στ', Γυμνάσιο

Κριτική
Το τρίτο βιβλίο της σειράς Οι Μικροί Φιλόσοφοι, ασχολείται με τον θρύλο της Ατλαντίδας. Η μετάφραση μας μεταφέρει τους διαλόγους με ζωντάνια και χιούμορ, ενώ ακόμα και όταν η συζήτηση γίνεται φιλοσοφική, τα νοήματα δίνονται με σαφήνεια. Το κείμενο έχει περιορισμένη έκταση και δεν χωρίζεται σε κεφάλαια, ενώ η μονόχρωμη εικονογράφηση (βιολετί - μαύρο) είναι συμπαθητική και παρούσα σε κάθε σελίδα, με μικρά ή μεγαλύτερα σκίτσα που βοηθούν στην καλύτερη κατανόηση του κειμένου. Το βιβλίο προτείνεται περισσότερο για τις μεσαίες και μεγάλες τάξεις του Δημοτικού, θα μπορούσε όμως να δώσει μια ιδέα για το έργο του Πλάτωνα και σε μικρότερους μαθητές.

  • Χιούμορ
  • Πληροφορίες για το έργο του Πλάτωνα

Αξίες - Θέματα
Μύθοι - Παραμύθι, Ιστορία - Αρχαιολογία, Φιλοσοφία

Εικονογράφηση
Μονόχρωμη, αλλά μέσα στο πνεύμα του κειμένου, πανταχού παρούσα και οπωσδήποτε βοηθητική. Μας δίνει τέσσερα ολοσέλιδα γελοιογραφικά σκίτσα και πάρα πολλά μικρότερα, που μπαίνουν εμβόλιμα στο κείμενο και συμβάλλουν στην άνετη ανάγνωση της ιστορίας.

Απόσπασμα
Ο ήλιος ανέτειλε τεμπέλικα πάνω από την Αθήνα φωτίζοντας τους ναούς και τα υπέροχα παλάτια της. Όσο ο ήλιος σκαρφάλωνε πιο ψηλά, οι άνθρωποι άρχιζαν να ξεμυτίζουν από τα σπίτια τους και η πόλη σιγά σιγά ζωντάνευε. Οι στρατιώτες σήμαιναν συγκέντρωση στα στρατόπεδά τους λίγο έξω από την πόλη, οι έμποροι έστηναν στο κέντρο τους πάγκους με την πραμάτεια τους και οι κυρίες άρχιζαν να τριγυρνούν στους δρόμους για να κάνουν τα ψώνια τους. Κάποιος αργόσχολος, μην έχοντας τι να κάνει, περιφερόταν εδώ και ‘κει. Ανάμεσα σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που πηγαινοέρχονταν, υπήρχε κι ένας γέροντας με ένα παιδάκι που περπατούσαν πλάι πλάι και συζητούσαν συχνά πυκνά μεταξύ τους.

Ο μικρός λεγόταν Αριστοκλής, αλλά όλοι προτιμούσαν να τον φωνάζουν Πλατύ γιατί είχε φαρδιές και δυνατές πλάτες. Εκτός από δυνατός και ρωμαλέος, ο Πλατύς ήταν πάρα πολύ έξυπνος αλλά και αρκετά περίεργος. Όνειρό του ήταν να γίνει ένας μεγάλος σοφός και να σπουδάσει την επιστήμη που θα τον βοηθούσε να απαντάει σε όλες τι ερωτήσεις, τη φιλοσοφία.

Για το λόγο αυτό, κάποια χρόνια πριν είχε γνωρίσει το δάσκαλό του, τον Σωκράτη. Του είχε σφηνωθεί στο μυαλό η ιδέα να βρει ποιος ήταν ο σοφότερος άνθρωπος στον κόσμο, και για να το κατορθώσει έφτασε μέχρι και να ενοχλήσει τον θεό Απόλλωνα στο ναό του. Ο Απόλλωνας του είπε αμέσως ότι, από όσα είχε κρυφακούσει στον Όλυμπο, ο πιο σοφός απ’ όλους ήταν ο Σωκράτης ο Αθηναίος.

Και πραγματικά δεν είχε κάνει λάθος, γιατί ο Σωκράτης ήταν ένας πολύ σοφός άνθρωπος και καταπληκτικός δάσκαλος, αν και μερικές φορές συμπεριφερόταν κάπως παράξενα.

Μαζί έκαναν μακρινούς περιπάτους χωρίς να τους νοιάζει το παραμικρό. Μερικές φορές περπατούσαν τόσο πολύ, που κατέληγαν πάρα πολλά χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα και δεν ήξεραν πώς να γυρίσουν πίσω. Κατά τη διάρκεια αυτών των μακριών περιπάτων, ο Σωκράτης έκανε ένα σωρό ερωτήσεις στο μαθητή του. Ήταν πεπεισμένος ότι ο μοναδικός τρόπος για να αποκτήσεις γνώσεις είναι προσπαθώντας να βρεις μόνος σου απάντηση στα ερωτήματα και όχι αποστηθίζοντας ένα σωρό ημερομηνίες και αφηρημένες έννοιες που θα ξεχάσεις μετά από λίγα λεπτά. Έτσι, με τη βοήθεια των ερωτήσεων, ο νεαρός Πλατύς γινόταν μέρα με τη μέρα όλο και πιο σοφός.

Εκείνο το πρωί οι φίλοι μας θα ξεκινούσαν για τον συνηθισμένο τους περίπατο, όταν τους πλησίασαν τρεις πολύ σοβαροί κύριοι.

«Εσύ είσαι ο Σωκράτης;» ρώτησε ο ένας από τους τρεις.

«Ναι», απάντησε ο γέροντας.

«Το όνομά μου είναι Κριτίας», έκανε ο νεότερος από τους τρεις, «και αυτοί είναι οι φίλοι μου, ο Ερμοκράτης και ο Τίμαιος. Σε ψάχναμε για να σου μιλήσουμε για ένα πολύ σημαντικό θέμα».

«Σημαντικότατο» πρόσθεσε ο Ερμοκράτης.

«Το πιο σημαντικό» συμπλήρωσε ο Τίμαιος, που φαινόταν ο πιο σοφός και μεγαλύτερος σε ηλικία από τους τρεις.

«Περί τίνος πρόκειται;» ρώτησε αμέσως ο Πλατύς γεμάτος περιέργεια, ενώ η φωνούλα στο κεφάλι του τού έλεγε: «Απ’ ό, τι φαίνεται, σήμερα δεν θα κάνουμε καθόλου μάθημα».

«Είναι ένα μυστικό που αφορά στη γέννηση της πόλης μας, φοβερούς κατακλυσμούς και μεγάλες επιχειρήσεις για τις οποίες κανένας, εκτός από εμάς, δεν γνωρίζει» απάντησε ο Κριτίας.

«Θέματα, δηλαδή, που δεν αφορούν ένα παιδάκι» πρόσθεσε ο Ερμοκράτης.

Ο Πλατύς δεν συμφωνούσε, γιατί αν υπήρχε κάτι που του άρεσε πραγματικά ήταν να ακούει παράξενες ιστορίες, κι αν μάλιστα αυτές ήταν γεμάτες σεισμούς και καταστροφές, ακόμα καλύτερα. Έπειτα, όλη αυτή η κρυψίνοια του είχε κινήσει την περιέργεια και δεν έβλεπε την ώρα να μάθει τι ήθελαν να διηγηθούν στο δάσκαλό του οι τρεις αυτοί άντρες.

Ο Σωκράτης κατάλαβε αμέσως τι σκεφτόταν ο Πλατύς και είπε:

«Αυτό το παιδί είναι μαθητής μου και του έχω απόλυτη εμπιστοσύνη»..
Ο Πλατύς, μόλις άκουσε αυτά τα λόγια, γέμισε υπερηφάνεια και φούσκωσε ολόκληρος.

«Αλλά αν τολμήσει να πει οτιδήποτε, θα τιμωρηθεί πάρα πολύ αυστηρά», συνέχισε κατόπιν ο Σωκράτης ρίχνοντας ένα βλέμμα στον Πλατύ, ο οποίος ξεφούσκωσε αμέσως και κάθισε φρόνιμος για να ακούσει.

«Σου έχουμε εμπιστοσύνη, Σωκράτη. Παρ’ όλα αυτά, πρόκειται για πράγματα τόσο απίστευτα που δεν μπορούμε να τα συζητήσουμε στο δρόμο. Μπορούμε να πάμε κάπου πιο ήσυχα;» ρώτησε ο Ερμοκράτης κοιτάζοντας γύρω του σαν να φοβόταν μήπως τον άκουγε κανείς.

«Μπορούμε, αν θέλετε βέβαια, να πάμε στο σπίτι μου» πρότεινε τότε ο Σωκράτης.

Σχόλιο
Αντίθετα με την εκδοχή της Κίρας Σίνου, ο Ιταλός συγγραφέας δεν στέκεται καθόλου στην περιγραφή της πολεμικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στους Άτλαντες και τους Αθηναίους. Για την ακρίβεια, το μόνο που διαβάζουμε για τις μεγάλες μάχες είναι ότι «η Ατλαντίδα νικήθηκε» (σ.33). Το βάρος δίνεται απεναντίας στο νόημα πίσω από την ιστορία. Βλέπουμε έτσι τον Σωκράτη να εξηγεί στους καλεσμένους του: «Αν θέλετε η πόλη μας να γίνει σπουδαία και δυνατή, μη χάνετε το χρόνο σας ψάχνοντας για βυθισμένες πολιτείες, αλλά προσπαθήστε να βελτιώσετε τους νόμους μας...» Έχω την εντύπωση ότι κάτι αντίστοιχο ενδιέφερε πολύ και τον ίδιο τον Πλάτωνα, που μπορεί να περιγράφει όλα όσα άκουσε για τη μυθική χώρα, ασχολείται όμως σοβαρά και με το πώς η τόσο ισχυρή Ατλαντίδα έπεσε σε παρακμή εξαιτίας του ήθους των κατοίκων της
τὸ δὲ ἀνθρώπινον ἦθος ἐπεκράτει,
τότε ἤδη τὰ παρόντα φέρειν ἀδυνατοῦντες ἠσχημόνουν, καὶ
τῷ δυναμένῳ μὲν ὁρᾶν αἰσχροὶ κατεφαίνοντο, τὰ κάλλιστα
ἀπὸ τῶν τιμιωτάτων ἀπολλύντες, τοῖς δὲ ἀδυνατοῦσιν
ἀληθινὸν πρὸς εὐδαιμονίαν βίον ὁρᾶν τότε δὴ μάλιστα
πάγκαλοι μακάριοί τε ἐδοξάζοντο εἶναι, πλεονεξίας ἀδίκου
καὶ δυνάμεως ἐμπιμπλάμενοι.
Αναφορά αξίζει να κάνουμε και στο χιούμορ που διαρκώς παρεμβάλλεται στη διήγηση του Κριτία, για να την κάνει πιο ευχάριστη. Άλλοτε μέσα από τις σκέψεις του αφηγητή Πλάτωνα, άλλοτε με τον Ερμοκράτη που αναμασάει φράσεις θυμίζοντας Ντιπόν και Ντυπόν κι άλλοτε μέσω των απαξιωτικών αντιδράσεων του Σωκράτη· ο φιλόσοφος μοιάζει να ενδιαφέρεται περισσότερο για τον πατσά της γυναίκας του, παρά για την ιστορία της Ατλαντίδας, κάτι που φυσικά κάνει την ατμόσφαιρα ακόμα πιο ανάλαφρη, χωρίς ωστόσο να καταστρέφει τη διδακτική αξία του κειμένου. Και αυτό, γιατί παρά τους ανορθόδοξους τρόπους του, στο τέλος ο σοφός δίνει στους τρεις κυρίους την απάντηση που έψαχναν, όπως κατά κάποιο τρόπο γινόταν και στην πραγματικότητα. Σε κάθε περίπτωση το στοιχείο του γελοίου μοιάζει να συνδυάζεται καλά και με την εικονογράφηση, ενισχύοντας τελικά τον ψυχαγωγικό χαρακτήρα του βιβλίου.
Σωκράτης 470-399 π.Χ.
Πατσάς
Για μια ακόμα φορά, θα ήταν καλό να συζητήσουμε με τα παιδιά που θα διαβάσουν το βιβλίο για να λύσουμε τυχόν απορίες που μπορεί να προκύψουν, ή για να διευκρινίσουμε στοιχεία που παραποιούνται "ποιητική αδεία". Στοιχεία δευτερεύοντα, -όπως π.χ. το ότι στο πρωτότυπο ο Κριτίας δεν διαβάζει την ιστορία της Ατλαντίδας από κάποιο χειρόγραφο που βρήκε στο υπόγειό του- αλλά και πιο ουσιαστικά, -όπως π.χ. το ότι ο Πλάτωνας ήταν ήδη 20 ετών όταν γνώρισε το Σωκράτη και τη διδασκαλία του. Το αληθινό του όνομα ωστόσο ήταν όντως Αριστοκλής, ενώ η οικογένειά του ήταν από τις αριστοκρατικότερες της πόλης· ο πατέρας του είχε καταγωγή από το γένος του τελευταίου βασιλιά της Αθήνας, Κόδρου (τον οποίο συναντήσαμε πρόσφατα), ενώ από την πλευρά της μητέρας του, συνδεόταν με το γένος του νομοθέτη Σόλωνα.
Χρήση στην τάξη
Οι νόμοι μιας πολιτείας είναι για την πόλη ό,τι η ψυχή για τον άνθρωπο, λέει ο Σωκράτης στο βιβλίο. Την κάνουν να κινείται και να μεγαλώνει. Αν είναι καλοί, την κάνουν σοφή και δίκαιη. Αν είναι κακοί, την κάνουν ξιπασμένη και αλαζονική (σ.37-38). Τη φετινή χρονιά, οι κανόνες της τάξης μας θα μπορούσαν λοιπόν να αποκτήσουν επιπλέον σημασία -και όχι μόνο εν όψει της αξιολόγησης. Θα καταφέρουμε άραγε να σκεφτούμε μαζί με τους μαθητές μας μερικούς πραγματικά αξιόλογους κανόνες για την αίθουσα και το σχολείο; Θυμίζουμε μερικά κριτήρια επιλογής νόμων: δίκαιος, νόμιμος, συμφέρων, ρεαλιστικός, καλός, ευχάριστος. Ιδανικός για την παραπάνω συζήτηση, ο τόπος που έζησε και δίδαξε ο Σωκράτης: η αρχαία αγορά της Αθήνας! Στο Βουλευτήριό της ετοιμάζονταν τα σχέδια νόμων και στο μνημείο των Επωνύμων Ηρώων (φωτογραφίες επάνω και κάτω) αναρτούνταν για να τα μελετούν οι πολίτες πριν τα ψηφίσουν στην Εκκλησία του Δήμου. Θα μπορούσαμε να προετοιμάσουμε την επίσκεψη μέσω διαδικτύου ή κάποιου σχετικού CD-ROM -ή απλώς να αυτοσχεδιάσουμε! Για πιο «προχωρημένους» μαθητές και συναδέλφους, ενδιαφέρον θα μπορούσε να έχει και η εφαρμογή - προσαρμογή ενός από τα προτεινόμενα σενάρια περιήγησης του ΙΜΕ. Ίσως τελικά ο χώρος μας εμπνεύσει όλους για ένα ευχάριστο ξεκίνημα της σχολικής χρονιάς!
Το Μνημείο των (αρχικά δέκα) Επωνύμων Ηρώων, με τα σχέδια νόμων προς ψήφιση αναρτημένα στις πλευρές του, ώστε να τα συζητούν οι Αθηναίοι που κυκλοφορούσαν στην Αγορά. Εμείς πού θα τοποθετήσουμε φέτος τους κανόνες της τάξης μας;


Share/Bookmark

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

Ο Καλλίστρατος και η Πολιτεία των Αηδονιών

Υπόθεση
Ο Καλλίστρατος μαθαίνει από τις πέτρες την παράξενη ιστορία της Πολιτείας των Αηδονιών και την διηγείται σε έναν βασιλιά, που κατέκτησε τη χώρα αλλά έχει πέσει σε μελαγχολία, καθώς τα Αηδόνια της την εγκατέλειψαν.

Τρία αδέλφια δούλευαν χαρούμενα στα χωράφια που τους είχε κληροδοτήσει ο πατέρας τους. Όταν τα δύο μεγαλύτερα αποφάσισαν να φύγουν για την πόλη, ο μικρότερος που λεγόταν Ευδόκιμος, έμεινε να δουλεύει τη γη και για τους τρεις. Σύντομα, η αυλή του σπιτιού του γέμισε με αηδόνια που του κρατούσαν συντροφιά τις νύχτες. Ο βασιλιάς, εκτιμώντας την εργατικότητα και το ήθος του Ευδόκιμου τον έκανε γαμπρό του. Μια μέρα, όταν ο μικρός αδελφός βρήκε ένα κασελάκι με χρήματα στο χώμα, ξεκίνησε να βρει τους αδελφούς του στην πόλη για να μοιραστούν τον θησαυρό. Στον δρόμο όμως συνάντησε ληστές που τον έκλεψαν και τον έριξαν σ' ένα πηγάδι. Η περιπέτεια αυτή στάθηκε τελικά αφορμή να ξανασμίξει με τα αδέλφια του, μαζί με τα οποία έβαλαν σε τάξη το βασίλειο. Τα αηδόνια τότε γέμισαν την πολιτεία και έκαναν τους κατοίκους της χαρούμενους, μέχρι τη μέρα που ήρθε ο πόλεμος.

Ο βασιλιάς που έκανε τον πόλεμο και ακούει την ιστορία από τον Καλλίστρατο, αναρωτιέται πώς θα γίνει αγαθός σαν τον Ευδόκιμο. Ο παραμυθάς τότε, του διηγείται την παραβολή με την οποία τελειώνει η επί του όρους ομιλία. Ο βασιλιάς μετανιώνει για τις πράξεις του, αποχωρεί από τον κατακτημένο τόπο ώστε να γυρίσουν τα αηδόνια και ζητάει συγχώρεση.

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ελληνική Βιβλική Εταιρία
Συγγραφέας: Βασιλική Νευροκοπλή
Εικονογράφηση: Αθηνά Ρομπιέ
ISBN: 978-618-5078-07-2
Έτος 1ης Έκδοσης: 2014
Σελίδες: 43
Τιμή: περίπου 9 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ 
Τάξεις: Γ', Δ'


Ευχαριστούμε τον εκδοτικό οίκο για την αποστολή των βιβλίων του Καλλίστρατου στο σχολείο μας!

Κριτική
Διδακτικό παραμύθι που μιλάει για τη δύναμη της συγχώρεσης και την αξία της φιλοπονίας. Με γλώσσα απλή και ιδιαίτερη σαφήνεια στην έκφραση, η συγγραφέας μας ταξιδεύει μέσα από την τρίτη περιπέτεια του παραμυθά Καλλίστρατου, σ' έναν κόσμο καλοσύνης γεμάτο με συνετούς και θεοσεβούμενους ήρωες. Όπως και στα προηγούμενα βιβλία της σειράς (Το χωράφι της καρδιάς και Οι περιπέτειες των χαρισμάτων) η διήγηση χωρίζεται σε τρία διακριτά μέρη: μια εισαγωγή, που μας παρουσιάζει τον Καλλίστρατο να αφηγείται σε ένα διαφορετικό κάθε φορά περιβάλλον τις ιστορίες του, μια παραβολή του Χριστού και τον κυρίως μύθο. Στην Πολιτεία των Αηδονιών παρατηρούμε ωστόσο κάποιες μικρές αλλαγές, αφού η παραβολή τοποθετείται στην τελευταία θέση, το ποιητικό στοιχείο εμφανίζεται περιορισμένο και η εισαγωγή -δυστυχώς- δεν βοηθά ιδιαίτερα όσους δεν γνωρίζουν ήδη τον κεντρικό χαρακτήρα να «μπουν στο κλίμα». Η ποιότητα της έκδοσης είναι  πολυτελής· η εικονογράφηση, σοβαρή και καλοδουλεμένη, συνοδεύει το κείμενο αποδίδοντας την αθωότητα των χαρακτήρων και προσθέτει στην υψηλή αισθητική του βιβλίου. Εμείς, το προτείνουμε περισσότερο στα παιδιά των μεσαίων τάξεων του Δημοτικού, που αγαπούν τα κλασικά παραμύθια και είναι εξοικειωμένα με τις χριστιανικές παραβολές.

  • Ωραία γλώσσα
  • Υψηλή ποιότητα έκδοσης
  • Προσεγμένη εικονογράφηση
  • Ωφέλιμες αξίες
 
  • Ευθύς διδακτισμός

Αξίες - Θέματα
Σύνεση, Φιλοπονία, Συγχώρεση, Ανθρωπισμός, Οικογενειακοί δεσμοί

Εικονογράφηση
Κλασική, καλοδουλεμένη και σοβαρή, αποδίδει τη θεοσέβεια και την αθωότητα των χαρακτήρων αλλά και το ύφος του κειμένου. Ορισμένα μεγάλα και λεπτομερή σχέδια εντυπωσιάζουν τους μικρούς αναγνώστες και τελικά χαρακτηρίζουν την αισθητική του έργου.
Απόσπασμα
Πέρασαν μέρες, πέρασαν βδομάδες, καιρός πολύ που ο Καλλίστρατος δεν απάντησε στο δρόμο του ψυχή. Ξαπόσταινε στις ρίζες των δέντρων, ξεδιψούσε στα ρυάκια των ποταμών κι όταν επιθυμούσε ν’ αλλάξει μια κουβέντα με κάποιον, ρωτούσε τις πέτρες να του πουν ποιοι έζησαν στα μέρη τους και ποια ήταν η ζωή τους. Εκείνες, που ήταν για όλους σιωπηλές, για χάρη του καλού παραμυθά έσπαζαν τη σιωπή τους και του έλεγαν ιστορίες ξεχασμένες απ’ τη μνήμη των ανθρώπων. 

Έτσι, ένα γλυκό απόγευμα του φθινοπώρου, μια γερασμένη πέτρα του διηγήθηκε την παράξενη ιστορία της Πολιτείας των Αηδονιών που κάποτε ονομαζόταν απλώς Μεγάλη. Του εκμυστηρεύτηκε ακόμα πως ο τωρινός βασιλιάς της, που κίνησε ολόκληρο πόλεμο να την κατακτήσει μόνο και μόνο για ν’ ακούει τα’ αηδόνια της, δεν τα’ άκουσε ποτέ του. Λίγο πριν πατήσει το πόδι του στο παλάτι, εκείνα πέταξαν μακριά κι αυτός έπεσε σε βαθιά μελαγχολία. Δεν έτρωγε, δεν έπινε, άνθρωπο δεν ήθελε να δει…

Οι πρώτες αχτίδες του ήλιου μόλις που αχνοφέγγιζαν στις βουνοκορφές όταν ο παραμυθάς διάβηκε το κατώφλι του θλιμμένου βασιλιά. Τον βρήκε να κάθεται με μάτια μισόκλειστα στον βελούδινο θρόνο του.

- Ποιος είσαι του λόγου σου; Τον ρώτησε ξαφνιασμένος. Αν είσαι γιατρός να φύγεις. Ο δικός μου πόνος δεν έχει γιατρειά.

- Καλλίστρατο με λένε, βασιλιά μου, και γιατρός δεν είμαι. Ένας παραμυθάς είμαι που είδες πολλούς πόνους να μη γιατρεύονται απ’ τους γιατρούς, αλλά απ’ τα παραμύθια.

Ο βασιλιάς δε μίλησε. Γύρισε απ’ την άλλη το κεφάλι κι έκανε τάχα πως κοιτά μια βαλσαμωμένη νυφίτσα στο περβάζι του παραθύρου. Πόσα χρόνια είχε ν’ ακούσει ένα παραμύθι… Και μόνο στο άκουσμα της λέξης μια αχτίδα φως τρύπωσε στην καρδιά του.

Ο Καλλίστρατος δεν περίμενε δεύτερη κουβέντα. Κάθισε οκλαδόν στο καταστόλιστο από υφαντά μιντέρι και με φωνή απαλή σαν χάδι ξεκίνησε να λέει…

«Ήταν κάποτε, άρχοντά μου, τρία αδέρφια εργατικά κι αγαπημένα. Απ’ την αυγή ως το δείλι δούλευαν στα χωράφια που τους είχε αφήσει κληρονομιά ο πατέρας τους. Όταν επέστρεφαν κουρασμένοι στο σπίτι τους, κάθονταν γύρω απ’ το τραπέζι και γέμιζαν τα ποτήρια τους κρασί:

« Ο Θεός να σχωρνά κι εμάς και τους  άλλους και όλον τον κόσμο!» έλεγαν μ’ ένα στόμα.

Αυτό τους είχαν μάθει οι γονείς τους.

Όλα πήγαιναν καλά και τίποτα δεν τους έλειπε, μέχρι τη μέρα που ο μεγαλύτερος, Καλλίνικο τον έλεγαν, αποφάσισε να φύγει για τη Μεγάλη Πολιτεία.

«Εγώ θα πάω να βρω την τύχη μου. Το χωράφι μου χάρισμά σας», τους είπε.

Τ’ αδέρφια του λυπήθηκαν, μα τι να κάνουν;
Αφού είδαν κι απόειδαν πως δεν αλλάζει γνώμη, όρισαν να ξανανταμώσουν σε τρία χρόνια και τον αποχαιρέτησαν.

Έτσι, έφυγε ο Καλλίνικος, αλλά δεν πέρασε πολύς καιρός και την ίδια απόφαση πήρε κι ο δεύτερος, ο Αριστείδης.

- Εδώ στην ερημιά που ζούμε, είπε στον Ευδόκιμο, τον μικρότερο αδερφό του, ούτε καλύτερη δουλειά θα βρούμε ούτε και γυναίκα για να παντρευτούμε. Είχε δίκιο ο Καλλίνικος. Θα πάω κι εγώ στη Χώρα. Αν θέλεις, έλα κι εσύ μαζί μου.

- Εγώ τα χωράφια δεν τα’ αφήνω, είναι η καλύτερη δουλειά του κόσμου! Όσο για τη γυναίκα που μου όρισε ο Θεός, αν θέλει μπορεί να μου τη φέρει κι ως εδώ. Καλή τύχη, αδερφέ μου!

- Τότε, φεύγω μόνος μου και το χωράφι μου, δικό σου! Είπε ο Αριστείδης κι έφυγε χαρούμενος για τη Μεγάλη Πολιτεία.

Απόμεινε, λοιπόν, ο Ευδόκιμος μονάχος. Δηλαδή, όχι ακριβώς μονάχος, γιατί απ’ την ώρα που έφυγε κι ο δεύτερος αδερφός του, η αυλή του γέμισε αηδόνια που κάθε βράδυ του κρατούσαν συντροφιά γλυκαίνοντας τη μοναξιά του.

Τώρα δούλευε τρεις φορές περισσότερο από πριν, αναπαμό δεν είχε. Μα η αλήθεια είναι πως αυτός αγαπούσε τη γη πιότερο απ’ όσο την αγαπούσαν τ’ αδέρφια του. Αν ήθελε κι ο Θεός να του χαρίσει και μια καλή γυναίκα για να παντρευτεί, τίποτα δε θα του ’λειπε. Σύντομα αποδείχτηκε πως ο Θεός ήθελε, και μάλιστα με το παραπάνω!

Μια μέρα, εκεί που έδενε δεμάτια το σιτάρι για να το πουλήσει στην αγορά, βλέπει να σταματά μπροστά του η βασιλική άμαξα. Μέρες τώρα ο βασιλιάς έψαχνε σ’ όλο το βασίλειο ένα καλό και άξιο παλικάρι για τη μοναχοκόρη του. Δεν ήθελε να της δώσει πριγκιπόπουλο. «Σ’ αυτή τη ζωή», έλεγε, «τίποτα δεν είναι μόνιμο, και πιο πολύ απ’ όλα οι βασιλείες και τα πλούτη τους. Στις αναποδιές, που συχνά φέρνει η ζωή, μόνο όποιος δε φοβάται τη δουλειά τα καταφέρνει». Έτσι ανάθρεψε και την Ειρήνη, τη θυγατέρα του, που από μικρή έμαθε να βοηθά τους υπηρέτες σε όλες τις δουλειές του παλατιού.

Όταν, λοιπόν, ο βασιλιάς είδε πόσο περιποιημένα ήταν τα χωράφια του Ευδόκιμου, κατέβηκε απ’ την άμαξα και τον πλησίασε.

- Ο Θεός να σ’ ευλογεί, παλικάρι μου, του είπε. Δικά σου είναι όλα αυτά τα χωράφια;

- Όχι, άρχοντά μου, απάντησε ο Ευδόκιμος, δικό μου είναι το ένα τρίτο. Τ’ άλλα δυο είναι των αδερφών μου, που έφυγαν στη Μεγάλη Πολιτεία να βρουν την τύχη τους. Μα αν κάποτε γυρίσουν δίχως να τα ‘χουν καταφέρει, εγώ θα τους τα δώσω πάλι πίσω.

Θαύμασε ο βασιλιάς τη δικαιοσύνη του νέου και την καλή του την καρδιά.
Σχόλιο
Ο Θεός να σχωρνά κι εμάς και τους άλλους και όλον τον κόσμο! είναι η φράση που επαναλαμβάνεται αρκετές φορές και κυριαρχεί στο παραμύθι με τα τρία αδέλφια. Ακόμα και όταν μια συμμορία ληστεύει τον φτωχό μουσικό και πετάει τον Ευδόκιμο στο πηγάδι, εκείνος δεν ζητά εκδίκηση ή έστω δικαιοσύνη, αλλά μόνο συγχώρεση για όσους του έκαναν κακό. Συγνώμη ζητάει και ο βασιλιάς, που, μετανιωμένος στο τέλος της ιστορίας, αποχωρεί από τις κτήσεις του ώστε να γίνει καλύτερος άνθρωπος. Το μήνυμα που περνάει έτσι στους αναγνώστες, είναι πως ο Θεός φροντίζει για την ηθική ισορροπία, την ανταμοιβή ή την τιμωρία όλων των ανθρώπων.

Θα ήταν άραγε ευεργετικό ή καταστροφικό να υιοθετήσουν μια τέτοια ηθική οι μαθητές του σήμερα; Τι θα συνέβαινε αν το χριστιανικό μήνυμα απόλυτης συγχώρεσης του βιβλίου γινόταν πράξη στο σχολείο; Θα έφερνε άραγε την αγάπη ανάμεσα στους μαθητές και τα αηδόνια στην αυλή μας, ή μήπως θα επέτρεπε σε φαινόμενα ατιμωρησίας να διογκωθούν, "επιβραβεύοντας" όσους παραβαίνουν τους κανόνες; Είναι προφανές, ότι σε μια ώριμη κοινωνία όπου οι άνθρωποι έχουν την ωριμότητα να σέβονται τους κανόνες και να «αγαπούν αλλήλους», η λήψη δρακόντειων μέτρων είναι περιττή. Από τη στιγμή όμως που ο έξω κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος και το σχολείο οφείλει να προετοιμάσει τους μαθητές για το μέλλον, η τήρηση ενός πλαισίου κανόνων μέσα από ένα σύστημα ανταμοιβών και ποινών κρίνεται μάλλον απαραίτητη.

Να θυμίσουμε και έναν αντίστοιχο προβληματισμό που τέθηκε στο Άννα και Θεοφανώ, μέσα από έναν διάλογο της Άννας με τον Βασίλειο, αλλά και την συμπεριφορά μιας Ελληνίδας καλόγριας προς τον Σβιατοσλάβ που την οδήγησε στην αιχμαλωσία.

Επιπλέον, η εντύπωση ότι ο Θεός φροντίζει για όλα όταν έρθει η ώρα, είναι προφανές ότι οδηγεί σε μοιρολατρία. Ίσως λοιπόν να ήταν πιο σοφό να επιτρέπουμε στα παιδιά να ελπίζουν στην θεϊκή βοήθεια, παράλληλα όμως με την καταβολή κάθε δυνατής προσπάθειας εκ μέρους τους. "Συν Αθηνά και χείρα κίνει" ή "Αϊ-Γιώργη βούθα μου! -Και συ τον πόδα σάλευκε" όπως λέει και η παράδοση.
Χρήση στην Τάξη
Το βιβλίο αξιοποιήθηκε στο πρόγραμμα «Στο σχολείο μου Δημιουργώ, Συμμετέχω και Συνυπάρχω αρμονικά» που πραγματοποίησαν τέσσερα σχολεία μέσω της πλατφόρμας e-twinning, ενώ βραβεύτηκε στα πλαίσια του παγκόσμιου συνεδρίου εκδοτών των Ηνωμένων Βιβλικών Εταιριών που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο στη Σεούλ.
Εντυπώσεις των μαθητών για το βιβλίο - από μια παρουσίαση
του τμήματος ένταξης του Δημοτικού Σχολείου Αστυπαλαίας (πηγή)
Στο βιβλίο διαβάζουμε (σ.32) Ο Ευδόκιμος έμεινε να καλλιεργεί, όπως πρώτα, τα χωράφια, ενώ το χρυσάφι δεν το κράτησε κανένας απ' τους τρεις. Το έδωσαν στον φτωχό μουσικό για να το μοιράσει σε όσους είχαν ανάγκη. Αφού τελειώσαμε την ανάγνωση της ιστορίας, ρωτήσαμε τους μαθητές της Β' τάξης τι θα έκαναν αν έβρισκαν ένα σεντούκι με χρήματα, όπως ο Ευδόκιμος. Τα περισσότερα παιδιά απάντησαν ανερυθρίαστα ότι θα αγόραζαν παιχνίδια και ρούχα (!) μετά ωστόσο από σύντομη συζήτηση, ακούστηκαν και ορισμένες φωνές που θεώρησαν ότι καλό θα ήταν μέρος των χρημάτων να μοιραστεί στους φτωχούς. Στη συνέχεια οι μαθητές κλήθηκαν να μπουν στη θέση του φτωχού μουσικού, που του δόθηκαν τα χρήματα. Πώς θα τα διαχειρίζονταν, πόσα θα κρατούσαν και σε ποιους συνανθρώπους τους θα έδιναν πρώτα;

Το τι έκανε ένας άστεγος στις ΗΠΑ όταν του έδωσαν το ποσό των 100 δολαρίων, φαίνεται στο βίντεο που ενεργοποιείται από τον σύνδεσμο στη φωτογραφία.

https://www.youtube.com/watch?v=AUBTAdI7zuY

Share/Bookmark

Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Οι πειρατές της Καταστροφικής: Επιχείρηση «στρογγυλή θεά»


Υπόθεση
Χαμένο κάπου στον Ατλαντικό, βρίσκεται το νησί της Καταστροφικής. Στα νερά του ζουν (και κυρίως τσακώνονται) δυο πειρατές: Ο κόκκινος Αμπεμπαμπλόμ και ο πράσινος Τουκιθεμπλόμ, οι οποίοι μισούνται θανάσιμα! Ένα πρωί, φτάνει στην περιοχή τους μια πολύχρωμη μπάλα, που γίνεται μήλο της έριδος ανάμεσα στους δύο θαλασσοπόρους. Λίγο πριν πιαστούν στα χέρια για το ποιος θα την κάνει δική του, μπαίνει ανάμεσά τους ένα σοφό δελφίνι, που τους παρακινεί να σταματήσουν να μαλώνουν και να δώσουν έναν αγώνα για φιλανθρωπικό σκοπό. Τους διδάσκει έπειτα τα μυστικά του ποδοσφαίρου και τελικά καταφέρνει να τους συμφιλιώσει! Μαζί θα οργανώσουν το ωραιότερο πρωτάθλημα του κόσμου...

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Γιώργος Κατσέλης
Εικονογράφηση: Παναγιώτης Γιάκας
ISBN: 978-618-01-0224-6
Έτος 1ης Έκδοσης: 2013
Σελίδες: 50
Τιμή: περίπου 5 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ 
Τάξεις: Β', Γ', Δ'

Κριτική
Διασκεδαστική περιπέτεια από τη σειρά βατόμουρο (7-8 ετών) που αναφέρεται στο αθλητικό ιδεώδες και την συμφιλιωτική αξία του ποδοσφαίρου. Με απλή γλώσσα, φαντασία και χιούμορ, ο συγγραφέας μας αφηγείται μια ιστορία που δεν κουράζει αλλά και μάλλον αποφεύγει την παγίδα του διδακτισμού. Η πλοκή κρατάει το ενδιαφέρον ζωντανό, ενώ το στήσιμο του κειμένου βοηθά τους λιγότερο έμπειρους αναγνώστες να μείνουν συγκεντρωμένοι. Η εικονογράφηση αποπνέει έναν αέρα ανεμελιάς και βρίσκεται πολύχρωμη σε κάθε σελίδα. Οι μαθητές στην τάξη μας διασκέδασαν πολύ στην παρουσίαση του βιβλίου, αφού συνέδεσαν άμεσα τους δύο πειρατές με τις ομάδες του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, ενώ παράλληλα, συνέλαβαν τα μηνύματα του κειμένου χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Στο τέλος του βιβλίου, συναντάμε παράρτημα με δέκα δραστηριότητες (λαβύρινθος, δημιουργική γραφή, ζωγραφική, βρες τις διαφορές, γρίφος, ένωσε τις τελείες, αναγραμματισμός) κάποιες από τις οποίες μπορεί να μην δείχνουν ιδιαίτερα μελετημένες, είναι όμως κατάλληλες για την ψυχαγωγία των νεαρών αναγνωστών. Θα προτείναμε το βιβλίο περισσότερο σε παιδιά των μεσαίων τάξεων του Δημοτικού, ενώ τα αγόρια πιθανότατα θα το συμπαθήσουν πιο πολύ λόγω του ποδοσφαιρικού του θέματος.

  • Χιούμορ
  • Ωφέλιμα μηνύματα
  • Παράρτημα με δραστηριότητες

Αξίες - Θέματα
Ποδόσφαιρο, Αθλητισμός, Χιούμορ

Εικονογράφηση
Η εικονογράφηση είναι πολύχρωμη και τη βρίσκουμε σε κάθε σελίδα. Παρότι δεν μπορούμε να πούμε ότι η λιτότητα ή η καθαρότητα των γραμμών είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της, αποδίδει χαριτωμένα τους κεντρικούς χαρακτήρες και τελικά προσθέτει στο κείμενο έναν αέρα ανεμελιάς. 
 

Απόσπασμα
Δυσκολεύτηκαν, βέβαια, πολύ να μάθουν
να συνεργάζονται και να παίζουν χωρίς 
να διαμαρτύρονται ή να μαλώνουν. 
Κάθε αρχή και δύσκολη. Και τι δε σκαρφίστηκαν
για να νικήσουν ο ένας τον άλλο. Χτυπήματα 
κάτω απ’ τη μέση, τρικλοποδιές, γαργαλητά, 
τράβηγμα φανέλας, δωροδοκίες με σεντούκια θησαυρών. 
Είδε κι έπαθε το δελφίνι να τους κάνει να κόψουν 
τις κακές συνήθειες και να βάλουν μυαλό. 
Σιγά σιγά όμως, με πολλή πολλή προσπάθεια, τα κατάφεραν.

Τα ψαράκια, οι ιππόκαμποι και τα άλλα πλασματάκια
του βυθού ξεμύτισαν από τις κρυψώνες τους 
και δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτό που έβλεπαν.
Οι δυο αιώνιοι αντίπαλοι, ο Αμπεμπαμπλόμ 
και ο Τουκιθεμπλόμ, πανηγύριζαν σαν μικρά παιδιά. 
Σε λίγο κατέφτασε και το κανάλι του βυθού 
Άλφα Βήτα Μπουρμπουλήθρα με τη δημοσιογράφο Λήδα Γαρίδα. 
Ο επόμενος ποδοσφαιρικός αγώνας των πειρατών 
ήταν συναρπαστικός: Αμπεμπαμπλόμ εναντίον Τουκιθεμπλόμ, 
με τερματοφύλακες τον πράσινο και τον κόκκινο παπαγάλο.

Η Λήδα άρχισε να περιγράφει γεμάτη αγωνία:
«Κυρίες και κύριοι, ο Αμπεμπαμπλόμ έχει τώρα 
την μπάλα και κατευθύνεται προς το αντίπαλο 
τέρμα, περνάει ένα κουπί, μια ψαροκασέλα, 
μια άγκυρα κι έναν καταπέλτη, κάνει μια καταπληκτική 
ντρίμπλα στον Τουκιθεμπλόμ, σουτάρει… 
και ναι, η μπάλα χτυπάει στο κατάρτι και μπαίνει γκολ. 
Μα ο Τουκιθεμπλόμ δεν παραπονιέται, τρέχει γρήγορα 
να τον συγχαρεί. Αγκαλιάζονται και φιλιούνται, 
φιλιούνται κι αγκαλιάζονται, χορεύουν μάμπο 
και σάμπα με τους παπαγάλους αγκαλιά, 
κάνουν κατακόρυφες τούμπες και μακροβούτια, 
κλαίνε από συγκίνηση, ανταλλάσσουν τις φανέλες τους, 
πανηγυρίζουν χέρι χέρι, πόδι πόδι, μύτη μύτη, αυτί αυτί, 
σηκώνουν τον διαιτητή Καβούρη στον ώμο τους 
και πανηγυρίζουν πάλι όλοι μαζί. 

Ναι, κυρίες και κύριοι του γλυκού και του αλμυρού νερού, 
η “στρογγυλή θεά” έκανε και πάλι το θαύμα της. 
Γιατί σημασία δεν έχει η νίκη αλλά η προσπάθεια 
και η χαρά του παιχνιδιού, και αυτό το ένιωσαν 
βαθιά μέσα τους οι δύο πειρατές», συμπλήρωσε 
η πορτοκαλιά δημοσιογράφος και με τις λεπτές κεραίες.

Σχόλια
Οι συμβάσεις σ' ένα κείμενο φαντασίας δεν θα μπορούσαν να λείπουν. Υπάρχει ωστόσο μια αντίφαση που ξεχωρίζει, και έχει να κάνει με τον τρόπο που αντιμετωπίζεται το ζευγάρι των πειρατών στην αρχή και στο τέλος του βιβλίου. Στην αρχή του διηγήματος όπου το επιδιωκόμενο είναι να τονιστούν οι διαφορές των δύο χαρακτήρων ώστε να μοιάζουν αγεφύρωτες, αναφέρεται ότι ανάμεσά τους (σελ.8) το μόνο κοινό σημείο ήταν η κατάληξη μπλομ. Όταν όμως αργότερα η σχέση των δύο επανεξετάζεται προκειμένου να διαπιστωθεί πόσο κοντά μπορεί να φέρει δύο αντιπάλους το ποδόσφαιρο, διαβάζουμε ότι τελικά στο κάτω-κάτω (σελ. 31) το μόνο διαφορετικό πάνω τους ήταν το χρώμα.
το ποδόσφαιρο (θεωρητικά) ενώνει! (πηγή)
Χρήση στην τάξη
Στο σχολείο μας, εμπνευσμένοι από την κατάληξη του αγώνα Αμπεμπαμπλόμ - Τουκιθεμπλόμ, δοκιμάσαμε πριν κλείσουμε για καλοκαίρι να οργανώσουμε και μεις έναν ιδιαίτερο ποδοσφαιρικό αγώνα, στον οποίο αποφασίσαμε να πανηγυρίζουμε τα γκολ κάθε ομάδας όλοι μαζί. Δυστυχώς αυτό στάθηκε αδύνατο στην πράξη, ακόμα και για τους πιο ώριμους από τους μαθητές... Φαίνεται πως η συνήθεια είναι πολύ ισχυρή και χρειάζεται ιδιαίτερη εκπαίδευση για να καταφέρει κανείς να χαίρεται όταν χάνει!

Share/Bookmark