Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013

Βράδυ στη γη

Υπόθεση
Ο Άγιος Βασίλης ξεκινάει από το εργαστήρι του για να μοιράσει δώρα στα σπίτια των παιδιών όλου του κόσμου. Τα πράγματα μπορεί να μη συμβαίνουν πάντα όπως θα τα ήθελε, παρά τις αναποδιές όμως πρέπει να συνεχίσει για να προλάβει να περάσει από παντού στον κόσμο, αυτό το βράδυ που κατέβηκε στη γη.

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Κόκκινη Κλωστή Δεμένη
Συγγραφέας: Βασίλης Κουτσιαρής
Εικονογράφηση: Αιμιλία Κονταίου
ISBN: 978-618-80218-4-6
Έτος 1ης Έκδοσης: Οκτ. 2013
Σελίδες: 32
Τιμή: περίπου 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Νηπιαγωγείο, Α'

Ευχαριστούμε τον κ. Βασίλη Κουτσιαρή για τη δωρεά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!

Κριτική
Μια πολύ μικρή και χαριτωμένη ιστορία, ό,τι πρέπει για παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας στις μέρες των Χριστουγέννων. Το κείμενο αποτελείται από περίπου 200 λέξεις, οι φράσεις είναι σύντομες, η συντακτική δομή αρκετά απλή (συναντήσαμε μόλις μία μετοχή) και τα νοήματα περνάνε με σαφήνεια προς τους αναγνώστες. Σε αυτό συμβάλλει βέβαια και η εικονογράφηση, που εκτός από τη ζωντάνια που δίνει στο κείμενο, το συμπληρώνει και αλληλεπιδρά μαζί του. Προτείνεται σε μαθητές νηπιαγωγείου και Α' τάξης.

  • Ανάλαφρο, παιχνιδιάρικο κλίμα
  • Προσεγμένη έκδοση
  • Εικονογράφηση με έντονο χριστουγεννιάτικο χρώμα

Αξίες - Θέματα
Χριστούγεννα

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Την ώρα που ο Άγιος χαζεύει μέσα στο σπίτι κοιτάζοντας εδώ κι εκεί, πετάγονται μπροστά του εικόνες παιδιών από όλο τον κόσμο που τον προσμένουν καρτερικά.

Εικονογράφηση
Πολύ χαριτωμένη εικονογράφηση, ζωηρά χριστουγεννιάτικα χρώματα


Απόσπασμα
Παραμονή Πρωτοχρονιάς.
Ο Άι Βασίλης ανοίγει την πόρτα
φορτωμένος παιχνίδια.

Θυμώνει με τους βοηθούς του που δεν τον βοηθάνε.

Ανεβαίνει στο έλκηθρο.
Κρατιέται σφιχτά από τα σκοινιά και ξεκινά.

Προσγειώνεται στη στέγη ενός σπιτιού. Όχι όπως θα ήθελε.

Οι τάρανδοι κατεβάζουν το κεφάλι.
«Τόσα μαθήματα σας έκανα!»
τους μαλώνει.

Σχόλιο
Ο Άι Βασίλης στο βιβλίο αυτό παρουσιάζεται αρκετά ανθρώπινος, γεμάτος αδυναμίες και με χαρακτήρα που ισορροπεί ανάμεσα στο καλό και το κακό.
Έτσι, είναι
- λιχούδης αλλά ταυτόχρονα και εγκρατής
(τρώει μόνο έναν από τους κουραμπιέδες στο τραπέζι)
- ονειροπόλος αλλά και υπεύθυνος
(καθυστερεί, ωστόσο προσπαθεί να τους προλάβει όλους)
- καλοκάγαθος αλλά και ευέξαπτος
(μπορεί να μοιράζει δώρα, αλλά δεν ξεχνάει να κάνει και παρατηρήσεις στους συνεργάτες τους)

Ειδικά για το τελευταίο του αυτό χαρακτηριστικό (το ευέξαπτος-τσαντίλας), ίσως θα ήταν καλό να εξηγήσουμε στα παιδιά (για να μην τα δούμε την επόμενη μέρα να κατσαδιάζουν την Barbie) ότι όταν ο Άγιος θυμώνει με τους βοηθούς του (που δεν τον βοηθάνε) ή όταν μαλώνει τους Ταράνδους επειδή προσγειώνονται άτσαλα, δεν το κάνει από κακία. Ίσως θα μπορούσαμε να τον παρομοιάσουμε με τους γονείς, που καμιά φορά αγανακτούν με τα ίδια τους τα παιδιά επειδή τα βρίσκουν απρόσεκτα (ή μήπως όχι;).

Χρήση στην τάξη - Δραστηριότητες
Όπως και με το προηγούμενο βιβλίο αυτού του μήνα, έτσι και με τούτο, βρήκαμε μια καλή αφορμή ώστε οι μεγάλοι μαθητές να παρουσιάσουν στους μικρούς της Α' τάξης την ιστορία και να τους δώσουν λίγα λεπτά χαράς, γεμάτα με χριστουγεννιάτικα συναισθήματα!

Share/Bookmark

Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2013

Άι Βασίλης της χρονιάς!


Υπόθεση
Τα ξημερώματα των Χριστουγέννων βρίσκουν τον Άρη ντυμένο Άι Βασίλη να ποδηλατεί σαν τρελός. Ανταγωνίζεται εκατό συμπολίτες του που ντυμένοι και αυτοί στα κόκκινα, προσπαθούν να φτάσουν πρώτοι με τα δώρα τους στις διευθύνσεις που τους υπέδειξε ο δήμαρχος μετά από κλήρωση. Το έπαθλο για το νικητή είναι σπουδαίο: μια βόλτα με έλκηθρο στους δρόμους της πόλης. Ο Άρης θέλει πάση θυσία να το κερδίσει για τον γιο του Αλέξανδρο... μια αναπάντεχη όμως συνάντηση πάνω στη στέγη του σπιτιού του, του τελευταίου σπιτιού που πρέπει να μπει για να νικήσει, τον κάνει να θυμηθεί τα παιδικά του χρόνια και να καταλάβει ότι στη ζωή υπάρχουν σπουδαιότερα πράγματα από μια νίκη.

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Κόκκινη Κλωστή Δεμένη
Συγγραφέας: Βασίλης Κουτσιαρής - Γιάννης Διακομανώλης
Εικονογράφηση: Θέντα Μιμηλάκη
ISBN: 978-618-80218-2-2
Έτος 1ης Έκδοσης: Οκτώβριος 2013
Σελίδες: 32
Τιμή: περίπου 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Β', Γ', Δ'
άλλη κριτική εδώ

Ευχαριστούμε τον κ. Βασίλη Κουτσιαρή για τη δωρεά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας!

Κριτική
Άλλη μια συμπαθητική προσπάθεια από το δίδυμο της Κω, αυτή τη φορά με θέμα χριστουγεννιάτικο! Προτείνεται περισσότερο σε παιδιά των μικρών και μεσαίων τάξεων, και σε όσους βέβαια αγαπούν τις απλές χριστουγεννιάτικες ιστορίες.

  • Πολύ προσεγμένη γιορτινή έκδοση (σκληρό εξώφυλλο, ιλουστρασιόν χαρτί, πολύχρωμη εικονογράφηση - γραμματοσειρά)
  • Όμορφη αλλά και ιδιαίτερη εικονογράφηση
  • Ωφέλιμο δίδαγμα

  • Η αποσπασματικότητα στην έκφραση, η ιδιότυπη σύνταξη και η χρήση των χρόνων δεν βοηθούν στη ροή του κειμένου
  • Εμφανείς κάποιες συμβάσεις για να εξυπηρετηθεί ο μύθος

Αξίες - Θέματα
Οικογένεια, Χριστούγεννα, Παραμύθι

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Η σκηνή της συνάντησης του Άρη με τον Άγιο εκτός από ουρανοκατέβατη, έχει και πολύ χιούμορ! (σ. 20)

Εικονογράφηση

Απόσπασμα
«Έτοιμοι; Ξεκινήστε!» φώναξε ο δήμαρχος
και καμιά εκατοσταριά Άι Βασίληδες ξεχύθηκαν στην πόλη.
Μεγάλοι ήταν, όχι παιδιά.
Ο καθένας θα πήγανε σε τουλάχιστον δέκα σπίτια.
Οι διευθύνσεις υπήρχαν στο χαρτάκι που κράταγαν στα χέρια τους.
Κλήρωση είχε γίνει.

Σε άλλους έτυχαν απομακρυσμένες γειτονιές, σε άλλους κοντινές.
Ο Άρης μόλις κοίταξε τις διευθύνσεις, δεν αντέδρασε. "Ανθέων 2,4,6".
Μπορεί να του 'χε τύχει η δικιά του γειτονιά που την ήξερε καλά
αλλά βρισκόταν στο πιο μακρινό σημείο της πόλης. 

Χωρίς να χάνει χρόνο, ανέβηκε στο ποδήλατο που είχε κρύψει καλά
σε ένα μικρό στενό και ξεκίνησε.
Ναι, το είχε κρύψει. Ο ανταγωνισμός ήταν μεγάλος.
Τα πάντα μπορούσαν να συμβούν. Και δεν είχε πέσει έξω.
Τα περισσότερα ποδήλατα γύρω από την πλατεία είχαν ξεφούσκωτα λάστιχα.
Όλοι προσπαθούσαν να καθυστερήσουν τους αντιπάλους τους.
Και είχαν κάνει φυσικά την ίδια σκέψη.

Ο Άρης δεν ήταν αφελής! Το είχε κρύψει καλά το ποδήλατό του.
Καθώς απομακρυνόταν, χαμογελούσε βλέποντας τους Άι Βασίληδες
να μαλώνουν πίσω του. Φυσικά, υπήρχαν και οι τυχεροί! Αυτοί που
τους έτυχαν τα σπίτια κοντά στην πλατεία. Ο Άρης όμως δεν έδειχνε να ανησυχεί.
«Θα τα καταφέρω!» μουρμούρισε και χάθηκε στα στενά της πόλης.

Ο δήμαρχος κοίταξε το ρολόι του. Ήταν δύο
μετά τα μεσάνυχτα. Ξημέρωναν Χριστούγεννα.
Ήταν η πρώτη φορά που γινόταν αυτό
το παιχνίδι. Δική του ιδέα ήταν! Εκατό περίπου
Άι Βασίληδες έπρεπε να αφήσουν δώρα
στα σπίτια. Και ήταν αρκετά τα σπίτια αυτά για
τον καθένα! Τις διευθύνσεις τις είχαν γραμμένες
στο χαρτάκι τους.

Η κάθε οικογένεια είχε την υποχρέωση να
αφήσει κάτι ανοιχτό για να μπει ο Άι Βασίλης
μέσα στο σπίτι. Παράθυρο, πόρτα, φεγγίτη...
Ο νικητής θα γινόταν «Άι Βασίλης της χρονιάς».
Όσο έκανε πετάλι, ο Άρης σκεφτόταν ότι
έπρεπε να μπει στο σπίτι του από την καμινάδα.
Πού να 'ξερε ότι θα τύχαινε σ' εκείνον το σπίτι του;
Βέβαια η καμινάδα ήταν αρκετά μεγάλη
αλλά θα έχανε πολύ χρόνο. «Θα το αφήσω στο
τέλος» σκέφτηκε και φρέναρε απότομα.
Είχε φτάσει!

Σχόλιο
Ο πρωταγωνιστής Άρης, είναι πολύ αφοσιωμένος στον γιο του - τον οποίο ίσως μεγαλώνει μόνος του, αφού δεν βρήκαμε κάποια αναφορά στη μητέρα του παιδιού. Κάποιοι μπορεί αρχικά να τον θεωρήσουν υπερβολικά φιλόδοξο, καθώς τον βλέπουν να αγωνίζεται παθιασμένα για να κερδίσει τον τίτλο του Άι Βασίλη της χρονιάς. Ό,τι κάνει όμως, το κάνει για να βοηθήσει τον γιο του να πιστέψει στη μαγεία των εορτών, όπως πίστευε και ο ίδιος όταν ήταν μικρός. Αυτός είναι και ο λόγος που μόλις ο ασπρομάλλης άγιος παρουσιάζεται στη σκεπή του, ο Άρης παραιτείται ουσιαστικά από τον αγώνα, τραβώντας το πόδι του από την καμινάδα για να παραχωρήσει προτεραιότητα στον πραγματικό Άγιο.

Από άποψη περιεχομένου, με προβλημάτισε λίγο η ευκολία με την οποία ο πρωταγωνιστής μπαίνει στη διαδικασία να τρυπώσει στο σπίτι του από την καμινάδα, αντί απλώς να χρησιμοποιήσει το κλειδί του και να ξεκλειδώσει την πόρτα. Και αυτό, γιατί το πλαίσιο των συνθηκών που διαμορφώνονται μέχρι τη στιγμή εκείνη, είναι αρκετά ρεαλιστικό - η κλήρωση στο δημαρχείο, οι κλοπές των ποδηλάτων, ο ανταγωνισμός, οι κανόνες του παιχνιδιού... Γιατί λοιπόν ο Άρης δεν αντιδρά φυσιολογικά; Ψάξαμε στην τάξη κάποια δικαιολογία και η καλύτερη που βρήκαμε ήταν ότι έχασε το κλειδί καθώς έκανε ποδήλατο και απέφυγε να χτυπήσει το κουδούνι για να μην ξυπνήσει τον γιο του που κοιμόταν! [όχι ότι το παιδί δεν θα ξυπνούσε από τον ήχο του πορτοκαλί κουμπιού λίγα λεπτά αργότερα]

Χρήση στην τάξη
Λόγω της φροντισμένης έκδοσης, της πολύχρωμης εικονογράφησης, αλλά και του χριστουγεννιάτικου περιεχομένου της ιστορίας, το βιβλίο προσφέρεται ιδιαίτερα για τη δραστηριότητα "οι μεγάλοι διαβάζουν στους μικρούς", στην οποία μαθητές μεγαλύτερων τάξεων που χρειάζονται εξάσκηση στην ανάγνωση, αναλαμβάνουν το ρόλο του "παραμυθά" και διαβάζουν ένα μικρό βιβλίο στα παιδιά της Α' Δημοτικού. Αυτό τους δίνει την ευκαιρία:
α) να βελτιωθούν στην μεγαλόφωνη ανάγνωση μέσα από την προπόνηση
β) να νιώσουν πιο υπεύθυνοι και ικανοί - αφού φέρνουν σε πέρας μια ιδιαίτερη "αποστολή"
γ) να απολαύσουν το κύρος του "καλού αναγνώστη" αφού συγκρίνονται με μαθητές κατώτερου αναγνωστικού επιπέδου, αλλά και
δ) να εισπράξουν την αγάπη που τα μικρότερα παιδιά προσφέρουν αφειδώς σε όσους τα ψυχαγωγούν.
Με ένα σμπάρο, ένα σωρό τρυγόνια δηλαδή!


Share/Bookmark

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013

Το αυτόγραφο

Υπόθεση
Όταν η δασκάλα της Δ' τάξης ζητάει από τα παιδιά να φέρουν στο σχολείο το αγαπημένο τους αντικείμενο, η Ερμιόνη παρουσιάζει ένα αυτόγραφο του Ροστροπόβιτς. Οι συμμαθητές της όμως την παίρνουν στο ψιλό, και την επόμενη μέρα αρχίζουν να παρουσιάζουν ένα σωρό ψεύτικα αυτόγραφα για να την κοροϊδέψουν. Η δασκάλα μετασχηματίζει τα πειράγματα σε μια νέα εργασία, που το αποτέλεσμά της θα ξαφνιάσει και την ίδια, καθώς θα αναδείξει την κρυμμένη δημιουργική πλευρά των μαθητών.
Bégouën, Max

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Καστανιώτης
Συγγραφέας: Σούζυ Μόργκενστερν (Susie Morgenstern)
Τίτλος Πρωτοτύπου: L' autographe
Bégouën, Max
Bégouën
Bégouën
Bégouën
Bégouën
Μετάφραση: Κατερίνα Φράγκου
Εικονογράφηση: Τερέζα Μπρον
ISBN: 960-03-3848-5
Έτος 1ης Έκδοσης: 2003 (στα ελληνικά 2004)
Σελίδες: 50
Τιμή: περίπου 2,5 με 10 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Δ', Ε', Στ', Γυμνάσιο

Κριτική
Σύντομο, ουσιαστικό και συγκινητικό διηγηματάκι, απαντάει σε αρκετά ερωτήματα και θέτει άλλα τόσα, όπως συμβαίνει με τα λογοτεχνικά βιβλία που συνήθως θεωρούμε σπουδαία. Προτείνεται σε μεσαίες και μεγάλες τάξεις, αλλά και σε εκπαιδευτικούς που ψάχνουν το θάρρος να εφαρμόσουν κάτι διαφορετικό στην τάξη τους!

  • Η μετάφραση μας μεταφέρει μια γλώσσα ζωντανή και σαφή
  • Πλοκή απλή και συμπαγής, χωρίς κενά
  • Ρεαλιστικοί ρυθμοί και αντιδράσεις

Αξίες - Θέματα
Εκπαίδευση, Διαφορετικότητα, Δημιουργικότητα, Χιούμορ

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Το φινάλε με τη συγκινητική παρουσίαση του αυτογράφου της ίδιας της δασκάλας.

Εικονογράφηση
Μονόχρωμη (πορτοκαλί) εικονογράφηση σχεδόν σε κάθε σελίδα, που βοηθάει αρκετά στην ξεκούραστη ανάγνωση και συμπληρώνει το κείμενο.

Απόσπασμα 
Ήταν ένα μικρό τσαλακωμένο χαρτάκι κι όμως η Ερμιόνη το είχε σαν θησαυρό. Σ’αυτό το τοσοδά χαρτάκι είχε γράψει με ορνιθοσκαλίσματα το όνομά του ο Ροστροπόβιτς, είχε υπογράψει το φοβερό αυτό χέρι που κρατούσε το δοξάρι κι έπαιζε βιολοντσέλο.

Έπαιζε κι η Ερμιόνη βιολοντσέλο.

Άκουγε τα σιντί  του Ροστροπόβιτς κάθε μέρα. Ένα βράδυ που είχε συνοδεύσει τη γιαγιά της σ’ ένα κοντσέρτο του μεγάλου μουσικού, ο Ροστροπόβιτς είχε υπογράψει το χαρτάκι που του είχε δώσει έξω από το καμαρίνι του. Πήρε η Ερμιόνη το χαρτάκι και το τοποθέτησε ευλαβικά μέσα στο λεύκωμά της.

Όταν η δασκάλα της Τετάρτης δημοτικού, η κυρία Ντομινίκ, ζήτησε από τα παιδιά να φέρουν το πολυτιμότερό τους αντικείμενο, η Ερμιόνη δε δίστασε καθόλου κι έβαλε το αυτόγραφο στη σάκα της.

εκείνη τη μέρα τα παιδιά φτάσανε στο σχολείο με παραφουσκωμένες σάκες, με κουτιά και σακούλες, για να δείξουν τα αντικείμενα που αγαπούσαν και να εξηγήσουν γιατί τους ήταν πολύτιμα. Όμως κανένα παιδί δεν έφερε κάτι τόσο περίεργο όσο το αυτόγραφο της Ερμιόνης. Όλα τα άλλα αντικείμενα μπορούσε κανείς να τα βρει και στο εμπόριο.

Ο Ξαβιέ ξετύλιξε τον αρκούδο του και είπε:
- Χωρίς αυτόν δεν μπορώ να αποκοιμηθώ.

Ο Φρεντερίκ έδειξε το κλειδί του σπιτιού του, που κρεμόταν στο λαιμό του:
- Χωρίς σπίτι θα ζούσα στο δρόμο σαν αλήτης

Η Σουέλα είχε φέρει μια φραντζόλα ψωμί:
- Για να ξεκινήσει καλά η μέρα.

Ο Νικολά έβαλε το ξυπνητήρι του να χτυπήσει: αυτό τον ξύπναγε κάθε πρωί για να πάει στο σχολείο.

Ο Ρομάν έδειξε με καμάρι το Playstation 2:
- Είναι το ωραιότερο χριστουγεννιάτικο δώρα που πήρα ποτέ!

Ο Σεμπαστιάν έβγαλε κι έδειξε τα γυαλιά του, μετά τα ξαναφόρεσε:
- Χάρη σ’ αυτά βλέπω καθαρά.

Η Ελέν έβγαλε από την τσέπη της το βασιλιά από το σκάκι.
- Προπονούμαι για να γίνω πρωταθλήτρια.

Ο Αλέξανδρος όχι μόνο έφερε το αγαπημένο του πανάκι, αλλά έδειξε και πώς το χρησιμοποιούσε. Το τύλιγε ανάμεσα στο δάχτυλά του και το ‘τριβε στο μάγουλό του.

Ο Ζοζέ έδειξε το μενταγιόν του, που είχε χαραγμένο ένα χάρτη της Κορσικής.

- Είναι η πατρίδα μου.

Ο Ζερεμί τους κατέπληξε όταν έβγαλε το σκύλο του από την κρυψώνα του.
- Ορίστε ο Μουσκύλος! Τραγουδάει στ’ αλήθεια.

Ο Ζερεμί άρχισε να τραγουδάει πολύ δυνατά το τραγούδι των γενεθλίων κι ο σκύλος τον συνόδευε με ουρλιαχτά. Η δασκάλα δεν ήξερε τι να πει.
- Ο σκύλος είναι αντικείμενο;

Αμέσως μετά τον Μουσκύλο ήρθε κι η σειρά της Ερμιόνης.
- Ωραία, είπε. Αφού ο Μουσκύλος προσπαθεί, εγώ θα σας παρουσιάσω έναν ΑΛΗΘΙΝΟ μουσικό.

Έδειξε το τσαλακωμένο χαρτάκι με το όνομα «Ροστροπόβιτς».

- Αυτό το χαρτάκι το ακούμπησαν τα χέρια μιας ιδιοφυΐας, είπε.

Αλλά τα άλλα παιδιά δεν έδειξαν να εντυπωσιάζονται.

Ζήλεψαν περισσότερο το επόμενο αντικείμενο, αυτό που είχε φέρει η Κλαίρη: μια σοκολάτα.

Σχόλιο
Εντύπωση προκαλεί η ρεαλιστικότητα των καταστάσεων στο σχολείο. Η συγγραφέας δεν φοβάται να παρουσιάσει τις αντιδράσεις των συμμαθητών της Ερμιόνης, τις ανθρώπινες αμφιβολίες της δασκάλας, αλλά και τα σχόλια κάποιων γονέων για τις εργασίες που αυτή βάζει στα παιδιά (σ.44-5 Δεν ήθελα να πλαστογραφήσω και την υπογραφή του, επειδή ο μπαμπάς μου λέει ότι είναι παράνομο). Αυτή η απουσία συμβάσεων κάνει το διήγημα να μοιάζει περισσότερο με μια φέτα καθημερινότητας βγαλμένη από την πραγματική ζωή και τονώνει το ενδιαφέρον των αναγνωστών.

Το θρησκευτικό συναίσθημα κάποιων ίσως ενοχληθεί με την απόφαση της μαθήτριας Ζυλί να παρουσιάσει το αυτόγραφο του Χριστού (σ.23): Αν και πεθαμένος (...) Ήταν υπέροχος τύπος! Φυσικά για εμάς τους χριστιανούς δεν θεωρείται ούτε πεθαμένος ούτε και "τύπος", αλλά ας μην ξεχνάμε ότι η συγγραφέας είναι στο θρήσκευμα εβραία και επιπλέον ζει στη Γαλλία.
Χρήση στην τάξη
Το κείμενο κράτησε το ενδιαφέρον των μαθητών, εκτός ίσως από το σημείο στο οποίο η συγγραφέας αναφέρεται στον πόνο της δασκάλας, το ότι δηλαδή συχνά πυκνά αντιμετωπίζει προβλήματα με τους γονείς όταν προσπαθεί να κάνει κάτι πιο "προχωρημένο" από τα όσα προβλέπονται. Τα παιδιά δέχτηκαν με χαρά να προσπαθήσουμε να εφαρμόσουμε στην τάξη μια δραστηριότητα αντίστοιχη με αυτή της κυρίας Ντομινίκ. Ετοίμασαν λοιπόν στο σπίτι ένα ψεύτικο αυτόγραφο από μια ιστορική προσωπικότητα που θαυμάζουν. Όταν δυο μαθήτριες παρουσίασαν αυτόγραφα από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή και τη Χουρρέμ (!) αντίστοιχα, αφιερώσαμε λίγο χρόνο στο να συζητήσουμε για τις ιστορικές αυτές προσωπικότητες και να διαπιστώσουμε τι στ' αλήθεια γνωρίζουμε για εκείνες, πέρα από τα όσα μας σερβίρει η τηλεόραση.

Δοκιμάσαμε και κάτι διαφορετικό. Ο κάθε μαθητής πήρε μια εκτυπωμένη φωτογραφία του εαυτού του (η εκτύπωση έγινε εκτός σχολείου σε χαρτονάκι Α4) και την υπέγραψε με μια ιδιότητα που θα έχει στο μέλλον, π.χ. σε 50 χρόνια από τώρα. Άλλα παιδιά υπέγραψαν ως αθλητές, άλλα ως επιστήμονες και ορισμένα ως καλλιτέχνες ή εκπαιδευτικοί. Μετά, θα κολλούσαμε απλώς τα αυτόγραφά μας στον τοίχο και θα τα καμαρώναμε. Είχαμε ωστόσο την τύχη, την ίδια μέρα να επισκεφθεί το σχολείο μας η φιλαρμονική του Δήμου Αθηναίων. Επωφελούμενοι από την κατάσταση, και αφού απολαύσαμε τη μουσική που μας χάρισαν τα μέλη της ορχήστρας, τους παρακαλέσαμε να μας χαρίσουν και τα αυτόγραφά τους, που τελικά μπερδεύτηκαν με τα δικά μας σε μια χαριτωμένη σαλάτα (βλ. φωτογραφίες).
Μια άλλη ενδιαφέρουσα παραλλαγή, θα ήταν ο δάσκαλος να καλέσει τους μαθητές να ανταλλάξουν μπλοκάκια, γράφοντας αφιερώσεις ο ένας στον άλλον με τη μορφή στίχων, όπως κάνει η Ερμιόνη στο σημειωματάριο του Ζερεμί:

Ο Θεός έφτιαξε τα ζώα πάνω στη γη,
τα ψάρια στης θάλασσας τα βάθη,
ο Θεός έφτιαξε κι εσένα, Ζερεμί,
ε, τι να κάνουμε, όλοι κάνουν λάθη.

Καλό θα είναι βέβαια να γίνει έλεγχος των ποιημάτων ώστε να μην επιτρέψουμε σε φράσεις που προσβάλλουν ή προκαλούν να κάνουν την εμφάνισή τους. Το γαλλικό χιούμορ διαφέρει αρκετά από το ελληνικό τόσο στο περιεχόμενο όσο και στον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνεται.

Θα μπορούσαμε τέλος με αφορμή το κείμενο, να μιλήσουμε για το βιολοντσέλο ως όργανο αλλά και τον μεγάλο καλλιτέχνη Ροστροπόβιτς, προβάλλοντας κάποιο βίντεο, ή απλώς  αναπαράγοντας εκτελέσεις του την ώρα που οι μαθητές εργάζονται στις παραπάνω δραστηριότητες.



Share/Bookmark

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Τα μαγικά μαξιλάρια

Υπόθεση
Ο βασιλιάς Αρπατίλαος στύβει τους υπηκόους του σαν λεμονόκουπες, για να δουλεύουν όλο και περισσότερο και να γεμίζουν το στέμμα του πετράδια. Με μια σειρά από μέτρα, απαγορεύσεις και νόμους που προάγουν την εργασία και τα εργοστάσια, έχει μετατρέψει τη ζωή των πολιτών της Ουρανούπολης σε μια γκρίζα κόλαση. Όπως είναι φυσικό όλοι τον μισούν γι' αυτό, και στρώνουν στο δρόμο του μπανανόφλουδες για να πέφτει. Τότε και κείνος, συγκαλεί την Τρόικα των συμβούλων του, που καταλήγει σε ένα καταχθόνιο σχέδιο:  Να κατασκευάσουν για τους Ουρανουπολίτες μαγικά μαξιλάρια που θα τους στερήσουν τα όμορφά τους όνειρα και θα τους γεμίσουν με απαίσιους εφιάλτες! Τι θα συμβεί άραγε όταν το μοχθηρό του πλάνο μπει σε εφαρμογή; Υπάρχει σωτηρία από ένα μέλλον που διαγράφεται μαύρο;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Ευγένιος Τριβιζάς
Εικονογράφηση: Βαγγέλης Παυλίδης
ISBN: 978-960-293-731-9
Έτος 1ης Έκδοσης: 1992
Σελίδες: 55
Τιμή: περίπου 4 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Γ', Δ', Ε', Στ', Γυμνάσιο

Κριτική
Μια από τις κορυφαίες ιστορίες του κορυφαίου Έλληνα παραμυθά: καλογραμμένη, χαριτωμένη, αλλά ταυτόχρονα σοβαρή και επίκαιρη. Προτείνεται σε μαθητές των μεσαίων και μεγάλων τάξεων και σε όσους ενηλίκους αναρωτιούνται πώς μπορούμε να ξεφύγουμε από την καταπίεση των Αρπατίλαων που μας κυβερνούν. Από τα βιβλία που καλό είναι να βρίσκονται σε κάθε παιδική βιβλιοθήκη.

  • Ζωντανή, παιχνιδιάρικη γλώσσα γεμάτη χιούμορ
  • Γλαφυροί χαρακτήρες
  • Πλοκή που κρατάει το ενδιαφέρον ως το τέλος
  • Ωφέλιμο και ελπιδοφόρο μήνυμα 
  • Μικρά κεφάλαια με σύντομη περίληψη στο ξεκίνημα
  • Εξαιρετική εικονογράφηση και πρωτογράμματα

Αξίες - Θέματα
Εκπαίδευση, Δημοκρατία, Χιούμορ, Περιπέτεια, Γενναιότητα

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όπου ο Βουλίμιος Βλήμας και έξι φρουροί μπαίνουν για έλεγχο στην τάξη του κυρίου Αντώνη με κίνδυνο να πιάσουν τους μαθητές στα πράσα! (σ. 38-43)

Εικονογράφηση

Απόσπασμα
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα που την έλεγαν Ουρανούπολη, βασίλευε ένας μισητός άρχοντας, ο Αρπατίλαος ο πρώτος. Ο άρχοντας αυτός είχε δώδεκα κορόνες. Κάθε μήνα, δηλαδή, άλλαζε κορόνα. Είχε επίσης ένα χρυσό τηλεσκόπιο και ένα φτερό από κοράκι. Πρώτα θα σας πω τι έκανε με το φτερό από κοράκι και μετά θα σας πω τι έκανε με το τηλεσκόπιο: Με το φτερό έγραφε νόμους. Όχι όμως συνηθισμένους νόμους. Νόμους απαίσιους και φοβερούς.

Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, ήθελε οι υπηρέτες του να δουλεύουνε ασταμάτητα στα ορυχεία και να βγάζουνε πολύτιμα πετράδια, για να στολίζει τις δώδεκα βασιλικές κορόνες του. Γι’ αυτό είχε βγάλει ένα νόμο που καταργούσε τις Απόκριες, τα διαλείμματα των σχολείων, τα πάρτι των γενεθλίων και τις Κυριακές. Σύμφωνα με το νόμο αυτό, οι Κυριακές άλλαζαν όνομα: Βαφτίζονταν «Προδευτέρες» και δεν ξεχώριζαν στο παραμικρό απ’ τις κανονικές Δευτέρες.

Ένας άλλος νόμος πάλι όριζε ότι όλα τα λούνα παρκ και οι παιδικές χαρές έπρεπε να κλείσουν και στη θέση τους να στηθούν πέτρινες φυλακές. Τις φυλακές τις είχε ανάγκη ο Αρπατίλαος, για να κλείνει όσους παραβίαζαν τον προηγούμενο νόμο  και τολμούσαν να σβήσουνε κεράκια γενεθλίων ή να ντυθούνε πιερότοι ή μπαλαρίνες τις Απόκριες ή να μην πάνε σχολείο την Προδευτέρα.

Και επειδή οι φυλακές χρειάζονται λουκέτα και συρματοπλέγματα, είχε βγάλει έναν άλλο νόμο, που όριζε ότι όλοι οι ανθόκηποι και τα πάρκα έπρεπε να πυρποληθούν και στη θέση τους να χτιστούν εργοστάσια κατασκευής λουκέτων και πλεκτήρια συρματοπλεγμάτων.

Και να’ ταν μόνο αυτοί οι νόμοι!... Δεν ήταν… Είχε βγάλει τόσους πολλούς νόμους ο Αρπατίλαος, που οι ταλαίπωροι οι Ουρανουπολίτες, ό,τι και να κάνανε, δεν μπορεί, όλο και κάποιον θα παραβιάζανε.

Ο λόξιγκας, ας πούμε, απαγορευόταν αυστηρά· κι όποιος φταρνιζόταν ή έξυνε τη μύτη του ή έκανε κατακόρυφο στο μπαλκόνι του έπρεπε να πληρώνει βαρύ πρόστιμο.

Τώρα που σας είπα τι έκανε με το μαύρο φτερό, έφτασε η ώρα να σας πω τι έκανε με το τηλεσκόπιο. Το έπαιρνε λοιπόν, πήγαινε στον πιο ψηλό πύργο του παλατιού, που είχε δώδεκα παράθυρα, και παρατηρούσε την επικράτειά του, που απλωνόταν σαν πιάτο ολόγυρά του. Μόλις έβλεπε κάτι που του άρεσε, την πιο λαχταριστή τηγανητή πατάτα στο τηγάνι καμιάς νοικοκυράς, ας πούμε ή την πιο σπαρταριστή τσιπούρα στα δίχτυα κανενός ψαρά, ειδοποιούσε με το γουόκι τόκι τους φρουρούς του, που έσπευδαν με τις μοτοσικλέτες τους, την άρπαζαν, την έβαζαν σε μια χρυσή χαρτοσακούλα και του την έφερναν.

Δεν είναι λοιπόν ν’ απορεί κανείς που οι Ουρανουπολίτες αντιπαθούσαν φοβερά τον Αρπατίλαο. Καμιά φορά, μάλιστα, του έβγαζαν τη γλώσσα ή έκαναν γκριμάτσες πίσω από την πλάτη του. Άλλοτε πάλι, τάχατες από απροσεξία, πετούσαν μπανανόφλουδες μπροστά στην πύλη του παλατιού, για να γλιστράει και να πέφτει, όταν έβγαινε από το παλάτι, για να επιθεωρήσει τα ορυχεία.

Σχόλια
Τι συμβαίνει όταν σε μια κοινωνία χάνεται η ελπίδα; 
Τι κάνουν οι φαταούλες της εξουσίας όταν κανείς δεν διαμαρτύρεται για τα νέα μέτρα;
Ποιος μπορεί να δώσει νέο όραμα στους ανθρώπους, ώστε να αναζητήσουν ένα καλύτερο αύριο; 

Με τα άκρως επίκαιρα αυτά ερωτήματα και άλλα, ασχολείται η κλασική πια τούτη ιστορία. Όποιος τη διαβάσει θα βρει και τις σχετικές απαντήσεις, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στην περίπτωση της Ουρανούπολης. Το επόμενο βήμα είναι να τις προσαρμόσουμε και στη δική μας κοινωνία, που κοντεύει να σταματήσει να ονειρεύεται αλλά και να σκέφτεται, τουλάχιστον με γνώμονα τις αξίες που πρέπει. Μάλλον ξεχάσαμε το πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος.

Το βιβλίο είναι έτσι κι αλλιώς από τα πιο αγαπημένα των παιδιών και ανεβαίνει διασκευασμένο κάθε χρόνο σε δεκάδες σχολικές παραστάσεις. Πριν από λίγο καιρό μάλιστα το είχαμε απολαύσει και στο Εθνικό Θέατρο σε μια φαντασμαγορική παραγωγή της οποίας τα τραγούδια κυκλοφορούν πλέον ελεύθερα στο διαδίκτυο.

Χρήση στην τάξη
Τα πανέμορφα πρωτογράμματα του Βαγγέλη Παυλίδη μπορούν να αποτελέσουν έμπνευση για να δοκιμάσουμε να ζωγραφίσουμε και μεις τα δικά μας στην τάξη! Τι εικόνες θα διαλέγατε εσείς για να στολίσετε το πρώτο γράμμα του ονόματός σας; 




Τα μαγικά μαξιλάρια της τρόικας του Αρπατίλαου είναι γεμάτα απαίσια πράγματα και προκαλούν εφιάλτες σε όσους τα χρησιμοποιούν. Αν, μιμούμενοι τους μαθητές του Αντώνη, αποφασίζατε αύριο να φτιάξετε τα δικά σας αντιεφιαλτικά μαξιλάρια, τι θα βάζατε μέσα τους για να δείτε τα ομορφότερα όνειρα στον κόσμο και να γεμίσετε ελπίδα τους συνανθρώπους σας;

Share/Bookmark

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

Η ισχυρή μύτη του Νέστορα Ασημομύτη - τρεις ιστορίες μυστηρίου

Υπόθεση
Ο πιο διάσημος τυφλοπόντικας της πόλης, Νέστορας Ασημομύτης, μας παρουσιάζεται μέσα από τρεις υποθέσεις μυστηρίου: Στην πρώτη αναζητά και ανακαλύπτει τον κλέφτη του σκήπτρου του Βικέντιου Ποντίφικου, γενάρχη των τυφλοποντίκων. Στη δεύτερη, ακολουθώντας τα ίχνη των κόκκινων πυγολαμπίδων, μας δίνει ένα μάθημα ειρήνης και συμφιλίωσης. Στην τελευταία, συμμετέχει στο διαγωνισμό για τα πιο καυτερά ραπανάκια και βάζει σε δοκιμασία τον πολλά υποσχόμενο μαθητή του Οδυσσέα Σγουρό.

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Ελένη Μπακογεώργου
Εικονογράφηση: Ελίζα Βαβούρη
ISBN: 978-960-16-4694-7
Έτος 1ης Έκδοσης: 2013
Σελίδες: 71
Τιμή: περίπου 6 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Γ', Δ', Ε'
άλλη κριτική εδώ κι εδώ

Ευχαριστούμε πολύ την κ. Μπακογεώργου για τη δωρεά ενός αντιτύπου στη βιβλιοθήκη της τάξης μας και της ευχόμαστε πολλές επιτυχίες στη συγγραφική της συνέχεια!

Κριτική
Ένα χαριτωμένο συγγραφικό ξεκίνημα από την ταλαντούχα φίλη Ελένη Μπακογεώργου. Οι τρεις ιστορίες μας εισάγουν σε έναν κόσμο με ενδιαφέροντες χαρακτήρες και πανανθρώπινα διδάγματα. Η γλώσσα, η έκφραση και τα νοήματα είναι όμως μάλλον περίπλοκα για τα παιδιά στα οποία προτείνεται το βιβλίο από τον εκδότη (το τοποθετεί στη συλλογή σπουργιτάκια 6+), ενώ θεωρούμε ότι θα ταιριάξουν περισσότερο στις λίγο πιο έμπειρες, μεσαίες τάξεις. Αναμένουμε με χαρά τη συνέχεια στις περιπέτειες του Νέστορα!

  • Ενδιαφέροντες, γλαφυροί και εξελίξιμοι χαρακτήρες
  • Ζωντανή γλώσσα, θετική ατμόσφαιρα
  • Πολύ συμπαθητική εικονογράφηση

  • Η πρώτη ιστορία ολοκληρώνεται κάπως βιαστικά
  • Μικρά προβλήματα στην επιμέλεια (τυπογραφικά, ορθογραφικά, επαναλήψεις)

Αξίες - Θέματα
Ειρήνη, Εξυπνάδα, Εκπαίδευση, Υπομονή

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Όπου Νέστορας αναθυμάται τη ρομαντική του αγάπη για την ωραιότερη ποντικίνα των Αθηνών και τη διηγείται στον μαθητή του! (σ.66-67) -βλ. και εικόνα που ακολουθεί

Εικονογράφηση

Απόσπασμα 
Σ’ ένα υπόγειο διαμέρισμα που οι γείτονες νομίζουν άδειο στο κέντρο της Αθήνας, ζει ο πιο διάσημος Τυφλοπόντικας της πόλης, ο Νέστορας Ασημομύτης. Στα νιάτα του έκανε πολλά ταξίδια στο εξωτερικό. Συμμετείχε στις πιο επικίνδυνες αποστολές που συμμετείχε ποτέ Τυφλοπόντικας. Όλες οι αποστολές του στέφθηκαν με επιτυχία. Τώρα πια, όμως, έχει γεράσει και σπάνια διαβάζουμε το όνομά του σ’ εφημερίδες και περιοδικά…

Ο Νέστορας Ασημομύτης δεν επέλεξε αυτό το διαμέρισμα τυχαία. Ένας κοσμογυρισμένος Τυφλοπόντικας σαν κι αυτόν, ένας μεγάλος ανιχνευτής, χρειάζεται ένα σπίτι βολικό. Ένα σπίτι που να μπορεί τα απογεύματα, όπως τώρα ,να τα περνάει καθισμένος βολικά στον καναπέ διαβάζοντας βιβλία μυστηρίου.

Ξαφνικά, κι ενώ σχεδόν τον έχει πάρει ο ύπνος στο σαλόνι, ακούγεται ένα χτύπημα στην πόρτα του…

«Κύριε Νέστορα, είστε μέσα;»

«Μπα σε καλό μου! Οχτώ η ώρα! Είναι περασμένο απόγευμα. Ποιος μου χτυπάει την πόρτα τέτοια ώρα;» Ο κύριος Νέστορας σηκώθηκε από την πολυθρόνα βαριεστημένα. «Τώρα, έρχομαι!»
Στην πόρτα στέκεται ένας νεαρός Τυφλοπόντικας:

«Επείγον μήνυμα για τον κύριο Νέστορα Ασημομύτη!» φωνάζει.

«Μήνυμα; Για μένα;» αναρωτήθηκε ο κύριος Νέστορας. Αμέσως η διάθεσή του άλλαξε: «Λες να εγκρίθηκε η σύνταξή μου; Μετά από τριάντα ολόκληρα χρόνια αφοσιωμένης εργασίας στην υπηρεσία του συλλόγου Τυφλοποντίκων «Ο καλός λαγουμιτζής» ήρθε επιτέλους ο καιρός να ησυχάσω και να ασχοληθώ με την κηπουρική; Πες μου, λοιπόν, νεαρέ, τι μήνυμα είναι αυτό;»

Ο αγγελιοφόρος πήρε βαθιά ανάσα και άρχισε:

Νέστορα Ασημομύτη, μεγάλε ανιχνευτή των λαγουμιών της Δύσης, 
των τριακοσίων νομισμάτων χρυσού και της μυστικής γαλέρας,

Σε παρακαλώ να παρουσιαστείς στον σύλλογό μας 
για θέμα μεγάλης ανάγκης το συντομότερο δυνατό. 
Χρειαζόμαστε τη βοήθειά σου οπωσδήποτε. Κάτι μυρίζει άσχημα. 
Μόνο εσύ με την ισχυρή σου μύτη μπορείς να λύσεις το μυστήριο.

Με σεβασμό,
ο πρόεδρος του συλλόγου,
Ιγνάτιος Ρινιέ

Ο κύριος Νέστορας άρπαξε την καμπαρντίνα και την ομπρέλα του και έτρεξε στα γραφεία του συλλόγου «ο καλός λαγουμιτζής», του οποίου ήταν επίτιμο μέλος.

«Ένας διάσημος  Τυφλοπόντικας σαν του λόγου μου δε θα μπορούσε ποτέ να απογοητεύσει αυτούς που ζητούν τη βοήθειά του» μουρμούρισε κλείνοντας πίσω του την πόρτα.

Ούτε λίγο ούτε πολύ τα πράγματα ήταν άσχημα για τους Τυφλοπόντικες. Τα γραφεία του συλλόγου ήταν άνω κάτω. Χαρτιά σκορπισμένα παντού, τζάμια σπασμένα, κουρτίνες κουρελιασμένες. Καθώς ο κύριος Νέστορας μπήκε μέσα, η ευαίσθητη μύτη του έπιασε στον αέρα τον φόβο. Οι Τυφλοπόντικες ψιθύριζαν τρομαγμένοι στην αίθουσα εκδηλώσεων και οι φύλακες στέκονταν άπραγοι στη μεγάλη σάλα, όπου η προτομή του Βικέντιου Ποντίφικου, του πατέρα των Τυφλοποντίκων, ατένιζε σιωπηλά τον κόσμο από τη βάση της.

Ο Ιγνάτιος Ρενιέ, περπατούσε πάνω κάτω στο δωμάτιο νευρικά. Μόλις είδε τον κύριο Νέστορα, έσπευσε να του σφίξει το χέρι.

«Νέστορα, άλλο να σ’ το λέω και άλλο να το μυρίζεις…» είπε και κοίταξε το ρολόι τσέπης του, όπως έκανε πάντα όταν ήταν νευρικός. «Δεν είναι μια απλή υπόθεση, είναι ό,τι χειρότερο έχει συμβεί στην ιστορία μας! Μόνο η πείρα σου μπορεί να μας βγάλει από τη δύσκολη θέση… μας κλέψανε το σκήπτρο του Βικέντιου Ποντίφικου!»

Σχόλια
Μέσα σ' ένα κλίμα μάλλον χαλαρού μυστηρίου -μια και οι σούπερ ικανότητες του Νέστορα Ασημομύτη εγγυώνται ότι κάθε υπόθεση θα έχει ευτυχή κατάληξη- οι αναγνώστες θα μάθουν ότι η εξυπνάδα και οι καλές σχέσεις με τους άλλους είναι στοιχεία πολύ σημαντικά αν θέλει κανείς να προχωρήσει με επιτυχία στη ζωή του. Ο διάσημος τυφλοπόντικας καταφέρνει να αντιμετωπίσει κάθε πρόβλημα χάρη στο κοφτερό του μυαλό και σ' ένα δίκτυο φίλων - πληροφοριοδοτών στο οποίο περιλαμβάνονται όχι μόνο ποντικοί αλλά και κουκουβάγιες, αράχνες, κ.ά.  

Θα μάθουν επίσης ότι αν διαβάζουν τα μαθήματά τους, εκτός από καλοί μαθητές, θα γίνουν και ικανοί, υπεύθυνοι και αξιόπιστοι άνθρωποι, και θα μπορούν ευκολότερα να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Το παράδειγμα δίνει ο Οδυσσέας Σγουρός, που (σ.34) σφίγγει τα δόντια και μελετάει ακατάπαυστα, έχοντας βάλει στόχο της ζωής του να γίνει σπουδαίος ανιχνευτής.

Πριν ολοκληρώσουμε, να αναφερθώ σ' ένα σημείο που προσωπικά βρήκα προβληματικό: Στο τέλος της πρώτης ιστορίας (σ.26), όπου οι τυφλοπόντικες καταφέρνουν χάρη στις οδηγίες του Νέστορα Ασημομύτη να ξεθάψουν το κλεμμένο σκήπτρο του γενάρχη τους, η σκηνή όχι μόνο δεν φωτίζεται, αλλά σχεδόν υπονοείται. Προφανώς, το βάρος της αφήγησης πέφτει στις ενέργειες του πρωταγωνιστή που φρόντισε στις 15 προηγούμενες σελίδες να λύσει το μυστήριο, όμως θεωρώ ότι οι μικροί αναγνώστες ίσως θα περιμένουν κάτι περισσότερο από την κορύφωση της πλοκής.

Χρήση στην τάξη
Στην τάξη μπορούμε με αφορμή τις περιπέτειες του Ασημομύτη να επικεντρωθούμε στην αίσθηση της όσφρησης, που στις μέρες μας (και ειδικά στις μεγάλες πόλεις) είναι αρκετά παραμελημένη. Όπως σε μια από τις δραστηριότητες που πραγματοποιεί η συγγραφέας στις παρουσιάσεις της, μπορούμε φορώντας στους μαθητές μας μια καλύπτρα στα μάτια, να τους καλέσουμε να εντοπίσουν διάφορα τρόφιμα και άλλα υλικά που χρησιμοποιούν καθημερινά (γόμα, μολύβι, βιβλίο) από τη μυρωδιά τους. Πόσο εξασκημένοι είναι άραγε οι σύγχρονοι μαθητές στο να χρησιμοποιούν τη μύτη τους;
Θα μπορούσαμε επίσης να κάνουμε στην τάξη μας μια μικρή παρουσίαση του τυφλοπόντικα, αυτού του μάλλον άγνωστου ζώου, και έπειτα να δοκιμάσουμε να τον ζωγραφίσουμε:

Το επιστημονικό του όνομα στα ελληνικά είναι ασπάλαξ. Ο τυφλοπόντικας έχει μήκος 12 εκατοστά, σώμα κυλινδρικό, κοντή ουρά, πυκνό και μαλακό τρίχωμα σαν μαύρο μετάξι. Δεν έχει καλή όραση, έχει όμως οξεία όσφρηση και ακοή. Τα μπροστινά πόδια του είναι κοντά κι οπλισμένα με νύχια για να σκάβει. Κατασκευάζει υπόγειες στοές με βάθος 50-60 εκατοστών, κοντά στις όχθες ποταμών. Η φωλιά του αποτελείται από ένα κεντρικό θάλαμο όπου μένει και από σήραγγες όπου καταφεύγει σε περίπτωση κινδύνου. Βγαίνει το βράδυ για να βρει την τροφή του. Τρώει σκουλήκια, σαλιγκάρια, έντομα, κάμπιες, βατράχια, σκαθάρια κλπ. Είναι ωφέλιμο ζώο. Οι γεωργοί το αγαπούν, γιατί καταστρέφει τα ζωύφια και τα έντομα. Όταν όμως εγκατασταθεί σε λαχανόκηπο, προξενεί ζημιές, γιατί με τις υπόγειες στοές που κατασκευάζει ξεραίνονται οι ρίζες των λαχανικών.


Share/Bookmark

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

Μουμού

 
Υπόθεση
Ο κωφάλαλος χωρικός Γκαράσιμ (Γεράσιμος - Герасим), γιγαντόσωμος και χειροδύναμος, δουλεύει στον κήπο μιας γριάς αρχόντισσας στη Μόσχα. Ερωτεύεται την ντροπαλή πλύστρα της Τατιάνα· πριν όμως προλάβει να τη ζητήσει σε γάμο, η πλούσια γριά αποφασίζει να τη δώσει γυναίκα σε έναν μεθύστακα τσαγκάρη. Απογοητευμένος ο γίγαντας, βρίσκει παρηγοριά στη φροντίδα της Μουμού, μιας σκυλίτσας που σώζει από πνιγμό και που γίνεται η καλύτερη φίλη του. Όμως η αρχόντισσα παρεμβαίνει και πάλι: τσαντισμένη που το σκυλάκι δεν τη συμπαθεί, διατάζει να το διώξουν από το σπίτι. Θα υπακούσει άραγε ο καλόκαρδος γίγαντας στις προσταγές της κυρίας του;
Bégouën, Max

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ωκεανίδα
Συγγραφέας: Ιβάν Τουργκένιεφ (Иван Сергеевич Тургенев)
Τίτλος Πρωτοτύπου: Mymy
Μετάφραση: Πέτρος Ανταίος
Εικονογράφηση: Σ. Μπόημ (ίσως εννοείται η  Elizaveta Merkurievna Boehm 1843-1914)
ISBN: 960-410-003-3
Έτος 1ης Έκδοσης: 1854 (στα ελληνικά 1996)
Σελίδες: 66
Τιμή: περίπου 6 ευρώ (δεμένο)
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Άλλη κριτική εδώ
Τάξεις: Στ', Γυμνάσιο
Για τους γλωσσομαθείς, το διήγημα διατίθεται για ανάγνωση ή ακρόαση δωρεάν (στα ρωσικά)!

Κριτική
Δραματικό διήγημα με κοινωνικές προεκτάσεις και ζωοφιλικά μηνύματα. Λόγω του σοβαρού ύφους και της απουσίας αίσιας κατάληξης, μπορούμε να το προτείνουμε μόνο σε εφήβους. Η κάποιες φορές απαιτητική του γλώσσα απευθύνεται σε έμπειρους αναγνώστες, μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων του δημοτικού και του γυμνασίου. Θα το εκτιμήσουν ιδιαίτερα όσοι αναζητούν μια ήπια εισαγωγή στην κλασική ρωσική λογοτεχνία (Αντίστοιχα θα μπορούσαμε να προτείνουμε τη "Μύτη" και τον "Τάρας Μπούλμπα" του Γκόγκολ, όπως και τον "Παίκτη" του Ντοστογιέφσκι). Η ανάρτησή μας αφιερωμένη στην Οκτωβριανή επανάσταση, που θέριεψε τέτοιες μέρες (7 Νοεμβρίου 1917), πριν εκατό περίπου χρόνια. Τα παιδιά της τάξης το διαλέγουν συχνά από τη βιβλιοθήκη, χάρη στο ελκυστικό του εξώφυλλο, το μικρό του μέγεθος και τον χαριτωμένο τίτλο. Καμιά φορά όμως το επιστρέφουν απογοητευμένα: "Δεν μου άρεσε, έχει λυπητερό τέλος", είπε προχτές η Αλεξάνδρα και το έβαλε στη θέση του.

  • Συγκινητική ιστορία 
  • Αυθεντικοί χαρακτήρες
  • Λογοτεχνικότητα

  • Υπάρχουν σημεία στην πλοκή (όπως η συνάντηση οικονόμου - τσαγκάρη) που οι μαθητές μπορεί να βρουν στατικά / βαρετά
  • Κάποιες φορές η μετάφραση μοιάζει βγαλμένη από άλλη εποχή (σ.13 διασαλευόμενη ηθική υπόσταση σ.27 δήλωσε εις επήκοον όλων) και δυσκολεύει τους πιο μικρούς

Αξίες - Θέματα
Ζωοφιλία, Αναπηρία, Διαφορετικότητα, Ανισότητα, Αγάπη

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Η τελευταία νύχτα της σκυλίτσας, όπου ο γίγαντας την περιποιείται, την βγάζει βόλτα φορώντας τα καλά του, της κάνει το δείπνο και αφού την αποχαιρετήσει με δυο δάκρυα, την οδηγεί στο ποτάμι.

Εικονογράφηση
Προσεγμένη και σίγουρα μέσα στο κλίμα, αλλά λίγο "παλαιού τύπου"
Απόσπασμα 
Σε κάποιον απόμακρο δρόμο της Μόσχας, σ’ ένα γκρίζο σπίτι με λευκές κολόνες, ζούσε μια αρχόντισσα, χήρα, τριγυρισμένη από ένα πλήθος υπηρετικό προσωπικό.

Οι γιοί της εργάζονταν στην Πετρούπολη και οι κόρες της είχαν παντρευτεί. Έβγαινε σπάνια και ζούσε μοναχικά τα στερνά χρόνια από τα φειδωλά και βαρετά γερατειά της.

Απ’ όλους εκείνους τους υπηρέτες και τις υπηρέτριες το πιο αξιόλογο πρόσωπο ήταν ο θυρωρός-φύλακας, ο Γκαράσιμ, ένας γίγαντας δυο μέτρα ψηλός, κωφάλαλος από γεννησιμιού του.  Η αρχόντισσα τον είχε πάρει απ’ το χωριό του, όπου ζούσε απομονωμένος σε μια καλύβα χώρια από τ’ αδέρφια του∙ τον θεωρούσαν εκεί τον πιο άξιο δουλοπάροικο – δουλευτή στα χωράφια του τσιφλικά. 

Προικισμένος με ασυνήθιστη δύναμη, δούλευε όσο τέσσερις, βγάζοντάς τα πέρα και με την πιο δύσκολη δουλειά. Και ήταν χάρμα να τον βλέπεις όταν όργωνε, κι έλεγες, καθώς έγερνε με τις τεράστιες παλάμες του στο αλέτρι, πως μόνο του αυτός, δίχως τη βοήθεια του εξαντλημένου αλόγου, έμπηγε το υνί στο στήθος της γης∙ ή όταν θέριζε το κατακαλόκαιρο και νόμιζες πως το δρεπάνι του δούλευε έτσι που θα μπορούσε να θερίσει ένα νεαρό δάσος από σημύδες. Κι έβλεπες ν’ αναδεύονται οι μακρουλοί και σκληροί μύες στις πλάτες του σαν μοχλοί.

Η αδιάκοπη βουβαμάρα του προσέδιδε κάποια επισημότητα στον ακαταπόνητο μόχθο του. Κοντολογίς ήταν ένας σπουδαίος άντρας κι αν δεν τον βάραινε αυτή η κακοτυχία του, θα τον παντρευόταν πρόθυμα οποιαδήποτε κοπέλα του χωριού…

Και να που κουβάλησαν τον Γκαράσιμ στη Μόσχα, του αγοράσανε μπότες, του ράψανε καφτάνι (είδος πουκαμίσας) για το καλοκαίρι, κάπα από προβιά για το χειμώνα, του δώσανε σκούπα με μακρύ σκουπόξυλο και φτυάρι και τον βάλανε να καθαρίζει απ’ τα χιόνια ή απ’ τα χόρτα την αυλή.

Στην αρχή δεν του άρεσε καθόλου αυτή η καινούρια του ζωή. Είχε συνηθίσει από παιδί την δουλειά στα χωράφια, τη ζωή του χωριού. Αποξενωμένος εξαιτίας της κακοτυχίας του από την επικοινωνία με τους ανθρώπους, μεγάλωσε έτσι μουγκός και ρωμαλέος σαν δέντρο σ’ εύφορη γη… Μεταφυτεμένος τώρα στην πόλη, ένιωθε στενόχωρα κι απορούσε, το ίδιο όπως δεν θα καταλάβαινε τι του συμβαίνει ένας νεαρός ταύρος, γερός, που τον πήρανε απ’ το χωράφι με το ολόχυμο χορτάρι που του ‘φτανε ως την κοιλιά, τον ρίξανε σ’ ένα βαγόνι τρένου όπου τύλιγε το κορμί του καπνός και σπίθες και τον τρέχανε τώρα με χτύπους και βουητό, και πού τον πήγαιναν, ένας Θεός ξέρει.

Η καινούρια δουλειά του Γκαράσιμ του φαινόταν παιχνιδάκι μετά τις βαριές αγροτικές δουλειές∙ σε μισή ώρα τα τέλειωνε όλα, και είτε στεκόταν καταμεσής στην αυλή και κοίταζε μ’ ανοιχτό το στόμα τους περαστικούς, λες και περίμενε απ’ αυτούς να του εξηγήσουν πώς βρέθηκε σ’ αυτή την αινιγματική κατάσταση, είτε κατέφευγε σε κάποια γωνία και, πετώντας πέρα τη σκούπα και το φτυάρι, έπεφτε με το πρόσωπο στη γη κι έμενε ώρες ξαπλωμένος έτσι μπρούμυτα ακίνητος, σαν αιχμαλωτισμένο αγρίμι.

Σε όλα όμως συνηθίζει ο άνθρωπος και στο τέλος ο Γκαράσιμ συνήθισε τη ζωή στην πόλη. Όλη κι όλη η έγνοια του ήταν να κρατάει καθαρή την αυλή, να κουβαλάει δυο φορές την ημέρα το βαρέλι με το νερό, να φέρνει καυσόξυλα και να τα πελεκάει για την κουζίνα και για τα τζάκια, να μην αφήνει τους ξένους να μπαίνουν στην αυλή και να φυλάει τη νύχτα. Οφείλουμε να πούμε πως εκπλήρωνε με ζήλο όλες του τις υποχρεώσεις… Μάλιστα όταν μια νύχτα έπιασε δύο κλέφτες, τσούγκρισε τον ένα με τον άλλο έτσι που σπάσανε τα μούτρα τους τόσο άσχημα, που δε χρειάστηκε να τους παραδώσουν στην αστυνομία. Μετά απ’ αυτό το περιστατικό άρχισαν να τον σέβονται πολύ στη γειτονιά.  Ακόμα κι εκείνοι που περνούσαν τη μέρα απ’ το δρόμο, δίχως να ‘ναι απατεώνες, βλέποντας την αγριάδα του έκαναν πέρα και του ‘βαζαν τις φωνές, λες και μπορούσε να τους ακούσει.

Με όλο το άλλο προσωπικό ο Γκαράσιμ είχε σχέσεις, δε θα λέγαμε φιλικές, απλώς κανονικές. Τους θεωρούσε πάντως δικούς του ανθρώπους. Εκείνοι συνεννοούνταν μαζί του με χειρονομίες, αυτός τους καταλάβαινε κι εκτελούσε με ακρίβεια τις εντολές τους. Γνώριζε όμως και τα δικαιώματά του∙ κανείς δεν τολμούσε να καθίσει στη θέση του στο τραπέζι.

Γενικά ο Γκαράσιμ ήταν τύπος αυστηρός και σοβαρός και αγαπούσε σε όλα την τάξη. Ακόμα και τα κοκόρια δεν κόταγαν να τσακωθούνε μπροστά του, αλλιώς τα περίμενε συμφορά! Τα’ άρπαζε απ’ τα πόδια μεμιάς, κι αφού τα στριφογύριζε καμιά δεκαριά φορές στον αέρα, τα πέταγε χωριστά το ένα από τ’ άλλο.

Στην αυλή του αρχοντικού περιφέρονταν επίσης και χήνες∙ αλλά, ως γνωστό, οι χήνες είναι πτηνά σοβαρά και λογικά. Ο Γκαράσιμ τους φερόταν με σεβασμό, πήγαινε και τις τάιζε, κι έμοιαζε κι ο ίδιος με επίσημο αρχιχήνο.

Του είχανε δώσει μια καμαρούλα πάνω από την κουζίνα και τη συγύριζε σύμφωνα με τα γούστα του. Είχε φτιάξει το κρεβάτι του από σανίδες βαλανιδιάς στηριγμένες σε τέσσερα κούτσουρα, κρεβάτι γίγαντα, στ’ αλήθεια. θα μπορούσες ν’ αποθέσεις πάνω του πάνω από εκατόν πενήντα κιλά και να μη λυγίσει∙ κάτω απ’ το κρεβάτι βρισκόταν ένα βαρύ σεντούκι∙ στη γωνιά έστεκε ένα τραπέζι το ίδιο βαρύ, και πλάι του μια καρέκλα με τρία πόδια, τόσο κοντόχοντρη και στραβοπόδα, που κι ο ίδιος ο Γκαράσιμ όταν πήγαινε να τη μετακινήσει, του έπεφτε κι εκείνος χαμογελούσε. η καμαρούλα έκλεινε μ’ ένα λουκέτο που θύμιζε κουλούρι, μόνο που ήταν μαύρο∙ το κλειδί του λουκέτου το κρέμαγε στη ζώνη του∙ δεν του αρέσανε οι επισκέψεις…

Κύλησε έτσι ένας χρόνος, κι εκεί προς το τέλος του συνέβη ένα μικρό περιστατικό.

Σχόλιο
O Iβάν Tουργκένιεφ έγραψε το μικρό αυτό αριστούργημα στη διάρκεια ενός μήνα που παρέμεινε φυλακισμένος στην Aγία Πετρούπολη από τις τσαρικές αρχές εξαιτίας προηγούμενων έργων του. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Ο Σύγχρονος τον Μάρτιο του 1854, προκαλώντας προβλήματα στον λογοκριτή που το άφησε να περάσει, καθώς για κάποιους το αλληγορικό μήνυμα είναι σαφές: η άρχουσα τάξη παρουσιάζεται ως πλούσια αλλά άκαρδη και ανεύθυνη γριά αρχόντισσα, ενώ ο λαός ως ένας απλοϊκός χωρικός που μπορεί να μην έχει φωνή (βλ. και σύγχρονα ΜΜΕ), έχει όμως αξιοπρέπεια και τεράστια δύναμη. Η εικόνα που παρουσιάζεται στο κείμενο (σ. 53), με τον τεράστιο χωρικό ντυμένο στα κόκκινα να κλείνει την είσοδο στους λακέδες της εξουσίας (εδώ της αρχόντισσας) απλώς τα λέει όλα. Οι αξίες που προβάλλονται είναι η ανθρωπιά, η φιλία, η ειλικρίνεια και βέβαια η αξιοσύνη του εργάτη, για την οποία ο κόσμος τον θαυμάζει (σ.67).

Αρκετά χρόνια αργότερα (1937), ο Στάινμπεκ θα μας μιλήσει κι εκείνος για έναν ήρωα με απλοϊκή σκέψη, τεράστια δύναμη και αγάπη για τα ζώα∙ τον Λένι από το Άνθρωποι και Ποντίκια, που επίσης αντιμετωπίζεται με μίσος από τους άλλους εργάτες της φάρμας και επίσης σκοτώνει μόνος του τον σκύλο του, χωρίς ωστόσο να το θέλει.

Χρήση στην τάξη
Μέσα από το κείμενο, μπορούμε να ταξιδέψουμε στη Ρωσία του 1850, την εποχή όπου οι μεγάλοι γαιοκτήμονες εξακολουθούν να καταπιέζουν τους δουλοπάροικους που ζουν στα κτήματά τους. Αναπαριστώντας με παντομίμα το απόσπασμα στη σελ. 37, τα παιδιά μπορούν να πάρουν μια γεύση από τις συνήθειες και τα ήθη της άρχουσας τάξης της εποχής. Αν υπάρχει διαδραστικός πίνακας στην τάξη, μπορούμε επίσης να προβάλουμε μια παρουσίαση του βιβλίου μέσω slideshare.

Το κείμενο προσφέρεται επίσης για να μιλήσουμε για τις σχέσεις ανθρώπου και ζώων. Γιατί ο γίγαντας Γεράσιμος καταφεύγει στη φιλία της Μουμού; Τι βρήκε σε μια σκυλίτσα και δεν μπορούσε να έχει από τους συνεργάτες του; Παίρνοντας ιδέες από το διδακτικό σενάριο  Λογοτεχνία και Οικολογία: Άνθρωποι και ζώα (σελ.26) του Υπουργείου Παιδείας της Κύπρου, μπορούμε να ζητήσουμε από τα παιδιά να κατασκευάσουν μια ενημερωτική αφίσα για τον σεβασμό και την προστασία των αδέσποτων σκυλιών, χρησιμοποιώντας ιδέες και φράσεις από το κείμενο.

Κλείνοντας, να επισημάνουμε ότι στο κείμενο γίνεται αναφορά σε αρκετά στοιχεία της ρωσικής κουλτούρας (τριπλός ασπασμός, νεόνυμφοι με χήνες στις μασχάλες) και ιστορίας (Μίνιν και Παζάρσκι (σ.23 Минин и Пожарский) ή το τραγούδι των βαρκάρηδων του Βόλγα (σ. 29), τα οποία μπορούμε να αξιοποιήσουμε πολύ αποτελεσματικά αν υπάρχει μαθητής από τη Ρωσία στο τμήμα μας. Στη γνωριμία με τον ρωσικό πολιτισμό, ίσως θα είχε νόημα και η προβολή του διηγήματος σε κινούμενα σχέδια στη ρώσικη γλώσσα (με αγγλικούς υποτίτλους) από το Dailymotion.

Share/Bookmark

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2013

Η Κίκο ταξιδεύει και γνωρίζει τον κόσμο

Υπόθεση
Η Κίκο ξεκινάει το μακρύ της ταξίδι και γνωρίζει πολλούς νέους φίλους που την βοηθούν: τον Θόδωρα το Λαγό, το Μήτσο τον κυρ πελαργό, τον μπαρμπα-Νικόλα τον γλάρο, αλλά και τον Ίωνα, επίσης γλάρο, που της μαθαίνει πώς να κάνει τις πτήσεις της τέλειες. Και πάλι με μεγάλο της όπλο τη θέληση για μάθηση, αλλά και τις ιστορίες που διηγείται, καταφέρνει να προχωρήσει, αναζητώντας τον Κίκι, το νεραϊδοπούλι με το σημάδι στο μέτωπο, από το οποίο ξεκίνησαν όλα. Θα καταφέρει άραγε να τον βρει;

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Πατάκης
Συγγραφέας: Μανόλης Μαυρολέων
Εικονογράφηση: Γιώργος Σγουρός
ISBN: 978-960-16-3263-6
Έτος 1ης Έκδοσης: 2009
Σελίδες:138
Τιμή: περίπου 3 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Ε', Στ'

Κριτική
Η πολύ συμπαθητική συνέχεια της ιστορίας της Κίκο, της κότας που χάρη στη δύναμη της θέλησης, αλλά και των παραμυθιών, έμαθε να πετάει. Το δεύτερο μέρος μπορεί να μη φτάνει το πρώτο σε έμπνευση, ίσως όμως γι' αυτή την εντύπωση να φταίνε απλώς οι αυξημένες μας προσδοκίες. Σε κάθε περίπτωση, ολοκληρώνεται με συγκινητικό τρόπο μια όμορφη ιστορία που είχαμε αφήσει στη μέση! Καλό είναι όσοι θέλουν να τη διαβάσουν, να ρίξουν προηγουμένως μια ματιά στο πρώτο βιβλίο, καθώς οι αναφορές στους χαρακτήρες του είναι αρκετές. Το ανάγνωσμα προτείνεται κυρίως σε παιδιά μεγαλύτερων τάξεων (καθώς γλώσσα, σύνταξη και περιεχόμενο δεν είναι στην απλούστερη δυνατή μορφή) και φυσικά στους πιστούς φίλους της Κίκο, που θέλουν να μάθουν τι απέγινε η αγαπημένη τους ιπτάμενη κοτούλα.

Ακριβώς τρία χρόνια πριν (5 Νοε 2010), το ιστολόγιο αυτό ξεκίνησε τη διαδρομή του με το πρώτο βιβλίο της Κίκο. Περίπου 150 τίτλους αργότερα, εξακολουθεί να πονοκεφαλιάζει τον διαχειριστή και τους αναγνώστες του. Η παρουσίαση της δεύτερης περιπέτειας της Κίκο, αφιερώνεται στους συγγραφείς που συνεχίζουν να γράφουν καταπληκτικές ιστορίες, αλλά και σε όλους εσάς που τις απολαμβάνετε μαζί με τα παιδιά! Χρόνια μας πολλά!

  • Χαριτωμένοι χαρακτήρες
  • Ανάλαφροι διάλογοι
  • Συγκινητικό τέλος

  • Η σκηνή με τον βραδύγλωσσο πελαργό ίσως παρεξηγηθεί 
  • Κάποιες λέξεις (σ.46 βλάκα, ηλίθιος) θα μπορούσαν να λείπουν χωρίς να ζημιωθεί η ζωντάνια του κειμένου 
  • Έμμεσος διδακτισμός σε κάποια σημεία (π.χ. σ.110)

Αξίες - Θέματα
Οικογένεια, Φιλία, Παραμύθι, Ταξίδια, Περιβάλλον, Χιούμορ, Διαφορετικότητα

Σκηνές που ξεχωρίσαμε
Εκτός από το συγκινητικό τέλος της ιστορίας, σίγουρα μένει στο μυαλό και η αερομαχία ανάμεσα στην Κίκο, τον Πέτρο το γεράκι και τον από μηχανής θεό, Κίκι (σ. 90-94)

Εικονογράφηση

Απόσπασμα
«Ε! ΔΕΝ ΜΟΥ ΛΕΣ ΕΣΥ, ό,τι πουλί κι αν είσαι, τέλος πάντων, με ποιο δικαίωμα κοιμάσαι στο σαλόνι μου;»

Άκουσε κάποιον να της φωνάζει σκουντώντας τη δυνατά. Η Κίκο ξύπνησε φοβισμένη κι ετοιμάστηκε να πετάξει αμέσως, όταν είδε μπροστά της ένα μεγάλο καφέ κουνέλι. Ο ήλιος έβγαζε ήδη τις πρώτες του αχτίνες.

«Ω! Γεια σου κουνέλι, να με συγχωρείς, αλλά δεν είδα κανέναν χθες που ήρθα και δεν ήξερα ότι το μέρος αυτό ανήκει σε κάποιον. Είμαι η Κίκο, είμαι κότα. Αλλά μια κότα που πετάει…» συστήθηκε με καμάρι η Κίκο.

«Κι εγώ είμαι ο Θόδωρας και δεν είμαι κουνέλι, αλλά λαγός των αγρών. Εδώ που κοιμάσαι είναι το σπίτι μου. Ή… τουλάχιστον ένα μέρος από αυτό… Μένω μόνος μου εδώ από τότε, που, σε κάποιο άλλο μέρος, μια καταραμένη αλεπού, καθώς είχα βγει ένα βράδυ να βρω τροφή για την κυρά Θοδώρα τη γυναίκα μου, που μόλις είχε γεννήσει 13 Θοδωράκια… τα καημένα τα παιδάκια μας… Όταν γύρισα, η καταραμένη Αλεπού τους είχε φάει όλους! Φαίνεται πως η γλυκιά μου Θοδώρα είχε αντισταθεί όσο καλύτερα μπορούσε… γιατί ανάσαινε ακόμη! Όταν την πλησίασα, με κοίταξε λυπημένη με τα θλιμμένη τα μάτια και ξεψύχησε στην αγκαλιά μου!»

«Ω! Λυπάμαι! Ειλικρινά, λυπάμαι πολύ για αυτά που σου τύχανε κύριε Θόδωρα!» είπε η Κίκο κάνοντας ένα βήμα προς το μέρος του για να του δείξει τη συμπάθειά της.

«Μη με πλησιάζεις!» έκανε θυμωμένος και φοβισμένος ο Θόδωρας ο λαγός, ενώ είχε σηκωθεί στα πισινά του πόδια κι έδειχνε τα μεγάλα του μπροστινά δόντια, προσπαθώντας, αν και λαγός, να γίνει όσο μπορούσε πιο απειλητικός!»

«…δεν…ξέρω καν με τι τρέφεσαι…»

«Μη φοβάσαι, καλέ μου λαγέ, δεν είμαι παρά μια φιλήσυχη κότα που τρώει σπόρους και σκουλήκια της γης και το μόνο που μ’ ενδιαφέρει είναι να πετάω και να ταξιδεύω. Στο αγρόκτημα από το οποίο έφυγα, υπήρχαν κάτι ζώα που σου μοιάζουν πολύ, μόνο που είναι πιο μικρόσωμα και τα λένε "κουνέλια"…»

«Είμαστε από το ίδιο σόι, αλλά δεν είμαστε παρά μακρινά ξαεφέρφια. Αυτά ζουν σκλαβωμένα αλλά ασφαλή κοντά στους ανθρώπους. Εμείς οι λαγοί ζούμε ελεύθεροι, αλλά πληρώνουμε την ελευθερία μας με τον κίνδυνο να μας φάει κάποιο άγριο ζώο…»

«Χα…!» φώναξε κάπως ειρωνικά η Κίκο.

«Πιστεύεις δηλαδή ότι τα κουνέλια αλλά και τα άλλα ζά που τρέφουν οι άνθρωποι το κάνουν για να τα φροντίζουν και να είναι ασφαλή;»

«Μα τότε… τότε γιατί τα φροντίζουν;»

«Γελιέσαι, καημένε μου κυρ Θόδωρα! Γελιέσαι πολύ! Οι άνθρωποι τρέφουν τα ζώα ή για να τα τρώνε ή για να τους  βοηθάνε στις δουλειές τους!»

«Πω! Πω!» είπε έκπληκτος ο λαγός.

«Κι εγώ που νόμιζα…»

«Ό, τι κάνει μια αλεπού ή ένα άλλο άγριο ζώο στις κότες, τα κουνέλια, τους λαγούς, το ίδιο κάνουν και οι άνθρωποι! Και μάλιστα με μεγαλύτερη υποκρισία γιατί, μερικοί από αυτούς, κάνουν κιόλας πως μας αγαπούν! Οι ψεύτες!...»

«Ομολογώ ότι… ότι δεν τα ήξερα όλ’ αυτά…» είπε κάπως πιο ήσυχος τώρα ο Θόδωρας, ξαναπέφτοντας και στα τέσσερα πόδια του. Αν και αυτά που άκουγε δεν ήταν καθόλου ευχάριστα, κατάλαβε ότι από την Κίκο, τουλάχιστον, δεν κινδύνευε…

«Κι εσύ τώρα τι σκέφτεσαι να κάνεις; Πότε θα… φύγεις από το σπίτι μου;» ρώτησε δείχνοντας πως δεν ανησυχούσε πια για την ασφάλειά του, αλλά ήθελε την ησυχία και τη γαλήνη της μοναξιάς του.

«Άκουσε, κύριε Θόδωρα, έχω να σου κάνω μια πρόταση: όπως σου είπα, αν και είμαι κότα, έχω μάθει να πετάω. Είμαι όμως πολύ κουρασμένη και είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που έκανα ένα τόοοοοοσο μεγάλο ταξίδι! Θα ήθελα να μείνω μια δυο μέρες εδώ, που είναι ένας ήσυχος και ασφαλής τόπος, και να εξερευνήσω την περιοχή για να δω προς τα πού θα πάω. Σου ζητάω να με φιλοξενήσεις για δυο νύχτες, αν δε σου γίνομαι μεγάλο βάρος…»

«Δεν σε ξέρω καθόλου. Είπες ότι τρως σπόρους και σκουλήκια, αλλά ούτε αυτό ξέρω αν είναι αλήθεια. Κι έπειτα, πώς να πιστέψω μια κότα που… λέει ότι πετάει;»

Αντί να πει τίποτε άλλο η Κίκο, έβγαλε από το σακίδιό της μερικούς σπόρους, του έφαγε, κι έπειτα έκανε ένα μικρό πέταγμα για να ξεμουδιάσει. Όταν ξαναγύρισε στο… σαλόνι του κυρ Θόδωρα, του είπε με ηρεμία για να τον καθησυχάσει:

«Πείστηκες τώρα;»

«ναι, αλλά…» ξανάπε ο δύσπιστος λαγός, κοιτώντας τη σκεφτικός αλλά και έκπληκτος μετά την πτήση που είχε κάνει.

«Εσύ θα έχεις από μένα δυο τρεις βραδιές φιλοξενίας. Εγώ τι θα πάρω;»

«Ξέρεις ιστορίες;»

«Ιστορίες; Τι είναι πάλι αυτό;» ρώτησε ο λαγός γεμάτος απορία.

«Ιστορίες; Παραμύθια; Μύθους;»

«Και σαν τι είν’ αυτά τα πράγματα; Τρώγονται;»

«Δεν τρώγονται, αλλά είναι η καλύτερη τροφή για τη φαντασία μας!»

Σχόλιο
Στο βιβλίο συναντάμε τρεις "λυπητερές" σκηνές:  το ξεκλήρισμα της οικογένειας του λαγού από μια αλεπού (σ.18), τον πυροβολισμό ενός πουλιού από κυνηγούς (σ.26) και τον θάνατο της κυρα-Καλής (σ.136), στο τέλος της ιστορίας. Ο συγγραφέας προσπαθεί να μη σταθεί σε αυτές τις εικόνες, αλλά δείχνει τους ήρωες να προχωρούν πέρα από τις απώλειες, συνεχίζοντας τις ζωές τους με ελπίδα. 

Ειδικά για το επεισόδιο με την αλεπού, βλέπουμε προς το τέλος της ιστορίας ο λαγός να εκφράζει στην Κίκο κάποιες μεταναγνωστικές ανησυχίες του σχετικά με τα στερεότυπα των παραμυθιών. Γιατί πάντα το καλό να είναι και όμορφο ενώ το κακό να είναι και άσχημο; Αναρωτιέται. Εμείς, αν μπορούσαμε, θα του απαντούσαμε ότι ούτε καλό, ούτε και κακό υπάρχει στη φύση. Όλοι προσπαθούν να επιβιώσουν. Το ίδιο και η αλεπού, που και αν έφαγε την οικογένεια του λαγού, δε σημαίνει ότι έτρεφε κακία γι' αυτήν.

Χρήση στην τάξη - Δραστηριότητες
Το βιβλίο προσφέρεται για παρουσίαση σε βιβλιόκουτο (βλ. εδώ πρώτη επαφή - book slam), καθώς η Κίκο κουβαλάει μαζί της ένα σωρό αντικείμενα-κλειδιά που μπορούμε να τοποθετήσουμε σε ένα κουτί παπουτσιών: (σ. 15) σπόρους, ένα γαλάζιο κουμπί, ένα άσπρο φτερό, μια μικρή κόκκινη κλωστούλα, μπορούν να βρεθούν εκεί μαζί με άλλα αντικείμενα που προκύπτουν από την εξέλιξη της ιστορίας  Βγάζοντας τα αντικείμενα από το κουτί ένα - ένα, ζητάμε από τους μαθητές να ανασυνθέσουν την ιστορία, ή να δημιουργήσουν βασιζόμενοι σε αυτά ένα δικό τους παραμύθι από την αρχή.

Πολύ εύκολα επίσης, μια και η (γραμμική) εξέλιξη της πλοκής στηρίζεται στους νέους φίλους που η Κίκο κάθε φορά γνωρίζει, μπορούμε να κατασκευάσουμε μαζί με τα παιδιά ένα νοητικό χάρτη της ιστορίας (βλ. εδώ παράγραφος 22) τόσο απλό όπως στο προσχέδιο της εικόνας ή και πιο περίπλοκο.


Κάπως διασκεδαστικότερο ίσως αποδειχθεί το να προσπαθήσουμε να κατασκευάσουμε μέσα στην τάξη κάποια λίμερικς σχετικά με την ιστορία. Περισσότερες λεπτομέρειες για τη δομή των λίμερικς εδώ (παράγραφος 24ε). Το επεισόδιο με τον κυρ-πελαργό, θα μπορούσε π.χ. να μας δώσει κάτι σαν:

 
Ο Μήτσος ο κυρ πελαργός
στην ομιλία ήταν αργός
μα η Κίκο τονε παίδεψε
κι η γλώσσα του ξεμπέρδεψε
κι έγινε ο Μήτσος πιο γοργός





Αν ωστόσο αναζητούμε εγγυημένη διασκέδαση στην αίθουσα, και εφόσον έχουμε ήδη ξεκαθαρίσει ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν κρύβει κάποια προσβολή προς τα άτομα με προβλήματα λόγου, μπορούμε να αναπαραστήσουμε τη σκηνή με τον πελαργό που γιατρεύεται από το τραύλισμα μέσα από τον καβγά του με την Κίκο (σ.29-34)!

Share/Bookmark